Για να είμαστε ειλικρινείς, κάποιοι από εμάς δεν περιμέναμε κάτι λιγότερο από μια συγκλονιστική εμφάνιση. Οι προσδοκίες του δύσκολου κοινού (λέγε με προοδευτικό rock/metal) είχαν διογκωθεί λόγω των εξαιρετικών κυκλοφοριών των Νορβηγών, ενώ και ο επαγγελματισμός των συγκροτημάτων που κατάγονται από της βόρειες χώρες της Ευρώπης δεν μας άφηνε περιθώρια για αρνητικές σκέψεις.
Με το πέρας ωστόσο του πρώτου headlining live των Leprous στη χώρα μας, οι εντυπώσεις είναι ανάμεικτες. Και δεν έχει καθόλου να κάνει με την ενέργεια που έβγαλε το γκρουπ, τη setlist, τον ήχο, την τεχνική και την εκτέλεση των συνθέσεων. Μάλλον ο παράγοντας «τύχη» καθόρισε το βράδυ μας και με αυτήν πρέπει να τα βάζουμε. Γιατί το βαρύ πυροβολικό των Νορβηγών (λέγε με Einar Solberg, τραγουδάω και παίζω και πλήκτρα ενώ χτυπιέμαι αλύπητα πάνω στο κλαβιέ), η φωνή δηλαδή της μπάντας, εμφανίσθηκε καταπονημένη, βραχνή και δυστυχώς σε αρκετά σημεία χάλασε τη μαγεία της μουσικής που ακούγαμε. Ειδικά στις ψεύτικες και σε όλες τις ψηλές νότες, το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό και πολύ μακριά από τις στούντιο ηχογραφήσεις.
Ευτυχώς για το κοινό που γέμισε το An Club, το γκρουπ εμφανίσθηκε μανιασμένο επί σκηνής, με διάθεση να μην φλυαρήσει, αλλά κυρίως να μας προσφέρει μια εξαιρετικά δομημένη ανασκόπηση της τριλογίας Bilateral - Coal - Congregation. Με το κιθαριστικό δίδυμο Suhrke/Hallaråker να εκτελεί πιστά, με καθαρό ήχο, σπιρτάδα και με όλες τις πρόσφατες επιτυχίες τους, οι Leprous κατάφεραν να εκτοπίσουν σε μεγάλο βαθμό από το ηχητικό μας πεδίο τις ουκ ολίγες παραφωνίες του Solberg, ενώ και η συμμετοχή των φίλων του γκρουπ στα περισσότερα ρεφρέν βελτίωσε την άβολη κατάσταση, προσφέροντάς μας πλήθος όμορφων στιγμών.
Η αναπάντεχη και κυρίως ανατριχιαστική εκτέλεση του "The Cloak", με την φωνή του Einar να διατηρεί τις σωστές τοποθετήσεις σε όλη τη διάρκειά του, καθώς και η καθολική ανταπόκριση του κοινού στις συνθέσεις του φετινού Congregation, μου επιτρέπουν να κατατάσσω το live στις επιτυχημένες συναυλιακές βραδιές του έτους που οδεύει στη λήξη του.
Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε ο περιπλανώμενος ηχολήπτης(;), ο οποίος κατέβαινε στο pit, έκοβε βόλτες στις πίσω θέσεις και με ένα tablet διόρθωνε ασύρματα τον ήχο. Το αποτέλεσμα κρίνεται αρκετά καλό –παρ' όλο που σε κάποια φορτωμένα περάσματα μπούκωνε ο ήχος– αν και στους Mother Οf Millions που προηγήθηκαν, ήταν κλάσεις ανώτερο.
Οι Mother Οf Millions, με αρκετά live πλέον στις πλάτες τους, κατάφεραν και ξεπέρασαν τα στεγανά του support ρόλου τους. Δεν αποτέλεσαν δηλαδή το μισάωρο κατώφλι μιας «μεγάλης ευρωπαϊκής μπάντας», αλλά κέρδισαν τις εντυπώσεις σε τέτοιον βαθμό, ώστε για μένα απομένει πλέον απλά ένα ακόμα εκπληκτικό άλμπουμ –πολύ ενδιαφέρον παρεμπιμπτόντως το νέο τραγούδι που ακούσαμε– για να τους δώσει το υλικό το οποίο απαιτεί μια πλήρης headlining θέση σε αντίστοιχες συναυλίες. "Fire", "Orientation" και "Propaganda Techniques" είναι εξαιρετικά κομμάτια (από το ντεμπούτο με τίτλο Human) και με το λαρύγγι του Προκοπίου σε τέτοια φόρμα, όλα ήταν πιο όμορφα ποιημένα.
Τη βραδιά άνοιξαν από νωρίς οι SiXforNine, με το σύγχρονο, αμερικάνικο metal τους. Με προβλήματα ήχου, πολλούς μικροφωνισμούς και με το μούδιασμα που συνήθως επικρατεί όταν υπάρχει χάσμα μεταξύ των προτιμήσεων του κοινού και του μουσικού στυλ μιας support μπάντας (υπήρχε γενικευμένη νέκρα την ώρα που έπαιζαν τα παιδιά), η εμφάνισή τους αυτή εύκολα θα ξεχαστεί. Στο New Long Festival το καλοκαίρι έπαιξαν άλλωστε πολύ καλύτερα, ενώ ο πληθωρικός frontman (πλέον) Fotis Bernardo είχε και άπλετο χώρο να κινηθεί. Θεωρώ ότι θα έπρεπε να είχαν αποφύγει τη θέση στο συγκεκριμένο billing, διότι αδικείται το πολύ καλό υλικό το οποίο έγραψαν στο ντεμπούτο τους.
{youtube}aL6TcjjPYO8{/youtube}