Στα τέλη του 2024, ο frontman του αγαπημένου εγχώριου ψυχεδελικού ροκ σχήματος The Steams παρουσίασε την πρώτη του προσωπική κυκλοφορία: έναν φόρο τιμής στον θρυλικό Βλάσση Μπονάτσο, αντλώντας έμπνευση από τη μοναδική του ενέργεια και το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα. Το Για τον Βλάσση, που αποτελείται από δύο τραγούδια: "Ένα Αυτοκίνητο στο Δρόμο" (από το album Επικίνδυνη Ισορροπία) και "Ανατριχίλα" (από το άλμπουμ Πελόμα Μποκιού), ο Πάνος Δημητρόπουλος αναδεικνύει την επίδραση του εμβληματικού performer μέσα από μια νέα, δική του ματιά.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα με τις διασκευές του Βλάσση Μπονάτσου;
Η ιδέα ξεκίνησε ένα απόγευμα του περασμένου Φλεβάρη, όταν πέτυχα μια ανάρτηση του Φώντα Τρούσα για τον δίσκο Επικίνδυνη Ισορροπία του Βλάσση, σε σύνθεση Σπύρου Βλασσόπουλου και στίχους Ανδρέα Αγγελάκη. Λίγο πριν μπω στο αυτοκίνητο για τη διαδρομή Αθήνα – Διμηνιό, άκουσα για πρώτη φορά το "Ένα αυτοκίνητο στον Δρόμο"—και μου κόπηκαν τα πόδια. Κατά τη διαδρομή, άκουσα ολόκληρο τον δίσκο δύο φορές. Όταν έφτασα, τον έβαλα ξανά, αυτή τη φορά παρέα με μια φίλη μου. Ο δίσκος αυτός είναι γεμάτος διαφορετικές επιρροές. Τα κομμάτια είναι πληθωρικά, με στοιχεία funk, classical, jazz και πολύ Χατζιδάκι.
Εκείνη την περίοδο, ήμασταν στο στούντιο με τον Άλεξ, δουλεύοντας πάνω στον τρίτο δίσκο των Steams. Του μίλησα για την ιδέα των διασκευών και τον ρώτησα αν θα ήθελε να συνεργαστούμε στην παραγωγή. Δέχτηκε αμέσως.
Αυτό θα ήταν το πρώτο μου προσωπικό βήμα ως Πάνος. Μέχρι τώρα, το όνομά μου είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τους Steams, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά έχουν ήδη παίξει και σε άλλα σχήματα. Ένιωσα πως ήρθε η στιγμή να κάνω ένα βήμα έξω από το comfort zone της μπάντας. Σε αυτή τη φάση, με ενδιαφέρει πολύ ο ελληνικός στίχος—και έτσι το πρότζεκτ πήρε μορφή.
Μου κάνει εντύπωση που αποκωδικοποίησες τόσο σύντομα το άλμπουμ! Οπότε, θέλω να σε ρωτήσω τι σήμαινε ο Βλάσσης για σένα πριν ακούσεις αυτόν τον δίσκο και τι μετά.
Μεγαλώνοντας τη δεκαετία του ’90, ήξερα τον Βλάσση στην τηλεόραση. Θυμάμαι όμως και τα καλοκαίρια που έβλεπα τους Στάβλους της Εριέτας Ζαΐμη, μια σειρά σταθμός, συνδεδεμένη με το prime time μετά το βραδυνό στο εξοχικό! Εκεί άκουσα το "There Is No One Like Me", και θα ορκιζόμουν ότι ήταν κάποιο ξένο κομμάτι από τα 70s! Εδώ που τα λέμε, θα ήταν ωραία πρόσκληση να ξαναηχογραφηθεί το συγκεκριμένο (γέλια)… Δεν είχα βιώσει, λοιπόν, τον Βλάσση, όπως οι προηγούμενες γενιές, που τον ήξεραν από τη μουσική, το σινεμά και το θέατρο. Όμως, λίγο αργότερα, στην εφηβεία, ανακάλυψα ότι ο Βλάσσης καταγόταν από το Ξυλόκαστρο—και εκεί ένιωσα μια παραπάνω σύνδεση μαζί του. Το αγαπημένο μου μέρος στον κόσμο είναι το Διμηνιό Κορινθίας, όπως ανέφερα πριν.
Μεγαλώνοντας, τα γούστα εξελίχθηκαν, ξεκίνησα να συνθέτω μουσική και παράλληλα άκουγα πολλή μουσική, κάποια στιγμή ανακάλυψα τους ΠΕΛΟΜΑ ΜΠΟΚΙΟΥ και όλο το εγχώριο '60s-'70s κύμα. Πιο μετά ήρθαν οι "Μεταμορφώσεις" της Matina Sous Peau, μια εξαιρετική διασκευή που έριξε ξανά φως στην περσόνα του Βλάσση. Σε ένα tour των Steams, παίζοντας στην Σπάρτη, προς το τέλος της συναυλίας συνήθιζα να αναφέρω ονομαστικά τους μουσικούς. Εκεί, ο Ανδρέας πήρε το μικρόφωνο και είπε «Στην κιθάρα και τη φωνή: Ο Βλάσσης Μπονάτσος». Εκεί ξεκίνησε ένα αστείο-θεσμός, όπου ο Ανδρέας σε κάθε live με παρουσίαζε με άλλο όνομα, αλλά το πρώτο που του ήρθε ήταν αυτό.
Όπως καταλαβαίνεις από τα παραπάνω, υπάρχει μια ποικιλομορφία στο πρόσωπο του Βλάσση για μένα, σήμαινε πολλά και εμφανίζονταν στη ζωή μου σε διάφορες φάσεις και εποχές. Στο σήμερα, και αφού είχα την εμπειρία της ακρόασης της Επικίνδυνης Ισορροπίας αλλά και του εξαιρετικού podcast του Άρη Δημοκίδη, έχει τη μορφή Αγίου.
Τι τύπος πιστεύεις ότι ήταν ο Βλάσσης;
Ευαίσθητος και ειλικρινής. Ο Βλάσσης είχε μια εκρηκτική προσωπικότητα, γεμάτη ενέργεια, αμεσότητα και αυθεντικότητα. Αυτό τον έκανε αγαπητό στο κοινό, αλλά, ταυτόχρονα, τον έφερε αντιμέτωπο με την κριτική, ειδικά όταν πέρασε από τη ροκ σκηνή στην τηλεόραση. Πολλοί ροκάδες θεώρησαν ότι είχε «πουληθεί», όμως εκείνος δεν έβλεπε έτσι τα πράγματα.
Πάντα προσπαθούσε να γεφυρώσει κόσμους, να τα έχει καλά με όλους, να ισορροπήσει μεταξύ της καλλιτεχνικής του ανησυχίας και της ανάγκης να παραμείνει relevant και αγαπητός. Και αυτό, πιστεύω, του κόστισε εσωτερικά.
Ίσως εκεί να βρίσκεται και η ρίζα των καταχρήσεων, αλλά κανείς δεν μπορεί να το ξέρει με σιγουριά. Ένα είναι σίγουρο: έδωσε πολλή ενέργεια. Και αν δεν πάρεις πίσω όση δίνεις, κάποια στιγμή σε τρώει. Αυτό το μοτίβο το έχουμε δει πολλές φορές.
Στο τέλος της ημέρας, ο Βλάσσης ήταν larger than life. Από το Ξυλόκαστρο, στους Πελόμα Μποκιού, στην underground rock σκηνή, και από εκεί στα τηλεοπτικά πλατό, στα talk shows, στο θέατρο. Ήταν χαμαιλέοντας, αλλά ποτέ ψεύτης.
Γιατί έβγαλες δύο κομμάτια τελικά;
Η αρχική ιδέα ήταν να κυκλοφορήσω ένα EP με τέσσερα κομμάτια στις 14 Οκτωβρίου 2024, ανήμερα της επετείου του θανάτου του Βλάσση. Ήθελα να είναι ένας φόρος τιμής. Αλλά δεν προλάβαμε να ηχογραφήσουμε και τα τέσσερα, γιατί τέλος Σεπτέμβρη έφευγα για ένα tour στην Αμερική. Ήμουν ήδη σε επικοινωνία με τη Χριστιάνα Φινέ, φίλη και συνοδοιπόρο των Steams, ώστε η κυκλοφορία να γίνει από τη Veego Records του Ανδρέα Μητρέλη.
Από την αρχή, ήξερα ότι ήθελα να κάνω την “Ανατριχίλα” των Πελόμα Μποκιού και να επιλέξω τρία ακόμα κομμάτια από την Επικίνδυνη Ισορροπία. Αυτός ο δίσκος με είχε συγκλονίσει γιατί τα τραγούδια του έχουν εντελώς διαφορετικές ενορχηστρώσεις. Είναι δύσκολος δίσκος, δεν σε πιάνει απαραίτητα με την πρώτη. Υπάρχει ποιητικότητα και απλότητα στους στίχους. «Ονειρεύτηκα να αλλάξουμε τον κόσμο με τσεκούρι και φωτιά και όχι με δυόσμο», όπως λέει μέσα—και αυτό μου έμεινε (γέλια).
Τελικά, αποφασίσαμε να βγει πρώτα ένα 2-track single πριν κλείσει η χρονιά, και μέσα στο ’25 να δουλέψουμε πάνω στον δίσκο, ο οποίος θα κυκλοφορήσει τελικά από τη Veego Records.
Θα μπει και άλλο κομμάτι από τους Πελόμα Μποκιού;
Θα μπει το "Πυρετός 42".
Είναι κομματάρα! Χρειάστηκε να κάνεις κάποια προσέγγιση για την άδεια και τα δικαιώματα;
Τα δυο κομμάτια που βγήκαν είναι στην πραγματικότητα επανεκτελέσεις και όχι διασκευές. Στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζεται ειδική άδεια από τους δημιουργούς, αλλά σωστό crediting στο metadata για να λαμβάνουν τα πιθανά έσοδα από τα streams από τον κουβαρντά των services που λέγεται Spotify (γέλια).
Στην αναζήτησή μου για το how-to και μέχρι να μου είναι ξεκάθαρη η γραφειοκρατική διαδικασία, κατάφερα να έρθω σε επαφή με τον Νίκο Δαπέρη των Πελόμα Μποκιού, ο οποίος είναι ο συνθέτης και στιχουργός της "Ανατριχίλας" αλλά και του "Πυρετός 42". Επικοινώνησα μαζί του μέσω της Χαρούλας Νικολαΐδου από τον NGradio και είχαμε μια υπέροχη, συγκινητική κουβέντα για ό,τι αφορούσε το τότε, από τον Βλάσση μέχρι τον Σαββόπουλο και άλλα. Ο Δαπέρης μένει στην Αγγλία από τότε και ασχολείται με την παραγωγή μουσικής. Θέλω να τον ευχαριστήσω που μου έδωσε την ευλογία του για τα τραγούδια των Πελόμα! Δεν αποκλείεται να λάβει μέρος και στο tribute ως μουσικός.
Πώς κατέληξες εν τέλει στην επιλογή των συγκεκριμένων μουσικών;
Ο Άγγελος Αγγελίδης, ο Παναγιώτης Κωστόπουλος, ο Ραφαήλ Μελετέας και ο Αλέξανδρος Δελής έχουν ένα κουαρτέτο που ονομάζεται ΤΕΛΕΒΙΖΙΟ και παίζουν anadolu 70s/disco/soundtracks αλλά και δικές τους συνθέσεις. Με τα παιδιά είχα κάνει τρεις impromptu εμφανίσεις τραγουδώντας μερικά κομμάτια στα τουρκικά και έχουμε υποσχεθεί να το εξελίξουμε. Ήξερα από την αρχή πως αυτοί θέλω να είναι οι βασικοί πυλώνες στην ενορχήστρωση, αρχικά γιατί είναι φίλοι και έχουμε περάσει φανταστικά πάνω στη σκηνή και δεύτερον γιατί είναι εκπληκτικοί μουσικοί. Στη συνέχεια συμμετείχαν ο Στέλιος Ρωμαλιάδης στο φλάουτο, ο Βασίλης Παναγιώτοπουλος στο Τρομπόνι, ο Δημήτρης Παπαδόπουλος στην Τρομπέτα, η Καλλιόπη Μητροπούλου στο Βιολί και ο Άγγελος Πολυχρόνου στα κρουστά.
Αλήθεια, υπάρχουν άλλα ακούσματα που σου αρέσουν από εκείνη την εποχή πέραν των Πελόμα Μποκιού;
Από τους αγαπημένους μου είναι ο Πάνος Κόκκινος και ελπίζω να βρω τα κομμάτια του κάποτε σε καλή ποιότητα! Έχοντας συνηθίσει το 70s rock που έχει ανακυκλωθεί πολύ, υπάρχει σε εκείνη την εποχή κάτι πολύ μεγαλύτερο… Άρχισα να εκτιμώ τα πνευστά και τα βιολιά, ας πούμε. Τρέφω μεγάλο respect για πολλούς αλλά κυρίως ακούω τη Λίτσα Σακελλαρίου, τον Κυριάκο Σφέτσα και την Greek Fusion Orchestra, τους Aphrodite’s Child, τους Socrates, τον Διονύση Σαββόπουλο, τους Poll και τους Akritas .
