«Σου άρεσε;» Αυτό το ερώτημα προσπαθούσα να απαντήσω φεύγοντας από το κατάμεστο Six d.o.g.s. τη Δευτέρα, καθώς κοίταζα τις σημειώσεις μου κι ανακαλούσα στη μνήμη μου όσα είχα δει. Μου άρεσε, είναι η –σαφής– απάντηση• βρήκα ωστόσο την προσπάθεια αποτυχημένη.
Πριν εξηγήσω τη (φαινομενικά) παράλογη αυτή θέση, θα ήθελα να σταθώ στο κλίμα της βραδιάς. Όπως είπα, το Six d.o.g.s. ήταν κατάμεστο: μπαίνοντας δέκα λεπτά μετά τις 22.00 ήταν ήδη φανερό πως οι 100 θέσεις των καθήμενων είχαν προ πολλού εξαντληθεί και αρκετοί θα παρακολουθούσαν όρθιοι. Ενδιαφέρον συγκινητικό, νομίζω, αν αθροίσει κανείς τους παράγοντες «καθημερινή», «αρχή εβδομάδας», «σύγχρονη κλασική μουσική». Επρόκειτο δε για ένα κοινό εξαιρετικό. Δεν ξέρω κατά πόσο γνώριζαν τα έργα που ακούστηκαν, πάντως τα αφουγκράστηκαν με υποδειγματική προσήλωση και σιωπή, ανταμείβοντας στο τέλος τους συντελεστές με θερμό χειροκρότημα.
Ας μπω όμως και στο ψητό –το Spiegel Im Spiegel (Καθρέφτης Μέσα Σε Καθρέφτη) ήταν συναυλία ή παράσταση; Στο κρίσιμο αυτό ερώτημα έχουν ήδη απαντήσει η Βάλυ Ιωάννου (πιάνο), ο Διονύσης Βερβιτσιώτης (βιολί) και η Νελλή Πουλοπούλου (σώμα): επρόκειτο για παράσταση, η οποία επεδίωκε να απασχολήσει το συνειδητό του θεατή με τις σωματικές δράσεις, δημιουργώντας «έναν αγωγό που θα διευκολύνει την εισχώρηση της μουσικής στο υποσυνείδητο».
Αν έκρινα λοιπόν τα όσα είδα τη Δευτέρα στο 6-8 της Αβραμιώτου ως συναυλία, θα έγραφα τα καλύτερα. Γιατί είδα δύο καταπληκτικούς μουσικούς, δοσμένους στα όργανά τους, με άριστη συναίσθηση των έργων που παρουσίασαν. Η "Σονάτα Νο. 1, οp. 80" του Sergei Prokofiev, τα "Fratres" και "Spiegel Im Spiegel" του Arvo Pärt, το "Time And Again" του Giya Kancheli και η "Sonata Post Scriptum" του Valentyn Sylvestrov ευτύχησαν στα παθιασμένα δάκτυλα της Ιωάννου και του Βερβιτσιώτη: σαν δεσποινίδα βγαλμένη από μυθιστόρημα της Τζέιν Ώστιν εκείνη στο πιάνο, σαν μοναχικός βιολιστής στη στέγη αυτός –όρθιος, απέναντι στην παρτιτούρα του– έδωσαν εκτελέσεις αξιώσεων, από τις οποίες απουσίαζε η κρυόμπλαστρη αποστασιοποίηση που συνήθως παρατηρείς σε πλήθος αριστούχων βιρτουόζων. Θαυμάσιες μουσικές επιλογές, από εξαιρετικούς μουσικούς, που πέτυχαν να δημιουργήσουν ένα σώμα μελωδιών με ενιαίο χαρακτήρα, δίνοντας ρέστα στην απόδοση των πιο ελλειπτικών/αφαιρετικών τους σημείων.
Όμως, υπήρχε και η Νελλή Πουλοπούλου. Και η παράσταση ήταν, εξ ορισμού, χτισμένη πάνω της –η βραδιά είχε φτιαχτεί ώστε να πρωταγωνιστήσει το σώμα και, μέσω αυτού, να κοινωνηθεί η μουσική. Το σώμα τώρα ήξερε τι έκανε: η Πουλοπούλου φανέρωσε σκηνική παιδεία, οι κινήσεις της έδειχναν εμπειρία, η εκφραστικότητά της ήταν μεγάλη, ακόμα κι όταν καθόταν εντελώς ακίνητη σε μια καρέκλα. Όμως τα όσα έκανε πολύ λίγες φορές επικοινώνησαν με τη μουσική. Προσωπικά βρήκα ότι μόνο όταν απαλλάχτηκε τελικά από την καρέκλα και αφέθηκε να κυλιστεί/κινηθεί στο σανίδι της σκηνής λειτούργησε ως ο επιδιωκόμενος «αγωγός», παρουσιάζοντας ένα ακατέργαστο, προσωπικό μπαλέτο. Κι αυτό ωστόσο δεν είχε μεγάλη διάρκεια, χάθηκε από τη στιγμή που στο κόλπο μπήκε και ένα βιβλίο. Έκανα μάλιστα συχνά-πυκνά το εξής (αντίστροφο της επιδίωξης της βραδιάς) τεστ στον εαυτό μου: εστίαζα το βλέμμα στους δύο μουσικούς, για να δω αν θα μου λείψει η κίνηση, αν θα υποχρεωθώ κάπως από όσα άκουγα να παρακολουθήσω τι κάνει το σώμα. Σε καμία περίπτωση δεν το έκανα, ίσα-ίσα, βούλιαξα στη μουσική και δεν νοιαζόμουν καθόλου για το οπτικό ερέθισμα.
Ήταν, διαβάζω, η πρώτη φορά που παρουσιάστηκε δημόσια η παράσταση Spiegel Im Spiegel. Χρειάζεται πιστεύω εμφανής βελτίωση ώστε να μπορέσει να σταθεί ως αυτό που επιθυμούν οι Βερβιτσιώτης, Ιωάννου & Πουλοπούλου. Τα φόντα πάντως υπάρχουν• μένει να βρουν το πώς θα συγκροτήσουν έναν αληθινά διαδραστικό δίαυλο μεταξύ μουσικής και κορμιού.
{youtube}TJ6Mzvh3XCc{/youtube}