Το πρόγραμμα της βραδιάς περιλάμβανε jazz κινηματογράφο και κινηματογραφική jazz. Για την ακρίβεια ξεκίνημα με την πρεμιέρα της νέα ταινίας του Woody Allen, Sweet and Lowdown (με θέμα τις περιπέτειες ενός jazzista πίσω στα 20s) και μετά κατευθείαν στο Band on the wall για την εμφάνιση των Cinematic Orchestra.
Οι δεύτεροι με είχαν εντυπωσιάσει με το περσινό τους Motion (ίσως το ντεμπούτο της χρονιάς), οπότε και η εμφάνιση τους στο ιστορικό Band on the wall ήταν η καλύτερη ευκαιρία για μια γνωριμία από κοντά. Σε περιπτώσεις ανάλογων groups συνήθως δεν ξέρεις τι να περιμένεις, οπότε πηγαίνεις προετοιμασμένος τόσο για το καλύτερο όσο και για το χειρότερο. Στην περίπτωση μάλιστα των Cinematic Orchestra δεν είχα φροντίσει να πληροφορηθώ καν για το σχήμα με το οποίο εμφανίζονται live οπότε και η περιέργειά μου ήταν όσο να 'ναι μεγάλη.
Οι Cinematic ανέβηκαν κατά τις 11:30 στην σκηνή και γρήγορα μας έλυσαν τις όποιες απορίες. Το group αποτελούσαν 5 άτομα, drums, κόντρα μπάσο, σαξόφωνο, πλήκτρα και ... decks! Ας μην σας παραξενεύει αυτό γιατί άλλωστε οι Cinematic δεν είναι μια jazz μπάντα με την παραδοσιακή της έννοια και αυτό άλλωστε βάλθηκαν να μας το αποδείξουν και επί σκηνής. Με πολύ πιο ελεύθερο και περίεργο ήχο από ότι περίμενα, αφήνονταν σε διαρκείς αυτοσχεδιασμούς, οπού όλα τα όργανα ανεξάρτητα της φύσης τους (ηλεκτρονικά ή όχι) είχαν έναν ισάξιο ρόλο. Χωρίς να χάνουν το δέσιμο τους ούτε στιγμή, άλλαζαν συνέχεια τέμπο και συχνά αφήνονταν σε jazz αυτοσχεδιασμούς που όμως συμπεριλάμβαναν samples και ηλεκτρονικά στοιχεία.
Μάλιστα κατάφερα να αναγνωρίσω μόλις ένα κομμάτι από το 'Motion' και αυτό αισθητά αλλαγμένο -άλλωστε το να αναπαράγουν τον ήχο του δίσκου ήταν το τελευταίο που τους ενδιέφερε (εκτός του ότι για κάτι τέτοιο θα χρειάζονταν πολλούς περισσότερους μουσικούς στην σκηνή). Στα συν η καταπληκτική παρουσία του δαιμόνιου drummer, και του νεαρού σαξοφωνίστα ο οποίος ίσα που χώραγε στην άκρη της σκηνής. Όλα αυτά εν τέλει συνέθεσαν μια πολύ ενδιαφέρουσα εμφάνιση των Cinematic που μπορεί τελικά να μην έκαναν να χορέψουμε αλλά αυτό το ανέλαβαν οι djs στη συνέχεια.
Spots!
- Τιμή εισιτηρίου μόλις 6 λίρες -μάλιστα αν έμπαινες πριν τις 10 η τιμή έπεφτε στο μισό. 1500 δρχ δηλαδή πληρώσαμε και καλύτερα ας μην σκεφτόμαστε πόσα θα δίναμε έτσι και τους βλέπαμε στην Ελλάδα (αγαπητοί διοργανωτές συναυλιών).
- Το 'Band on the wall' είναι ένα από τα ιστορικότερα bar του Manchester, το οποίο οφείλει το όνομα του στο ότι λόγω της στενότητας του χώρου αρχικά η μπάντα έπαιζε από ένα μικρό παταράκι, χωρίς τον ελάχιστο χώρο (πραγματικά κολλημένη στον τοίχο). Πλέον είναι ένας όμορφος και καλοδιατηρημένος χώρος που φιλοξενεί καλλιτέχνες όχι μόνο της παραδοσιακής jazz αλλά και trip hop και dub σχήματα (όπως τον Horace Andy πρόσφατα).
- Το καλό μουσικό γούστο τον Ελλήνων είναι γνωστό (ε, μιας μειοψηφίας τέλος πάντων) οπότε και η ελληνική παρουσία στο Band of the wall αυτή τη φορά άγγιξε διψήφιο νούμερο παρά τις απουσίες των Πυκνάδα (δικαιολογημένη) και Βογιατζή (αδικαιολόγητη). Άντε και εις ανώτερα!