Η φήμη του Ryoji Ikeda ανάγκασε το Borderline να κατέβει για πρώτη (αν δεν κάνω λάθος) φορά στην κεντρική σκηνή της Στέγης. Κλείνοντας έτσι το φετινό του πρόγραμμα όχι με μία, αλλά με δύο παραστάσεις του έργου του Superposition (Τρίτη και Τετάρτη). Ένα έργο το οποίο είχε κάνει πρεμιέρα τον Νοέμβριο του 2012 στο Centre Pompidou του Παρισιού και είναι εμπνευσμένο –κατά τον ίδιο τον Ιάπωνα– από τις θεωρίες της κβαντικής μηχανικής.

Το σκηνικό που αντίκριζες μπαίνοντας στην αίθουσα, ήταν αν μη τι άλλο επιβλητικό: δύο συστάδες από οθόνες, ένα μεγάλο ορθογώνιο τραπέζι, δύο καρέκλες στις άκρες του, συν βεβαίως το μεγάλο video wall στη ράχη της σκηνής. Εξίσου εντυπωσιακή και η εισαγωγή του Superposition· 20 οι οθόνες και 8 τα μέρη στα οποία χωρίστηκε σε κάποια φάση το video wall, 28 διαφορετικές οπτικές επί του ίδιου αντικειμένου –το οποίο ήταν μια πύκνωση φωτεινών σημείων, σαν ένας αστερισμός μέσα στο άπειρο του σύμπαντος. Και η μουσική, μια συνεχόμενη διαδοχή υψηλών συχνοτήτων, την οποία διασπούσαν μόνο οι σύντομες διαλείψεις λευκού θορύβου. Μέχρι που όλα άρχισαν να τρέχουν με φρενήρη ταχύτητα, τόση που η απότομη σιωπή –ακριβώς μόλις το πράγμα έφτανε στο «σημείο τήξεως»– να γίνει δεκτή με πραγματική ανακούφιση.

Ikeda_2

Τέτοιες «επιθέσεις στις αισθήσεις» (όπως ανέφερε και το πληροφοριακό δελτίο της Στέγης), συνέβησαν κι άλλες. Ίσως όχι όλες το ίδιο πετυχημένες (ή το ίδιο έντονες), πάντως σε γενικές γραμμές αυτή η πύκνωση των εντάσεων και το πώς ύστερα λυνόταν ή διοχετευόταν, ήταν σίγουρα από τα δυνατά χαρτιά του Ryoji Ikeda. Το πρόβλημα –αν μπορεί να οριστεί ως τέτοιο– βρισκόταν αλλού και άρχισε να διαφαίνεται ήδη από τις πρώτες πράξεις του κυρίου μέρους.

Είχε να κάνει με τη διοχέτευση υπερβολικής πληροφορίας· ίσως περισσότερης απ’ όση είναι ικανός να συλλάβει και να επεξεργαστεί ένας μέσος εγκέφαλος σε πραγματικό χρόνο. Είχες βεβαίως το μουσικό σκέλος –από αφηρημένες μελωδικές ατμόσφαιρες μέχρι μια ευρηματική τομή του techno με τον θόρυβο– το οποίο από μόνο του διατηρούσε μέρος της προσοχής σου. Είχες και το οπτικό: αναγκαστικά διαθλασμένο σε 20 οθόνες, σ’ ένα video wall χωρισμένο συνήθως στη μέση και σε δύο περφόρμερ επί σκηνής. Είχες επίσης το πλήθος των μηνυμάτων που περνούσε ο Ikeda, είτε μέσα από γραπτό κείμενο, είτε μέσω εικόνων. Κι όλα αυτά δοσμένα σχεδόν κρυπτογραφικά· έτσι ώστε, μέχρι να αποκρυπτογραφήσεις κάποιο, να έχεις ήδη χάσει το επόμενο. Σου προκαλούσε λοιπόν μια σύγχυση, όσο ακόμα πάλευες να επεξεργαστείς έναν τέτοιο όγκο πληροφοριών και να ακολουθήσεις την πλήρη εξέλιξη των πραγμάτων. Έως ότου δηλαδή παραιτηθείς και επικεντρωθείς σε μέρος όλων αυτών ή στο γενικό τους περίγραμμα.

Ikeda_3

Κι εδώ ανακύπτει μια ένσταση. Διότι αν αποδεχθούμε πως για να πιάσουμε από κάπου το Superposition πρέπει να παραιτηθούμε από την αξίωση της καθολικής (ή το δυνατόν καθολικής τέλος πάντων) κατανόησής του, τότε εμμέσως θα έχουμε παραδεχθεί πως δεν πρόκειται παρά για ένα σύνολο βερμπαλισμών, τους οποίους δεν χρειάζεται να αναλύσουμε στην πληρότητά τους. Παρά μόνον να αναζητήσουμε το νοητό νήμα που τους ενώνει και να αντλήσουμε γενικά μόνον συμπεράσματα· να μιλήσουμε για τη γενική εντύπωση που προκάλεσε.

Με δυο λόγια, το Superposition μου φάνηκε εξεζητημένα πολύπλοκο· σαν ηθελημένα να προσπαθούσε να παραμείνει ένας δυσεπίλυτος γρίφος. Ήταν βέβαια εντυπωσιακό σαν θέαμα και οι πληθωρικοί τρόποι που έβρισκε ο Ιάπωνας για να συνδυάσει το ηχητικό με το οπτικό υπήρξαν σε στιγμές εξαιρετικοί. Έστησε μια διαρκής πρόκληση όχι τόσο στις αισθήσεις, όσο στη διαδικασία αντίληψης και κατανόησης και μάλλον είχε όλα τα θετικά και όλα τα αρνητικά που συνεπάγεται κάτι τέτοιο. Αλλά προσωπικά βρέθηκα πολλές φορές χαμένος στη μετάφραση. Όπως βρέθηκα και να συμπεραίνω πως ορισμένες από τις πράξεις στις οποίες έσπαγε το έργο τραβούσαν σε μάκρος περισσότερο απ’ όσο «άντεχαν». Αφήστε που αν δούμε –μιας που φθάσαμε στα επί μέρους–  και τη μουσική αποκομμένη από τη συνολική αφήγηση, ίσως διαπιστώσουμε ότι τελικά δεν ήταν και κάτι το τόσο πρωτόγνωρο...

Ikeda_4

Ας σημειωθεί, τέλος, ο ιδιαίτερος ρόλος των δύο περφόρμερ, οι οποίοι, καθισμένοι μπροστά από το τραπέζι, έμοιαζαν περισσότερο με γραμματικοί του παλιού καιρού. Η δράση τους αναπαραγόταν στις οθόνες –σε διαφορετική ανάλυση ανάλογα με τη συστάδα– ενώ παρενέβαιναν συχνά και στο ηχητικό πεδίο χρησιμοποιώντας έξυπνους τρόπους: λ.χ. όταν χτυπούσαν τον κώδικα μορς στον τηλέγραφο, γράφοντας έτσι τις (συνήθως αφοριστικές) φράσεις που εμφανίζονταν στις οθόνες. Αν και ορισμένες από τις δράσεις τους ενέπιπταν κι εκείνες στη γενική απροσδιοριστία των πραγμάτων, βάζοντάς σε να ψάξεις (ανεπιτυχώς προσωπικά) για το νόημα όσων σημειώσεων κρατούσαν επεξεργαζόμενοι παλιές εφημερίδες ή ένα σύνολο συντεταγμένων…

 

 

{youtube}qzvZIV0u7vk{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured