Ήταν η χρονιά του Γιώργου Γούση. Το low-budget Μαγνητικά Πεδία, πέραν κάθε πρόγνωσης και προσδοκίας, ήταν το μεγάλο hit του εγχώριου κινηματογραφικού 2022 -σε μια πολύ δύσκολη κατά τα άλλα χρονιά για τις κινηματογραφικές αίθουσες- έκοψε πάνω από 30.000 εισιτήρια, τιμήθηκε με πέντε βραβεία Ιρις από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, προτάθηκε από την Ελλάδα για το Οσκαρ Διεθνούς Ταινίας και άφησε πίσω του εικόνες, τραγούδια, ατάκες, αφίσες, διάθεση για μοίρασμα, όρεξη για roadtrips και αισθήματα τρυφερότητας προς ένα instant classic ροζ-μαύρο αυτοκίνητο.
Λίγους μόλις μήνες μετά τον εισπρακτικό θρίαμβο της πρώτης του ταινίας, ο Γιώργος Γούσης επιστρέφει, στρέφοντας αυτή τη φορά την κάμερα στη ζωή του αδερφού του και τον αθέατο κόσμο του μπρα ντε φερ, μέσα από την ιστορία ενός χειροπαλαιστή που ασφυκτιά στην επαρχία και μετακομίζει στην Αθήνα για να κυνηγήσει τα όνειρά του. Το Χειροπαλαιστής -που είχε αρχικά παρουσιαστεί ως ντοκιμαντέρ μικρού μήκους, απορρίφθηκε μεν από το Φεστιβάλ Δράμας, αλλά κέρδισε το δεύτερο βραβείο στις Νύχτες Πρεμιέρας το 2020 και το Ιρις Καλύτερου Ντοκιμαντέρ Μικρού Μήκους την ίδια χρονιά- δεν είναι απλά το πορτρέτο ενός ονειροπόλου, αλλά το αλληγορικό ψυχογράφημα ενός ανθρώπου που παλεύει να κάνει τη ζωή του να πάρει μπρος.
Μιλήσαμε με τον Γιώργο Γούση για την παρεξηγημένη τέχνη του ντοκιμαντέρ, τον αδερφό του, τον ίδιο, το ελληνικό σινεμά, τα Όσκαρ και φυσικά τη μουσική της ταινίας.
1. Χειρο-με πλάγια γραμματοσειρά-παλαιστής. Ο παρατηρητικός θεατής καταλαβαίνει ήδη από τους τίτλους αρχής πως δεν πρόκειται για μία ταινία για το μπρα ντε φερ. Αν τα Μαγνητικά Πεδία ήταν μια ταινία για τη συντροφιά, αυτή είναι μια ταινία για το πώς είναι να παλεύεις μια ζωή μόνος σου;
Προτιμώ τις ταινίες που δεν είναι για ένα πράγμα μόνο, αλλά με αφορμή ένα θέμα, ανοίγονται σε περισσότερα ερωτήματα. Όσο φτιάχναμε την ταινία, είχαμε αποφασίσει να διερωτηθούμε πάνω στο θέμα του εγκλωβισμού και της ασφυξίας του εαυτού. Εμείς, οι σύγχρονοι άνθρωποι, έχουμε την τάση να κλεινόμαστε στον εαυτό μας, να γιγαντώνουμε τα προβλήματά μας, να αγνοούμε τα προβλήματα των άλλων και κατ’ επέκταση να οδηγούμαστε στη δυσκολία των σχέσεων και στη μοναξιά. Πιο πολύ από το «να παλεύω μια ζωή μόνος μου», θα έλεγα ότι η ταινία είναι για το «να παλεύω μια ζωή με τον εαυτό μου».
2. Αισθάνομαι ότι η λέξη ντοκιμαντέρ δεν ταιριάζει εδώ. Πιο πολύ βλέπεται σαν ταινία με πρωταγωνιστή έναν ερασιτέχνη (αλλά ταλαντούχο) ηθοποιό που υποδύεται τον εαυτό του, παρά σαν «ριάλιτι» γύρω από την καθημερινότητα του αδερφού σου. Πόσο αυθεντικός είναι ο Πάνος Γούσης του Χειροπαλαιστή;
Είναι τεράστια παρεξήγηση το τι είναι το ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα και είναι και τεράστια κουβέντα γενικά. Ελάχιστοι γνωρίζουν και βλέπουν τα ντοκιμαντέρ της Εύας Στεφανή, του Σταύρου Ψυλλάκη, του Κουτσάφτη κ.ά. που δεν έχουν καμία μια σχέση με συνεντεύξεις, ρεπορτάζ ή ριάλιτι, που με αφορμή την παρατήρηση πραγματικών προσώπων και καταστάσεων, δημιουργούν μια αλληγορία ή στοχάζονται πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, που πάντα σαν τελικό προϊόν έχει τα χαρακτηριστικά και την αφήγηση μιας ταινίας. Για μένα προσωπικά, δεν έχει καμία σημασία πως συλλέγεις το υλικό σου και αν αυτό ξεκινάει από την πραγματικότητα ή όχι. Σημασία έχει τι διαχείριση κάνεις μετά, για ποιο λόγο κινηματογραφείς και με ποιο πρίσμα μοντάρεις την ταινία σου στο τέλος. Αυτό που θέλω να πω, είναι ότι δεν έχει καμία σημασία να απαντήσω πόσο αυθεντικός είναι ο Πάνος Γούσης του Χειροπαλαιστή σε σχέση με τον Πάνο Γούση στη ζωή του, γιατί δεν ήταν ποτέ το ζητούμενό μας αυτό. Σκοπός είναι μέσα από αλληλουχία σκηνών, να αναδειχθεί μια αλήθεια στα μάτια του θεατή, όχι να είναι αληθινές οι σκηνές.
3. Και σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης, ό,τι βλέπουμε είναι σκηνικά που απλά συνέβησαν ή υπάρχουν και σκηνοθετημένες σκηνές (πχ ο Πάνος με την κοπέλα του, η σκηνή στη γέφυρα, η σκηνή με το λεωφορείο στο τέλος)
Μακάρι να ήμουν τόσο δεινός σεναριογράφος ώστε να σκεφτώ και να στήσω την σκηνή με τα κύπελλα στον αγώνα ή την τόσο αλληγορική τελική σκηνή με το λεωφορείο.
4. Όπως και στα Μαγνητικά Πεδία, εντόπισα αρκετά πλάνα στον Χειροπαλαιστή που μου θύμιζαν καρέ από κόμικ. Αυτό συμβαίνει εσκεμμένα, θέλεις να γίνει κάπως σαν «υπογραφή» σου ή συμβαίνει αναπόφευκτα λόγω της αισθητικής σου ως comic artist;
Δεν μπορώ να φανταστώ σε ποια πλάνα αναφέρεσαι, άρα σίγουρα δεν το κάνω εσκεμμένα. Μάλλον είναι κομμάτι της αισθητικής μου γενικά, γιατί, απ’ ό,τι θυμάμαι, και όταν έκανα κόμικ μου λεγανε πολλοί ότι μοιάζουν με πλάνα από ταινίες, οπότε δεν ξέρω πού βρίσκεται η αλήθεια σε όλο αυτό. Μάλλον κάπου στη μέση, όπως πάντα.
5. Ο λόγος που ήθελες να κάνεις αυτή την ταινία ήταν για να πεις εσύ μια ιστορία ή για να βοηθήσεις τον αδερφό σου να βρεθεί μπροστά από την κάμερα, κάτι που και μέσα από την εξέλιξη της πλοκής μοιάζει να θέλει πολύ;
Ξεκινήσαμε να κάνουμε αυτή την ταινία κυρίως από περιέργεια και ανάγκη να αναμετρηθούμε με την κινηματογραφική πράξη. Είχε κορεστεί η σχέση μου με τη μοναξιά και την ακινησία του σχεδιαστηρίου μου και έψαχνα περιπέτειες και προβλήματα. Δεν γνώριζα ούτε αν εγώ μπορώ να σκηνοθετήσω μια ταινία, ούτε αν ο αδερφός μου μπορεί να παίξει. Όλα αυτά τα ανακαλύψαμε στην πορεία και επειδή προσθέτει κάτι στην αφήγηση του Χειροπαλαιστή, μια εκδοχή ονείρων που κυνηγάει ο ήρωας μας ακόμα, τα εντάξαμε στην ταινία.
6. Υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στον Γούση τον Χειροπαλαιστή και τον Γούση τον σκηνοθέτη;
Σίγουρα θα υπάρχουν, αφού, με έναν τρόπο κι εγώ τον εαυτό μου αντιμετωπίζω κάθε φορά στη διαδικασία της δημιουργίας, τα πράγματα που με γοητεύουν παρατηρώ και αυτά που νιώθω πως έχουν μια προέκταση σε μένα διερευνώ. Πάντα στο βάθος ενός έργου βρίσκεις τον δημιουργό του. Αυτό που προσπαθώ να αποφεύγω, είναι να με βρίσκεις και στην επιφάνεια του έργου.
7. Γνωρίζω ότι σας δένει φιλία πολλών χρόνων με τον Pan Pan που ανέλαβε τη μουσική της ταινίας, θεωρώ μάλιστα ότι είναι και ένα από τα μεγάλα της ατού. Θέλεις να μας μιλήσεις λίγο για το πώς προσέγγισε ο Παναγιώτης το υλικό και πόσο γρήγορα κατάφερε να βρει τον ήχο του Χειροπαλαιστή;
Όπως επίσης και με τον Χάρη Νείλα με δένει φιλία πολλών χρόνων, που συνυπογράφει την μουσική μαζί με τον Παναγιώτη και είμαι τρομερά χαρούμενος που μπορώ να συνεργάζομαι με τους φίλους μου. Η αλήθεια είναι πως δεν συναντήσαμε μεγάλες δυσκολίες στο να βρούμε τον ήχο του Χειροπαλαιστή γιατί ένιωθα από την πρώτη στιγμή πως είναι αρκετά κοντά στους ήχους και την αισθητική του Pan Pan και κατ’ επέκταση, υπάρχει και μια 90ς καγκουριά στην αισθητική των αγώνων μπρα ντε φερ, που μας οδήγησε από μόνη της. Εκεί που έγινε η πιο σημαντική δουλειά είναι η σκηνή του δεύτερου αγώνα, όπου στον πρωτότυπο ήχο της ταινίας υπάρχει τρομερή φασαρία, τα λόγια είναι ελάχιστα και τον τόνο και το συναίσθημα της σκηνής τον παίρνει ο θεατής από τη μουσική και τις εναλλαγές της διάθεσής της. Αυτή η σεκάνς είναι από τις πιο έντονες της ταινίας και τα παιδιά έκαναν τρομερή δουλειά.
8. Βρίσκω τέλειο το ότι (σε μια εποχή που υπάρχει ακατάσχετη «φλυαρία») οι ταινίες σου είναι τρομερά σφιχτές, δεν πλατειάζουν, δεν ξεπερνούν τη 1.30 ώρα, έχουν να πουν κάτι και το λένε, τις παίρνεις μαζί σου όταν φεύγεις από την αίθουσα. Υπάρχει «σωστή» διάρκεια ταινίας όταν μιλάμε για low budget DIY κιν/φο; Θέλω να πω, πόσο λίγο ή πολύ σε απασχολεί το θέμα της συνολικής διάρκειας στο μοντάζ;
Σίγουρα στη διάρκεια μιας ταινίας δεν παίζει ρόλο το low budget και το DIY. Όταν μοντάραμε εγώ και ο Δημήτρης Πολύζος, προσπαθούσαμε σκληρά να αποξενωθούμε από το υλικό μας και να μπούμε στον ρόλο του πιο επικριτικού και γκρινιάρη θεατή. Να μην βάλουμε μια σκηνή ή ένα πλάνο απλά επειδή είναι όμορφο ή το αγαπάμε, αλλά να μπει στην ταινία μόνο αν εξυπηρετεί σε κάτι την αφήγησή της. Φυσικά η αντικειμενικότητα έχει και τα όρια της. Γι’ αυτό, κάποια στιγμή περνάμε στο στάδιο των προβολών, όπου τεστάρουμε την ταινία σε έναν μικρό αριθμό επιλεγμένων θεατών για να παρατηρήσουμε τις αντιδράσεις τους και να συζητήσουμε μαζί τους μετά. Κάθε ταινία έχει τον ρυθμό και τη διάρκεια που της αρμόζει και εσύ σαν δημιουργός καλείσαι να τον ανακαλύψεις. Γενικά όμως, δεν θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει κάποιος κανόνας πέρα από τη βαρεμάρα.
9. Είναι Δεκέμβριος του 2022, οι κιν/φικές αίθουσες χαροπαλεύουν, μα εσένα ήταν η χρονιά σου, είσαι king of the world. Πώς νιώθεις;
Μακάρι να ήταν τόσο απλή η ζωή. Όλα αυτά τα ζήσαμε και τα χαρήκαμε πολύ όταν έγιναν, αλλά ανήκουν πια στο παρελθόν. Τώρα η ζωή συνεχίζεται και εμείς οφείλουμε να ψάξουμε για νέες λύπες και νέες χαρές. Πάντως, το θέμα της κρίσης των χειμερινών αιθουσών κινηματογράφου στην Ελλάδα είναι τεράστιο και χρήζει δράσεων αντιμετώπισής του. Αν μια ταινία δεν αυξάνει εκθετικά τους θεατές της, σημαίνει ότι δεν έχει επίδραση στον κόσμο που την βλέπει και δεν λειτουργεί το word of mouth, άρα είναι δικό της πρόβλημα. Αλλά, το να μην πηγαίνει ούτε καν ένας πολύ σκληρός πυρήνας 1000 θεατών να δει μια ταινία (γιατί για τόσο μεγάλο πρόβλημα μιλάμε) και να την κρίνει, σημαίνει πως άλλοι παράγοντες ευθύνονται γι’ αυτό και δεν είναι ο κόβιντ, γιατί την ίδια στιγμή, τα θέατρα είναι ασφυκτικά γεμάτα.
10. Πες αλήθεια. Έχεις προβάρει ποτέ έναν υποθετικό ευχαριστήριο λόγο σου στα Όσκαρ; Τι θα έλεγες;
Ο Θεός να με κάψει, δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς! Δεν ονειρεύομαι ποτέ άπιαστα όνειρα. Ένα βήμα τη φορά, λίγα μέτρα εκτός των ορίων σου, λίγη ανακάλυψη του εαυτού σου πιο βαθιά, είναι καλά. Όλα τα υπόλοιπα είναι ανεμοσκορπίσματα...
Η νέα ταινία του Γιώργου Γούση Χειροπαλαιστής προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες σε διανομή του Cinobo.