Παρασκευή βράδυ στο Fuzz, το promotion της Converse είχε στήσει την «πιο loud συναυλιακή εμπειρία» (όπως τη διαφήμιζε). Ένα λάιβ δηλαδή με τέσσερα εγχώρια συγκροτήματα και δωρεάν είσοδο, το οποίο παρ' όλα αυτά δεν κατάφερε να προσελκύσει τον κόσμο που, όπως υποθέτω από την επιλογή του χώρου, περίμενε η διοργάνωση. Βάλτε δηλαδή καμιά 200-250 άτομα στο peak. Αραία-αραία, όπως λέει και το γνωστό ρητό…

Getloud_2_Ducky_Boyz1

Getloud_3_Ducky_Boyz2

Η αρχή, εκεί γύρω στις 21:30, έγινε από τους Ducky Boyz. Οι οποίοι δεν είναι πλέον τρίο (όπως τους είχα στο μυαλό μου), αλλά τετράδα. Η προσθήκη ενός δεύτερου κιθαρίστα χάριζε περισσότερο όγκο στον ήχο, όπως επίσης και τη δυνατότητα να δοθεί ακόμη μεγαλύτερη φροντίδα στην εξέλιξη της μελωδίας –μιας και η βασική κιθάρα «ξεφορτωνόταν» σημαντικό μέρος των ρυθμικών της καθηκόντων. Οι ισορροπίες ωστόσο αναδείχθηκαν σε ζητούμενο, μολονότι το ελαφρυντικό του άδειου Fuzz (εκείνη την ώρα δεν πρέπει να ήμασταν παραπάνω από 100 ψυχές) είναι σοβαρό. Όχι μόνον γιατί έλειπε το μπούγιο το οποίο μοιάζει να χρειάζεται η μουσική τους για να λειτουργήσει, αλλά και γιατί έκανε έντονη –και ορισμένες φορές ενοχλητική– την αντήχηση. Αν όμως το δει κανείς ψυχρά, οι Ducky Boyz έπαιξαν ένα καλό και δυναμικό σετ, δείχνοντας πως οι ενδιάμεσοι του punk, του surf και του psychobilly δρόμοι τους οποίους χρησιμοποιούν έχουν μπόλικο ψωμί. Και ότι βεβαίως οι ίδιοι διαθέτουν τα φόντα για να τους περπατήσουν με επιτυχία.

Getloud_4_Social_End_Products1

Getloud_5_Social_End_Products2

Ακολούθως ανέβηκαν στη σκηνή οι Social End Products, συγκρότημα που ασκείται στην ψυχεδέλεια των 1960s. Δεν τα καταφέρνουν άσχημα, με την έννοια ότι έχουν διαμορφώσει ένα κάποιο προσωπικό ύφος• το ζήτημα όμως είναι ότι παγιδεύονται μέσα σ’ αυτό. Δίχως πολύ καλές δυναμικές (ή, ορθότερα, δίχως ιδιαίτερη λεπτομέρεια στις διακυμάνσεις των δυναμικών τους), με το φλάουτο να ακούγεται ελάχιστα, οι μόνες φορές που πραγματικά έβρισκαν διεξόδους ήταν όταν η δωδεκάχορδη κιθάρα αναλάμβανε σοβαρές πρωτοβουλίες ή τις σπάνιες φορές που τα πλήκτρα έπαιρναν αυτό το τσικ πιο μπροστά που χρειάζονταν. Σε γενικές γραμμές, οι Social End Products έμοιαζαν να γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους, έως ότου –εκεί στο 45λεπτο– ένα πρόβλημα στην κιθάρα τους ανάγκασε να σταματήσουν απότομα.

Getloud_6_Zebra_Tracks1

Getloud_7_Zebra_Tracks2

Μετά το απαραίτητο κενό για τα κουρδίσματα και το εκ νέου στήσιμο της σκηνής, σειρά είχαν οι Zebra Tracks. Με αυτοπεποίθηση επάνω στο σανίδι –κερδισμένη αυτοπεποίθηση, όχι (ή τουλάχιστον όχι μόνο) τουπέ. Διότι είναι μια ολότητα οι Zebra Tracks, μια μπάντα με ξεκάθαρους ρόλους και καλή αλληλοκάλυψη. Από μόνο του κάτι τέτοιο σημαίνει σωστές τοποθετήσεις (μολονότι διατηρώ μερικούς ενδοιασμούς για το διαρκώς δυναμικό παίξιμο του ντράμερ), δεν σημαίνει όμως και ευκαμψία, όχι απαραίτητα τουλάχιστον. Και μοιάζει αρκετά περιορισμένη η παλέτα των Zebra Tracks, ακόμα και στα καινούργια τραγούδια του δίσκου που ετοιμάζουν αυτόν τον καιρό· μονίμως προσηλωμένη σ’ εκείνο το κάτι σαν new-new wave εναλλακτικό των '00s, μονίμως να σου θυμίζει τις εμφανείς επιρροές της... Εν ολίγοις, είναι σαφώς πειστικοί σ’ ό,τι κάνουν, μένουν ωστόσο οι αμφιβολίες για το περιορισμένο της ορατότητάς τους.

Getloud_8_Burger_Project1

Προβλήματα ορατότητας σίγουρα δεν έχεις να προσάψεις στους Burger Project. Μπορείς ωστόσο να αναφερθείς σε μια μπάντα η οποία παγιδεύεται στην ίδια της την ειρωνεία: μια μπάντα δηλαδή αποτελούμενη από εξαιρετικούς μουσικούς, ικανούς να μπερδέψουν τόσα είδη μουσικής (reggae, punk, ska, ρεμπέτικα, ροκ, τζαζ ή τσιφτετέλια), να τα παίζουν όλα το ίδιο καλά, αλλά να κινούνται αποκλειστικώς κάπου μεταξύ της διακωμώδησης και του ωμού χαβαλέ. Κάτι σαν ένα μουσικό καρτούν.

Μέτρησε σίγουρα η αμφίεση του μπασίστα –με φουστανέλα και φανέλα των Philadelphia 76ers(!)– όμως αυτό που εισέπραξα βρισκόταν τελικά πιο κοντά στο κάπου μεταξύ Borat και Τόνη Σφήνου στυλ του κιμπορντίστα. Βεβαίως, είπαμε, είναι πολύ καλοί μουσικοί οι Burger Project και η αίσθηση του χιούμορ τους αποδεικνύεται πολλές φορές πετυχημένη. Επομένως περνάς όντως καλά στα λάιβ τους, μένοντας στις πρωτότυπες διασκευές τους και στη γενική διάθεση που μπορούν να δημιουργήσουν εκ του μηδενός. Ήταν εμπνευσμένη ας πούμε η μίξη του “Another Bites The Dust” των Queen με το "Istanbul (Not Constantinople)" του Nat Simon ή οι στιγμές στις οποίες έδεναν κομμάτια-θεσμούς της ποπ κουλτούρας με μια faux εντοπιότητα. Είναι πάντως λεπτό το σκοινί στο οποίο βαδίζουν (κάτι που υπό μία έννοια θα μπορούσε να καταχωρηθεί στα υπέρ τους) και δεν λείπουν οι στιγμές που περνάνε και στο άλλο άκρο.

Getloud_9_Burger_Project2

Με τους Burger Project να παραδίδουν στην ιδιόμορφη πυρά τους το “Seven Nation Army” κι ενώ η ώρα είχε ήδη φτάσει 01:30, έφυγα από το Fuzz μ’ αυτό το διαρκές πήγαινε-έλα στις εντυπώσεις των τελευταίων τεσσάρων ωρών. Με μια εντύπωση όμως πως το ανομοιογενές μεταξύ των συγκροτημάτων ξεπεράστηκε, γιατί και τα τέσσερα μπόρεσαν –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο– να φανούν σαφή και ως προς το τι είναι και ως προς το τι κάνουνε.


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured