H κλασική βρετανική ουρά μάς περιμένει έξω από το Astoria, ο καιρός είναι απρόσμενα καλός για Λονδίνο, δεν στεκόμαστε για παραπάνω από ένα τέταρτο και σύντομα μπαίνουμε στο venue. Τη βραδιά ανοίγουν οι Goldblade με τις απαραίτητες ευχαριστίες στους Army. Τα τυπάκια παίζουν θορυβώδες garage-punk με το θεοπάλαβο τραγουδιστή να ξεχωρίζει τρέχοντας πάνω-κάτω, ανεβάζοντας groupies στη σκηνή, κατεβαίνοντας κάτω και δίνοντας το μικρόφωνο στο κοινό και συγκεκριμένα στο Βαγγέλη! Ναι, οι Ελληνάρες βρίσκονται παντού, ακόμα και στην μπροστινή σειρά μια συναυλίας όπου εκείνη τη στιγμή είναι ζήτημα αν παρακολουθούν 200 άτομα.
Η ώρα για την εμφάνιση του Justin Sullivan και της παρέας του πλησιάζει και φροντίζουμε εγκαίρως να πάρουμε τις θέσεις μας στην πρώτη σειρά. Στην αρχή τα πράγματα είναι cool και άνετα όμως σιγά-σιγά το πλήθος αρχίζει να πυκνώνει και να δείχνει τις άγριες διαθέσεις του. Σύντομα είμαστε πακτωμένοι και εγώ βρίσκομαι αγκαλιά με μια μικρόσωμη Φινλανδέζα την οποία και πιέζω ασφυκτικά, παρά τη θέλησή μου, στο προστατευτικό κιγκλίδωμα. Μετά από ένα δίωρο στενής επαφής μάλλον πρέπει να με συμπάθησε και θα σας εξηγήσω αργότερα το λόγο.
Ο γερόλυκος Justin, γκριζαρισμένος αλλά ακμαιότατος, βγαίνει στη σκηνή και αρχίζει το παραλήρημα. Για να είμαι ειλικρινής, αν ήξερα ότι θα επικρατήσει τέτοιος πανικός, δεν θα επιχειρούσα να σταθώ στην πρώτη σειρά, τώρα όμως ήμουν αναγκασμένος να χορέψω στο ρυθμό των λονδρέζικων τσογλανιών και ομολογώ πως τελικά το χάρηκα. Ημίγυμνοι skinheads, μοϊκανοί με σκισμένα t-shirts και αρβύλες και άλλες μορφές βγαλμένες από την άγρια πλευρά των ’80s έχουν στήσει πανηγύρι από πίσω μου και το ξύλο που πέφτει είναι το κάτι άλλο. Το set ξεκινάει με δυο δυνατές εκπλήξεις, δυο κομμάτια που σχεδόν ποτέ δεν παίζουν οι Army στα live τους: “Family” και “Believe It”. Το συγκρότημα είναι πολύ δεμένο και συνεχίζει να σφυροκοπά το πλήθος με μερικά από τα καλύτερα κομμάτια τους: “Over The Wire” και (το επίσης σπάνια παιγμένο σε live) “Ballad Of Bodmin Pill” αφιερωμένο στον πολύ πρόσφατα αδικοχαμένο πρώην ντράμερ των Army, Robert Heaton.
Γυρνώντας να κοιτάξω πίσω μου, βλέπω δεκάδες ανθρώπους ανεβασμένους πάνω στους ώμους άλλων να τραγουδάνε με πάθος όλους τους στίχους και τον Justin να τους κοιτάζει στα μάτια. Ήταν μερικές από τις πιο δυνατές - συναισθηματικά - στιγμές της συναυλίας για μένα. Το live συνεχίζεται, όλη η μπάντα αποδίδει καταπληκτικά και το set list εξακολουθεί να ξεπερνά κάθε προσδοκία: “Better Than Them”, “51st State”, “Here Comes The War”, “Green And Gray”, “Stupid Questions” και τρία καινούρια από το δίσκο που ετοιμάζουν για την άνοιξη του 2005.
Μετά από δυο εξαντλητικές ώρες, η κωλοφαρδία που χαρακτηρίζει τους συντάκτες του avopolis και του sonik όταν αυτοί βρίσκονται στο Λονδίνο (θυμηθείτε πώς βρήκε εισιτήριο ο Γεράσιμος Παπαλάμπρου για τους U2), ξαναχτυπά. Η άμοιρη Φινλανδέζα που σας έλεγα πιο πάνω, παίρνει τρία πάσα από ένα μέλος του crew των Army για το private party με τα μέλη του συγκροτήματος και καθώς είναι ολομόναχη μας δίνει τα δύο από αυτά. Η Marida είναι η ζωντανή απόδειξη για εκείνο το σκληρό πυρήνα των φανατικών φίλων των New Model Army που σας έλεγα παραπάνω. Ζει μόνιμα στο Λιντς και την προηγούμενη βραδιά της συναυλίας είχε βρεθεί στο Μάντσεστερ για να δει την μπάντα εκεί και πιθανότατα να ταξίδεψε στην Ολλανδία για τα gigs που ακολουθούσαν. Το τι επακολούθησε στο after-gig πάρτι αφήστε με να το κρατήσω για τον εαυτό μου…