Εκ προοιμίου, φαινόταν πως την παράσταση στη δεύτερη μέρα του φετινού Borderline θα έκλεβε ένα από τα δύο «βαριά χαρτιά» του φεστιβάλ, η Ikue Mori (το άλλο ήταν ο Elliott Sharp, ο οποίος θα εμφανιζόταν την Κυριακή). Είναι βλέπετε η εξαιρετική δισκογραφία της Γιαπωνέζας, αλλά κι εκείνες οι συνεργασίες με τον John Zorn, που –όπως και να το κάνουμε– προσθέτουν αρκετούς πόντους. Μέχρι να εμφανιστεί όμως στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών παρέα με τη Zeena Parkins, είχαν ήδη συμβεί αρκετά. Για μερικούς μάλιστα είχε ήδη σημειωθεί το highlight της βραδιάς, γι’ αυτό ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους.
Η αρχή, λοιπόν, έγινε με το ντουέτο των Σώμα, δηλαδή τον Θύμιο Ατζακά στην ηλεκτρική κιθάρα και τον Αντώνη Ανισέγκο στο πιάνο, οι οποίοι είχαν ως συντροφιά στις μουσικές τους ακροβασίες τα όμορφα visuals του Ανδρέα Καραουλάνη (bestbefore). Ανισέγκος & Ατζακάς επιδίδονταν σε ελεύθερους αυτοσχεδιασμούς, πολλές φορές δύστροπους ή έστω αρκετά λαβυρινθώδεις. Ξεκινώντας το σετ τους με κάποια ηλεκτρονικά περάσματα, νομίζω βρήκαν τα πατήματά τους όταν πέρασαν σε αμιγώς οργανικούς δρόμους. Εκεί, οι οξείς κιθαρισμοί του Ατζακά –περασμένοι από διάφορα πεταλάκια– και η ελλειπτική ευρηματικότητα του Ανισέγκου στο πιάνο με την ανοικτή ουρά επιτέλεσαν τον ρόλο τους. Μολονότι κατά στιγμές η σχετική επιμονή σε πυκνοδομημένα θέματα μετέτρεπε τις δύο γραμμές (κιθάρας και πιάνου) σε ένα κάπως μπερδεμένο κουβάρι και την όλη αναζήτηση της μουσικότητας σε περίτεχνες ασκήσεις ύφους. Επί των πλείστων, όμως, το πράγμα λειτούργησε και το σετ των Σώμα πέρασε από αρκετές στιγμές ουσίας. «Μέχρι και John Cage διασκεύασε», όπως πήγαινε το σχετικό αστείο της βραδιάς, το οποίο και αναφερόταν στη μακροσκελή παύση κάπου προς το τέλος.
Μπαίνοντας και πάλι στην αίθουσα, έπειτα από το ολιγόλεπτο διάλειμμα, στη σκηνή δέσποζαν δύο περίεργες ιδιοκατασκευές. Πριν μάθουμε τι ακριβώς θα έκαναν, ο Nicolas Bernier –καθισμένος πίσω από μια κονσόλα στη μέση του ακροατηρίου– θα μας παρουσίαζε τρεις συνθέσεις του, βασισμένες στη δική του ερμηνεία περί musique concrète. Συνθέσεις οι οποίες στηρίζονταν σε επεξεργασμένους ήχους αντικειμένων, όπως λ.χ. κουρδιστών παιχνιδιών ή μιας γραφομηχανής, και αναπαράγονταν μέσω ενός υπολογιστή κι ενός μίκτη, με τον Bernier να επηρεάζει κυρίως το πώς το ηχητικό σήμα διαχεόταν στα ηχεία της αίθουσας. Το αποτέλεσμα; Μια μουσική πλούσια σε εκφραστικές διακυμάνσεις, με εξαιρετικές χροιές μα κυριότερα τοποθετημένη με απόλυτη διαύγεια σε έναν τρισδιάστατο ηχητικό χώρο. Έπειτα από ένα μισάωρο, o Nicolas Bernier βρήκε τον Martin Messier στη σκηνή, οι δυο τους στήθηκαν μπροστά από τις ιδιοκατασκευές τους και ξεκίνησαν το πιο αναπάντεχο ίσως σετ του φετινού Borderline.
Εμπνευσμένα από παρόμοιες κατασκευές του φουτουριστή των αρχών του 20ου αιώνα Luigi Russolo, τα δύο αυτά όργανα ήταν φτιαγμένα από διάφορες γεννήτριες, γρανάζια, ελάσματα, μοχλούς ή ξυπνητήρια. Προφανώς ο ήχος τους παρέπεμπε σε εργαστήριο της πρώιμης βιομηχανικής εποχής και το κόνσεπτ είχε να κάνει με τον τρόπο οργάνωσης των μηχανικών θορύβων σε μουσική. Ίσως όχι και κάτι το τόσο πρωτότυπο τώρα που το διαβάζω, αν σκεφτεί κανείς ότι τύποι σαν τον Russolo έκαναν κάτι παρόμοιο στις δεκαετίες του 1910 ή του 1920. Αλλά, παρουσιαζόμενο ζωντανά, το ζήτημα αποκτούσε μια πηγαία εκρηκτικότητα. Βεβαίως το όλο πράγμα δεν είχε να κάνει μόνο με τη μουσική, αλλά και μ' ένα γενικότερο performance. Όμως και η ίδια η μουσικότητα η οποία αναδεικνυόταν μέσα από τους θορύβους –πολλές φορές επιθετική και αγχωτική– είχε τον τρόπο να σου επιβληθεί. Στο σύνολο συνεισέφερε κι ένα αντίστοιχης θεματικής βίντεο, το οποίο προβαλλόταν όση ώρα οι Bernier & Messier ήταν απασχολημένοι με το να ξεχαρβαλώνουν μεθοδικά τις κατασκευές τους.
Σειρά, μετά το σόου των Καναδών, είχε βεβαίως το δίδυμο της Ikue Mori και της Zeena Parkins. Κι ένα σετ βουτηγμένο σε έναν τελείως ιδιόμορφο λυρισμό, ο οποίος έμπλεκε τις σχεδόν παραμυθένιες διαστάσεις του με «απροσδιόριστους και απερίγραπτους θορύβους» (όπως η ίδια η Mori το περιέγραψε στην πρόσφατη συνέντευξή της στον Στυλιανό Τζιρίτα). Ο διπολισμός της μουσικής των Mori & Parkins ήταν φανερός· όσα χρωστούσε στη μελωδικότητα και στον ρομαντισμό, άλλα τόσα έπαιρνε από τον θόρυβο και από μια σχεδόν διονυσιακή έξαψη. Ένας διπολισμός ο οποίος έβρισκε την τέλεια εφαρμογή του στο πρόσωπο της αεικίνητης Αμερικανίδας, την οποία τη μια στιγμή έβρισκες να παίζει ένα ασύλληπτο μελωδικό σόλο στην ακουστική της άρπα και την άλλη να βουτάει στις παραμορφώσεις, παίζοντας με τα πεταλάκια της και με την «πλατφόρμα μαγνητικών θορύβων» η οποία ήταν προσαρμοσμένη στην ηλεκτρική, τριγωνική της άρπα. Όλα τούτα πάνω στο πλούσιο υπέδαφος που δημιουργούσαν τα ηλεκτρονικά ηχοτοπία της Γιαπωνέζας –εστιασμένα σε οξείς ήχους, αλλά κρατώντας και εξαιρετικές ισορροπίες με το χαμηλό φάσμα των συχνοτήτων– με συνοδεία τα απολύτως συγχρονισμένα και άψογα από αισθητικής απόψεως visuals της Mori.
Με τον διεξοδικά δομημένο και ιδιόμορφο μουσικό κώδικα των Ikue Mori & Zeena Parkins, τούτη η εξαιρετική συναυλιακή περίσταση έφτασε στο τέλος της. Και βγαίνοντας περασμένες μία στη σαββατιάτικη λεωφόρο, είχες όλον τον χρόνο να λογομαχήσεις για το ποια ήταν η καλύτερη εμφάνιση της δεύτερης ημέρας του Borderline Festival. Μέχρι τούδε, απάντηση δεν έχω βρει…
:
{youtube}QGeV3OxNSzE{/youtube}