Παλιά οι καλλιτέχνες είχαν μεγαλύτερο εκτόπισμα;
Εξαρτάται πώς το βλέπεις. Στην Ελλάδα των ‘70s, οι καλλιτέχνες που κατάφερναν να βγουν μπροστά είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο, γιατί η πληροφορία ήταν περιορισμένη. Δεν υπήρχε υπερπληροφόρηση, δεν υπήρχαν αλγόριθμοι, δεν υπήρχε Spotify. Αν ένας δίσκος έβγαινε, τον άκουγες ολόκληρο, του έδινες χώρο να σε κατακτήσει. Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο είχαν πραγματική δύναμη· αν κάποιος εμφανιζόταν εκεί, τον ήξεραν όλοι. Οι συναυλίες δεν ήταν απλά άλλη μια επιλογή διασκέδασης, ήταν μυσταγωγία. Από την άλλη, υπήρχαν και μεγαλύτερα εμπόδια: λογοκρισία, σκληρές δισκογραφικές, ελάχιστες ευκαιρίες. Αν σε υπέγραφε κάποιος, έκανες impact. Αν όχι, δεν υπήρχες. Σήμερα, ο καθένας μπορεί να κυκλοφορήσει μουσική, αλλά το να ξεχωρίσεις μέσα στον ατελείωτο όγκο πληροφορίας είναι σχεδόν ακατόρθωτο. Οπότε, ναι, οι καλλιτέχνες του ‘70 είχαν μεγαλύτερο εκτόπισμα γιατί το κοινό τους έδινε πραγματικά σημασία—αλλά το να φτάσεις εκεί ήταν πολύ πιο δύσκολο από ό,τι σήμερα.
Η ιδιότητα του DJ σε βοηθάει στον ρόλο του μουσικού και αντίστροφα;
Ωραία ερώτηση! Κοίτα, πάντα άκουγα μουσική σε εκνευριστικό βαθμό, τουλάχιστον για τις παρέες μου. Ακούω τα πάντα, μέχρι και λαϊκά, και έχω περάσει φανταστικά στον Μαζωνάκη! (γέλια). Σκέψου ότι όταν η ιδέα για τις διασκευές ήταν ακόμα στα σπάργανα, αράξαμε με τον Γιώργο και μου μίλησε πολύ για τον Βλάσση, αφού έκαναν παρέα.
Όταν ξεκίνησα να παίζω με βινύλια στο Pharaoh, κουβαλούσα 70 δίσκους μαζί, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είχαν παιχτεί ολόκληροι στα αυτιά μου. Έτσι, έμαθα «αναγκαστικά» πολλά τραγούδια λόγω των DJ sets. Παίζοντας ψηφιακά, έχεις πολύ μεγαλύτερη λίστα στη διάθεσή σου, αλλά ταυτόχρονα, βάζεις το κομμάτι και κάθεσαι.
Αγαπώ και τα δύο—δεν είμαι ελιτιστής με το βινύλιο, αλλά το να βάζω τη βελόνα και να ανακαλύπτω κομμάτια είναι κάτι που μου συμβαίνει συνέχεια.
Τι σε έστρεψε στο βινύλιο;
Ξεκίνησε με το κλασικό αφήγημα της κληρονομιάς της δισκοθήκης των γονιών μου και αυτό ήταν και το πρώτο μου digging. Στη μετά Jack White εποχή, όπου ο αναφερθής έπαιξε τεράστιο ρόλο στο comeback μέσω της Third Man Records και Third Man Pressing δηλώνω περήφανο θύμα του motto “Your Turntable is not Dead”. Ξεκίνησα να αγοράζω δίσκους πριν περίπου 10 χρόνια και έκτοτε το συνεχίζω όποτε το αντέχει η τσέπη μου. Δεν είμαι συλλέκτης και επουδενί δεν με ενδιαφέρουν σπάνιες κόπιες, εκτός από μια: τα Δώδεκα Βράδυα της Λίτσας Σακελλαρίου, την οποία βρήκα χάρη στον αγαπημένο μου dealer μουσικής, Χρήστο Σωτηρόπουλο του MONO Record Store στην Πάτρα. Όλα τα παραπάνω με έστρεψαν στο βινύλιο. Το ότι μπορείς να «πιάσεις» τη μουσική και να την δεις σε αυλακώσεις, αυτή η απτότητα και η απλότητα ήταν που με κράτησαν εκεί.
Για πες για την περιοδεία που έκανες πρόσφατα στις ΗΠΑ.
Έχω μια πολύ καλή φίλη μουσικό, την Kim Logan, που γνωριστήκαμε στο Παρίσι το ‘21. Έχουμε πολύ δημιουργική σχέση και βρισκόμαστε συχνά σε διάφορες χώρες—από τύχη ή από επιλογή. Η Kim έχει ένα σχήμα, τους Silhouettes, ένα modular project που αυτή τη στιγμή έχει έδρα στη Γλασκώβη. Επειδή είμαστε φίλοι και έχουμε γράψει μαζί το Temple με τους Steams, με πήρε μαζί της ως κιθαρίστα στην αμερικανική περιοδεία της. Παίζαμε κυρίως κομμάτια της, αλλά έπαιξα και μόνος μου κάποια κομμάτια των Steams. Υπήρξε αρκετός κόσμος εκεί που ήξερε τους Steams—και δεν είχα ιδέα γι’ αυτό πριν. Ήταν mind-blowing να βλέπω ανθρώπους τόσο μακριά να συνδέονται με τη μουσική μας!
Πέρασα 32 μέρες στην Αμερική, όπου φυσικά έγιναν διάφορα ευτράπελα. Ένα από τα κυριότερα ήταν ότι σε κάποια φάση, καταλήξαμε στο σπίτι του Jesse Hughes των Eagles of Death Metal στο Los Angeles, όπου αναλύαμε τον προεκλογικό πανικό ακούγοντας τουρκικά 70s!
Πού πέρασες πιο καλά;
Στη Νέα Υόρκη. Ήταν η πρώτη φορά που την επισκέφθηκα. Από όλες τις πόλεις, είναι η μόνη που θα μπορούσα να με φανταστώ να ζω. Είναι η πιο ευρωπαϊκή μητρόπολη εκεί και η μόνη που έχει ουσιαστικά μέσα μαζικής μεταφοράς. Στις περισσότερες αμερικανικές πόλεις, η καθημερινότητα είναι φτιαγμένη για αυτοκίνητα. Οι συγκοινωνίες δεν εξελίσσονται, καθαρά για ταξικούς λόγους. Είναι πολιτική επιλογή να μην έχει ο κόσμος πρόσβαση σε αξιοπρεπή μετακίνηση. Είμαι ευγνώμων που εξερεύνησα τη χώρα ξανά μέσα από ένα τέτοιο road trip—λίγο πριν από την εκλογή του Τραμπ. Γνώρισα ανθρώπους από όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις και όλοι είχαν το ενδιαφέρον τους. Και στο τέλος, κάπως τους λυπήθηκα. Λυπήθηκα γιατί είδα μια χώρα γεμάτη ευκαιρίες και αδιέξοδα την ίδια στιγμή. Μια κοινωνία που τρέχει συνεχώς, αλλά σπάνια σταματάει να δει πού βρίσκεται. Μου έλειψε η απλότητά μας, αυτό το ανεπιτήδευτο που έχουμε εδώ. Να μπορείς να πιεις έναν καφέ χωρίς να είναι μέσα σε χάρτινο κύπελλο, να μπορείς να δεις έναν φίλο χωρίς να πρέπει να προγραμματίσεις ένα «ραντεβού» μέρες πριν. Μου έλειψε το Διμηνιό. Να ξυπνάω και να έχω την επιλογή να μην κάνω τίποτα. Να υπάρχω απλά, χωρίς να πρέπει να «παράγω» συνέχεια κάτι. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη αντίθεση. Μια χώρα με τόσα πολλά και ταυτόχρονα με τόσα λίγα.
Με τους Steams τι ετοιμάζετε;
Με τους Steams κάναμε ένα μικρό διάλειμμα έπειτα από ένα πολύ γεμάτο 2024. Αλλάξαμε drummer μετά από 4 χρόνια, και προς το παρόν προβάρουμε ξανά. Αυτό το run θα ξεκινήσει με την κυκλοφορία του 3ου μας δίσκου: Vile Wonders, της πιο ώριμης και ομαδικής δουλειάς που έχουμε συνθέσει ως τώρα. Τα υπόλοιπα θα τα μάθετε σύντομα.
Θα κάνεις live για το project του Βλάσση;
Προς το παρόν, ετοιμάζουμε τα υπόλοιπα κομμάτια, γιατί τελικά θα γίνει ολόκληρος δίσκος και θέλω πολύ να τα παίξουμε ζωντανά. Το Ziria Festival ετοιμάζει ένα event στο Ξυλόκαστρο για τις αρχές του καλοκαιριού και θα συμμετάσχω με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ θα έχουν πιο διασκευαστική προσέγγιση, σε αντίθεση με τα δύο που κυκλοφόρησαν πρόσφατα, τα οποία είναι επανεκτελέσεις. Είναι μια διαδικασία που μου δίνει μεγάλη ελευθερία και η ιδέα να τα παρουσιάσουμε ζωντανά είναι σίγουρα στο τραπέζι.
Ευχαριστούμε το ACE Hotel για τη φιλοξενία.