Η καλύτερη post rock μπάντα της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου, όπως έχουν αποκαλέσει τους Mono, επέστρεψε δισκογραφικά με το καλύτερο και πιο φιλόδοξο άλμπουμ στην ως τώρα καριέρα τους, με τον μεγαλοπρεπή τίτλο Hymn To The Immortal Wind. Και θα έχουμε την τύχη να τους δούμε να το παρουσιάζουν ζωντανά στην Αθήνα, στη συναυλία που θα δώσουν στο Fuzz, την Παρασκευή 10 Απριλίου. Ως τότε όμως να τι δήλωσε στο Avopolis ο Takaakira "Taka" Goto…

Επιστρέφετε στη χώρα μας στις 10 Απριλίου, δύο χρόνια μετά την πρώτη σας εμφάνιση στην Ελλάδα. Τι αναμνήσεις έχετε κρατήσει από εκείνη τη συναυλία;
«Θυμάμαι πόσο καλό ήταν το κοινό μαζί μας. Είχαμε και την ευκαιρία να γνωρίσουμε κάποιους fans μας μετά τη συναυλία και όλοι τους ήταν πολύ ένθερμοι. Γι’ αυτό και ανυπομονούμε να τους δούμε ξανά!».

Η συναυλία σας συμπίπτει και με την κυκλοφορία ενός νέου άλμπουμ, του Hymn To The Immortal Wind. Θα εστιάσετε σε αυτό στην εμφάνισή σας, ή να περιμένουμε ένα μίγμα παλιών και νέων ήχων;
«Ακόμα δεν έχουν παρθεί οριστικές αποφάσεις, αλλά το πιο πιθανό είναι πως θα μοιράσουμε τη συναυλία μεταξύ του Hymn To The Immortal Wind και παλιότερων πραγμάτων. Θα δούμε όμως…».

Το Hymn To The Immortal Wind είναι ένα πραγματικά μεγαλοπρεπές άλμπουμ – ξεκινώντας και από τον ίδιο τον τίτλο του. Τι ακριβώς τον ενέπνευσε;
«Υπάρχει μια κοπέλα με την οποία μοιραστήκαμε το ίδιο όραμα για το άλμπουμ αυτό. Αυτή βασικά έγραψε μια σύντομη ιστορία, η οποία ονομάστηκε τελικά Hymn To The Immortal Wind, δίνοντας τον τίτλο και στον δίσκο μας. Γι’ αυτό και κάθε σύνθεση πρέπει να γίνει αντιληπτή ως κεφάλαιο μιας διήγησης. Ο άνεμος, πιο συγκεκριμένα, συμβολίζει ό,τι δεν μπορούμε να δούμε, μα γνωρίζουμε πως υπάρχει και εκπροσωπεί όλα εκείνα τα ίχνη τα οποία αφήνει η μνήμη στην ψυχή, όπως και τα ίχνη της ενέργειας και της παντοτινής κίνησης του Σύμπαντος. Σκέψου το σαν κάτι που οι άνθρωποι μπορούν να νιώσουν, μα όχι και να καταλάβουν. Κάτι το οποίο ποτέ δεν αμφισβητούν, παρά μόνο στην ώρα του θανάτου».

Και όσον αφορά στον ήχο του, πώς και γιατί αποφασίσατε να χρησιμοποιήσετε μια μεγάλη ορχήστρα είτε δίπλα-δίπλα, είτε σε αντίθεση με το γνώριμο μελωδικό σας ύφος; Αισθανθήκατε την ανάγκη να φρεσκάρετε τη μουσική σας, ή απλά βρεθήκατε σε διάθεση πειραματισμού;
«Πριν τη δημιουργία του Hymn Of The Immortal Wind έτυχε να ασχοληθούμε αρκετά με κλασική μουσική – βρεθήκαμε σε τέτοια φάση, ως ακροατές. Ήταν λοιπόν φυσικό να θελήσουμε να κάνουμε κάτι και με αυτή την εμπειρία. Δεν λέω πως ό,τι κάναμε στο Hymn Of The Immortal Wind θα το συνεχίσουμε ντε και καλά στις μελλοντικές μας δουλειές, αλλά για την πραγμάτωση αυτού του δίσκου η ορχήστρα έπαιξε καταλυτικό ρόλο. Ας πούμε, ο ήχος που θέλαμε να έχουν κομμάτια όπως το “Silent Fight, Sleeping Down” χρειαζόταν ενορχηστρώσεις με πνευστά όργανα, ώστε να αποδοθεί μια σκηνή στην ιστορία όπου οι χαρακτήρες πετάνε. Επίσης δουλεύαμε με ενορχηστρώσεις εγχόρδων για κάμποσο καιρό τώρα, οπότε βρήκαμε την ευκαιρία να το πάμε ένα βήμα παραπέρα σε αυτό το άλμπουμ».

Οι ορχήστρες έχουν χρησιμοποιηθεί αρκετά στα τελευταία χρόνια, από έναν σεβαστό αριθμό rock καλλιτεχνών, συνήθως όμως δεν προκύπτουν αξιόλογα αποτελέσματα, όπως νομίζω πως έγινε στο Hymn To The Immortal Wind. Θεωρείτε ότι αυτή η αποτυχία έχει να κάνει με συγκεκριμένες μουσικές δυσκολίες ή εξαρτάται και από το τι θέλει να παράγει κάθε καλλιτέχνης;
«Παίρνεις οπωσδήποτε ρίσκα χρησιμοποιώντας μια ορχήστρα. Με θυμάμαι να είμαι πολύ αγχωμένος όταν είχα γράψει τις μελωδίες του άλμπουμ, γιατί μου φαίνονταν πολύπλοκες και δεν μπορούσα καν να συλλάβω πώς θα ακούγονταν τελικά με τη χρήση μιας πραγματικής ορχήστρας. Κατά έναν μαγικό τρόπο όμως συγχρονίστηκαν τελικά τα πάντα όπως τα είχαμε φανταστεί – και το απολαύσαμε βλέποντάς το να ζωντανεύει. Ήμασταν βέβαια και τυχεροί, γιατί συνεργαστήκαμε με εκτελεστές οι οποίοι κατανόησαν το θέμα του δίσκου. Πάντως, σχετικά με αυτό που είπες, δεν αισθάνομαι ότι έχουμε κάνει καλύτερη δουλειά από άλλα συγκροτήματα, τα οποία έχουν κι αυτά δοκιμάσει να παίξουν με ορχήστρες. Καταλαβαίνω ότι οι στόχοι μπορεί να είναι διαφορετικοί από τους δικούς μας, εφόσον όμως σε αυτό το πλαίσιο οι ορχήστρες τους έδωσαν το επιθυμητό αποτέλεσμα, δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για αποτυχίες».

Διαλέξατε επίσης την οδό της αναλογικής ηχογράφησης, ενώ για μία ακόμα φορά βλέπουμε τον Steve Albini στην παραγωγή. Γιατί κάνατε αυτές τις επιλογές;
«Με τον Steve Albini δουλεύουμε επί 6 χρόνια τώρα και είμαστε πολύ ευχαριστημένοι. Το στούντιό του έχει θαυμάσια ατμόσφαιρα και ένα εξαιρετικά ευγενικό προσωπικό. Άσε που ο Steve καταλαβαίνει καλά ότι για μας είναι πολύ σημαντικό οι ηχογραφήσεις να αντικατοπτρίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο τον ζωντανό μας ήχο – και γι’ αυτό είναι κι εύκολο να δουλεύουμε μαζί, υπάρχει αμοιβαία κατανόηση. Όσο για τα αναλογικά, τρελαινόμαστε να ηχογραφούμε ζωντανά στούντιο sessions σε 24 CH αναλογικές κασέτες!».

Αλήθεια, εσείς δέχεστε τον όρο post-rock για τη μουσική σας; Ή αισθάνεστε, όπως π.χ. οι Mogwai, ότι είναι κενός περιεχομένου;
«Δεν αισθανόμαστε οικεία με τον post-rock χώρο, παρότι κάποιες μπάντες που κατατάσσονται εκεί μας αρέσουν πολύ. Όπως σου είπα και πριν, διανύουμε ως συγκρότημα μία φάση στην οποία ακούμε πολύ κλασική μουσική, καθώς και soundtracks για κινηματογράφο. Και θα θέλαμε να βρούμε τον τρόπο να συνεχίσουμε σε αυτό τον δρόμο και να το αναπτύξουμε αυτό, δίχως βέβαια να επαναλάβουμε το Hymn To The Immortal Wind. Δεν θέλουμε, επομένως, να θεωρείται πως οι Mono αρχίζουν και τελειώνουν μέσα σε ένα post-rock πλαίσιο, γιατί μας ενδιαφέρει πάντα να πηγαίνουμε τα πράγματα ένα βήμα παραπέρα».

Αισθανθήκατε ποτέ ότι η ιαπωνική σας καταγωγή αποτέλεσε πρόβλημα, όσον αφορά π.χ. στη δημοσιότητα που λαμβάνατε στην αγγλοσαξονική αγορά;
«Είναι αλήθεια ότι δεν έχουμε λάβει σπουδαία δημοσιότητα, συγκριτικά βλέποντάς το. Αλλά δεν μας απασχολεί, μας αρκεί η δυνατότητα να βγάζουμε δίσκους και να δίνουμε συναυλίες – το να επιβιώνουμε δηλαδή κάνοντας μουσική, το οποίο δεν συνέβαινε πάντα. Είναι ένα διαρκές ταξίδι και ίσως να είναι καλύτερα που δεν μένουμε απόλυτα ικανοποιημένοι. Φοβάμαι ότι αν φτάσουμε να δηλώσουμε ικανοποιημένοι, θα χάσουμε το κίνητρο να δουλεύουμε σκληρά και να φτιάχνουμε μουσική».

Αλήθεια, στην Ιαπωνία ισχύει η ίδια διάκριση που κάνουμε και στη Δύση μεταξύ mainstream και underground; Ή τα πράγματα είναι διαφορετικά;
«Α, ναι, ισχύει, με ακριβώς τον ίδιο τρόπο. Όπως και στη Δύση, η mainstream μουσική τυχαίνει μεγάλης δημοσιότητας, όπως και πωλήσεων, ενώ οι μικρότερες μπάντες πρέπει να το παλέψουν – όπως π.χ. το παλεύουν οι indie μπάντες στην Αγγλία ή την Αμερική».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured