φωτογραφίες: Ευτυχία Βλάχου
Οι ελάχιστες πληροφορίες που υπάρχουν στο διαδίκτυο, δημιουργούν μυστήριο γύρω από την ύπαρξη σου. Μπορείς λοιπόν να μας πεις μερικά λόγια για σένα; Ποιος άνθρωπος κρύβεται πίσω από τον Johnny Labelle; Και ποια είναι η ιστορία του με τη μουσική;
Το πρώτο όργανο που ξεκίνησα να μαθαίνω ήταν πιάνο, στο δημοτικό.
Η φίλη μου, η οποία έπαιζε ήδη κάποια χρόνια, είχε αποφασίσει να πάει σε μουσικό σχολείο· και επειδή δεν ήθελα να την αποχωριστώ, αποφάσισα να ξεκινήσω κι εγώ, για να είμαστε στο ίδιο σχολείο. Το παράτησα πολύ γρήγορα γιατί δεν μπορούσα να διαχειριστώ την αφοσίωση και τη μελέτη που χρειαζόταν. Το ίδιο συνέβη και αργότερα, στην εφηβεία, με την κιθάρα. Αν και με αυτήν άντεξα κάποια χρόνια.
Έχω μάθει να «περπατάω» στη μουσική χρησιμοποιώντας το ένστικτο, αλλά στην πραγματικότητα δεν παίζω κανένα όργανο. Θα έλεγα ότι περισσότερο χρησιμοποιώ τα όργανα προς όφελός μου.
Έχεις ηχογραφήσει ανεξάρτητα 2 άλμπουμ, μέχρι τώρα. Πόσο δύσκολη ήταν αυτή η διαδικασία; Έχεις προσπαθήσει να αναζητήσεις δισκογραφική στέγη;
Ηχογράφησα 2 δίσκους επειδή είχα την ανάγκη να το κάνω. Όταν θέλεις κάτι πολύ, συχνά εθελοτυφλείς όσον αφορά τα εμπόδια που παρουσιάζονται. Γίνεσαι λίγο αφελής. Κι αυτό κάποιες φορές λειτουργεί προς όφελός σου, κάποιες φορές όχι.
Ωστόσο, σε σχέση με εκείνη την περίοδο, νιώθω πια αρκετά πιο ώριμος, ώστε να μπορώ να προσαρμοστώ σε διάφορες συνθήκες. Έχω ξεκινήσει λοιπόν να γράφω τον καινούριο μου δίσκο, ο οποίος θα κυκλοφορήσει από δισκογραφική εταιρία μέσα στον επόμενο χρόνο.
Η μουσική σου διαθέτει ένα έντονα ονειρώδες στοιχείο. Απευθύνεσαι κυρίως στο συνειδητό ή στον υποσυνείδητο κόσμο του ακροατή;
Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι υπάρχει ένας κόσμος πέρα από αυτόν όπου ζούμε, στον οποίον όλες οι ιδέες ήδη προϋπάρχουν και ο καλλιτέχνης το μόνο που ουσιαστικά κάνει είναι να μαθαίνει να καταδύεται στο απόλυτο σκοτάδι, προσπαθώντας να φέρει κάτι πίσω στην επιφάνεια. Προσωπικά πιστεύω πως, για να μπορείς να απευθυνθείς στον προσωπικό κόσμο ενός ακροατή, πρέπει πρώτα να μπορείς να τολμήσεις να βουτήξεις σε αυτά τα αχαρτογράφητα νερά. Δεν ξέρω αν το έχω καταφέρει, πάντως δουλεύω προς αυτήν την κατεύθυνση.
Μπορείς να μας μιλήσεις για τις στιχουργικές θεματικές της φετινής σου δουλειάς Cold Fruit; Γράφεις από τη μεριά του αφηγητή ή του πρωταγωνιστή τις ιστορίες των κομματιών σου;
Όταν σκέφτομαι το Cold Fruit, μου έρχεται αμέσως στο μυαλό το ρόδο μέσα στη γυάλα από την ταινία Η Πεντάμορφη και το Τέρας. Μια ελπίδα σε διαρκή αναμονή. Η αγάπη και το αντίθετό της: η απάθεια. Ένας σπόρος που έχει μεν φυτευτεί, αλλά καθυστερεί ασυνήθιστα πολύ για να φυτρώσει. Μια προβληματική προσκόλληση στο παρελθόν. Ένας οργανισμός σε κρυοσυντήρηση, για τον οποίον δεν είμαστε πια σίγουροι αν θα ήταν ακόμα ζωντανός ή εδώ και πολύ καιρό νεκρός, στην περίπτωση που τον επιστρέφαμε στην αρχική του θερμοκρασία.
Επιπλέον, δίνεις μεγάλη βάση στο αισθητικό μέρος που συνοδεύει τις δουλειές σου. Έχεις ένα ευρύτερο οπτικοακουστικό όραμα για την τέχνη σου; Μπορείς να μας μιλήσεις λίγο για τη συνεργασία σου στα βιντεοκλίπ με τους Aaron Khandros, Karissa Hahn και Andrew Kim;
Με τον Aaron, είμαστε φίλοι και συνεργάτες. Δουλέψαμε μαζί, σκληρά, για να δημιουργηθεί το Cold Fruit. Για έναν περίπου χρόνο κρατούσαμε καθημερινή επικοινωνία μέσω Skype, εκείνος στη Νεα Υορκη κι εγώ στην Αθήνα, ανταλλάσσοντας ιδέες, γραπτά, ποιήματα και ταινίες. Του έστελνα σε εβδομαδιαία βάση το υλικό που δούλευα και εκείνος μου έδινε feedback.
Παράλληλα εργαστήκαμε στο να δημιουργήσουμε μια οπτική ταυτότητα για τον δίσκο. Συνεργαστήκαμε με σκηνοθέτες όπως η Karissa Hahn και ο Andrew Kim, ο Zachary Epcar, η Martha Colburn, ο παραγωγός John Schmidt και άλλοι.
Πέρα από τις μουσικές πηγές έμπνευσης, από ποιες άλλες τέχνες αντλείς ιδέες για το έργο σου;
Όταν βλέπω εικόνες, σκέφτομαι μουσική· και όταν ακούω μουσική, σκέφτομαι κατά κάποιον τρόπο εικόνες.
Θα έλεγα, ωστόσο, ότι περισσότερο από όλα με εμπνέει η απόλυτη ησυχία. Με απασχολεί το πώς μπορεί κανείς να αποτυπώσει μουσικά ένα ερέθισμα που υπάρχει θαμμένο μέσα σε παράσιτα του ραδιοφώνου και δεν μπορεί να αποδοθεί εύκολα με τη γλώσσα.
Βρίσκεσαι εδώ και κάποιον καιρό στα μουσικά πράγματα της πόλης. Πώς βλέπεις την εξέλιξη της μουσικής δραστηριότητας στην Αθήνα; Έχουν βελτιωθεί ή χειροτερέψει τα πράγματα;
Πιστεύω ότι η Αθήνα διαρκώς εξελίσσεται. Κι αυτό γιατί οι καλλιτέχνες που ζουν και εργάζονται σε αυτήν προσπαθούν πραγματικά να δημιουργήσουν και να εκφραστούν στις πιο αντίξοες συνθήκες και με τα λιγότερα δυνατά μέσα. Με συγκινεί πολύ αυτή η προσπάθεια και αισθάνομαι μεγάλο σεβασμό απέναντι σε όλους τους καλλιτέχνες, ανεξαρτήτως αν προσωπικά μου αρέσει η μουσική τους ή όχι.
Μπορείς να μας μιλήσεις για τις επερχόμενές σου εμφανίσεις; Πόσο σημαντική είναι για σένα η live εμπειρία;
Θα εμφανιστώ στο Four Days in Aegina στις 25/7 μεταξύ των Smalfeels, Colour For Α Rebel και Magic Island. Στη συνέχεια στο Saristra Festival στις 3/8. Παράλληλα, έχω αρχίσει ήδη να σχεδιάζω κάποια τουρ για τη νέα σεζόν, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
Ο φίλος μου ο Chris Scott κάποτε μου είπε ότι, όταν παίζει λάιβ, νιώθει σαν να κάνει μάγια. Νιώθω σε μεγάλο βαθμό κάπως έτσι κι εγώ. Όταν παίζεις λάιβ γίνεσαι κατά κάποιον τρόπο λίγο μάγος.
{youtube}9lnLvvl5unI{/youtube}