Προξένησε μεγάλη αίσθηση στους πιο ενημερωμένους κύκλους μουσικόφιλων της Ευρώπης το εκλεκτικό πάντρεμα electronica και «κλασικής» μουσικής που πέτυχε ο Greg Haines στο δισκογραφικό του ντεμπούτο, Slumber Tides, σε ηλικία μόλις 18 χρονών. Το Avopolis μίλησε με το υποσχόμενο αυτό νέο ταλέντο, με αφορμή την αυριανή του ζωντανή εμφάνιση στο Kinky Kong...
Το Slumber Tides υπήρξε μια κυκλοφορία η οποία όχι μόνο τάραξε τα νερά, αλλά κατάφερε να αναγνωριστεί και διεθνώς ως ένα από τα καλύτερα albums του 2006. Πόσο προετοιμασμένος ήσουν για ένα τέτοιο επίπεδο επιτυχίας;
«Εγώ εκείνον τον καιρό ήθελα απλά να δημιουργήσω ένα album με το οποίο να είμαι ευχαριστημένος. Αυτή ήταν η μόνη μου δημιουργική έγνοια. Όταν κυκλοφόρησε και άρχισε να αρέσει, δεν ήταν απαραίτητα έκπληξη αυτό που ένιωσα, ήταν κάτι σαν πρόσθετη ικανοποίηση. Είναι πραγματικά πολύ ευχάριστο να ξέρεις ότι σε κάποιους ανθρώπους εκεί έξω αρέσει το είδος της μουσικής που γράφω. Αλλά περισσότερο το λέω αυτό από μια πιο γενική άποψη, ότι δηλαδή οι άνθρωποι δεν ακούνε μονάχα μουσική βασισμένη στα φωνητικά».
Πολλοί ένιωσαν έκπληξη όταν ανακάλυψαν ότι η μουσική αυτή είχε γραφτεί από έναν νεοφερμένο στο προσκήνιο, που δεν ήταν ούτε 20 χρονών. Θεωρείς δικαιολογημένη μια τέτοια αντίδραση;
«Δεν ξέρω, για να είμαι ειλικρινής. Γιατί υπάρχω μονάχα στη δική μου ηλικία, οπότε δεν μπορώ να μπω σε μια τέτοια θέση, ώστε να δω το πράγμα με μια τέτοια οπτική! Ανησυχούσα πάντως μήπως κάποιοι χρησιμοποιούσαν την ηλικία μου για να δικαιολογήσουν ελαττώματα στη μουσική μου. Δεν φαίνεται όμως, τελικά, να έχει συμβεί κάτι τέτοιο».
Πόσο θεωρείς πως συνέβαλλαν τα φωνητικά της Kristin Evensen Giaver, στα κομμάτια όπου συμμετείχε, για την ανάδειξη του Slumber Tides;
«Η φωνή της Kristin είναι κατά τη γνώμη μου απλώς τέλεια για το album. Ήταν το κερασάκι στην όλη τούρτα, από την άποψη της ολοκλήρωσης του Slumber Tides. Με το που άκουσα τα ηχογραφημένα φωνητικά της για το album, ήξερα πια ότι ήμουν πολύ κοντά στο τελείωμά του. Πρόσθεσε κάτι το οποίο εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα ποτέ να προσθέσω και γι’αυτό της είμαι πολύ ευγνώμων. Ελπίζω μάλιστα να τραγουδήσει και στο επόμενο album επίσης, καθώς θεωρώ πως θα είναι ένας όμορφος τρόπος να συνδεθεί αυτό με το Slumber Tides».
Η λεγόμενη κλασική μουσική και η electronica έχουν πια αρχίσει να αναμειγνύονται ολοένα και περισσότερο τελευταία. Πιστεύεις πως υπάρχει κοινό έδαφος μεταξύ του δικού σου ήχου και της μουσικής καλλιτεχνών όπως ο Max Richter ή ο Ryan Teague;
«Ναι, θεωρώ πως ο Max Richter, ο Ryan Teague κι εγώ μοιραζόμαστε κάποια κοινή αισθητική, ως έναν βαθμό. Αλλά εγώ προσωπικά δεν θα έλεγα πως ηχούμε ακριβώς το ίδιο. Σε μια εποχή όπου υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε έναν τεράστιο τεχνολογικό πλούτο, υπάρχουν τόσες επιλογές αναφορικά με τη μουσική σύνθεση, ώστε νομίζω ότι είμαστε δεσμευμένοι να δουλεύουμε με διαφορετικούς τρόπους, ακόμα και αν δουλεύουμε προς ένα παρόμοιο αποτέλεσμα. Δεν θα θεωρούσα τη μουσική μου ως κλασική που συναντάει την electronica, γιατί δεν υπήρξε ποτέ πράγματι μια συνειδητή απόφαση στο μυαλό μου για ένα τέτοιο πάντρεμα. Και είναι και το άλλο, ότι ποτέ δεν αντιμετώπισα αυτά τα δύο είδη μουσικής ως εντελώς ξεχωριστά. Και ο Stockhausen χρησιμοποίησε ηλεκτρονικά και ο Aphex Twin έπαιξε με έγχορδα!».
Έχεις επιλέξει να ζεις και να εργάζεσαι στο Manchester. Τι έχει να σου δώσει μια τέτοια πόλη; Υπάρχουν πράγματα τα οποία να σου λείπουν από τον αγγλικό νότο, όπου μεγάλωσες;
«Θα είμαι πολύ ειλικρινής: η Αγγλία γενικά είναι ένας γυμνός ξερότοπος για οτιδήποτε το δημιουργικό. Για μένα αποτελεί μια ανωμαλία μέσα στη Δυτική Ευρώπη, από την άποψη ότι οποιαδήποτε μορφή κουλτούρας αντιμετωπίζεται ως ένα ανοήτο χόμπι, αντί να αποτελεί δομικό συστατικό της κοινωνίας. Αυτό είναι εξουθενωτικό, μοιάζει με το να χτυπάς το κεφάλι σου σε έναν τοίχο με τούβλα - ενώ είναι και ντροπιαστικό σε κάποιον βαθμό. Σχεδιάζω να φύγω για τα καλά από την Αγγλία μέσα στη χρονιά, ώστε να μην αποτελεί δικό μου πρόβλημα πια!».
Έχεις ξανάρθει στην Ελλάδα; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη προσδοκία από μέρους σου για την εμφάνισή σου στο Kinky Kong;
«Αυτή θα είναι η πρώτη μου επίσκεψη στην Ελλάδα, οπότε δεν ξέρω τι να περιμένω! Η Αθήνα πάντως έχει φήμη ότι είναι όμορφη πόλη, γι’αυτό και ανυπομονώ να βρω λίγο ελεύθερο χρόνο, ώστε, για λίγες τουλάχιστον ώρες, να γίνω τουρίστας και να περιπλανηθώ εξερευνώντας τα δρομάκια της. Όσο για το live, δεν ξέρω τι να περιμένω από το ελληνικό ακροατήριο. Δεν θυμάμαι να έχω ακούσει καμία ιστορία για αυτό από άλλους μουσικούς - ούτε καλή, ούτε κακή! Είμαι όμως σίγουρος ότι θα είναι μια φανταστική βραδιά. Καθώς για μένα συμβαίνει να είναι και η τελευταία ημερομηνία της παρούσας περιοδείας μου, θα είναι πολύ σπέσιαλ, ό,τι κι αν συμβεί!».
Έχεις άλλα μελλοντικά σχέδια αυτή τη στιγμή, πέρα από την περιοδεία σου;
«Όπως είπα εν συντομία και πιο πάνω, υπάρχει ένα δεύτερο album στα σκαριά, όπως, ελπίζω, και ένα album σε συνεργασία με τον Danny Saul, κάτω από το όνομα Liondialer - ένα αυτοσχεδιαστικό ντουέτο που έχουμε φτιάξει μαζί. Πέρα από αυτά, τούτη η χρονιά πρόκειται να έχει πολλά live, μαζί ίσως με κάποιες πιο ασυνήθιστες κυκλοφορίες σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, πριν την κυκλοφορία των albums. Γενικά, ανυπομονώ πολύ για το 2008!».