Φτάνοντας στην 4η (και τελευταία) μέρα της ανασκόπησης, ξεφεύγουμε από τη σκοπιά των απαραίτητων clues, αναλογιζόμενοι ότι έχετε πλέον μια ιδέα πώς να εξοικονομήσετε χρήσιμους πόρους σε μία από τις ακριβότερες χώρες του πλανήτη. Το μόνο που θα πρέπει πλέον να προσέξετε, είναι ότι σε περίπτωση επίσκεψης στο Όσλο, είναι προτιμότερο να κλείσετε τα εισιτήρια του τρένου από αρκετά νωρίς. Διαφορετικά, κινδυνεύετε να ξοδέψετε μέχρι και τριπλή ταρίφα –κόστος το οποίο πλήρωσε, εν μέρει, ο άτυχος υποφαινόμενος.

Blast4_2.jpg

Ξεκινάμε λοιπόν με τρόπο παρόμοιο της περίπτωσης των Manes (βλέπε 3η μέρα), καθότι αρμόζει να κλιμακώσουμε την ανασκόπηση αναλόγως των δεδικασμένων. Οι Oslo Faenskap, παρότι κλαρινογαμπροί σε ονομασία, δεν ήσαν άσχημοι εν γένει, μόνο που η συναυλιακή τους πυγμή ήταν ο κυριότερος λόγος για να τους παρακολουθήσει κανείς. Παρότι δηλαδή είχαν συμπεριλάβει αρκετές καλές ιδέες στο κονσερβαρισμένο υλικό τους, ο όλος χαρακτήρας κατέληγε τετριμμένος, σε βαθμό αδιαφορίας. Τουλάχιστον δεν είχαν σχέση με το τουρλουμπούκι των Evig Natt, οι οποίοι έθαψαν τις καλές τους προοπτικές σε μια διάσταση αψυχολόγητου χρωματισμού.

Blast4_3.jpg

Με τους Cvlt ήμουν, είμαι και θα παραμείνω επιφυλακτικός. Όχι φυσικά επειδή δεν έχουν κάποια ορατή ποιότητα στη συγγραφή του υλικού τους, μα εξαιτίας της επιτήδευσης γύρω από την όλη προώθηση του ονόματος. Και άλλες μπάντες, δηλαδή, διατηρούν κρυφή την ταυτότητά τους, όμως δεν το προβάλλουν επιχειρώντας να προκαλέσουν εντυπώσεις στο κοινό. Αν ήμουν 18 ετών, ίσως και να εντυπωσιαζόμουν από τους μανδύες, όπως επίσης από τον μαγνητικό ήχο, που στάθηκε άξιος σύμμαχος στο set. Όταν όμως η αισθητική επικρατεί των riffs, κάπου αναθεωρείς σε δεδομένα –και αναλογίζεσαι πως κάποια μείγματα δεν μοιάζουν τόσο ξεχωριστά, σε απολογισμό.

Blast4_4.jpg

Με την περίπτωση των (τίμιων, ομολογουμένως) Einherjer γέλασαν μέχρι και τα τσιμέντα. Τόσο λόγω των συνθετικών τους δεξιοτήτων, όσο και εξαιτίας της φύσης καθαυτής του ελαφρολαϊκού viking metal τους. Ειδικά ο Frode "Grimar" Glesnes εντυπώθηκε μπροστάρης σε αδιαφορία, επιμένοντας διαρκώς σε εκφάνσεις των πιο γραφικών μορφασμών. Προσθέστε δε το πόσο μου θύμιζε μια black metal εκδοχή του Καλαμάρη (από τον Μπομπ Σφουγγαράκη), και θα αντιληφθείτε ότι η άοσμη παρουσία τους έγινε ανυπόφορη μέχρι την τελική λήξη.

Blast4_5.jpg

Οι Khold, κοινώς, εντυπώθηκαν 15 φορές ανώτεροι σε σύγκριση, αλλά και με ασύγκριτες διαφορές σε πτυχές του στούντιο υλικού τους. Η αύρα της κιθάρας απέπνεε μία ιριδίζουσα χροιά, λαμπυρίζοντας σε πλήρη ανάφλεξη γύρω από ένα νοερό μπλέ φόντο. Δεν είναι κρυφό, δηλαδή, πως η εμφάνισή τους επιβλήθηκε πολλών συνοδοιπόρων, καθώς αρκετοί δήλωναν ότι ήταν από τις καλύτερες φορές που τους είχαν παρακολουθήσει. Έστω κι αν ως πωρωτικότερη στιγμή της setlist παρέμεινε η νορβηγόφωνη διασκευή στο "Troops Οf Doom" των Sepultura.

Blast4_6.jpg

Blast4_7.jpg

Η μετωπική σύγκρουση των αδελφικών γκρουπ Allfader και Vredehammer βρήκε τους πρώτους νικητές, παρά τις προκατειλημμένες απόψεις υπέρ των δεύτερων. Δίχως να φέρνει κανείς τους την επανάσταση, οι Vredehammer εντυπώθηκαν εργατικοί, αλλά και εν μέρει «συσκευασμένοι», ακόμη και σ' αυτή τη ζωντανή τους έκφανση. Γενόμενο περίεργο, κοινώς, δεδομένου της καλογυαλισμένης προσέγγισης των Allfader: οι επιρροές τους ήταν ακόμη πιο τριγκαρισμένες, όπως και τυπικές εν συγκρίσει.

Blast4_8.jpg

Οι progressive death/black metallers In Vain αποτέλεσαν την έκπληξη της ημέρας, όντας τα session μέλη της ζωντανής περσόνας των Solefald. Οι ίδιοι φάνηκαν να υποστηρίζουν άριστα το ύφος τους, χάριν της μεστής αδιαλλαξίας που καθοδηγεί ένα καθόλα μεθοδικό μπόλιασμα. Ακόμη δε μεγαλύτερη ρίγη προκάλεσε η άνοδος του Lars Are "Lazare" Nedland επί σκηνής, για τη συμμετοχή του στο επονομαζόμενο "Image Οf Time". Έστω κι αν ο ηχολήπτης τα έκανε μαντάρα, με αποτέλεσμα να ακούσουμε μια ιδέα μόνο της χρυσής φωνής του.

Blast4_9.jpg

Οι Sahg παρέδωσαν παρουσία που άγγιζε τα σύνορα της φαντασίας, έστω και αν η αύρα τους εντυπώθηκε κάπως ισχνή στο ξεκίνημα. Το απαιτητικό τους ύφος, ωστόσο, υποβοηθήθηκε από την έγκαιρη παρέμβαση του ηχολήπτη, με τρόπο που η μαγνητική «Ozzy» χροιά συνάντησε έγκαιρα τις εξαπλώμενες μελωδίες τους. Στο "Godless Faith", ειδικά, περιττό να πούμε πως επήλθε μαζική κατολίσθηση, μιας και αποτελεί τον υψηλότερο ύμνο που συνέθεσαν, αλλά και το επιδραστικότερο hit των απανταχού συναυλιών τους.

Blast4_10.jpg

Οι Red Harvest δικαίωσαν τους λόγους της διάλυσης, αλλά και επανασύνδεσής τους, όντας η πιο υποτιμημένη μπάντα όλου του industrial black metal. Αν και, να πω την αλήθεια, δεν έχω ιδέα ποιες ήταν οι αιτίες καθαυτές, μιας και είναι γεγονός πως ο οποιοσδήποτε μουσικός θα απογοητευόταν στα πλαίσια μιας ισχνής ανταπόκρισης. Οι ίδιοι οι Red Harvest, όμως, ανέβηκαν επί σκηνής επιβλητικοί, με την αρτιότητά τους να διογκώνεται από μία ακάθαρτη A Greater Darkness προσέγγιση. Η δε σκηνική τους πυγμή, φάνταζε ικανή να οργώνει το έδαφος βαθιά, σε σημείο να απορείς για πότε τα riffs θα άνοιγαν χαράδρες ικανές να εκλύουν πάσης φύσης βιοχημικούς καπνούς.

Blast4_11.jpg

Δεν είναι κρυφό πως τους Blood Tsunami του Bård "Faust" Eithun τους παρακολουθήσαμε μόνο και μόνο για την ιστορία που κουβαλά ο ίδιος στις πλάτες του. Αλλά η αλήθεια είναι ότι διέπρεψαν απρόσμενα, χάριν της άφθαρτης, φυλακόβιας πυγμής του. Τιμώντας τη Sodom μπλούζα του, υπό μια πηγαία έκφανση ορμής η οποία αναλογούσε σε πρωτόλειες 1980s thrash εκφράσεις, σφυροκοπούσε τα τύμπανα με μανία ανάλογη του να δέρνει έναν ασχημομούρη, τσαμπουκαλή συγκρατούμενο. Ιδιαίτερα δε από τη στιγμή που το υλικό της μπάντας καθαυτό ενδείκνυται για βάρβαρες εκτελέσεις, ο χρόνος της παραμονής μας κύλησε νερό –και οπωσδήποτε πιο ευχάριστα απ' τις ακροάσεις των στούντιο εκδοχών τους. 

Blast4_12.jpg

Η headline(;) εμφάνιση του Abbath με το ομώνυμο προσωπικό του σχήμα ήταν ό,τι ακριβώς θα περίμενε κανείς. Καλύτερη από το χυμαδιό που αντίκρυσα στο Eightball της Θεσσαλονίκης, αλλά αποδεδειγμένα ακίνδυνη για τη σφαίρα της heavy metal λογικής του. Το heavy metal, βλέπετε, δεν αποτελεί ιδεώδες απλά ψυχαγωγικό: ίσα-ίσα, το παλαιακό ατσάλι δύναται να καυτηριάσει πιο μεταδοτικά το δέρμα σου, σε σχέση με τους μυριάδες αντιγραφείς των Darkthrone. Το θέμα δυστυχώς είναι πως ο Abbath δεν έχει απλά μαλακώσει, λόγω ηλικίας· έχει περιοριστεί και σε στεγανά, μέσα από Jumbo συσκευασίες, τα οποία δεν αποκρύπτουν παρά αποστείρωση, πλήρως χειρουργική σε εκφάνσεις.

Blast4_13.jpg

Τουλάχιστον, κατανοώ πλέον για ποιον λόγο εστιάζει στις τελευταίες δουλειές των Immortal, μιας και εκφράζεται όλο και πιο πολύ μέσω της ταυτότητας των I, όσο και του υλικού του σόλο project του. Ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, απ' ότι συνέβη με την παρουσία των Ancient, οι οποίοι αναβίωσαν την 1990s αισθητική σε εκτελεστικό, αλλά και σε παραστατικό επίπεδο. Δεν διανοείστε τι έκπληξη προκάλεσε η αγκαθωτή κορώνα του βαψομαλλιά Magnus "Aphazel" Garvik, ούτε τον ενθουσιασμό τον οποίον προσέδωσε η ελαφρά εσάνς μυζίθρας. Η ισχύς τους αποδείχθηκε ικανή να επικυρώσει την προσμονή, με τα ξυράφια να σκίζουν τον αέρα, αφήνοντας πλήθος υποσχέσεις για το ανήλιαγο δισκογραφικό τους μέλλον.

Blast4_14.jpg

Με τους Green Carnation πράξαμε παρομοίως με την περίπτωση των Manes, διότι ο Abbath μας έμοιαζε ως μπάντα-σούπερ μάρκετ, η οποία απλά δεν άρμοζε ως κατακλείδα μιας μαγεμένης ανασκόπησης. Η εμφάνιση αντιθέτως των Green Carnation στάθηκε όντως μαγική, όσο παιδική κι αν φαντάζει αυτή η λέξη, ως ορολογία, στον νου μου. Ίσως επειδή το Light Οf Day, Day Οf Darkness αποτελεί ένα πραγματικό παραμύθι της ζωής: βγαλμένο μέσα από αληθινά γενονότα, τα οποία επηρρέασαν, κατέστρεψαν, αλλά και αναδόμησαν ζωές, υπό μια ανεξίτηλα υπόγεια θλίψη.

Όλη αυτή τη μαγεία, λοιπόν, την αφουγκράζεσαι στην ατμόσφαιρα που το περιβάλλει, ακόμη δε περισσότερο στην ίδια την εξυψωτική του απόδοση. Οι Green Carnation μοιάζουν να υμνούν την ίδια τη ζωή μ' αυτόν τον δίσκο, αλλά και την αλήθεια που ανακτά κανείς μέσα του, μέσα από τραυματικές εμπειρίες και πηγαίες εκφάνσεις πόνου. Δεν είναι υπερβολές τα άνωθεν, παρά η αγνή αλήθεια, που θέλει το Light Οf Day, Day Οf Darkness να περνά από φάσματα και διαφορετικές εποχές: το φθινοπώρο και η άνοιξη εναλλάσσονται, πάλλοντας τα συναισθήματα ανάλογα με τις διαθέσεις του παιχνιδίζοντος φωτισμού.

Blast4_15.jpg

Αν υπήρχε μια έκφραση που θα χαρακτήριζε τους Green Carnation, αυτή ήταν πως παραμένουν Ατόφιοι. Ατόφιοι από τις κακουχίες τους, αλλά και πιο δυνατοί, αποπνέοντας μια αίσθηση δέους και θαλπωρής: ωσάν να βλέπεις σε ένα όνειρο κάποιο χαμένο μέλος της οικογένειάς σου. Κι ενώ το αίσθημα της έκπληξης έχει χαθεί, ώστε να μην αναμένω κάτι εξίσου συγκλονιστικό από τη συμμετοχή τους στο Roadburn, ως γεγονός δεν αναιρεί πως αναδείχθηκαν η καλύτερη εμφάνιση του Blastfest, υπό καθόλα αντικειμενικά κριτήρια.

Η μάχη πάντως μεταξύ των Manes και των Green Carnation, δεν έχει νόημα: είναι σα να μαλώνεις ποιο παιδί σου είναι πιο αγαπημένο. Ο δρόμος μας πήρε λοιπόν το μονοπάτι της επιστροφής, αλλά και της πρωινής αναχώρησης προς το Όσλο, με ύπνο επαρκή ώστε να απολαύσουμε τις χιονισμένες χαράδρες κατά το ταξίδι. Και, όπως όλα μοιραία έρχονται σε έναν ημιτελή κύκλο, τα ακουστικά του mp3 player φιλοξένησαν τον δίσκο με τον οποίον ξεκίνησε η διαδρομή. Έστω και αν, αντί των πλήκτρων πλοήγησης, τα δάκτυλα ψηλάφιζαν ανεπαίσθητα το σκοροφαγωμένο εξώφυλλο μιας παλιάς κασέτας.

"It was like the love of thorns,
like the beauty of dead summer,
but I, the lurker,
the Carrier of Wounds outlived it...
I have left now.
...have I not?"

{youtube}5CQRGBdY9Nc{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured