Φωτογραφίες: Έφη Κρητικού

Είναι συνολικά η πέμπτη φορά που οι Mercury Rev περνάνε τον Ατλαντικό για να επισκεφτούν τα μέρη μας, μα μόλις η δεύτερη σε ανοιχτό χώρο, καθώς είχε προηγηθεί μια εμφάνιση στο Rockwave του 1999 στoν Άγιο Κοσμά. Από εκείνη την απογευματινή συναυλία είχε δοθεί η εντύπωση πως δεν τους ταιριάζουν και πολύ οι εξωτερικοί χώροι. Χθες, στο κηποθέατρο Παπάγου αποδείχθηκε ότι απλά χρειαζόταν λίγο σκοτάδι.

Για λόγους μη διατάραξης της κοινής ησυχίας στη πόλη των «Στρατηγών», η συναυλία άρχισε αυστηρά για τα ελληνικά δεδομένα – στις 21:00 – με αποτέλεσμα η αργοπορία μου να με βρει να ακούω από τη θέση παρκαρίσματος, δυο στενά παρακάτω από τον χώρο του θεάτρου, τα ξεσπάσματα του “Snowflake In A Hot World” από τον τελευταίο περσινό περίεργο δίσκο των Mercury Rev, Snowflake Midnight. Με την είσοδο στον όμορφο χώρο του θεάτρου μια απογοήτευση από τη μικρή προέλευση του κόσμου σου ερχότανε, αλλά δεν προλάβαινε να σου πει και πολλά, καθώς άρχισαν να ακούγονται οι νότες του “Funny Bird”. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, από το πρώτο άκουσμα, καταλαβαίνεις πως είσαι στο σωστό μέρος και ότι το βράδυ σου δεν πρόκειται να πάει χαμένο. Δυνατός, κρυστάλλινος ήχος που σου σηκώνει την τρίχα κάγκελο και ταυτόχρονα καθαρός, ώστε να διακρίνεις πανεύκολα κάθε ένα από τα πέντε όργανα της σκηνής – και όχι απλά μια βαβούρα. Έχοντας στις τάξεις τους τον κ. Jeff Mercel, έναν από τους καλύτερους ντράμερ στην εναλλακτική σκηνή (αν όχι τον καλύτερο), καθώς και έναν απίστευτο Grasshoper να απογειώνει με τα riff τα κομμάτια, η ξέφρενη πορεία των Mercury Rev για μια out of space μουσική εμπειρία ήταν δεδομένη. Όσες φορές κι αν το έχεις δει, για όσες φορές κι αν νομίζεις πως είσαι προετοιμασμένος, κάθε φορά η μπάντα από το Buffalo τείνει να σε εκπλήσσει.

Η ψυχεδελική μουσική «οπτική» του ξωτικού Jonathan Donahue αντισταθμιζόταν συνεχώς από την πιο rock συνεισφορά του Grasshoper, επιβάλλοντας τις μουσικές ισορροπίες και αποτρέποντας έτσι πάντα στο τσακ τα κομμάτια από τη δίνη του «χάους». Το μπάσο του Carlos Anthony Molina (και όχι του Dave Fridmann, μιας και εμφανίζεται σε επιλεγμένα live πλέον) ακριβές και καθοριστικό, ενώ η συνεισφορά στη μελωδικότητα από τα πλήκτρα προσέδιδε στο όλο μείγμα τα συστατικά ώστε κάθε εκτέλεση να μοιάζει μοναδική.

Όσο σε συνέπαιρνε η κλιμάκωση και η ανέλιξη στο «πουθενά» κομματιών σαν τα “October Sunshine”, “People Are So Unpredictable (There's No Bliss Like Home)” και “Diamonds”, άλλο τόσο λειτουργούσαν καταπραϋντικά – και συνάμα ευεργετικά – για το live οι λυρικές στιγμές των “Tonite It Shows” και “Holes”, μεταξύ άλλων. Στο δε “Tides Of The Moon” ήταν τέτοια η υποβλητικότητα, που νόμισα ότι το σκοτάδι θα με καταπιεί, ενώ στο “Dream Of A Young Girl As A Flower” αποδείχθηκε με όλη του τη μεγαλοπρέπεια το πώς ο Mercel μπορεί να κάνει πλάκα στους μεταλο-ντράμερ με τις πέντε δίκασες και άλλα τόσα ταμπούρα, καταφέρνοντας με ένα διπέταλο στη μπότα να ανεβάσει το τραγούδι και τον ρυθμό, χωρίς να καταντήσει «κάγκουρας». Τι και αν δεν παίχτηκαν must κομμάτια – από το “Frittering” και το “Chasing A Bee” μέχρι το “Chains” και “Little Rhymes” – ή κάποια τρανταχτή διασκευή από αυτές που συνηθίζουν να κάνουν (“Cortez The Killer”). Τι κι αν προτίμησαν να μαζευτούν τα μπαρμπάδια του Δήμου Παπάγου και οι θειάδες από τον περιβάλλοντα χώρο του θεάτρου από τη νεολαία που προτίμησε το “Verde”. Tο συναίσθημα ήταν πάλι το ίδιο: The Dark Is Rising...

Υ.Γ.1: Στο encore, με το “Goddess On A Highway”, είχαμε μια από τις πιο όμορφες συναυλιακές σκηνές. Ο κόσμος κατέβηκε από τις εξέδρες γεμίζοντας το μικρό ημικύκλιο μπροστά από τη σκηνή, όντας στο ίδιο υψομετρικά επίπεδο με τη μπάντα. ‘Ήταν σαν να τους αγκάλιαζε...

Υ.Γ.2: Πληροφορία προς λιγούρια, πέφτουλες, κάγκουρες και λοιπές κατηγορίες: Η Δ. Ματσούκα ακούει Mercury Rev ή τουλάχιστον την κουβαλήσανε και δεν έφυγε μέχρι το τέλος της συναυλίας. Προλαβαίνετε μέχρι το επόμενο live.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured