Οι μύστες που απολαμβάνουν μια συναυλία περισσότερο σε περίπτωση μέτριας προσέλευσης και λιγότερο σε συνθήκες υπερχειλίζοντος αστικού λεωφορείου σε ώρα αιχμής, θα βρήκαν ιδιαίτερα ελκυστικό το περιβάλλον του Piraeus 117 Academy το βράδυ της Παρασκευής. Οι θιασώτες πάλι του κλασικού δόγματος «όσο περισσότερος κόσμος, τόσο το καλύτερο», βρέθηκαν αντιμέτωποι με την απόδειξη εκείνης της συναυλιακής αρχής που λέει ότι, σε συνθήκες άψογης παρουσίασης από πλευράς του καλλιτέχνη και άριστης συμπεριφοράς του κοινού, η κατάλληλη ποσότητα ενέργειας μπορεί να εκλυθεί και από ιδιαίτερα περιορισμένο αριθμό ατόμων –εφόσον είναι πλήρως δοσμένα σε αυτό που προσλαμβάνουν με το σύνολο των αισθήσεών τους.

Carpenter_2.jpg

Το βράδυ της Παρασκευής άνηκε πάντως στον Αμερικανό σκηνοθέτη και συνθέτη John Carpenter. To περιορισμένο αλλά ποιοτικό κοινό που έβαλε το χέρι στην τσέπη και κατέβαλλε το –όντως υπολογίσιμο– αντίτιμο περίμενε την πρώτη επίσκεψη του «Άρχοντα του Τρόμου» στη χώρα μας όπως μικρό παιδί τα Χριστούγεννα. Τα συλλεκτικά βινύλια του πρώτου μη κινηματογραφικού άλμπουμ του Carpenter Lost Themes, καθώς και τα περισσότερα t-shirts στο merch, ξεπούλησαν μόλις 1 ώρα μετά το άνοιγμα των θυρών, γεγονός υψίστης σημασίας αν αναλογιστεί κανείς τη χαμηλή επισκεψιμότητα των merchandise πάγκων στις συναυλίες και τη μικρή προσέλευση. Μια κοπέλα στην ουρά για τις μπίρες, μάλιστα, χαρακτήρισε μονολογώντας την προσέλευση ως ντροπή, «ντροπή για έναν τέτοιο άνθρωπο».

Carpenter_3.jpg

Ο άνθρωπος αυτός ανέβηκε στη σκηνή του Piraeus 117 Academy ακριβώς 10 λεπτά μετά την προγραμματισμένη ώρα έναρξης (στις 10 παρά 20, δηλαδή), μαζί με μια παρέα εκλεκτών μουσικών, που τον πλαισίωσαν καθόλη τη διάρκεια της βραδιάς με την αθώα πώρωση που δημιουργεί ο σεβασμός στο υλικό το οποίο παίζουν, αλλά και η πίστη στον καλλιτεχνικό νου που «υπηρετούν» με το ταλέντο και τις δεξιότητές τους. Από την πρώτη ήδη νότα, ο κόσμος αλάλαζε και προσκυνούσε την ιερή δύναμη του synth του Carpenter. Ο οποίος –λιτός, συγκεντρωμένος και ευγενής– προλόγιζε σχεδόν κάθε τραγούδι με σοβαρότητα και χιούμορ, ξεδιπλώνοντας ένα υποδειγματικό set, όπου το ένα κομμάτι διαδεχόταν το άλλο, σαν κύματα σε κάποιον ηλεκτρισμένο ωκεανό.

Carpenter_4.jpg

Την άριστη ροή επικουρούσε η προβολή σε προτζέκτορα επιλεγμένων σκηνών από τις ταινίες των οποίων το soundtrack παρουσιαζόταν κάθε φορά, με συγχρονισμό που έδινε νέα πνοή τόσο στα φιλμ, όσο και στη μουσική τους. Από το εναρκτήριο θέμα της ταινίας Απόδραση στη Νέα Υόρκη (1981) μέχρι το ξέσπασμα του Halloween (1978), o Carpenter πέτυχε λοιπόν κάτι πολύ περισσότερο από μια συναυλία: παρουσίασε μια σύγχρονη, μεστή, ιδιοφυή και απολαυστική ρετροσπεκτίβα της συνολικής του δημιουργίας, σεβόμενος τόσο τον εαυτό του και το είδος που υπηρέτησε τα τελευταία 40 χρόνια, όσο και την πασίδηλη αγάπη του κόσμου κάτω από τη σκηνή. Με σταθμούς και στην αριστουργηματική πρόσφατη δουλειά του  –κομμάτια όπως το “Night” και το “Mystery” κέρδισαν τις ενυτπώσεις– μα και με ένα χορταστικό encore, ο κορυφαίος δημιουργός καληνύχτισε τους φανατικούς του με τους τίτλους τέλους της ταινίας Christine (1983).

Carpenter_5.jpg

Πρόκειται για έναν καλλιτεχνικό ογκόλιθο, ο οποίος, από εκείνη τη δεκαετία που, αν και δεν της φαίνεται, καθόρισε σχεδόν τα πάντα –τη δεκαετία του 1970– διάλεξε ένα πολύ συγκεκριμένο κομμάτι της πίτας (αυτό των ταινιών τρόμου) και το σφράγισε με ανυπολόγιστες επιδράσεις, σε μεγάλο ποσοστό της καλλιτεχνικής βιομηχανίας. Ακούσιος εισηγητής τους genre του cult horror, διαβολικός συνθέτης soundtracks και ηλεκτρονικής μουσικής ανώτατου επιπέδου, τιτάνας συνειδητών και υποσυνείδητων επιρροών, ο John Carpenter μας χάρισε μια άχαστη βραδιά, που δυστυχώς πολλοί την έχασαν. Σε συνθήκες οικονομικής στενότητας δεν μπορούμε ασφαλώς να μεμφθούμε κανέναν, ωστόσο, εάν ποτέ υπάρξει δεύτερη ευκαιρία να τον δεις, πρέπει κάτι να γίνει, κάτι να γίνει για να μην τη χάσεις.

{youtube}TPMhBFYtr8Y{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured