Γεια σου Lisa, χαιρετισμούς από την Αθήνα!
Ω, είναι η ελληνική συνέντευξη τώρα! Με συγχωρείς, είχα μπερδέψει το ωράριο με το ξένο έντυπο που ακολουθεί, νόμιζα ότι θα προηγούνταν εκείνοι. Πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα; Διαβάζω συχνά στις εφημερίδες τις ανταποκρίσεις από Αθήνα, πρέπει να έχετε περάσει πολύ δύσκολες μέρες...
Ναι, είναι αλήθεια... Υπήρξαν πολύ δύσκολες μέρες και δεν έχουμε ακόμα ξεπεράσει αυτό το στάδιο. Ίσως απλά το έχουμε βάλει στο πίσω μέρος του μυαλού μας επειδή είναι καλοκαίρι, μα τίποτα δεν έχει λυθεί...
Εύχομαι να υπάρξει ένα αίσιο τέλος. Εμείς πάντως με τον Brendan Perry δηλώνουμε ενθουσιασμένοι που θα έχουμε την ευκαιρία να ξανάρθουμε στην Ελλάδα, τόσο στην Αθήνα, όσο και στη Θεσσαλονίκη.
Δείχνετε να έχετε ισχυρή διασύνδεση με τη χώρα μας. Πίσω στον Φεβρουάριο του 1984, σας γνωρίσαμε για πρώτη φορά με έναν δίσκο που είχε το όνομά σας γραμμένο με ελληνικά γράμματα. Τώρα, ξαναγυρίζετε στη δισκογραφία με ένα άλμπουμ που λέγεται Anastasis. Μέσα δε σε αυτό, υπάρχουν τραγούδια με τίτλους ελληνικούς, π.χ. το “Anabasis”...
Υπάρχει πράγματι μια διασύνδεση. Μεγάλωσα στο προάστιο Prahran της Μελβούρνης, το οποίο ήταν (και είναι) γεμάτο Έλληνες. Η γλώσσα σας, οι ήχοι της και γράμματά της –όπως το Δ, που χρησιμοποιήσαμε πίσω στο 1984– είναι πράγματα που τολμώ να τα χαρακτηρίσω οικεία. Καλλιτεχνικά, επίσης, τόσο εγώ όσο και ο Brendan έχουμε μελετήσει αρκετά τη Βυζαντινή θρησκευτική μουσική. Αλλά στο Anastasis δεν έπαιξε ρόλο η συγκεκριμένη διασύνδεση.
Εμπνευστήκαμε από τη γενικότερη περιοχή που συγκροτεί η Μεσόγειος και η Μέση Ανατολή, γιατί είναι σε αυτό το κομμάτι του πλανήτη όπου ξεκίνησε ό,τι καλούμε πολιτισμό, βάζοντας τον άνθρωπο σε μια εξελικτική τροχιά, «παιδί» της οποίας είναι οι σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες. Παρότι υπήρξαν πολλές πολιτιστικές δυνάμεις στην περιοχή, ίσως οι Έλληνες να έχουν αφήσει το ισχυρότερο αποτύπωμα στη συλλογική συνείδηση. Γι’ αυτό και διαλέξαμε η έμπνευσή μας να εκπροσωπηθεί από τη γλώσσα σας: το νόημα λέξεων όπως «anastasis» ή «anabasis», μπορεί να γίνει κατανοητό και από μας.
Αλήθεια, τι όργανο ακούμε να σε συνοδεύει στο “Anabasis”;
Λέγεται hang, έχει έναν απίστευτα γλυκό ήχο –θα τον έλεγα μαγικό, μα η λέξη έχει γίνει πολύ κλισέ. Δεν είναι παλιό όργανο, είναι μοντέρνας σύλληψης, μια διασταύρωση των μεταλλικών τύμπανων του Τρινιντάντ & Τομπάγκο με το γκονγκ που χρησιμοποιείται στις gamelan ορχήστρες της Ινδονησίας. Θα έχουμε μαζί μας στην περιοδεία κι έναν δεξιοτέχνη του hang, οπότε θα έχετε την ευκαιρία να δείτε κι από κοντά πώς παίζεται.
