Ο Malcolm McLaren τους ήθελε παρέα με τους Sex Pistols, όταν οι τελευταίοι ήταν ακόμα μια άγνωστη τοπική μπάντα του Λονδίνου, αλλά εκείνοι ξίνισαν όταν προσπάθησε να τους αλλάξει ρούχα και μαλλιά. Τράβηξαν κατόπιν τον δικό τους δρόμο φτιάχνοντας τον Oi! ήχο, δεν γνώρισαν όμως ποτέ την εμπορική επιτυχία, όπως έγινε με κάποιους ακολούθους τους. Έκτοτε διέψευσαν όσους έλεγαν πως ήταν ένα πυροτέχνημα - κλείνοντας 35 χρόνια καριέρας - παρέμειναν πολιτικά αμφιλεγόμενοι έχοντας σταθερά την αγάπη του απανταχού skinhead κοινού και πρόσφατα επέστρεψαν με νέο studio album. Τόλμησα να ζητήσω μια συνέντευξη για το Avopolis από τα πρωτοπαλίκαρα του East End και μετά χαράς μου έδωσαν μία...
Το Here We Stand είναι το πρώτο σας album με νέο υλικό εδώ και πολλά χρόνια. Τί σας έκανε να επιστρέψετε στο στούντιο μετά από τόσο μεγάλη απουσία;
«Θέλαμε να κάνουμε ένα σωστό Cock Sparrer album. Αν και είχαμε ορισμένα καλά τραγούδια στις τελευταίες μας στούντιο δουλειές, υπήρχε μια γενική αίσθηση ότι δεν είχαμε ξαναηχογραφήσει ένα πλήρες album από την εποχή του Shock Troops. Έτσι αφιερώσαμε πολύ χρόνο στο γράψιμο και στις πρόβες προτού ξαναμπούμε σε στούντιο. Διαλέξαμε με μεγάλη προσοχή το τελευταίο, επιλέγοντας το στούντιο του Pat Collier των Vibrators, ο οποίος είχε εξαιρετική φήμη. Επιπλέον, η δισκογραφική μας εταιρεία, η Captain Oi!, όχι μόνο δεν μας πίεσε για κάτι, αλλά μας έδωσε και ένα σεβαστό budget. Είμαστε ενθουσιασμένοι με το αποτέλεσμα».
Έχετε προγραμματίσει μια σειρά από ευρωπαϊκά shows για την τρέχουσα σαιζόν. Θα λέγατε ότι το κοινό σας στην Ευρώπη είναι διαφορετικό από αυτό της πατρίδας σας;
«Παλιότερα ίσως, αλλά όχι πια. Πλέον υπάρχει ένα σταθερό και αρκετά ποικίλλον διεθνές κοινό όπου έχουμε πάει να παίξουμε. Είναι τρομερά κολακευτικό που τόσοι άνθρωποι σε τόσες χώρες έρχονται να μας δούνε, πολλοί ξοδεύοντας μισθούς τους οποίους έχουν κερδίσει ιδρώνοντας. Το γνωρίζουμε καλά αυτό και το σεβόμαστε απόλυτα - γι’ αυτό άλλωστε προσπαθούμε ώστε όλοι να περνάνε όσο γίνεται πιο καλά στα live μας».
Παρόλα αυτά δεν προβλέπεται να σας δούμε στην Ελλάδα, παρότι μπάντες όπως οι Sham 69 ή οι Cockney Rejects, οι οποίοι βασικά ακολούθησαν τα δικά σας «ηχητικά» ίχνη, έχουν ήδη έρθει για συναυλίες...
«Ναι, είναι αλήθεια, δυστυχώς όμως για την ώρα δεν υπάρχει κανένα τέτοιο πλάνο. Ο Steve Bruce και ο Micky μάλιστα είδαν μια καλή ελληνική μπάντα στο Φεστιβάλ της Βιέννης, τους Bootstroke, με τους οποίους γνωριστήκαμε και μας ζητούν διαρκώς να έρθουμε μια βόλτα και από την Ελλάδα. Ποτέ δεν λέμε ποτέ...»
Σήμερα θεωρείστε η πρώτη Oi! μπάντα στη μουσική ιστορία, πώς όμως ήταν τα πράγματα για εσάς όταν ξεκινήσατε να γράφετε τραγούδια στις αρχές των 1970s;
«Τότε φίλε μου, στα 1972, δεν υπήρχε ούτε καν το punk, πόσο μάλιστα το Oi!. Κι εμείς δεν ήμασταν παρά μια παρέα η οποία γούσταρε το rock ‘n’ roll, το να πίνει μπίρες και το να κυνηγάει γκόμενες. Ακόμα γουστάρουμε τα ίδια πράγματα, αλλά πλέον μπορούμε να κάνουμε μόνο τα δύο πρώτα!».
Πώς έγινε και το πρώτο σας album κυκλοφόρησε μονάχα στην Ισπανία; Ποιος ευθύνεται για μια τόσο παράδοξη κίνηση;
«Το ξέρεις ότι ποτέ δεν μάθαμε τι ακριβώς έγινε; Ούτε καν είχαμε κάτσει να ηχογραφήσουμε ένα album. Είχαμε κάνει μόνο κάμποσα studio sessions, με υλικό προοριζόμενο να γεμίσει ένα album. Αυτά τα sessions χρησιμοποίησε η Decca, η τότε εταιρεία μας. Υποθέτουμε ότι τα πούλησε για να κερδίσει κάποια χρήματα, αφού βέβαια μας είχε πρώτα πετάξει έξω».
Στη δεκαετία του 1980 πάντως κάνατε ένα αρκετά δυναμικό comeback, ειδικά με το Shock Troops και με το single England Belongs To Me. Τι έγινε και ξαναδιαλυθήκατε ξαφνικά;
«Ξαναδιαλυθήκαμε εξαιτίας μιας σειράς δυσχερειών, εξαιτίας των οποίων η ζωή έγινε πολύ δύσκολη για μας. Πρώτα-πρώτα, η Carrere Records, όπου βγήκε το “England Belongs To Me” μας έδιωξε, μη θέλοντας να επενδύσει στο Shock Troops, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρηθούμε να βρούμε νέα εταιρεία. Ύστερα, ο μουσικός τύπος στη Βρετανία μας μισούσε και, τέλος, στις συναυλίες μας ξέσπαγαν συχνά φασαρίες, που είχαν ως αποτέλεσμα να μη μπορούμε εύκολα να βρούμε δουλειά».
Πράγματι, ο τύπος, τόσο στην πατρίδα σας, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, σας έχει κατατάξει στις skinhead μπάντες. Από την άλλη, όποιος έχει πάει σε συναυλίες σας, μπορεί να διαπιστώσει ότι δεν σας ακούνε μονάχα skinheads. Γιατί πιστεύετε ότι σας έχουν κολλήσει αυτή την ταμπέλα;
«Δεν αρνιόμαστε πως είχαμε πολλά κοινά με τους skinheads. Φοράγαμε Doctor Martin μπότες, Levi τζιν παντελόνια, τιράντες, Ben shermans κτλ. Επιπλέον, όταν γυρίσαμε το video-clip του “We Love You” υιοθετήσαμε ένα α-λα-Κουρδιστό Πορτοκάλι image, το οποίο και έμεινε, παρότι, για να ακριβολογούμε, ήμασταν μάλλον στα όρια του punk κοινού ως άτομα, παρά πλήρως ενταγμένοι στη skinhead κουλτούρα. Ήμασταν απλώς παιδιά από το East End, νέα παιδιά τα οποία ήθελαν να είναι αυτοί που ήταν και τίποτα παραπάνω. Γι’ αυτό και χαιρόμαστε που πλέον τα πράγματα είναι πιο υγιή και οι «ομάδες» των ακροατών μπορούν και πάλι να αναμιγνύονται χωρίς φασαρίες».
Έτσι όμως όπως έχει εξελιχθεί η σκηνή, θεωρείτε ότι ο όρος Oi! αντιπροσωπεύει ακόμα τη μουσική σας;
«Γράφουμε γρήγορα και φωνακλάδικα τραγούδια με sing-a-long ρεφρέν, για τα πράγματα τα οποία νιώθουμε πως μας αφορούν. Τραγούδια αιχμηρά και - θέλουμε να πιστεύουμε - με μήνυμα. Δεν μας ενδιαφέρει και τόσο αν κάποιοι τα λένε Oi! και κάποιοι streetpunk. Πιο μεγάλη σημασία έχει που όσοι ανήκουμε σε αυτή την κουλτούρα έχουμε πάψει να τα βάζουμε ο ένας με τον άλλον και έχουμε αναπτύξει έναν δεσμό: ότι είμαστε «εμείς» εναντίον των υπολοίπων».
Από το reunion σας το 1992 και έκτοτε, πάντως, δείχνετε να διαθέτετε αστείρευτα ποσά ενέργειας. Έχετε ποτέ κουραστεί να είστε οι Cock Sparrer;
«Ποτέ! Άλλωστε, ακόμα και σε περιόδους όπου η μπάντα μένει ανενεργή, κάνουμε πολύ παρέα. Πάνω από όλα είμαστε φίλοι».
Ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συνέντευξη. Κερνάω έναν γύρο μπίρες όταν έρθετε προς τα εδώ...
«Αυτό το σημειώνουμε (γέλια!). Cheers and beers from the Cock Sparrer!»