Ο George Pelecanos είναι, μαζί με τον Dennis Lehane και τον Richard Price, ο κατεξοχήν urban-crime writer της γενιάς του στις ΗΠΑ. Με τον ίδιο τρόπο που ο Lehane τοποθετεί τα μυθιστορήματά του στις εργατικές γειτονιές της Βοστώνης και ο Price στο Μπρονξ, ο Pelecanos ξεδιπλώνει τη δική του δράση στην καρδιά του αστικού ιστού της αμερικανικής πρωτεύουσας, της Ουάσινγκτον, εστιάζοντας στις συνοικίες όπου πλειοψηφούν οι Αφροαμερικανοί και έχουν ισχυρή παρουσία οι υπόλοιπες μειονότητες. Σε μια τέτοια γειτονιά εξάλλου γεννήθηκε και ο ίδιος το 1957, από έλληνες (Λάκωνες στην καταγωγή) μετανάστες στις ΗΠΑ. Σήμερα ζει στο Silver Spring του Μέριλαντ, κοντά στην Ουάσινγκτον, είναι παντρεμένος και έχει τρία παιδιά.

Αφού ασχολήθηκε με διάφορα επαγγέλματα, ο Pelecanos δημοσίευσε το 1992 το πρώτο του μυθιστόρημα με τον τίτλο A Firing Offense, στο οποίο εισήγαγε ως ήρωα τον ελληνοαμερικανό Νικ Στέφανος. Ακολούθησαν άλλα τρία μυθιστορήματα με τον ίδιο ήρωα, όλα γραμμένα σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, την οποία ο συγγραφέας εγκατέλειψε προς χάρη της τριτοπρόσωπης στο πρώτο πραγματικά ώριμο έργο του: το The Big Blowdown (1996) που τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων. Μέχρι σήμερα ο Pelecanos έχει εκδώσει πάνω από 20 μυθιστορήματα, εκ των οποίων στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί τα εξής: Ο βασιλιάς του πεζοδρομίου (Οξύ, 1998), Η σαρωτική έκρηξη (Οξύ, 2000), Στους δρόμους της βίας (Ελληνικά Γράμματα, 2003), Ζήτημα τιμής (Οξύ, 2003), Φλεγόμενη πόλη (Οξύ, 2005), Δίλημμα δικαίου (Οξύ, 2006), Drama City (Πατάκης, 2007), Ο κηπουρός της νύχτας (Πατάκης, 2009), Γλυκιά αιωνιότητα (Οξύ, 2010), Το αδιέξοδο (Πατάκης, 2011), Η προμήθεια (Πατάκης, 2013), Το δίδυμο (Πατάκης, 2014).  Εκτός από τη συγγραφή μυθιστορημάτων, ο Pelecanos έχει ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία και με την παραγωγή ανεξάρτητων κινηματογραφικών ταινιών. Είναι επίσης σεναριογράφος και συμπαραγωγός επιτυχημένων τηλεοπτικών σειρών, όπως το περίφημο The Wire, το Treme, το South Pacific και το Deuce

Στο τελευταίο του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ο άντρας που επέστρεψε (Πατάκης, 2020, μτφ. Αντώνης Καλοκύρης) κεντρικός χαρακτήρας είναι ο φυλακισμένος  Μάικλ Χάντσον. Ο τελευταίος περνά τις ατελείωτες και αβάσταχτες ώρες της φυλακής διαβάζοντας τα βιβλία που του προτείνει η ευγενική βιβλιοθηκάριος του σωφρονιστικού ιδρύματος, Άννα. Μεταξύ τους αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν ο Μάικλ αποφυλακίζεται, με την αιφνίδια παρέμβαση του ιδιωτικού ντετέκτιβ Φιλ Ορνέιζιαν, συναντά μια Ουάσινγκτον που του φαίνεται αγνώριστη. Προς το χειρότερο. Αν και έχει αποφασίσει να ξεκόψει από το έγκλημα, φευ το παρελθόν επιστρέφει. 

Ως μυθιστόρημα, Ο άντρας που επέστρεψε έχει όλες τις γνώριμες αρετές του Pelecanos: στακάτος ρυθμός, κοφτεροί διάλογοι, πρόζα ακονισμένη και θαυμαστά αυτάρκης μέσα στη λιτότητά της – κάτι που μαρτυρά τις επιρροές που έχει δεχθεί ως συγγραφέας από τον Ernest Hemingway και τον Elmore Leonard. Επιπρόσθετα, στο παρόν μυθιστόρημα ο Pelecanos παρουσιάζει ορισμένους από τους πιο ολοκληρωμένους χαρακτήρες που έχει δημιουργήσει μέχρι σήμερα. Εμβαθύνει στην ψυχολογία τους περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν και σκιαγραφεί με πιο σύνθετο τρόπο το πλέγμα των μεταξύ τους σχέσεων. Προπάντων, υποβάλλει τους ήρωές του σε απανωτά ηθικά διλήμματα, όπως οφείλει να κάνει η σπουδαία λογοτεχνία, αστυνομική ή μη. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Το L.A. Των 60s Στις Φλόγες

Οι μουσικές αναφορές αφθονούν στα βιβλία του Pelecanos. Σε παλιότερα μυθιστορήματά του, όπως Ο βασιλιάς του πεζοδρομίου ή το Drama City, η soul και το funk του '60-'70 έχουν εύλογα τη μερίδα του λέοντος, μιας και στην Ουάσινγκτον πλειοψηφούν οι Αφροαμερικανοί. Επίσης στη Φλεγόμενη πόλη, που εκτυλίσσεται στο περιθώριο της δολοφονίας του Martin Luther King στο Μέμφις, τον Απρίλιο του 1968, δεν λείπουν οι αναφορές στην τοπική soul σκηνή και τη σχολή της Stax (Otis Redding, Booker T & The MG’S, Staple Singers και τα ρέστα). Στο ίδιο βιβλίο περιλαμβάνεται και η κορυφαία ατάκα ότι «η Motown βγάζει soul μουσική για λευκούς». Σε άλλα του βιβλία εμφανίζονται αναφορές σε ενδημικά μουσικά ιδιώματα της αμερικανικής πρωτεύουσας, όπως το go-go (ξαδελφάκι του hip hop) και το hardcore punk της σχολής της Dischord Records (Fugazi, Jawbox – και στο τελευταίο του μυθιστόρημα). Δεν λέει, επίσης, όχι στο καλό αμερικανικό rock, τύπου Bruce Springsteen, Steve Wynn, Drive By Truckers κλπ. Στην Προμήθεια την τιμητική τους είχαν το dub και η reggae (Augustus Pablo, King Tubby, Black Uhuru). Στο Kηπουρό της νύχτας έκανε tribute στη σκοτεινή πλευρά του Miles Davis.  

Πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν τη μουσική στην αφήγησή τους, λίγοι όμως το κάνουν με επιτυχία. Ο Pelecanos είναι ένας από τους πιο αξιοσημείωτους. Μερικά άλλα παραδείγματα είναι ο James Baldwin (Gospel) στο Κουαρτέτο του Χάρλεμ (Πόλις, 2019), ο Nick Hornby (singer-songwriters, americana) στο μυθιστόρημα Η Τζούλιετ γυμνή (Πατάκης, 2010), ο Jonathan Lethem (Talking Heads, Prince)στο αμεταφράστο στα ελληνικά The Fortress of Solitude (2003), ο Ian Rankin (Van Morrison, Rolling Stones, Jackie Leven κ.α., σε όλα του τα βιβλία με ήρωα τον John Rebus), ο Richard Powers (Gospel & Gershwin) στο επικό O Καιρός των τραγουδιών μας (Εστία, 2006), ο Thomas Pynchon (Bird, Monk, Coltrane) στο V (εκδ. Χατζινικολή, 2007) και (ψυχεδελικά 60s) στο Έμφυτο ελάττωμα (Καστανιώτης, 2014). Πηγαίνοντας πιο πίσω στον χρόνο, με άξονα της αφήγησης την κλασική μουσική (και με τη βοήθεια του Adorno), πρέπει να αναφέρουμε το αριστουργηματικό Δόκτωρ Φάουστους του Thomas Mann (Πόλις, 2002). Στα έργα αυτών των συγγραφέων, η χρήση της μουσικής δεν γίνεται μόνο για εφέ ή για τη δημιουργία ατμόσφαιρας. Αντιθέτως, έχει οργανικό ρόλο στην αφήγηση. Οι μουσικές επιλογές των ηρώων δικαιολογούνται από τις κοινωνικές ή άλλες καταβολές τους∙ λειτουργούν συνδετικά ή αποδομητικά στο πεδίο των σχέσεων∙ υποβαστάζουν εν τέλει το οικοδόμημα των χαρακτήρων. Η ανέξοδη παράθεση ονομάτων αγαπημένων συγκροτημάτων και τίτλων αγαπημένων τραγουδιών ικανοποιεί μόνο την αυταρέσκεια του συγγραφέα/αναγνώστη και όχι τις απαιτήσεις της λογοτεχνίας.     

Παρακάτω, ο George Pelecanos μιλά αποκλειστικά στο Avopolis.

Ο άντρας που επέστρεψε, πραγματεύεται την ιστορία του φυλακισμένου Μάικλ Χάντσον, ο οποίος προσπαθεί να επανενταχθεί στην κοινωνία. Οι «δεύτερες ευκαιρίες» είναι ένα ζήτημα που επανέρχεται στα βιβλία σου. Νομίζω ότι αν υπάρχει ένα κεντρικό θέμα στα βιβλία μου, είναι αυτό. Δεν αφορά μόνο τη δουλειά που κάνω με τους νυν ή πρώην φυλακισμένους. Αφορά και τη δική μου ζωή. Είχα μπελάδες όταν ήμουν νεαρός και πολλοί πίστευαν ότι δεν θα κατάφερνα τίποτα. Η ζωή είναι μεγάλη, οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να αλλάζουν. Εδώ είμαι, αυτή είναι η στάση μου.

Από τότε που φυλακίστηκε ο Μάικλ Χάντσον, η πόλη του, η Ουάσινγκτον, η πόλη στην οποία μεγάλωσες κι εσύ, έχει αλλάξει δραματικά. Πιστεύεις ότι η αστυνομική λογοτεχνία σου παρακολουθεί αυτές τις αλλαγές στην πόλη; Είναι αυτό που σε ενδιαφέρει ως συγγραφέα; Πιστεύεις ότι το αστυνομικό έχει εξελιχθεί στο κοινωνικό μυθιστόρημα της εποχής μας; Ναι, νομίζω ότι καταγράφω τις αλλαγές της ζωής στην DC. Τα βιβλία (μου) έγιναν πιο σκοτεινά όταν τα πράγματα φάνηκαν σχεδόν απελπιστικά εδώ. Τα τελευταία βιβλία αντανακλούν αυτές τις αλλαγές. Θέλω να καταγράψω αυτό που συμβαίνει (“what’s going on”). Δεν είμαι ωστόσο σίγουρος για το σύνολο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Οι συγγραφείς που σκέφτονται περισσότερο τις καριέρες τους δεν αγγίζουν τα κοινωνικά ζητήματα. Δεν επιθυμούν να συγκρουστούν και να χάσουν τους μισούς αναγνώστες τους. Προσωπικά, δεν σκέφτομαι με αυτό τον τρόπο. Αν δεν μπορείς να ανεχθείς τους άλλους, που είναι διαφορετικοί από εσένα, μην διαβάζεις τα βιβλία μου. Το εννοώ. 

Κεντρικός (και πολύ καλοδουλεμένος) χαρακτήρας στο μυθιστόρημα είναι επίσης η Άννα, βιβλιοθηκάριος της φυλακής, η οποία αναπτύσσει μια προσωπική-προστατευτική σχέση με τον Μάικλ Χάντσον. Με την εμπειρία σου, θα ήθελες θα μιλήσουμε για το αμερικανικό σωφρονιστικό σύστημα; Φυλακίζουμε περισσότερους πολίτες  από οποιαδήποτε άλλη πολιτισμένη χώρα στον κόσμο. Οι περισσότεροι φυλακισμένοι δεν σχετίζονται με εγκλήματα βίας, αλλά με παραβιάσεις της νομοθεσίας κατά των ναρκωτικών ή με παραβιάσεις της αναστολής τους. Σε αυτό το σύστημα καταστρέφονται πολλές ζωές, συμπεριλαμβανομένων των συγγενών των φυλακισμένων. Γίνονται όλα για το κέρδος, όχι για τη δημόσια ασφάλεια. Χρειάζεται μεταρρύθμιση (του συστήματος). Εκπρόσωποι και των δύο κομμάτων (Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων) συμφωνούν. Για όσο, όμως, το «lobby των φυλακών» θα εξακολουθεί να δίνει δωρεές κάτω από το τραπέζι σε πολιτικούς, τίποτα δεν θα αλλάξει. 

Η Άννα προτείνει βιβλία στους φυλακισμένους και πρόθυμα συζητά μαζί τους γι’ αυτά. Διάλεξες, μέσα από τη δική της «φωνή» τον John Steinbeck και τον Willy Vlautin. Ο Μάικλ Χάντσον, μέσα από την ανάγνωση βιβλίων όπως το Άνθρωποι και Ποντίκια του John Steinbeck και του Northline του Willy Vlautin, αναστοχάζεται τις κακές επιλογές που έκανε στη ζωή του. Αναζητά έμπνευση, ελπίδα. Συγγραφείς όπως ο Steinbeck μπορούν να αλλάξουν την αντίληψη των ανθρώπων για τον κόσμο που ζούμε. Σκέψου Τα Σταφύλια της Οργής αναφορικά με τους Okies στην εποχή της Μεγάλης Ύφεσης. Αυτές οι συζητήσεις γύρω από βιβλία στις φυλακές μπορεί να μην είναι πολύ εύγλωττες, είναι όμως πολύ βαθιές.   

Ο Μάικλ Χάντσον προσπαθεί να βρει τον δρόμο του, αλλά «δεν τον αφήνουν». There's No Place Like America Today, όπως το έθεσε κάποτε ο Curtis Mayfield; Ένα από τα πιο υποτιμημένα άλμπουμ του Curtis. To“Billy Jack” από μόνο του αξίζει όσο ένας ολόκληρος δίσκος. 

 

Θα ήθελες να μας μιλήσεις για τον Elmore Leonard; Μεγάλος συγγραφέας, στυλίστας, τόσο του αστυνομικού όσο και του western. Του έχεις αφιερώσει το μυθιστόρημα. Ως νεαρός συγγραφέας, συνομήλικος με συγγραφείς όπως ο Dennis Lehane και ο Michael Connelly, ο Leonard ήταν ο συγγραφέας που είχαμε πρότυπο. Άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο γραφόταν η αστυνομική λογοτεχνία, εισάγοντας σκιάσεις στην «ηθική του καλού», καθώς και σπαρταριστούς διαλόγους. Ήταν ειλικρινής στη γραφή του, κάτι που πετυχαίνεις ολοένα και πιο δύσκολα σήμερα. Διαβάστε για παράδειγμα το μυθιστόρημά του Swag (αμετάφραστο στα ελληνικά), με κεντρικούς χαρακτήρες δύο καπάτσους, λωποδύτες αντιήρωες. Προσωπικά, είμαι μεγαλύτερος φαν των western που έγραψε. Επιστέφω συστηματικά στον Leonard ως μαθητεία (σημ. στο τελευταίο μυθιστόρημα του Pelecanos υπάρχει εκτεταμένη αναφορά στο western «Έρχεται ο Βαλντέζ» του Leonard).   

Ας μιλήσουμε για μουσική. Τι ακούς αυτή την εποχή και πώς χρησιμοποιείς τη μουσική στη λογοτεχνία σου; Ο Ennio Morricone μόλις έφυγε, πολύ μεγάλη απώλεια. Είναι ο μουσικός που έχω ακούσει τις περισσότερες φορές από κάθε άλλον. Με ταξιδεύει αλλού. Ο Morricone, ο Lalo Schifrin, o Elmer Bernstein, o Jerry Goldsmith, o Jerry Fielding είναι πιο συχνά στο ηχοσύστημα όταν γράφω.Είμαι μεγάλος φαν της soul του Μέμφις, του southern rock, και του punk της Ουάσινγκτον. Δεν είναι απαραίτητα «καλή» όλη η μουσική στα βιβλία μου. Όπως έχει πει και ο Scorsese, δεν μπορείς να διαλέξεις τη μουσική στο jukebox όταν μπλέξεις σε καυγά στο μπαρ.   

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Ennio Morricone (1928-2020): 10 Soundtracks του «Μαέστρου» Που Θα Ζουν Αιώνια

Εργάστηκες ως σεναριογράφος στο The Wire, στο Treme και τελευταία, ως σεναριογράφος και συμπαραγωγός στο Deuce. Αυτή η δουλειά πώς επηρεάζει τη λογοτεχνία σου; Ελπίζω ότι με έχει κάνει καλύτερο συγγραφέα. Το να εργάζεσαι στον ίδιο χώρο με άλλους καλούς συγγραφείς σου δίνει κίνητρο και σε εμπνέει. Η συγγραφή σεναρίου είναι μια μορφή αυτοπειθαρχίας για τον μυθιστοριογράφο.

Πολλά βιβλία σου διερευνούν τις σχέσεις λευκών Αμερικανών και Αφροαμερικανών. Συχνά οι ήρωές σου είναι μαύροι. Μεγάλωσες ως παιδί μεταναστών σε γειτονιά Αφροαμερικανών στην αμερικανική πρωτεύουσα. Πώς επηρεάστηκες από τη σχέση σου με τη μαύρη κοινότητα; Μπορώ να μιλήσω μόνο για τον εαυτό μου. Η Ουάσινγκτον είχε κατά 75% μαύρο πληθυσμό όταν ήμουν παιδί. Δούλευα στο diner του πατέρα μου όπου σύχναζαν κυρίως παρέες μαύρων. Έπαιζα μπάσκετ στα ανοιχτά γήπεδα της πόλης. Με αυτό τον τρόπο, ως νεαρός έμαθα να συναναστρέφομαι με ανθρώπους διαφορετικούς από τον χώρο της δουλειάς και από τα γήπεδα μπάσκετ. Επηρεάστηκα πολύ από αυτή την κουλτούρα.   

Σε βιβλία σου έχεις ασχοληθεί με τη δολοφονία του Martin Luther King. Ένα σχόλιο για την αφροαμερικανική εξέγερση του Black Lives Matter. Την υποστηρίζω ανεπιφύλακτα. Η ιστορία μας έχει δείξει ότι οι εξεγέρσεις επιφέρουν αλλαγές.

Συνεχίζεις να υποστηρίζεις τους Washington Wizards; Κατά τη γνώμη μου, ο Bradley Beal είναι σπουδαίος παίκτης, όμως ο John Wall, αν και εξαιρετικός αθλητής, είναι υπερεκτιμημένος. Αδύναμο roster. Πού είναι ο“Black Jesus” (Earl “The Pearl” Monroe) όταν τον χρειάζεσαι;  Ναι, είμαι οπαδός των Wizards. Εκτιμώ κι εγώ τον Beal. Ο Wall είναι πολύ καλός αθλητής, απίστευτα γρήγορος. Δεν πρόκειται να υπάρξει άλλη βασική πεντάδα σαν τους Knicks του '72-‘73: Monroe, Clyde Frazier, Willis Reed, Bill Bradley & Dave De Busschere. Ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης.

Το βιβλίο του George Pelecanos, Ο άντρας που επέστρεψε, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured