Οι Iceage ξαναέφεραν το ωμό πανκ στις στήλες των μοδάτων «εναλλακτικών» περιοδικών. Το φετινό τους You 'Re Nothing έγινε δεκτό με ενθουσιασμό και μέχρις ενός σημείου δικαίως. Αυτό άλλωστε που προκαλεί αμφιλεγόμενες σκέψεις για το ποιόν τους δεν έχει να κάνει με τη μουσική τους, αλλά με τα ανόητα παιχνίδια με ναζιστικούς ή ρατσιστικούς συμβολισμούς. Θεωρώντας προφανώς ότι η τέχνη του προκαλείν μπορεί να περικλείει τα πάντα –βάζοντας μπροστά και την απολιτίκ γραφικότητα του «ό,τι κάνουμε το κάνουμε απλώς για να σπάμε πλάκα»– οι Iceage έχουν οι ίδιοι προκαλέσει τα όσα τους προσάπτουν (από διάφορα μπλογκ έως τη Guardian). Kι ας ισχυρίζεται ο μπασίστας Jacob Tvilling Pless στη συνέντευξη που έδωσε τις προάλλες στον Τάσο Μαγιόπουλο ότι «δεν έχει ιδέα από πού ξεκίνησε η διασύνδεσή τους με την άκρα Δεξιά»...
Στην εμφάνισή τους στο An, πάντως, τέτοιου είδους ζητήματα δεν βγήκαν ποτέ στην επιφάνεια. Στη σκηνή, κάπου μεταξύ βαρεμάρας, οργής, βαρέως σνομπισμού και πλήρης αδιαφορίας, οι ξινισμένες φιγούρες των τεσσάρων μετά-εφήβων από την Κοπεγχάγη προσπαθούσαν (αν δηλαδή προσπαθούσαν για το οτιδήποτε) να μας πείσουν ότι δεν τραγουδούν απλώς την παρακμή, τη ζούνε κιόλας. Σπανίως ωστόσο γίνονταν πειστικοί.
Ταλέντο πρφανώς διαθέτουν, όπως και ορισμένα τραγούδια τα οποία μπορούν από μόνα τους να κάνουν το πράγμα λειτουργικό. Και παρότι –απ’ όσο μπόρεσα να αντιληφθώ– παίξανε αρκετά καινούργια (άρα άγνωστα), κατάφεραν σε γενικές γραμμές να μετακυλήσουν μια κάποια ενέργεια στο κοινό που τους παρακολουθούσε, ιδίως προς το τέλος, όταν κι έπαιξαν τα “Morals” και “Ecstasy”. Γενικά όμως νομίζω πως όλοι (αυτό σημαίνει καμιά κατοσταριά νοματαίοι) περιμέναμε κάτι παραπάνω…
Ήταν ίσως που οι ίδιοι αποδείχθηκαν αρκετά στατικοί στην παρουσία τους (τόσο τη φυσική, όσο και τη μουσική). Πέρα από ορισμένους θεατρινισμούς του τραγουδιστή και τον τίμιο ιδρώτα του ντράμερ, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να βρει ένα συγκεκριμένο σημείο για να σταθεί –πέρα από γενικότητες δηλαδή, ένα δεδομένο σημείο που να προκαλέσει την προσοχή ή τη συμμετοχή σου, να σε διεγείρει ή τέλος πάντων να σε τσιτώσει. Η μουσική τους ακούστηκε στερημένη ακόμα και από τα λίγα ηχητικά στολίδια τα οποία υπάρχουν στους δίσκους. Ορθά, θα μου πείτε· μιλάμε για πανκ, άρα –υπό μία έννοια– όσο πιο γυμνό παρουσιάζεται πάνω στο σανίδι, τόσο πιο επικίνδυνο μπορεί να γίνει. Μόνο που για να συμβεί κάτι τέτοιο χρειάζεται και η μπάντα να διαθέτει τσαμπουκά, ένα τσαγανό ήδη κατακτημένο, το οποίο δεν θα χρειάζεται να το ψάχνει στο σνομπ και στο αφ’ υψηλού…
Έτσι, η σύντομη (σχεδόν 50λεπτη) παράσταση των Iceage διασώθηκε στα σημεία, ίσως γιατί έχουν όντως βρει μια έξυπνη πατούρα –εκεί ανάμεσα στο πρωτόλειο πανκ, το μετα-πανκ ή κάποιες πιο σύγχρονες εξελίξεις. Πάλι καλά που είχαν προηγηθεί οι «δικοί μας» Ruined Families και είχαν ήδη δείξει πώς γίνεται η δουλειά.
Οι οποίοι Ruined Families υπήρξαν κι εκείνοι σύντομοι (σετ γύρω στο 25λεπτο), έδειξαν όμως από την πρώτη νότα ότι το εννοούσαν. Με δυο κιθάρες, ένα μπάσο, ένα σετ ντραμς κι έναν αεικίνητο (στα όρια του νευρωτικού) τραγουδιστή, έφτιαχναν έναν ήχο ολιστικό και αδιαπέραστο, μια μάζα που εκρήγνυται και σε βάζει να αντιμετωπίσεις τα θραύσματα. Μουσικά και οντολογικά φθάνουν ιδιαίτερα κοντά στους Dillinger Escape Plan, έχουν όμως την πρόνοια να μην θεωρούν την ταύτιση ιδανικό. Μοιράζονται, παρ' όλα αυτά, την ίδια φρενίτιδα –τόσο στην ενέργεια που τελικά εκλύεται, όσο και στη διαρκή εναλλαγή μοτίβων και παραστάσεων. Με έναν ντράμερ ο οποίος ήξερε πώς να νοηματοδοτήσει τέτοιες άτακτες μεταλλάξεις, ένα μπάσο που ακολουθούσε προσθέτοντας, και δύο γεμάτες κιθάρες ως καθαρόαιμη γραμμή επίθεσης, ο τραγουδιστής είχε την «πολυτέλεια» να μην χρειάζεται να αναπαράγει στίχους για να γεμίσει το οτιδήποτε· έφτανε «απλώς» η εκρηκτική του κινησιολογία (η οποία πολλές φορές τον έφερνε στις πρώτες γραμμές του κοινού) και μερικές δυναμικές κραυγές, ώστε να πάρει κι εκείνος τη θέση του στον όλο χαμό.
Να ίσως τι έλειπε από τους Iceage: εκείνοι βάσιζαν το ό,τι ακούσαμε στις νότες που έβγαιναν από τα όργανά τους, ενώ οι Ruined Families εκμεταλλεύτηκαν κυρίως την κίνηση για να παραχθούν οι εν λόγω νότες· αυτά τα μιλισεκόντ τα οποία μεσολαβούν μέχρι να φτάσει η εντολή από τους εγκεφαλικούς νευρώνες στα άκρα που θα παραγάγουν τον ήχο. Έτσι ο ήχος τους έπαιρνε κάτι απ’ αυτήν τη έξαψή τους, να βγουν πάνω στη σκηνή και να την κερδίσουν –να ΣΕ κερδίσουν.
Κοντολογίς, αν μου μείνει κάτι να θυμάμαι απ’ το βράδυ της Τετάρτης στο An Club, σίγουρα δεν θα 'ναι η εμφάνιση των Iceage, μα το 25λεπτο σετ των Ruined Families. Το οποίο πρόλαβαν ήδη από την αρχή να το αφιερώσουν στον Παύλο Φύσσα, γειώνοντας έτσι το ό,τι θα επακολουθούσε στο εδώ και το τώρα.
{youtube}p65WOKJUfu4{/youtube}