Ο Βάσκος τρομοκράτης που ακούει στο όνομα Tonino Carotone έκανε χθες την εμφάνισή του στην Αθήνα και σήμανε μουσικό συναγερμό στους οπαδούς του που συγκεντρώθηκαν στον χώρο της Λιοσίων 205 να τον απολαύσουν. Με μια πρώτη επιτόπια ανθρωπολογική μελέτη που έκανα αναφορικά με την πληθυσμιακή σύνθεση του κοινού κάλυπτε ένα ευρύ φάσμα: από εκείνους που εκτιμούν την μουσική περσόνα του Τονίνο, έως τους απανταχού παρόντες (ψευτο)ακτιβιστές-ζαπατίστας-φοιτητές! Οι τελευταίοι, στο άκουσμα ενός καλλιτέχνη που προέρχεται από την ιδιαίτερη πατρίδα του Manu Chao (έχει συνεργαστεί και επιμεληθεί τραγούδια του στο παρελθόν και είναι φιλαράκια) βάζουν την Paxos στην πλάτη και δίνουν το παρών σαν σε αντιπολεμική διαδήλωση αν και μάλλον δεν ξέρουν περι τίνος πρόκειται αλλά αφού δεν είναι αμερικάνικο, αυτό ικανοποιεί τον επαναστάτη(!) μέσα τους. Υπήρχε βέβαια και μια τρίτη κατηγορία ανθρώπων για τους οποίους έχω την υποψία ότι ο Τονίνο γουστάρει κατεξοχήν να παίζει: είναι οι νοσταλγοί του παλαίμαχου Ιταλού τροβαδούρου Renato Carosone ο οποίος αποτελεί τον βασικό λόγο της μουσικής ύπαρξης αλλά και του ονόματος Tonino Carotone που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας ιδιότυπος μουσικός αναγραμματισμός του ονόματος του Ιταλού μουσικού. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο ενδυματολογικά όσο και μουσικά ο Tonino περιστρέφεται γύρω από το είδωλό του και αντλεί έμπνευση από αυτόν. Στο ελληνικό κοινό έγινε ευρύτερα γνωστός πριν από μια 4ετία περίπου όταν και έπεσε στα χέρια μας το Mondo Difficile (2000).
Ανέβηκε στην σκηνή γύρω στις 11.20 μέσα σε γενική αποθέωση και άρχισε το σόου αφού πρώτα μας καληνύχτησε στα ελληνικά (έχει πάντως το ακαταλόγιστο, είχε πιει τις κάλτσες του ο άνθρωπος). Το κακό για τους παρευρισκομένους ήταν ότι ως γνήσιος Ίβηρας δεν μιλάει κάτι άλλο πέρα από τις καθομιλουμένες γλώσσες της Ισπανίας (Βασκικά, Καστιλλιάνικα, Καταλανικά) και κάποια Ιταλικά, οπότε για τους περισσότερους ο διάλογος που άνοιγε σε κάθε ευκαιρία μάλλον τους άφηνε αδιάφορους. Για την Ιστορία πάντως, μεταξύ άλλων εντυπωσιάστηκε που δεν απαγορεύεται το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους στην Ελλάδα, μας έκανε μια γλωσσολογική ανάλυση καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι πολλές ισπανικές λέξεις έχουν ρίζα ελληνική (είπε και άλλα αλλά τραύλιζε και δεν τα ''έπιανα''!!).
Μέχρι τις 00.50 περίπου ζήσαμε ένα mood βγαλμένο από soundtrack της επόμενης ταινίας του Αλμοδόβαρ, η μουσική του προσωπικά με παραπέμπει στα καμπαρέ της Νάπολι κάπου στα 1950, σε ανέμελες βόλτες με την Piaggio βέσπα τις ηλιόλουστες Κυριακές με σπαγγέτι ναπολιτάνα και πίτσα αλά πουτανέσκα.