Καλησπέρα, ημέρα συνεντεύξεων αυτή σήμερα για σένα, έτσι δεν είναι;
Καλησπέρα κι από εδώ. Ναι, έτσι είναι.
Σου αρέσει να δίνεις συνεντεύξεις;
Για να μιλήσω ειλικρινώς, δεν είμαι και πολύ των συνεντεύξεων. Δεν θα έλεγα ότι μου αρέσουν, όχι.
Έρχεσαι για πρώτη φορά ως Myrkur στην Ελλάδα. Έχεις επισκεφθεί ξανά τα μέρη μας, ως τουρίστας ίσως;
Θα είναι πράγματι η πρώτη φορά με την καλλιτεχνική μου ιδιότητα, αλλά έχω έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα, στο παρελθόν. Για την οικογένειά μου, δηλαδή, οι καλοκαιρινές διακοπές ήταν συνυφασμένες με την Ελλάδα, οπότε έγινε ένα οικείο μέρος καθώς μεγάλωνα. Τα νησιά βέβαια περισσότερο, από τα οποία κι έχω τις πιο έντονες μνήμες κι εγώ και ο αδερφός μου –ειδικά από τις παραλίες και από το φαγητό. Η μητέρα μου είχε τρέλα με τη Λέρο, παρότι δεν είναι από τα μεγάλα και γνωστά νησιά. Νομίζω την έχουμε επισκεφθεί περισσότερο από κάθε άλλο μέρος.
Ο δίσκος που σε φέρνει εδώ είναι το Mareridt (2017), ένα άλμπουμ γύρω από τους εφιάλτες σου. Ήταν δύσκολη η εποχή της δημιουργίας του;
Ήταν μια απαίσια περίοδος, από τη μία, που μου πρόσφερε όμως πολλή έμπνευση. Τώρα πια αισθάνομαι θαυμάσια, έχω ξεφορτωθεί τους εφιάλτες και μπορώ και να ακούω το Mareridt, αλλά και να ευχαριστιέμαι τα τραγούδια του, παίζοντάς τα ζωντανά.
Ένα τραγούδι που αγαπώ ιδιαίτερα από τον δίσκο αυτόν, είναι το "Ulvinde". Ποια είναι η ιστορία του;
Το "Ulvinde" σχετίζεται με ένα υπαρξιακό κενό και ταυτόχρονα με μια επιθυμία διαφυγής. Ποθείς δηλαδή να ξεφύγεις από όσα σε κάνουν να αισθάνεσαι άδειος μεταβαίνοντας σε ένα μέρος κάπως ιδανικό, το οποίο δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, αλλά μέσα σου. Τελικά, βέβαια, για μένα απόκτησε και αληθινή υπόσταση, αυτήν της Νορβηγίας. Ωστόσο το τραγούδι μιλάει περισσότερο για μια εσωτερική πραγματικότητα.
Το Mareridt είναι πάντως και δουλειά που σχετίζεται αρκετά με τη νορδική κληρονομιά, σωστά;
Σωστά, αν και συμβαίνει έμμεσα, λόγω των επιρροών από τη σκανδιναβική folk, που σε αυτόν τον δίσκο ήταν πιο έντονες. Κυρίως θα έλεγα έχει σχέση με τη χρήση της nyckelharpa. Είναι πολύ διαδεδομένη στον βορρά, ειδικά στη Σουηδία, όπου είναι ας πούμε το εθνικό όργανο. Θυμάμαι ότι μου άρεσε ο ήχος της απ' όταν ήμουν παιδί. Μεγάλωσα όμως παίζοντας βιολί, αργότερα και πιάνο, κάτι που τελικά με ωφέλησε πολύ όταν κατάφερα να αποκτήσω μια δική μου nyckelharpa. Γιατί πρόκειται για ένα όργανο μηχανικό, που έχει δηλαδή πλήκτρα, μα συνάμα παίζεται και με δοξάρι, κάτι που τη φέρνει κοντά στο βιολί. Είναι γενικά δύσκολο όργανο για να το μάθει κανείς, αλλά αν το προσεγγίσεις γνωρίζοντας βιολί και πιάνο, καταλαβαίνεις καλά το πώς λειτουργεί.
Τι ρόλο έπαιξε αλήθεια ο Randall Dunn, ο παραγωγός του Mareridt, σε όσα ακούμε στον δίσκο;
Πάρα πολύ σημαντικό ρόλο. Ο Randall είναι νομίζω ένας σοφός άνθρωπος, έτσι θα τον χαρακτήριζα. Η συνεισφορά του στο πώς ηχεί το Mareridt στάθηκε καταλυτική: ήξερε πολύ καλά τι να κάνει με όλες τις επιρροές που διαθέτει ο δίσκος αυτός.
Και ο Kristoffer Rygg στο ντεμπούτο σου M (2015); Πόσο σημαντικός υπήρξε;
Ό,τι και να πω για τον Kristoffer, θα είναι πολύ λίγο. Πρώτα-πρώτα μιλάμε για τον άνθρωπο που έφτιαξε με τους Ulver το Bergtatt: Et Eeventyr I 5 Capitler (1995), έναν από τους πιο σημαντικούς δίσκους όσον αφορά το black metal. Ήρθε λοιπόν, κατανόησε πολύ καλά ότι ήθελα να κάνω κάτι που θα κρατούσε ένα ανάλογο κλίμα και με καθοδήγησε σεβόμενος απόλυτα τις επιθυμίες μου, βοηθώντας με παράλληλα να φτάσω σε ένα αποτέλεσμα το οποίο θα κρατούσε εκείνο το πνεύμα, αλλά δεν θα ακουγόταν αντιγραφή.
Τι άλλα πράγματα αγαπάς από το black metal της δεκαετίας του 1990, πέρα από τους Ulver;
Ξέρω ότι ίσως δεν θα πρέπει να το λέω, όμως αγαπώ πολύ τους Darkthrone. Μου αρέσουν επίσης οι Mayhem, οι Dissection, αλλά και ορισμένες δουλειές των Satyricon.
Σου αρέσει επίσης πολύ η φύση, έτσι δεν είναι;
Πολύ, ναι. Παραμένει μια σταθερή πηγή έμπνευσης, πέρα από τις καθαρά μουσικές επιρροές. Πλέον μάλιστα ζω πολύ κοντά στη θάλασσα και αυτό είναι από τη μία κάτι ανοίκειο σε σύγκριση με ό,τι είχα συνηθίσει μέχρι τώρα, από την άλλη όμως προσφέρει διαφορετικού τύπου συγκινήσεις. Ήμουν δηλαδή μαθημένη στο δάσος, έναν κόσμο πολύ ζωντανό και γεμάτο με ποικιλία ήχων. Η θάλασσα, βέβαια, σφύζει επίσης από ζωή· αλλά στο εσωτερικό της, το οποίο αν στέκεσαι απέναντί της δεν μπορείς ούτε να δεις, ούτε και να ακούσεις. Είναι παρά ταύτα πολύ ισχυρή η εντύπωση που σου αφήνει, ανάκατη με ένα δέος για την απεραντοσύνη και το βάθος του ωκεανού. Είναι ίσως πιο σκοτεινή αίσθηση, σε σχέση με το δάσος.
Σου λείπουν ποτέ οι indie pop μέρες των Ex Cops;
Όχι, δεν μου λείπει τίποτα από εκείνες τις μέρες. Ό,τι θέλησα να κάνω σε αυτό το πεδίο έγινε στα 2 άλμπουμ που βγάλαμε με το γκρουπ, τα οποία με βοήθησαν να καταλάβω ότι η κλίση μου βρισκόταν αλλού. Με τον Brian Harding παραμένουμε επίσης πολύ καλοί φίλοι, κι έτσι υπάρχει ακόμα στη ζωή μου ως άνθρωπος.
Σε ενοχλεί που σε έχουν βαφτίσει «Lana Del Rey του black metal»;
Να με ενοχλεί; (γελάει) Ίσα-ίσα, το θεωρώ μεγάλο κομπλιμέντο. Θαυμάζω τη Lana Del Rey, γιατί ήρθε σε μια εποχή που στην pop επικρατούσε πολλή φασαρία και ένα υπερβολικά τεχνολογικό περιβάλλον. Και θύμισε ότι μπορείς να φτιάξεις όμορφη, μαζική μουσική χωρίς να φωνάζεις και χωρίς να βασίζεσαι τόσο στα ηλεκτρονικά ή σε εφήμερα τρικ της παραγωγής.
Σε έχουν βέβαια ρωτήσει πολλές φορές για το πώς αισθάνεσαι ως γυναίκα στον black metal χώρο, όπου οι θηλυκές παρουσίες είναι πολύ λίγες...
Με ρωτάνε συνέχεια, βασικά. Και το καταλαβαίνω: είναι ένας ανδροκρατούμενος κόσμος. Ωστόσο δεν θα κουραστώ να λέω ότι δεν αισθάνθηκα ποτέ άβολα. Έλαβα πάντοτε υποστήριξη από τον χώρο, αλλά και βοήθεια. Μακάρι να μπορούσα να πω ανάλογα πράγματα για τη μουσική βιομηχανία.
Τι σε εξοργίζει δηλαδή στη μουσική βιομηχανία;
Αυτό που έμεινε από τη μουσική βιομηχανία στα χρόνια του ίντερνετ, ασχολείται πια κυρίως με λογιστικά θέματα ή με πράγματα τα οποία δεν έχουν να κάνουν με την καλλιτεχνική παραγωγή. Τους ενδιαφέρει η εκπόνηση στρατηγικών για να σε περάσουν στις νέες τεχνολογίες, κάτι εκ πρώτης όψης θετικό στην εποχή του Spotify· καταλήγουν όμως να επικεντρώνουν στο πώς ακούει σήμερα ο κόσμος, παρά στο τι ακούει. Ευτυχώς, στο metal τα πράγματα δεν είναι έτσι –εγώ ας πούμε δηλώνω πολύ ευχαριστημένη με την εταιρία μου. Στο metal διατηρήθηκε η παλιά λογική των πραγμάτων: η έννοια της κοινότητας γίνεται πιο αισθητή, ενώ στις εταιρίες βρίσκεις στελέχη που αγαπούν και ακούν τη συγκεκριμένη μουσική.
Είναι ένα ακόμα σημάδι ότι ο κόσμος μας δεν πάει καλά; Υποτίθεται ότι είχαμε πια περισσότερη πληροφορία, ότι σκεφτόμασταν σε μεγαλύτερες κλίμακες, ότι γίναμε πιο πρόθυμοι να θαυμάσουμε ανθρώπους που δρουν έξω από το κουτί. Όμως, συχνά, η εικόνα αυτή κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνεται...
Επιφανειακά, έτσι δείχνει. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι έτσι. Αν δηλαδή μείνουμε σε όσα μεταδίδουν οι ειδήσεις, βγαίνει μια τέτοια εικόνα. Αν όμως κοιτάξουμε στη μεγαλύτερη κλίμακα της ιστορίας, ακόμα κι αν δεν πάνε όλα όπως θα τα θέλαμε, ένα μεγάλο κομμάτι της ανθρωπότητας δεν κινδυνεύει πια να πεθάνει στη γέννα και δεν θεωρείται μεγάλο ηλικιακά απλά επειδή κατάφερε να φτάσει στα 30. Παραμένω λοιπόν αισιόδοξη. Και δεν θέλω να σκέφτομαι τα πράγματα με τα ψεύτικα δίπολα που προβάλλονται στους καιρούς μας. Αρνούμαι δηλαδή να δεχτώ ότι κάθε τι καινούριο είναι και καλό ή ότι κάθε τι παλιό είναι απαραίτητα και ξεπερασμένο. Δεν ζω τη ζωή μου με τέτοιες ιδέες.
{youtube}M9cNZQIzShc{/youtube}