Φωτογραφίες: Ιπποκράτης Ναυρίδης

Ποτέ δεν μου άρεσαν ιδιαίτερα οι Suede. Την εποχή που στα βρετανικά charts χτυπούσε την κορυφή το “Beautiful Ones”, άκουγα πολύ σκληρότερα πράγματα. Όταν όμως έπεσε στα χέρια μου το Wilderness, σκέφτηκα ότι αυτός ο τύπος πέρα από pop star ίσως να είναι και καλός συνθέτης. Αλλά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ο Brett Anderson είναι το Λονδίνο. Ακόμα και μέσα στο Polis Theater...

Έφτασα στο Polis λίγο πριν από τις 9 το βράδυ. Δεν είχα ξαναπάει και περίμενα να δω μια σκυλάδικη πίστα πολυτελείας. Έπεσα, όμως, έξω. Αμφιθεατρικός χώρος χωρίς καθίσματα, μόνο μερικοί σκόρπιοι καναπέδες κατά μήκος των τοίχων. Χαμηλός, κλαμπίστικος φωτισμός και μικρή, χαμηλή σκηνή. Μια πιο industrial άποψη, τουλάχιστον γι΄απόψε. 21:00: Ο χώρος είναι μισοάδειος και σκέφτομαι ότι τα 40 Ευρώ του εισιτηρίου είναι απαγορευτικά για πολύ κόσμο, όταν εμφανίζονται οι έλληνες Le Page. Συμπαθητικοί και μαζεμένοι, παίζουν περίπου 25 λεπτά. Αγγλόφωνα μελωδικά pop τραγούδια, όπου πρωταγωνιστεί η ακουστική κιθάρα, ένα παράξενο μικρό μεταλλόφωνο και η μίξη αγορίστικων και κοριτσίστικων φωνητικών. Λίγο αργότερα έρχεται και η alternative ηλεκτρική ατμόσφαιρα, με τον μπασίστα να ξεχωρίζει. Ο ήχος τους όμως, δεν βγαίνει ιδιαίτερα δεμένος. Ίσως να οφείλεται στην έλλειψη ενός καλού κιθαρίστα, γιατί ο τραγουδιστής τους, που έχει αναλάβει και αυτόν το ρόλο, δεν φαίνεται να μπορεί να υποστηρίξει και τα δύο πράγματα εξίσου καλά. Ίσως πάλι, να είναι και θέμα ηχοληψίας. Συνολικά πάντως, η παρουσία τους είναι ευχάριστη.

22:00: Τα φώτα χαμηλώνουν ξανά. Ο χώρος είναι τώρα μισογεμάτος. Σφυρίγματα, καπνοί και χειροκροτήματα υποδέχονται την τσελίστρια Amy, που βγαίνει πρώτη στη σκηνή. Ακριβώς πίσω της ακολουθεί ο Brett με ένα γκρι σκούρο κοστούμι, σοβαρός σαν να πρόκειται να δώσει ρεσιτάλ. Kάθεται αμέσως στο πιάνο, κάνοντας ένα νεύμα χαιρετισμού στο κοινό. Οι πρώτες νότες ανοίγουν τον ουρανό του Λονδίνου πάνω από τα κεφάλια μας με το “A Different Place” να ακούγεται ακριβώς όπως στον δίσκο (Wilderness). Χωρίς να σηκώσει τα χέρια του από το πιάνο, ο Brett μπαίνει αμέσως στην εισαγωγή του “Empress”. Τα ασπρόμαυρα πλήκτρα ανεβοκατεβαίνουν, τα δάχτυλα της Amy χορεύουν πάνω στις χορδές του τσέλου και οι λέξεις του Brett φτιάχνουν ένα παζλ από εικόνες και συναισθήματα. Παίζει στη σειρά και χωρίς διακοπή τα “Chinese Whispers”, “Blessed”, “Back To You” στο πιάνο, μέχρι να πάρει την ακουστική κιθάρα, πρώτα για το “Love Is Dead” – από τον πρώτο του προσωπικό δίσκο – σε μια εκτέλεση αρκετά καλύτερη απ’ ότι στο ίδιο το άλμπουμ, ενώ επανέρχεται στην τελευταία του δισκογραφική δουλειά με το “Clowns”, το οποίο εισέπραξε αρκετό χειροκρότημα, από το μάλλον χλιαρό μέχρι εκείνη τη στιγμή κοινό. Το πρώτο μέρος του set τελειώνει γύρω στις 22:40, ο Brett αποσύρεται ενώ μια ανάλαφρη γυναικεία φωνή ανακοινώνει από τα μεγάφωνα ότι θα έχουμε «10 λεπτά διάλειμμα και επιστροφή με παλιές επιτυχίες των Suede».

Το μεγάλο μαύρο πιάνο με ουρά, το τσέλο της Amy και οι ακουστικές κιθάρες του Brett δεν μετακινήθηκαν. Ούτε drums, ούτε μπάσα, ούτε ηλεκτρικές κιθάρες, ούτε synths. Τίποτα. Αναρωτιόμουν αν θα μπορούσε να παίξει τις «παλιές επιτυχίες των Suede» unplugged και – για να είμαι ειλικρινής – το ευχόμουν, αν και η απουσία ηλεκτρικού σχήματος θα έκανε το εισιτήριο να φαίνεται ακόμη ακριβότερο. 22:50: “Europe Is Our Playground”. Ο Brett κάθεται ξανά στο ψηλό, κόκκινο σκαμπό του, με την ακουστική στο χέρι και δεν χάνει ούτε νότα. Έχει τον ρυθμό μέσα του και το αριστερό του πόδι χτυπάει τόσο δυνατά πάνω στη σκηνή, ώστε ακούγεται σε όλο τον χώρο. Ο κόσμος δεν δείχνει απογοήτευση που δεν θα ακούσει τελικά – ποτέ – εκείνο το ηλεκτρικό set στο οποίο ίσως έλπιζε, αντίθετα, έχει αρχίσει να ζωντανεύει και να συμμετέχει περισσότερο σε αυτό που κάνει o Brett-από-τους-Suede, πάνω στη σκηνή. Εκείνος βγάζει το σακάκι του ενώ παίζει πιάνο και οι κινήσεις του θυμίζουν περισσότερο αγόρι, παρά κάποιον ο οποίος έχει κλείσει τα 40. Η ατμόσφαιρα γίνεται πιο ζεστή, με το κοινό να τραγουδάει μαζί του το “Wild Ones” και το “Saturday Night”. Ο Brett Anderson χαμογελάει για πρώτη φορά και ξέρει ότι μας έχει κερδίσει. Η αλήθεια είναι ότι έχει κάνει πολύ καλή δουλειά με τις ενορχηστρώσεις και όλα τα τραγούδια έχουν μεταμορφωθεί σε αυτό που θέλει να είναι ο Brett αυτή την εποχή: λιτός και ουσιαστικός. Με δύο μόνο όργανα, με εύθραυστες αλλά και δυναμικές ερμηνείες, με φωνή που πηγαίνει ψηλά αλλά χωρίς τις υπερβολές της pop περιόδου. “By The Sea”, “He’s Gone”, “Two Of Us”, “Asphalt World” γεμίζουν το δεύτερο set και ο χρόνος περνάει πολύ γρήγορα.

Στο μοναδικό encore, ο Brett παίζει στην κιθάρα το “So Young”. «Το επόμενο τραγούδι είναι για όλους και τον καθένα από σας. Ευχαριστώ που ήρθατε », μας λέει και πέφτει το “Trash”. Είναι πια λίγο πριν τα μεσάνυχτα, το χειροκρότημα του κοινού είναι πολύ πιο ζεστό τώρα, ο καλλιτέχνης κάνει βαθιά υπόκλιση και παίρνει το feeling της βόρειας πόλης του – και μια ολόκληρη εποχή – μαζί του...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured