Τον μπασίστα και πολυοργανίστα Nate Brenner τον μάθαμε ως έτερο καλλιτεχνικό ήμισυ της Merill Garbus στους tUnE-yArDs, σύντομα όμως μας συστήθηκε και ως ευρηματικός τραγουδοποιός με την πολύ σύγχρονη έννοια, μέσα από το πρότζεκτ Naytronix. Με αυτή την ιδιότητα καταφτάνει στην Αθήνα την ερχόμενη Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου (στο 6 D.O.G.S.), παρέα με τον DJ Fitz, περίφημο συλλέκτη και δισκοθέτη ειδικευμένο στο ροκ από χώρες μακριά από τη Δύση ή στις παρυφές αυτής (σαν και τη δική μας). Ο πειρασμός να κάνουμε μια διπλή συνέντευξη μεγάλος και, όπως έχει πει και ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσεις έναν πειρασμό είναι να ενδώσεις σ' αυτόν...
Nate, προέρχεσαι από το Bloomington της Indiana, όπου λαμβάνει χώρα το Lotus Festival. Μήπως θα έπρεπε να αποδώσουμε στη δική του επιρροή το ενδιαφέρον σου για την πολυοργανία; Ή θα έλεγες ότι οφείλεται στο μεγάλωμά σου με τζαζ ακούσματα;
Μπορεί ν' αποδοθεί και στα δύο, γιατί είναι στενά συνυφασμένα μεταξύ τους. Μεγαλώνοντας στο Bloomington εκτέθηκα σε πολλή καλή μουσική, κάτι που με έκανε να ερωτευτώ την τζαζ ενώ ταυτόχρονα με ώθησε στο να πειραματιστώ με διαφορετικά είδη. Και με έκανε έτσι να θέλω να μάθω να παίζω πολλά όργανα.
Οι Naytronix από την άλλη έχουν ως βάση τους την Καλιφόρνια. Και το πρόσφατο άλμπουμ Dirty Glow βγήκε στην Plug Research, το label από το Λος Άντζελες όπου στεγάζεται ένας ακόμα διάσημος Λωτός, της Ιπτάμενης ποικιλίας. Υπάρχει κοινό έδαφος στη μουσική σου και σ' εκείνη του Flying Lotus;
Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει κοινό έδαφος στη μουσική μου και σ' αυτή του Flying Lotus... Δεν έχω ακούσει τη μουσική του κι έτσι δεν μπορώ να δώσω μια απάντηση ακριβείας. Νομίζω πάντως ότι είμαστε γύρω στην ίδια ηλικία, άρα ενδεχομένως να μεγαλώσαμε ακούγοντας παρόμοια μουσική. Ίσως και να βλέπαμε τα ίδια τηλεοπτικά σόου ως παιδιά.
Προσφέρει η Καλιφόρνια περισσότερες μουσικές ευκαιρίες απ' ότι η Ιντιάνα;
Α, η Καλιφόρνια είναι τόσο μεγάλη! Ζουν εδώ τόσο πολλοί περισσότεροι άνθρωποι, ώστε αυτομάτως έχεις και περισσότερες μουσικές ευκαιρίες: πιο πολλοί μουσικοί με τους οποίους μπορείς να συνεργαστείς, ιδανικά και περισσότεροι ακροατές που θα έρθουν στις συναυλίες σου και θ' αγοράσουν και τους δίσκους σου.
Για πες μας και μερικά πράγματα για την κεντρική ιδέα του Dirty Glow. Είμαστε λοιπόν στο μέλλον, απ' όσο καταλαβαίνω, μετά από μια μαζική καταστροφή και οι άνθρωποι συνυπάρχουμε με ρομπότ, όχι όμως με έναν τρόπο ανάλογο π.χ. του Blade Runner...
Όχι, οραματίζομαι ανθρώπους και ρομπότ να ζουν μαζί ειρηνικά, συνδημιουργώντας ψυχεδελική μουσική με παράξενες ρυθμικές βάσεις. Έλπιζα να φτιάξω μουσική που θα έμοιαζε μ' αυτήν που θα έφτιαχνε κανείς σε μια τέτοια φουτουριστική κοινωνία, αλλά ταξίδεψα και πίσω στον χρόνο, στο παρόν, ανακαλύπτοντας κλασικούς δίσκους από τη δεκαετία του 1970 (Sly Stone, τον ηλεκτρικό Miles Davis), μαζί με μερικά hits της Motown.
Ως συνθέτης χρησιμοποιείς πολλούς μη μουσικούς ήχους. Πώς τους διαλέγεις και γιατί τους θεωρείς τόσο σημαντικούς στο χτίσιμο του προσωπικού σου μουσικού τοπίου;
Ως συνθέτης είμαι τυχερός γιατί ζω σε καιρούς όπου μπορείς να φτιάξεις ένα καλό field recording οπουδήποτε και οποτεδήποτε, χρησιμοποιώντας απλά το τηλέφωνό σου ή ένα μικρό κασετοφωνάκι. Έτσι ανά πάσα στιγμή είμαι σε θέση να ηχογραφήσω κάτι που θα με συναρπάσει, αντί να χρησιμοποιώ βασικούς προηχογραφημένους ήχους, πράγμα που οδηγεί τη μουσική μου να έχει τη δική της μοναδική προσωπικότητα. Το θεωρώ σημαντικό να βρίσκω τους δικούς μου ήχους.
Πώς θα παρουσιαστούν οι Naytronix στην αθηναϊκή τους συναυλία σε μία εβδομάδα;
Θα παίξουμε ως τρίο, με κάθε μουσικό να καλύπτει κάμποσα όργανα. Θα κάνω τα βασικά φωνητικά και θα παίζω ένα σετ οργάνων το οποίο θα περιλαμβάνει δύο συνθεσάιζερ, ένα vocoder κι ένα sampler, θα παίξω επίσης και λίγο μπάσο. Βασικά το μπάσο θα το παίζει ο Emery Barter, όπως και την κιθάρα, ενώ θα συμμετάσχει και με synths και κάποια δεύτερα φωνητικά. Ο ντράμερ μας Sam Ospovat θα παίξει σ' ένα μικρό drum kit με ηλεκτρονικό μπάσο τύμπανο κι επίσης θα κάνει δεύτερα φωνητικά.
Fitz, εσύ θα έρθεις στην Αθήνα πλαισιώνοντας τους Naytronix με ένα από εκείνα τα DJ σετ που έχουν αποκτήσει μεν παγκόσμια φήμη, την ίδια όμως στιγμή εξακολουθούν να φαίνονται...ανησυχητικά σε όσους ακροατές πιστεύουν στα όρια μεταξύ των μουσικών ειδών. Συμμερίζεσαι καθόλου τις δικές τους απόψεις;
Ναι, το καταλαβαίνω ότι φαίνονται ανησυχητικά σε κάποιους ακροατές. Πολλοί άνθρωποι συσχετίζουν έναν DJ –κατ' επέκταση κι ένα DJ σετ– με συγκεκριμένο ήχο ή στιλ. Ακόμα και στις μέρες μας, όπου πια υπάρχουν ένα σωρό μίξεις, mixtapes και τα συναφή. Σίγουρα το καταλαβαίνω.
Πώς ξεκίνησες τη συλλογή σου; Ποια ήταν η αρχική σπίθα και πώς άλλαξε την επικέντρωσή σου ο χρόνος;
Ξεκίνησα τη συλλογή μου πηγαίνοντας να σπουδάσω στο πανεπιστήμιο County Donegal, στη βορειοδυτική Ιρλανδία. Αλλά η αρχική σπίθα είχε προηγηθεί, προέρχεται από τα χρόνια στα οποία μεγάλωνα στην επαρχία και το μόνο που μπορούσες να ακούσεις στο ράδιο ήταν εμπορική mainstream μουσική (Culture Club, Duran Duran, τέτοια). Ήμουν λοιπόν στα 13 και μια βραδιά έπεσα σε έναν σταθμό που έπαιζε ένα τραγούδι εντελώς άλλο πράγμα από ό,τι είχα ακούσει ως τότε: το "Alternative Ulster" των Stiff Little Fingers. Μου τίναξε το μυαλό. Και με έστρεψε προς την αναζήτηση μουσικής που δεν έβρισκες έτσι εύκολα. Μετά, στο πανεπιστήμιο, άρχισα να ψάχνω για τέτοια πράγματα σε παγκόσμια κλίμακα.
Θυμάμαι πόσο δύσκολο ήταν να εντοπίσω κάποιες κασέτες μπουτανέζικης ποπ, ακόμα και στην εποχή που είχε πια εμφανιστεί το ίντερνετ. Για σένα, ποιοι ήταν οι 5 πιο δυσεύρετοι δίσκοι;
Α, ναι... Ζούσα στη Νέα Υόρκη κατά τα 1990s, εποχή που δεν ήξερε από τις επανεκδόσεις και τα bootleg που έχουμε τώρα και σίγουρα πριν την τρέλα με το κατέβασμα από το ίντερνετ. Έπαιζα συχνά ως DJ τότε και θυμάμαι ότι δυσκολεύτηκα πολύ να βρω το Black Time των Monks, τα ομώνυμα άλμπουμ των Ananda Shankar, Niagara και Betty Davis, καθώς και το Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα του Γιώργου Ρωμανού –αυτό μάλιστα το βρήκα μόλις δύο εβδομάδες πριν!
Τι άλλο θα διάλεγες αλήθεια από την ελληνική δισκογραφική παραγωγή εκείνων των χρόνων;
Το Dragon του Βαγγέλη Παπαθανασίου με το single "Who Killed" των Alpha Beta, το single "Μαύρα Πουλιά" των Sun Of Greece και τον Αραμπά της Μαρίζας Κωχ. Φαντάζομαι βέβαια ότι όλα αυτά είναι πολύ γνωστά στην Ελλάδα.
«Αν μια ντίσκο ντίβα της Τουρκίας, ένας Νιγηριανός παραγωγός και μια Βραζιλιάνα χορεύτρια του καμπαρέ βρίσκονταν όλοι μαζί κάπου στο 1976, σίγουρα ο Fitz θα έπαιζε στο πάρτυ τους», διαβάζω στην ιστοσελίδα της Belmont Bookings. Τι θα έπαιζες σε ένα τέτοιο πάρτυ;
Θα ξεκινούσα με το "Nem Kaldi" από Selda, θα κορύφωνα με το "Ledenay" από Dur Dur και θα κράταγα για την έξοδο την τούρκικη εκδοχή του "Je T' Aime" από Celal Sahin!
{youtube}wMv9srKQn-0{/youtube}