Μια όμορφη βραδιά οπτικοακουστικού αυτοσχεδιασμού την Παρασκευή στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, στην Κυψέλη (αντίστοιχες βραδιές συμβαίνουν εκεί μια Παρασκευή κάθε μήνα). Οικοδεσπότης –πέρα από τους ανθρώπους του ΚΕΤ– ο Γιάννης Αναστασάκης σε κιθάρα & εφέ και προσκεκλημένοι ο Χάρης Λαμπράκης στο νέυ, o Νίκος Σιδηροκαστρίτης στα τύμπανα και η Έρη Σκυργιάννη στα visuals.
Μια βραδιά που, τουλάχιστον ηχητικά, είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας μουσικής μυσταγωγίας. Διόλου τυχαία, το πρώτο έναυσμα δόθηκε μ’ ένα χαμηλότονο σόλο του Λαμπράκη, σαν κάλεσμα για την έναρξη της τελετουργίας. Για την επόμενη ώρα, η μουσική κατάφερε να γίνει υποβλητική, χωρίς όμως να επιβάλλει στον ακροατή την οντολογία της: διατηρούσε πάντα, σε κάποια της πλευρά, μια σχεδόν θεραπευτική ανοιχτότητα.
Ο ομαδικός αυτοσχεδιασμός έχει πρωτίστως να κάνει με τη συνεργασία. Και σ’ αυτό το επίπεδο νομίζω πως οι τρεις μουσικοί τα πήγανε θαυμάσια. Ήταν εξαιρετικοί στον διαμερισμό του ηχητικού χώρου, τόσο όσον αφορά την εναλλαγή των πρωτοβουλιών, όσο και στο πεδίο των δυναμικών. Με μια έννοια, το παίξιμο του ενός ενσωμάτωνε το παίξιμο του άλλου και η ποιότητα τούτων των ενσωματώσεων ήταν εκείνη που καθόρισε την επιτυχία του αυτοσχεδιασμού.
Το τελευταίο αποκτούσε και κυριολεκτική σημασία, με το σήμα που έβγαινε από το νέυ του Λαμπράκη να περνάει (αν, τουλάχιστον, κατάλαβα καλά) στον ιδιαίτερα ογκώδη σταθμό εργασίας του Αναστασάκη –μια ατελείωτη σειρά από πετάλια, παραμορφωτές και ποτενσιόμετρα. Εκεί, ο τελευταίος πειραματιζόταν με την υφή του ήχου, πότε αφήνοντάς τον καθαρό, να ρέει με τον γνωστό, μοναδικό τρόπο του Λαμπράκη, πότε δίνοντάς του μια πιο «επιθετική» χροιά.
Ίσως η τάση προς τη δεύτερη περίπτωση να ήταν λίγο πιο ισχυρή απ’ ό,τι προσωπικά θα επιθυμούσα, πάντως είναι αλήθεια ότι ποτέ δεν ξέφευγε από τα συμφραζόμενα του συγκεκριμένου αυτοσχεδιασμού. Έτσι κι αλλιώς, η υφή (texture) του ήχου είχε ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι ο ίδιος ο Αναστασάκης σπανίως επεκτείνεται σε λεπτομερή θέματα με την κιθάρα του· περισσότερο τη χρησιμοποιεί σαν πηγή του ηλεκτρικού σήματος, με το οποίο και χτίζει τις ποικίλης πυκνότητας ατμόσφαιρές του.
Μέσα σ’ αυτό το ατμοσφαιρικό πεδίο, ο ρόλος ενός ντράμερ μπορεί να γίνει λιγάκι αμήχανος. Πώς να συνομιλήσει ένα ρυθμικό όργανο με ένα τέτοιο πλέγμα άρρυθμων παραμορφώσεων; Στη θεωρία, δηλαδή· γιατί, επί του πρακτέου, ο Σιδηροκαστρίτης δεν φάνηκε να δυσκολεύεται και πολύ.
Οι ρυθμολογίες του διέθεταν προσωπικότητα και φαντασία, καταφέρνοντας να «εφεύρουν» το γκρουβ εκεί που δεν φανταζόσουνα ότι θα το βρεις. Χειρουργικά ακριβείς στην κατάτμηση του μετρικού κώδικα, διέπονταν επιπλέον και από μία πολύ εύστοχη οικονομία, με τον Σιδηροκαστρίτη να φροντίζει να μην φορτώνει το ηχητικό πεδίο με περιττά χτυπήματα. Το παίξιμό του, τέλος, είχε πάντα μια ιδιαίτερη μουσικότητα και μια δεδομένη συναισθηματική οξύτητα. Είναι από τα στοιχεία που διαπιστώνει κανείς, αν παρακολουθήσει το κουαρτέτο του Χάρη Λαμπράκη –και επιβεβαιώθηκαν και το βράδυ της Παρασκευής στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων.
Ένας ωριαίος αυτοσχεδιασμός, λοιπόν, ο οποίος δεν ξόδευε τις εντάσεις του απερίσκεπτα, αλλά τις ενέτασσε σε ένα συνεχές, με πολλές μεταπτώσεις. Αυτή η έμφαση στο συνεχές του πράγματος νομίζω κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον της ακρόασης, με το τελευταίο ειδικά ξέσπασμα να αναδεικνύεται ως η ιδανική κορύφωση.
Πίσω από τους μουσικούς, βέβαια, τα visuals της Σκυργιάννη προσέθεταν τον δικό τους τόνο στα τεκταινόμενα. Έπαιζε κυρίως με περίεργα σχήματα, τα οποία έμοιαζαν με κάτι ανάμεσα σε προϊστορικά ευρήματα και πατημασιές (ακούγεται σαν μια μεταφυσική παρουσία παρελθόντων πολιτισμών και δεν ξέρω κατά πόσο ανταποκρίνεται στις προθέσεις της καλλιτέχνιδας)· τα σχήματα προβάλλονταν σε κυκλικούς σχηματισμούς διαφόρων χρωμάτων, ενώ υπήρχαν και σποραδικές διαχύσεις έντονου φωτισμού. Δεν μπορώ όμως να γίνω περισσότερο λεπτομερής, καθώς η μουσική ήταν τέτοια, ώστε σε προέτρεπε να μειώσεις την αντιληπτική ικανότητα των λοιπών αισθήσεων και να επικεντρωθείς στην ακοή.
Δείτε ένα βίντεο με απόσπασμα από τη βραδιά, εδώ