Οι Γερμανοί(;) Rage αποτελούν κεφάλαιο αποδεδειγμένα σημαίνον για τον Έλληνα metalhead, που παρακολουθεί στενά την πορεία τους τα τελευταία 25 (περίπου) χρόνια. Η πορεία τους χωρίζεται σε 4 (πλέον) εποχές, με χρυσή να αναδεικνύεται το line-up των Manni Schmidt και Χρήστου Ευθυμιάδη, οι οποίοι και συνείσφεραν τα μέγιστα στην ανάδειξη των υπερ-κλασικών κυκλοφοριών Trapped! (1992) και The Missing Link (1993). Φαντάζομαι λοιπόν πως μπορείτε να φανταστείτε την έκδηλη arena-rock συγκίνηση, μόλις τη νύχτα της Παρασκευής ο Peavy Wagner μας υποσχέθηκε πως θα μας επισκεφθεί σύντομα ξανά –μόνο που την επόμενη φορά θα απολαύσουμε τη 1990s περσόνα των τωρινών Refuge.
Αλλάζουμε όμως γρήγορα παράγραφο, γιατί η ανάλυση εμπεριέχει ουσία που προαπαιτεί μια αρμόζουσα ανάπτυξη, και οφείλουμε πρώτα σεβασμό στον κόπο των (απανταχού) support acts για τις ώρες που έχουν σπαταλήσει στη συγγραφή, αλλά και στην επιμελή σπονδυλοδεσία των διάσπαρτων μουσικών ιδεών τους. Ακόμη και στις περιπτώσεις που ο σκελετός αυτός μοιάζει νωθρός, δεν αρνούμαι πως οι πολυάριθμες στούντιο ώρες απαιτούν το ανάλογο φιλότιμο από πλευράς μας: κάθε εργατικός μουσικός της τάξης τους προφανώς επιθυμεί μια παρουσίαση συναυλιακή, γενόμενη υπό τις όσο το δυνατότερον ιδανικές συνθήκες.
Στην περίπτωση πάντως των Emerald Sun, τα πράγματα εντυπώθηκαν αναμείκτως διαφορετικά. Δεν με ξένισε ιδιαίτερα η europower εσάνς τους, ούτε πρόκειται να αρνηθώ πως τα κοινότοπα μοτίβα τους διακόπτονταν αραιά από ευφάνταστες hard rock εξάψεις. Οι συνθέσεις τους κρίνονται ομολογουμένως καλοδουλεμένες δηλαδή, έστω κι αν αυτούσια μέρη τους φάνταζαν λίγο παρωχημένα. Η γενικότερη αίσθηση, όμως, έφερνε κατά νου φοιτητική μπάντα η οποία παρουσιάζει power metal διασκευές σε Βασίλη Παπακωνσταντίνου στην Αρχιτεκτονική –με το ανάλογο επικοινωνιακό τακτ να συνηγορεί σε βαλτώδη βαθμό.
Επιστρέφοντας στις αρχετυπικές αναδρομές μας, οι Rage έχαιραν ανέκαθεν γηπεδικής αποδοχής από το ρομαντικό metal κοινό των 1990s, μιας και επί σειρά 13 ετών περιλάμβαναν τουλάχιστον έναν Έλληνα στις συνθέσεις τους. Ως στοιχείο, άλλωστε, αποδείχθηκε ταυτόσημο της ψυχολογίας της μικρής, απομονωμένης κοινωνίας μας, η οποία έβλεπε στο πρόσωπό τους την ανάδειξη μίας άδοξα υποβαθμισμένης πτυχής. Πόσες φορές, αλήθεια, ακούσαμε ως επιχείρημα από φίλους και γνωστούς την έκφραση «παίζουν και δύο Έλληνες, ε...» στις απανταχού Black In Mind (1995) αναφορές, οι οποίες ανέκαθεν συνόδευαν κάθε αποθέωση στα πρόσωπά τους.
Η αλήθεια είναι λοιπόν πως, παρότι το The Missing Link αποτελεί τον κλασικότερο δίσκο τους, το line-up που εδραιώθηκε στις συνειδήσεις του εγχώριου κοινού ήταν εκείνο της Black In Mind περιόδου, όταν προστέθηκε ο Σπύρος Ευθυμιάδης στην κιθαριστική τους επίθεση. Φανερή απόδειξη αποτέλεσε η ανταπόκριση που επιδέχθηκε την Παρασκευή στο Κύτταρο ο νέος ντράμερ Βασίλης Μανιατόπουλος, τον οποίο και οι παρευρισκόμενοι αποθέωναν με κάθε ελληνόφωνη συμμετοχή του στο επικοινωνιακό τμήμα της βραδιάς. Άλλωστε, το αξίζε δικαιωματικά: ήταν αρτιότατα ικανός να επικεντρωθεί στο πηγαίο νεύρο της 1990s πυγμής –πολύ περισσότερο από τον ταλαίπωρο προκάτοχό του, ο οποίος και σύντομα θα ξεχαστεί.
Δεν θα αρνηθώ την εμφανή μου τέρψη που ο André Hilgers μας άδειασε τη γωνιά, καθότι η τελευταία εμφάνιση των Rage στο πλευρό των Grave Digger ήταν γεμάτη από νωχελικά λάθη. Σύμφωνοι, ο Viktor Smolski ήταν επίσης λίγο ψυχρός, αλλά αυτό ήταν ανέκαθεν το στυλ του –όσοι τους παρακολούθησαν επί Terrana εποχής, δηλαδή, ούτε που έδωσαν την παραμικρή προσοχή. Το θέμα μας όμως τώρα είναι πως οι Rage υποβαστάζονται από έναν ντράμερ ικανό για την επιθυμητή επιστροφή τους στις ρίζες, ειδικά στις φάσεις που η πρωτογενής του ενέργεια συναντά την τέλεια κιθαριστική επιδρομή.
Ανασκαλίζοντας τις σκουροπράσινες αποχρώσεις των καταβολών τους, τα γήινα χρώματα που επενδύουν την παρούσα ενσάρκωση των Rage ήλθαν σε μετωπική σύγκρουση με τη μισθοφορική αίσθηση του βετεράνου Smolski. Η στεγνή αλήθεια είναι πως ο τεχνίτης Marcos Rodríguez δεν έχει να ζηλέψει τίποτα εκτελεστικά από τον προκάτοχό του, μιας και οι όποιες αντιληπτές διαφορές αφορούσαν πιο πολύ ζητήματα του ήχου, παρά τη δική του προσωπική επίδοση. Για την ακρίβεια, κρίνεται ικανότατος να αποδώσει κάθε νότα στην εντέλεια, δίχως να απαρνείται τον 1990s ενθουσιασμό στην πηγαία επικοινωνία του με τον κόσμο. Δεν σου αφήνει έτσι την εικόνα ενός «εκτελεστή», παρά του μέλους μιας παρέας που σκοπεύει να απολαύσει στο έπακρο τον σκηνικό της χρόνο.
Τα παράπονά μας σε απολογισμό φαντάζουν, κοινώς, λιγοστά. Αν θα έπρεπε να αναφέρουμε ορισμένα, θα εστιάζαμε στις κιθάρες καθαυτές, οι οποίες οπωσδήποτε υπολείπονταν ενός πλούσιου όγκου –ειδικά από πλευράς του τέταρτου session μέλους, Markuz Berger, ο οποίος συμμετείχε αποκλειστικά στις επιλογές του Black In Mind. Για την ακρίβεια, τα ρυθμικά του μέρη αχνοφαίνονταν κάπου στο βάθος, σε σημείο που έμοιαζε απλά τουρίστας επί σκηνής, αφού αδιαφορούσε για το γεγονός ακόμη και έπειτα από ανάλογες υποδείξεις. Αν υπάρχει ένα παράπονο δηλαδή, το οποίο μετέτρεψε μια «night to remember» σε μια πραγματικά καλή συναυλία, οφείλεται στη συμμετοχή ενός ανθρώπου που ποτέ δεν έπρεπε να πατήσει το πόδι του στη γιορτή αυτή για τα 5 χρόνια του Rock Overdose.gr, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.
Κατά δεύτερον, μια μικρή απογοήτευση διαφάνηκε μόλις έληξε η setlist, δίχως την αναδρομή στο "The Icecold Hand Of Destiny" –μίας από τις 4 καλύτερες συνθέσεις του Black In Mind. Είναι γεγονός: θα ήταν λίγο συσκευασμένο να απέδιδαν όλο τον δίσκο (και χαίρομαι προσωπικά που δεν συνέβη), απλά οι Rage παραδοσιακά έχουν περίεργες setlist τα τελευταία έτη, σε σημείο που θα επιθυμούσα να βελτιωθεί ο συγκεκριμένος τομέας. Μήπως, άλλωστε, δεν αποζητήσαμε επιπροσθέτως την εκτέλεση του "Days Οf December", ενός από τα σημαντικότερα τραγούδια της εφηβείας μας; Παρά τις αμυχές, η εμφάνιση αυτή των Rage ξύπνησε πάντως παιδικές μνήμες, ανεμογδαρμένες αναδρομές, αλλά και μια ξεχασμένη εικόνα του Peavy να περιπλανιέται στις γειτονιές της Αγίας Παρασκευής, στην περίοδο κατά την οποία και συνέθεσε το εν λόγω τραγούδι.
Ακολουθεί η setlist των Rage, με δύο μικρές tribute σφήνες. Ο Rodríguez αποδείχθηκε εξίσου ικανός και ως τραγουδιστής, μιας και (όπως μάθαμε) διατηρεί επίσης ένα Dio-tribute σχήμα...
Setlist
Black in Mind
The Crawling Chaos
Alive but Dead
Sent by the Devil
Shadow Out of Time
In a Nameless Time
Forever
Until I Die
The Price of War
All This Time
Over and Over
Back in Time
End of All Days
Suite Lingua Mortis V - No Regrets
Love and Fear Unite
Down
Soundchaser
Higher Than the Sky (w/ Sweet Home Alabama, Holy Diver & ένα ακόμη)
encore
Solitary Man
{youtube}HDBHnXBVIXQ{/youtube}