Photos: Γιάννης Χοστελίδης



Πόση ενέργεια και ρυθμό μπορεί να μεταδώσει στο κοινό ένα τριμελές και κατά κανόνα ακουστικό συγκρότημα; Εύλογη ερώτηση για κάποιον που αποφασίζει για πρώτη φορά να παρακολουθήσει συναυλία των Violent Femmes, κι ας έχουν μεγαλώσει περίπου τρεις γενιές με τα τραγούδια τους. Αυτό, λοιπόν, που συνέβη στο «Μύλο» της Θεσσαλονίκης στις 17 Φεβρουαρίου σίγουρα ξεπέρασε κατά πολύ τις οποιεσδήποτε προσδοκίες υπήρχαν πριν από την έναρξη.



Στη σκηνή βρίσκονταν ήδη το άκρως μινιμαλιστικό, rocabilly drum-kit του Victor De Lorenzo, το ακουστικό μπάσο του Brian Ritchie και οι κιθάρες του Gordon Gano, ενώ ήδη τραγουδούσε παίζοντας το banjo του ο “Dr” όπως ο Brian τον σύστησε στη συνέχεια. Το set του τελείωσε και οι Violent Femmes βγήκαν στη σκηνή με την αύρα της εμπειρίας, αλλά και με την εμφανή διάθεση ενός σχολικού συγκροτήματος να μεταδίδεται άμεσα στο κοινό τους. Και τι να πει κανείς για αυτό το κοινό που απαρτιζόταν από πιτσιρικάδες headbangers μέχρι κοπέλες που εκστασιασμένες τραγουδούσαν τους στίχους του Gano. Επί σκηνής όμως βρέθηκαν και άλλοι μουσικοί, διανθίζοντας γνωστές μελωδίες με ήχους από τρομπέτα, σαξόφωνο, ηλεκτρική κιθάρα, το προαναφερθέν banjo και ένα ξύλινο κουτί που όπως αποδείχτηκε αποτελούσε μέρος των κρουστών και δεν ήταν «ένα απλό ξύλινο κουτί», αλλά το πασίγνωστο (το ποιο;) “bass cajon”...



Με έναν ήχο αβρό, έως και πρωτόγονο, που κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει “folk punk”, οι Violent Femmes έδειξαν ότι κατά βάθος είναι μια παρέα που παίζει μουσική όπως της αρέσει, χωρίς set list αλλά με καινοτομίες που εντυπωσιάζουν. Πως αλλιώς μπορεί κανείς να εξηγήσει το ότι το μπάσο ήταν αυτό που ανέλαβε να τραντάξει ακόμα και τους πιο μειλίχιους των θεατών-ακροατών με τα φλογερά, παραμορφωμένα σόλο του; Ή το ότι έφτασαν στο σημείο να δημιουργήσουν επί σκηνής ένα setlist που περιλάμβανε από δικά τους τραγούδια και bluegrass συνθέσεις μέχρι ένα επίσης δικό τους ελληνικό δημιούργημα και μια ενδιαφέρουσα διασκευή (στα ελληνικά επίσης) του «Δε θα δακρύσω πια για ‘σένα»!

Είναι, τέλος, πάντα ωραίο να βλέπουμε καλλιτέχνες που δείχνουν ότι περνούν καλά με αυτό που κάνουν και το μεταδίδουν αυτό και στο κοινό. Καλοί και αυτοί που το παίζουν ντίβες, αλλά, πώς να το κάνουμε, είναι ωραίο μετά τη λήξη της συναυλίας και όταν ο χώρος έχει σχεδόν αδειάσει να βγαίνουν οι καλλιτέχνες και να δίνουν αυτόγραφα. Στα θετικά και το ότι έπαιξαν για δυο χορταστικές ώρες (μισή ώρα παραπάνω δηλαδή από ότι επέβαλλε το συμβόλαιό τους).

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured