Η πρώτη επαφή με το «μυστήριο» Jan Van De Engel συντελέστηκε πριν 5 χρόνια, όταν σχεδόν τυχαία αγόρασα το ντεμπούτο του Misspent από δισκάδικο του πατήματος Κολωνακίου, παρακινημένη κυρίως από το εξώφυλλο –ένα ευφάνταστο γραφιστικό σχόλιο πάνω στο περίφημο πόστερ του Theophille Steinlen για τον καμπαρέ θίασο Le Chat Noir. Πίσω από το εξώφυλλο αυτό κρυβόταν ένας εξαιρετικός contemporary jazz, avant garde δίσκος, με αγγλικό στίχο σε κάποια τραγούδια, ενώ πίσω από το ψαρωτικό ψευδώνυμο Jan Van De Engel κρυβόταν ένα από τα πλέον κοινά ονοματεπώνυμα της Ελλάδας: Γιάννης Αγγελόπουλος.
Ο Αγγελόπουλος, βέβαια, μόνο κοινός μουσικός δεν είναι. Για την ακρίβεια, πρόκειται για έναν από τους πιο ταλαντούχους και αξιόλογους jazz ντράμερ στην εγχώρια σκηνή και –το σημαντικότερο– για έναν μουσικό χωρίς στεγανά και συμπλέγματα. Κάτι που απέδειξε περίτρανα την Κυριακή στο gig space του Six d.o.g.s., παρουσιάζοντας το νέο του project Γιάν Βαν, το οποίο αποτυπώνεται σε μια ανεξάρτητη ομώνυμη κυκλοφορία, τόσο σε κασέτα όσο και σε βινύλιο.
Ο πρώτος πειραματισμός του Αγγελόπουλου με τη λαϊκή παράδοση είχε γίνει το 2013, με το επτάιντσο "Λαδόκολλα". Την Κυριακή είδαμε λοιπόν την ολοκλήρωση/ενσάρκωση αυτού του φλερτ, με «νονούς» μια εκλεκτή ομάδα μουσικών συντελεστών, που συνηθίζουν να κουβαλάνε ατόφια την ποιότητά τους σε όποιο project κι αν συμμετέχουν –μεταξύ τους, ο Κωστής Χριστοδούλου στα πλήκτρα και ο Γιάννης Πουπούλης στην κιθάρα.
Το Γιάν Βαν αποτελείται από συνθέσεις του Αγγελόπουλου στα πατήματα της ελληνικής παράδοσης, σε στίχους (κατά το μεγαλύτερο μέρος) του Ευθύμη Φιλίππου. Τραγούδια που αντανακλούν βιώματα από παραδοσιακά γλέντια και γύφτικα πανηγύρια και επιχειρούν το τόσο ενδιαφέρον –πλην ακανθώδες– έργο του παντρέματος της jazz με την παραδοσιακή μουσική. Γάμος δύσκολος, παρότι τα δύο του μέρη έχουν, τεχνικά, να μοιραστούν πολλά κοινά μουσικά στοιχεία.
Το Γιάν Βαν εγχείρημα προχωρά αρκετά βήματα πέρα από διάφορα πιο ασφαλή και εύπεπτα «παντρολογήματα» του είδους, με τα οποία έχει μάλλον εξοικειωθεί το κοινό τα τελευταία χρόνια, προσεγγίζοντας περισσότερο στην αισθητική των Mode Plagal. Θέτει δε υψηλούς καλλιτεχνικούς στόχους, που, ακόμα κι αν δεν επιτεύχθηκαν πλήρως την Κυριακή στο Six d.o.g.s., έγιναν ωστόσο αντικείμενο σεβασμού από τους παρευρισκόμενους, ενώ πρόσφεραν τέρψη σε οποιονδήποτε έχει έστω και λίγο ασχοληθεί στη ζωή του με την jazz. Στα συν της βραδιάς η εκπληκτική performance του Κώστα Μερατάκη στα κρουστά και του Γιώργου Σκιπιτάρη στο κλαρίνο, ενός οργάνου-απόδειξη των δυνατοτήτων σύνδεσης των δύο φαινομενικά άσχετων μουσικών «δέντρων», jazz και δημοτικής παράδοσης. Αβαντάζ και η συμμετοχή του Αλέξη Ιωάννου των Burger Projects στα φωνητικά, έμπειρου στις διασκευές και στα πειράματα, ο οποίος έδωσε κατά έναν περίεργο τρόπο μια νότα ...Πάνου Γαβαλά στη βραδιά –όχι πάντως δίχως υπερβολή σε ορισμένα σημεία.
Είναι ενδιαφέρον εγχείρημα το Γιάν Βαν, ένας μουσικός κόπος που δεν πρέπει να πάει χαμένος, αν και προέκυψε ως κάτι τελείως διαφορετικό (και ίσως όχι τόσο στιβαρό;), σε σύγκριση με το ντεμπούτο Misspent. Μας χάρισε πάντως μια βραδιά από εκείνες που καλό είναι να υπάρχουν και να πολλαπλασιάζονται στην Αθήνα, αναδεικνύοντας ένα σχήμα ικανό για πολύ όμορφα πράγματα. Όπως άλλωστε δήλωσε και ο ίδιος ο Αγγελόπουλος σε πρόσφατη συνέντευξή του, οι συναυλίες είναι αυτές που εξελίσσουν το υλικό, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
{youtube}85J5hyt4Fg0{/youtube}