Μιλώντας για Ανάσταση, αναφέρεστε στην εκ νέου δραστηριοποίησή σας ως μπάντα;
Όχι, το εννοούμε με έναν πιο βαθύ και ευρύ τρόπο. Άλλωστε οι Dead Can Dance δεν αναστήθηκαν: η αγγλική λέξη που περιγράφει το τι κάναμε είναι το «reunion», όχι το «resurrection». Έχει να κάνει και με το τι βλέπεις στο εξώφυλλο του Anastasis: είναι ένα χωράφι με ηλιοτρόπια, τα οποία εκ πρώτης όψης δείχνουν νεκρά. Οι κεφαλές τους μοιάζουν ξεραμένες, μα οι ρίζες τους παραμένουν ζωντανές. Η αναγέννηση είναι κάτι που συμβαίνει διαρκώς στη φύση και σε αυτήν αναφερόμαστε, με την έννοια βέβαια ότι και ο άνθρωπος αποτελεί κομμάτι της φύσης, άρα τον αφορά η συγκεκριμένη διαδικασία.
Πιστεύετε δηλαδή και στην ανάσταση της ανθρώπινης ψυχής, όπως την πρεσβεύει ο Χριστιανισμός;
Και βέβαια! Τίποτα δεν πεθαίνει, όλα περνούν από μεταβατικές περιόδους, στη διάρκεια των οποίων ανανεώνονται και ξαναγεννιούνται. Έχει να κάνει με διαφορετικά στάδια, ίσως και με διαφορετικές διαστάσεις –και οπωσδήποτε όλα αυτά έχουν κι ένα συμβολικό περιεχόμενο: δεν χρειάζεται να πεθάνεις και να ξαναγεννηθείς για να αντιληφθείς τι σημαίνει να γίνεσαι πιο πλούσιος ως άνθρωπος ή να ξεπερνάς όρια, προσωπικά ή κοινωνικά. Πιστεύω ότι ειδικά οι κουλτούρες της Μεσογείου τα αντιλαμβάνονται πολύ καλά αυτά τα πράγματα, ακόμα κι αν δεν ακολουθούν όλες την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση.
Επομένως, τα ηλιοτρόπια του εξωφύλλου δεν έχουν κάποια συμβολική χρήση, είναι απλά ηλιοτρόπια. Ρωτάω γιατί στο εναρκτήριο τραγούδι ακούω τον Brendan Perry να τραγουδά «We are the children of the sun, our journey has begun, sunflowers in our heads»...
Όχι, είναι απλά ηλιοτρόπια! Δεν συμβολίζουν κάτι, υπογραμμίζουν απλά τη σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης.
Το “Opium” δείχνει να είναι το πιο σκοτεινό τραγούδι του άλμπουμ, συμφωνείς;
Ναι. Αλλά ο πιο κατάλληλος να σου πει γι’ αυτό είναι ο Brendan, καθώς στιχουργικά το τραγούδι απηχεί μια φυσική εξέλιξη της δικής του δουλειάς και του ιδιαίτερου, προσωπικού του τρόπου να γράφει. Εγώ θα αρκεστώ να πω ότι τις καταλαβαίνεις πεντακάθαρα τις λέξεις, το μήνυμα είναι εκεί...
Σε ένα άλλο πάλι τραγούδι, το “Amnesia”, αναφέρεστε στη σχέση του ανθρώπου με τη μνήμη. Μαθαίνουμε ποτέ κάτι από την ιστορία μας;
Από μια πλευρά, θα έλεγα πως όχι. Δείχνει λες και οι άνθρωποι θυμόμαστε όλο και λιγότερο τι έγινε πριν· οπότε η ήδη εύθραυστη σχέση μας με το παρελθόν, γίνεται ακόμα πιο εύθραυστη. Από την άλλη, σκέφτομαι ότι στην πραγματικότητα δεν ξεχνάμε, απλά η μνήμη μας μετακινείται και εστιάζει σε συγκεκριμένα σημεία –με αποτέλεσμα βέβαια να συσκοτίζεται η γενική εικόνα, καθώς εγκλωβιζόμαστε εκεί, ίσως μερικές φορές ηθελημένα. Το σκεφτόμουν βλέποντας τον πατέρα μου να αποκτά Αλτζχάιμερ. Ενώ έχανε εντελώς τη μνήμη του για τα πράγματα του παρόντος και του πρόσφατου παρελθόντος, θυμόταν με εντυπωσιακές λεπτομέρειες στιγμές από την παιδική του ηλικία.
Εμένα προσωπικά πάντα με τραβούσαν τα βιβλία που μου έθεταν ερωτήματα και με οδηγούσαν σε κάτι διαφορετικό, σε ένα άλλο βιβλίο, σε κάποιον πίνακα κτλ. Η μουσική έχει σίγουρα τη δύναμη να πυροδοτήσει τη φαντασία μας και να μας βάλει σε ένα τέτοιο μονοπάτι γνώσης και μνήμης. Έχει σημασία να αντιληφθούμε ότι η πορεία μας είναι μια ισορροπία ανάμεσα σε πράγματα στα οποία είμαστε δυνατοί και σε άλλα όπου στέκουμε αδύναμοι. Και βέβαια ότι το σώμα μόνο του, δεν είναι αρκετό...
Πώς πιστεύεις θα δουν τις μέρες που ζούμε σήμερα οι ιστορικοί του μέλλοντος;
Πραγματικά, δεν ξέρω... Πάντως, το τι θα γράψουν κι εκείνοι έχει να κάνει με το κατά πόσο θα αντιληφθούμε ως άνθρωποι ότι σημασία έχει το όλον του ταξιδιού και η Αγάπη. Το αν θα βρούμε ποιοι είμαστε και το τι θα κάνουμε γι’ αυτό. Όσον αφορά στο παρόν, πιστεύω ότι πρέπει να στεκόμαστε πιο κριτικά απέναντι σε πράγματα και καταστάσεις που επαναλαμβάνονται. Αλλά και να σκεφτούμε σοβαρά πόσο μακριά (ή βαθιά) πρέπει να πάμε ώστε να βρούμε αληθινές και χρήσιμες πληροφορίες για το τι συμβαίνει, καθώς έχει πια γίνει φανερό ότι τα μέσα ενημέρωσης –ακόμα και τα ιντερνετικά– δεν είναι αρκετά.
Για να στο πω με ένα παράδειγμα: όπως είπα και πιο πριν, μεγάλωσα σε ένα προάστιο της Μελβούρνης με ισχυρή ελληνική παρουσία. Ερχόμενη όμως για πρώτη φορά στην Ελλάδα, κατάλαβα ότι τα όσα ήξερα από εκείνη την εμπειρία ήταν επιφανειακά, αποσπασματικά και όχι ντε και καλά σωστά. Είναι αλλιώς να παρατηρείς τους Έλληνες στο δικό τους περιβάλλον –και μ’ αυτό εννοώ και το αστικό/αρχιτεκτονικό περιβάλλον.
Κατανόησα πολύ καλύτερα την κοινωνία σας, την αισθητική σας, το πώς κινείστε στην καθημερινότητα, ακόμα και την κουζίνα σας, ταξιδεύοντας στη Θεσσαλονίκη, παρά ζώντας στη Μελβούρνη. Θέλει λοιπόν έναν κόπο, μια επίγνωση ότι πρέπει να δούμε τα πράγματα περισσότερο σε βάθος.
Τι πιστεύεις ότι φέρατε στο Anastasis εσύ κι ο Brendan, από τις σόλο πορείες σας;
Πρέπει να παρατηρήσεις τις λεπτομέρειες για να το εντοπίσεις. Γιατί αφορά σε μικρά σημεία, κυρίως στη μουσική. Είναι όμως πολύ διαφορετικά τα πράγματα όταν δουλεύουμε μαζί. Δημιουργείται ας πούμε ένας κοινός «μεσαίος χώρος», στον οποίον κινούμαστε. Πολλές φορές με συγκρούσεις και με μπρος-πίσω, αλλά δεν γίνεται διαφορετικά. Ποτέ δεν είναι εύκολο να αφοσιωθείς ολότελα σε κάτι, αφήνοντας συνειδητά εκτός το κομμάτι του εαυτού σου που δεν μπορεί να πάρει μέρος σε αυτό.
Με τον Brendan είχατε μια πολύ βαθιά σχέση, ήδη από τη νεότητά σας. Τι σας έκανε να χωριστείτε και τι σας ξανάφερε μαζί;
Είμαστε και οι δύο εξαιρετικά περίπλοκες προσωπικότητες... Και μάλλον το γεγονός ότι βάζουμε αμφότεροι τη μουσική πάνω από όλα, δημιούργησε σε κάποια φάση πρόβλημα στη μεταξύ μας σχέση. Βέβαια δεν είπαμε ποτέ ότι δεν θα ξαναδουλέψουμε μαζί. Από εκεί και πέρα, η ζωή είναι πολύ ενδιαφέρουσα... Πάντα βρίσκει τρόπους. Μας έφεραν ξανά μαζί οι μεγάλες φωτιές στην Αυστραλία. Ο Brendan με έψαξε, ήθελε να δει αν είμαι καλά. Έτσι, ξαναρχίσαμε να μιλάμε και στη συνέχεια γύριζαν όλο και πιο έντονα οι μνήμες από όσα είχαμε ζήσει μαζί· δημιουργήθηκε ξανά η ανάγκη να επικοινωνούμε, μα και να δουλέψουμε παρέα. Ξέρεις, στη ζωή με πολύ λίγους ανθρώπους έρχεσαι αληθινά κοντά. Και δεν είναι πάντα ευχάριστη εμπειρία.
Τι απέγινε αλήθεια εκείνο το άλμπουμ που ήταν να ακολουθήσει το Spiritchaser του 1996; Τελικά ακούσαμε μόνο το “Lotus Eaters”, στο box set The Dead Can Dance 1981-1998. Υπάρχει καθόλου υλικό από εκείνο στο Anastasis;
Όχι, ό,τι ακούτε στο Anastasis είναι υλικό γραμμένο πρόσφατα, δεν χρησιμοποιήσαμε τίποτα ανέκδοτο από παλιότερα χρόνια –παρότι εγώ τουλάχιστον μπήκα στον κόπο να ξανακούσω κάποιες παλιότερες δουλειές μας. Ήθελα να δω πώς θα μου φαίνονταν στο σήμερα και να ανιχνεύσω πιθανές ανάγκες συνέχειας. Εκείνο το άλμπουμ νιώσαμε ότι δεν γινόταν να ολοκληρωθεί, γι’ αυτό δημοσιεύσαμε μόνο το “Lotus Eaters”. Στα 1998 είχαμε πια πάψει να περνάμε χρόνο μαζί, υπήρχε μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε μένα και στον Brendan. Και, το κυριότερο, νιώθαμε ότι δεν υπήρχε επικοινωνία. Η μεταξύ μας δυναμική είχε χαθεί, κινούμασταν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ενώ υπήρχε κι αρκετή νευρικότητα. Έτσι το άλμπουμ εκείνο απλά εγκαταλείφθηκε. Και, με κοινή απόφαση, τερματίσαμε και τους Dead Can Dance.
Απόφαση που στεναχώρησε τους φίλους σας, όσο τους χαροποίησε η κοινή σας απόφαση να ξαναδουλέψετε μαζί...
Χαιρόμαστε πάρα πολύ για τη θερμή ανταπόκριση που έχει συνοδεύσει την απόφασή μας να ξαναϋπάρξουν οι Dead Can Dance. Ήταν πολύ σημαντικό για μας, γιατί σε μια τέτοια ιστορία έχεις κάθε φορά πολλές δεύτερες σκέψεις και ανησυχίες –αν π.χ. θα είναι ένα τεράστιο πράγμα που θα σε υπερβεί, αν το νέο υλικό θα μπορεί να σταθεί ισότιμα δίπλα στο παλιό, τέτοια πράγματα.
Αισθανόμαστε τυχεροί, ωστόσο, που μπορούμε να ξαναδοκιμάσουμε, γιατί η μουσική είναι κάτι εξαιρετικά πολύτιμο για μας. Κι ελπίζουμε να μπορέσουμε να το χειριστούμε. Γιατί, όσο μεγαλώνεις, γίνεσαι τελικά και πιο εύθραυστος. Η ανταπόκριση του κοινού μάς έχει πάντως βοηθήσει πολύ προς μια τέτοια κατεύθυνση.
Το υπέρτατο βέβαια τεστ θα είναι η σκηνή. Εκεί θα φανεί αν θα μπορέσουμε να μετατρέψουμε σε γιορτή την παγκόσμια περιοδεία μας κι αν η αγάπη κι ο ενθουσιασμός των φίλων μας θα μπορέσουν να ανασυστήσουν την αίσθηση κοινότητας που πάντα είχαμε με το κοινό μας. Ίσως δεν μπορώ να εξηγήσω καλά το πώς δουλεύουν αυτά τα πράγματα για έναν καλλιτέχνη. Θέλω πάντως να πω ότι για μας είναι κάτι πολύ σημαντικό.
{youtube}HMTbJq-SiGo{/youtube}