Μία από τις μεγαλύτερες αλήθειες των καιρών μας, είναι πως σημαντικό μέρος του μουσικόφιλου κοινού έχει πάψει να ανακαλύπτει καλλιτέχνες με βάση το βιωματικό κριτήριο. Οι επιταγές του hype μοιάζουν να επιβάλλουν τα στεγανά μιας προδιεγραμμένης σφαίρας, με αποτέλεσμα ό,τι κινείται εκτός των ορίων της επικαιρότητας να παραγκωνίζεται αδόξως. Βέβαια, το όλο φαινόμενο ενδεχομένως να οφείλεται στη μαζική εστιάση σε groovy δομές, οι οποίες τείνουν να υπολείπονται σε ουσιαστική έκφανση τραγουδοποιίας. Ωσάν να αποτελεί μια μόδα που παρασύρει τα πλήθη σε live κατάλληλα για να την «πιούν», παρά για να ακούσουν κάποιο σοβαρό τραγούδι.
Οι Hypnotic Nausea, βέβαια, μπορεί να μην τηρούν τη συσκευασμένη λογική του κουπλέ-ρεφρέν, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η αιθέρια αίσθηση των καλογραμμένων ιδεών τους δεν ανέβλυζε οικεία στη Death Disco. Οι δε stoney/post πτυχές τους υποστηρίχθηκαν άριστα από τον διαυγή ήχο, ο οποίος στάθηκε πιστός σύμμαχος στο πλευρό τους μέχρι την τελική λήξη. Αν και έχουμε αξιόλογα συγκροτήματα, δηλαδή, οι συνθήκες φάνταζαν ιδανικές –σε σημείο που δεν ενθυμούμαι πότε ευχαριστήθηκα τόσο το support act κάποιου ανάλογου event. Και ως άποψη, μάλιστα, τη συμμερίστηκαν οι περισσότεροι γνωστοί/άγνωστοι που στηρίζουν συχνά τις αθηναϊκές συναυλίες.
Οι Πατρινοί Void Droid αποτέλεσαν τους αφανείς ήρωες της βραδιάς. Η ικανότητά τους στη συγγραφή πιασάρικων heavy rock/post-grunge ασμάτων μοιάζει πρωτοφανής, καθότι ως δυνατότερο ατού του δικού τους support set στάθηκαν οι ζωηρές μελωδίες που υποστηρίζουν τα σκαλωματικά τους ρεφρέν. Η αλήθεια, κοινώς, είναι πως υπάρχει πολλή αξιόλογη μουσική εκεί έξω, τόσο σε ποιότητα, όσο και σε κλίμακα συνολικού ενδιαφέροντος. Δεν υφίστανται όμως πολλοί καλλιτέχνες που γράφουν διαχρονικά τραγούδια. Και ενώ οι Void Droid δεν έχουν τέτοιες αξιώσεις, αντιλαμβάνονται τη λογική που εξυψώθηκε σε συλλογικές συνειδήσεις.
Οι Sasquatch, πάλι, αποδείχθηκαν άξιοι κάτοχοι του ονόματος που σοφά επέλεξαν, μιας και σπάνια αντικρίζουμε τέτοιες τριπλέτες να παραδίδουν δυσανάλογα πλούσιο όγκο. Σαν να παραδίδουν πιστοποίηση γνησιότητας με τα βαρύγδουπα, εμπνευσμένα riffs τους, τα οποία άλλον στόχο δεν έχουν από το να διασύρουν την επιδερμικότητα μιας ψηφιακής εποχής. Ενδεχομένως οι αρετές τους να υποβοηθούνται από ένα vibe καθόλα αειθαλές, μιας και οι μελωδικές γραμμές τριβελίζουν τον νου σου ώσπου να ξεστομίσεις κάθε τελευταίο στίχο. Οι πρώτες σειρές, άλλωστε, αναμφίβολα ακολούθησαν τους ρυθμούς τους, μιας και το έναυσμα του "Let It In" υποδαύλισε τις αντιδράσεις καθόλα μερακλίδικων διαθέσεων.
Η συνέχεια, ωστόσο, εξελίχθηκε διαφορετικά, αλλά όχι απαραιτήτως μεμπτά για σημαντική μερίδα του ακροατηρίου. Η setlist δολοφονούσε ελέφαντες, μιας και η προσοχή –αν δεν απατώμαι– εστιάστηκε στο ντεμπούτο Sasquatch του 2004, με τα "Chemical Lady", "Roller", "Dragonfly", "Knucle Down" και "Cracks In The Pavement" να συγκινούν. Δεν υφίσταται φυσικά αμφιβολία πως ως απόλυτη κορυφή έμεινε η εκτέλεση του "What Have You Done", μιας και το στιγμιότυπό της αφύπνισε το κοινό μαζικότερα από ποτέ. Το ζήτημα όμως είναι πως, παρά τις επιδόσεις, τον εξαίρετο ήχο, αλλά και το διάχυτο επί σκηνής κέφι των ίδιων των Αμερικανών, η συντριπτική πλειονότητα των παρευρισκόμενων στη Death Disco έμοιαζε πιο άψυχη και από τη Λειτουργία μιας βροχερής Κυριακής.
Αποδέχομαι πως είμαι απαιτητικός, ίσως και λίγο γκρινιάρης μερικές φορές. Η μέρα ήταν άλλωστε καθημερινή και ο περισσότερος κόσμος κατέφθασε καταπονημένος από τον φόρτο μιας βεβαρημένης μέρας. Δεν υφίσταται επίσης αμφιβολία πως η ηλικία επιφέρει φθορά, μιας και η πληθώρα των συναυλιών, σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες υποχρεώσεις, κάπου μεταλλάσσει τις διαθέσεις των συναυλιακών δρώμενων. Παρόλα αυτά, τα άνωθεν γεγονότα δεν αιτιολογούν τις παγερές αντιδράσεις της νέας γενιάς: δίχως τις σποραδικές ζητωκραυγές, θα νόμιζε κανείς πως παρακολουθούσε μια θεατρική παράσταση.
Εν κατακλείδι, θεωρώ πιθανό πως τα άνωθεν γραφόμενα καταδεικνύουν ότι η πρώτη επίσκεψη των Sasquatch δεν ανταπεξήλθε των προσδοκιών. Κάτι που ισχύει κατά το ένα της μέρος, μιας και τα μέλη δεν έχαναν ευκαιρία να οργώνουν τη σκηνή σαν σωστά κτήνη. Ο δε «αντικαταστάτης» πίσω από το drum kit, Craig Riggs, μέχρι που έκοψε τις μπαγκέτες στα δύο, χάριν της φονικής πυγμής του. Από την άλλη, αν με ρωτούσατε τι γεύση άφησε η όλη βραδιά, δεν θα ανέφερα παρά μια σκιερή πικρία, ανάλογη της περσινής συναυλίας των Corrosion Of Conformity. Δεν θα αναλύσω τους λόγους, ούτε θα παραπονεθώ, όταν ο καθένας πράττει αποκλειστικά για τον εαυτό του. Είναι γεγονός όμως η σταδιακή διάβρωση της rock μουσικής, η οποία καμία σχέση δεν έχει με τον απώτερο στόχο της ψυχαγωγίας.
Setlist (χωρίς σειρά και με μικρές επιφυλλάξεις)
Let It In
Chemical Lady
Roller
Dragonfly
Cracks In The Pavement
Knucle Down
Get Out of Here
The Judge
Pull Me Under
The Message
What Have You Done
Barrel Of A Gun
{youtube}cEkj_zEl_jw{/youtube}