Ανδρέας Κύρκος

Μετά από 38 χρόνια συνεχούς παρουσίας στο Α’ Πρόγραμμα από το 1975, η ιστορική εκπομπή του Γιάννη Πετρίδη «Από τις 4 στις 5» σταμάτησε με το βίαιο κλείσιμο της ΕΡΤ, το καλοκαίρι του 2013. Τώρα, έπειτα από 4 χρόνια, η εκπομπή συνεχίζεται από εκεί όπου έμεινε. Πρόκειται για ένα ευτυχές γεγονός για όλους εμάς που μεγαλώσαμε μαζί της και γαλουχηθήκαμε με τα σχόλια, τις επιλογές και τη διεισδυτική ματιά του Πετρίδη. Σαν παλιός και πιστός ακροατής, χάρηκα ιδιαίτερα που είχα την ευκαιρία να μιλήσω εφ’ όλης της ύλης μαζί του με αφορμή το σημερινό του ραντεβού με το μικρόφωνο της ΕΡΤ, στις 16:00 ακριβώς. Όπως πάντα, τον βρήκα φορτωμένο με CD και περιοδικά, έτοιμο να μεταδώσει τις γνώσεις του και το ασίγαστο πάθος του για τη μουσική...

φωτογραφίες

2: Με τη Roberta Flack
3: Με τον παραγωγό Jerry Wexler
4: Στα studio της Sun, στο Μέμφις του Τενεσί
5: Στο studio της ΕΡΤ με τον Peter Hammill
6: Στο κινηματογραφικό μουσείο του Lone Pine, στην Καλιφόρνια

Αισθάνεστε μια δικαίωση και πιθανά μια προσωπική ηρεμία που επέστρεψε η εκπομπή σας στο φυσικό της σπίτι, στη συχνότητα της ΕΡΤ;

Δεν ξέρω αν είναι δικαίωση, αλλά σίγουρα νιώθω μια ηρεμία. Όπως θα θυμούνται οι ακροατές μου, όταν έκλεισε η ΕΡΤ δεν είχα προλάβει ούτε να τους πω αντίο, επειδή εκείνη την περίοδο έτυχε να λείπω στο εξωτερικό. Έμεινε έτσι μια αίσθηση ανολοκλήρωτου και ήρθε η ώρα να συνεχιστεί. Θέλω λοιπόν να ευχαριστήσω τον πρόεδρο της ΕΡΤ, τον Διονύση Τσακνή, αλλά και τον διευθυντή ραδιοφωνίας, τον Γιώργο Γιουκάκη, που εδώ και μήνες προσπαθούσαν να ξεπεράσουν διάφορα ζητήματα για να ξεκινήσει ξανά η εκπομπή. Το «Από τις 4 στις 5», άλλωστε, είναι εκπομπή έρευνας και πρέπει να ανήκει σε σταθμό ενημέρωσης. Πρόσφατα, δεν σου κρύβω πως είχα προτάσεις από δύο επίσης ειδησεογραφικούς σταθμούς, προτίμησα όμως την ΕΡΤ. Μαζί μου δεν θα είναι αυτή τη φορά ο Κώστας Ζουγρής, αλλά ο γιός του, ο Δημήτρης Ζουγρής, ώστε να υπάρχει μια φυσική συνέχεια.

Τι αναμνήσεις σας άφησε η συνεργασία με το Βήμα αυτά τα 3 χρόνια που βρεθήκατε εκεί;

Έμεινα πολύ ευχαριστημένος από τους ανθρώπους εκεί, καθώς απ' την αρχή με έκαναν να νιώσω σαν στο σπίτι μου. Όταν είσαι τόσα χρόνια κάπου και φεύγεις, πάντα είναι δύσκολο κι εγώ είμαι άνθρωπος με τέτοιες αναστολές. Στο Βήμα FM μου έδωσαν απόλυτη ελευθερία να παίζω ό,τι θέλω. Πρέπει να επισημάνω ότι στάθηκα τυχερός που μου έκανε την πρόταση ο Βασίλης Χιώτης, σχεδόν αμέσως μετά το ξαφνικό τέλος της εκπομπής, οπότε το στενάχωρο για εμένα χρονικό διάστημα που θα έμενα εκτός ραδιοφώνου δεν θα ήταν μεγάλο. Είναι σημαντικό, γιατί αγαπάω πολύ αυτό που κάνω.

Το κοινό που άκουγε Βήμα FM, πώς αντιμετώπισε την εκπομπή;

Ξαφνικά, βρέθηκα να απευθύνομαι και σε ένα κοινό που δεν ήταν το δικό μου. Στην ΕΡΤ είχα μαζέψει δηλαδή ένα σύνολο ακροατών που ήξεραν ποιος είμαι και τι έκανα κάθε μέρα στις 4· ενώ στο Βήμα είχα πάντα ενδοιασμούς όσον αφορά κάποιες εξεζητημένες μουσικές επιλογές και κατά πόσο θα είχαν ανταπόκριση. Για παράδειγμα, πέθανε ο Lemmy και ήθελα πολύ να κάνω ένα μεγάλο αφιέρωμα στους Motörhead, αλλά δεν ήμουν σίγουρος ότι το κοινό εκεί θα άντεχε έναν καταιγισμό από metal τραγούδια. Αυτό είναι κάτι που στην ΕΡΤ δεν θα το σκεφτόμουν ούτε στιγμή. Βέβαια, με αφορμή τον θάνατο του David Bowie έκανα μια βδομάδα αφιέρωμα στη μνήμη του, αυτό δεν το φοβήθηκα καθόλου.

77yPetrd_2.jpg

Προφανώς στο 2017 δεν μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο Ροκ Κλαμπ, που θα αφήσει ανάλογο αποτύπωμα στα ερτζιανά σε σχέση με τις παλιότερες, θρυλικές περιόδους της εκπομπής...

Ροκ Κλαμπ δεν μπορεί να ξαναγίνει, ούτε από εμένα, ούτε από κανέναν. Εκπομπή που να ενημερώνει τον ακροατή και να τον ωθεί να αγαπήσει τη μουσική με τον τρόπο που την αγάπησαν οι προηγούμενες γενιές, δεν μπορεί να υπάρξει. Πλέον, διανύουμε μια εποχή που ο καθένας αποφασίζει από μόνος του τι θα αναζητήσει να ακούσει από πλατφόρμες όπως το Spotify, το Tidal, το YouTube ή τα χιλιάδες ιντερνετικά ραδιόφωνα με τις εξειδικευμένες playlists. Άλλωστε η σημερινή μουσική δεν προσφέρεται για μια τέτοια εκπομπή. Η γενιά μου ήταν τυχερή, γιατί είχαμε μια σπουδαία κληρονομιά από συγκροτήματα και τραγουδιστές που καθήλωναν τον πλανήτη. Από την εποχή του διαδικτύου και μετά, η μουσική απλά καταναλώνεται· και θα έλεγα ότι από το ένα αυτί μπαίνει και από το άλλο βγαίνει.

Σίγουρα βέβαια υπάρχει ακόμα ένα μικρό ακροατήριο, το οποίο αγαπάει τη μουσική. Σε αυτό το μικρό ακροατήριο θα στοχεύσω αυτή τη φορά: αποτελείται από μεγαλύτερους σε ηλικία ακροατές, που με ακούνε από παλιά και ξέρουν τι κάνω, αλλά και από νεότερους που δεν νοιάζονται μόνο να ακούσουν φευγαλέα ένα τραγουδάκι πριν συνεχίσουν στο επόμενο, μα ενδιαφέρονται να μάθουν ιστορίες πίσω από τη μουσική και γύρω από τον κάθε καλλιτέχνη.

Το ψάξιμο γύρω από τις ιστορίες θα είναι δηλαδή ξανά το «α» και το «ω» της εκπομπής;

Σε αυτήν την εκπομπή δεν πρωταγωνιστώ εγώ, αλλά τα τραγούδια. Τα οποία δεν χρησιμοποιώ σαν μουσικά χαλιά για να προτείνω events ή κάποιο μπαρ για ποτό. Το πρόγραμμά μου δεν ήταν ποτέ lifestyle και ποτέ δεν θα γίνει. Το κοινό που ενδιαφέρεται για τη μουσική ίσως να είναι μικρό πια, θέλω πάντως να το βρω. Γι’ αυτό και προτιμώ να είμαι στην ΕΡΤ, όπου δεν υπάρχει το δρεπάνι της ακροαματικότητας πάνω από το κεφάλι μου. Θέλω στην καρδιά της εποχής που ο κόσμος έχει εθιστεί στις έτοιμες playlists και στις εύκολες επιτυχίες, να κάνω μια διαφορετική πρόταση.

Τι θα μπορούσε να περιμένει ένας πολύ νέος σε ηλικία ακροατής, ο οποίος πιθανά να μην σας έχει ακούσει ποτέ, από αυτό το νέο ξεκίνημα της εκπομπής;

Έχω έναν δικό μου τρόπο σκέψης. Επιλέγω να μην απευθύνομαι σε ακροατές που έχουν περιορισμένη γκάμα ακουσμάτων και συγκεκριμένες απαιτήσεις. Μπορεί κάποιος να θέλει να ακούει όλη μέρα ηλεκτρονική μουσική ή όλη μέρα heavy metal, εγώ όμως δεν μπορώ να τον ικανοποιήσω. Κι εγώ αγαπώ το heavy metal και μεγάλωσα με Black Sabbath, αλλά δεν μπορώ να παίζω ένα είδος –θέλω να παρουσιάζω διαφορετικά πράγματα.

Θα απευθυνθώ λοιπόν σε έναν πιτσιρικά που ενδιαφέρεται για τον Father John Misty, για να τον οδηγήσω στον θαυμάσιο Elton John της πρώτης πενταετίας του 1970. Αν σε κάποιον ακροατή αρέσει ο καινούριος Paul Weller, θα έχει την ευκαιρία να ακούσει και μια αναδρομή στους μέντορές του, τους Who ή τους Kinks, και να μάθει για τους Style Council. Θα παίξω το καινιούριο της Alison Krauss –κάτι που μπορεί να ξενίσει, γιατί ανήκει στο bluegrass– αλλά θα του θυμίσω πως αυτή έχει κάνει άλμπουμ συνεργασίας με τον Robert Plant.

Θα σου δώσω ένα ιδανικό παράδειγμα με κάτι που συνειδητοποίησα βλέποντας το νέο Twin Peaks του David Lynch. Χάρηκα ιδιαίτερα που αυτός ο σπουδαίος σκηνοθέτης, ο οποίος είναι της γενιάς μου, έβαλε στο ίδιο επεισόδιο –με το ίδιο στυλ και με την ίδια φροντίδα– να ακουστούν και το κομμάτι φωνητικής soul των Platters και το σκληρό industrial των Nine Inch Nails. Δεν μπορούν να το κάνουν όλοι. Πρέπει να αγαπάς με το ίδιο πάθος τόσο διαφορετικά πράγματα, όπως είναι οι Platters της δεκαετίας του 1950 και οι Nine Inch Nails, για να το κάνεις σωστά. Αυτό που σου περιέγραψα με το Twin Peaks, είναι ακριβώς το πνεύμα της εκπομπής.

77yPetrd_3.jpg

Σαν παλιός και πιστός ακροατής, γνωρίζω ότι κάνετε την εκπομπή από προσωπική αγάπη για τη μουσική και το ραδιόφωνο. Τι είναι αυτό που ανυπομονείτε να κάνετε στον νέο κύκλο; Κάποιο αφιέρωμα στο παρελθόν ίσως;

Η εκπομπή αυτή, από την πρώτη στιγμή, ήταν αποτέλεσμα προσωπικής μου ευχαρίστησης. Το μόνο που με ενδιέφερε λοιπόν, ήταν να μεταδώσω το πάθος μου: έστω κι ένας να ανακάλυπτε κάτι που πρότεινα, αποτελούσε επιτυχία. Και τώρα κάτι ανάλογο θα ήθελα συμβεί, οι ακροατές να ανακαλύψουν πράγματα με τον τρόπο μου. Βέβαια οι ακροατές να μην περιμένουν να ανακαλύψουν το καινούριο Remain In Light ή το καινούριο OK Computer ή το νέο Joshua Tree: αυτά δεν ξαναγίνονται. Αλλά, ποιος ξέρει στο μελλον... Πάντως ένα από τα νέα πράγματα που περιμένω να κάνω στο πρόγραμμα, είναι δίπλα στα soundtracks για τον κινηματογράφο να προσθέσω και αναφορές σε τραγούδια τα οποία ακούγονται στις τηλεοπτικές σειρές, καθώς το ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί στην τηλεόραση.

Σαν ακροατές, θυμόμαστε τον διαχωρισμό των ημερών σε Ποπ Κλαμπ τις καθημερινές και Ροκ Κλαμπ τις Παρασκευές και αργότερα στην επικαιρότητα στη Μεγάλη Βρετανία τις Δευτέρες και στις Η.Π.Α. τις Πέμπτες. Θα ακολουθηθεί η ίδια δομή και τώρα;

Η δομή θα είναι διαφορετική. Εδώ και πολύ καιρό είχαμε εγκαταλείψει τον διαχωρισμό Ποπ Κλαμπ και Ροκ Κλαμπ. Όπως ξέρεις, αυτή τη στιγμή υπάρχει μια σημαντική υποχώρηση στο ροκ και μια σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της εμπορικής ποπ. Βλέπεις ότι ακόμα και site όπως το Pitchfork ή το Consequences Of Sound, που ήταν καθαρόαιμα μέσα της εναλλακτικής μουσικής, πλέον γράφουν και και για τον Justin Bieber, αλλά και για την Ariana Grande. Δεν μιλάω καν για Rihanna και Kanye West –αυτά είναι δεδομένα από καιρό.

Από την άλλη, sites μεγάλων, πρωτοποριακών εντύπων, όπως το ΝΜΕ και το Rolling Stone, εδώ και καιρό έχουν μειώσει τη μουσική και έχουν βάλει πολιτική, κινηματογράφο, τηλεόραση, αλλά και διάφορα κοινωνικά θέματα στην ύλη τους. Επομένως οι βασικοί πυλώνες της εναλλακτικής σκηνής κυριαρχούνται από την ποπ και τη σύγχρονη, μαύρη R'n'B κουλτούρα. Είναι δίκαιο να αρέσει αυτή η μουσική σε ένα εφηβικό κοινό: ένα κορίτσι 14 ετών πρώτα θα ακούσει την Ariana Grande και μετά θα περάσει στις Haim. Στην Ελλάδα, βέβαια, για διαφορετικούς λόγους, τόσο αυτή η ποπ, όσο και αυτή η μαύρη R'n'B κουλτούρα δεν έχουν πέραση.

Φταίει γι’ αυτό η ψηφιακή προώθηση από τα mainstream media;

Φυσικά, οι προσεκτικοί ακροατές θα έχουν παρατηρήσει ότι η ευκολία με την οποία διανέμονται οι νέες κυκλοφορίες στο διαδίκτυο ευνοεί τις ποπ επιτυχίες. Για παράδειγμα, όταν θα βγάλει ένα νέο κομμάτι η Taylor Swift θα γίνει της κακομοίρας. Όταν όμως βγάλουν νέο τραγούδι οι Royal Blood –ένα συγκρότημα που τους σνομπάρει το ελληνικό κοινό– ο αντίκτυπος δεν είναι ο ίδιος. Ένα από τα τελευταία συγκροτήματα του rock που είχε σοβαρή απήχηση ήταν οι Arctic Monkeys, αλλά ξεκίνησαν πριν από αυτήν την ολοκληρωτική τάση του διαδικτύου προς την ποπ. Σήμερα, η πρόσβαση είναι εύκολη μόνο σε τραγούδια καλλιτεχνών τύπου Ed Sheeran.

77yPetrd_4.JPG

Συμπεραίνω λοιπόν ότι τα charts σε Αμερική και Βρετανία δεν θα σας απασχολούν στη νέα αρχή της εκπομπής. Έχετε άλλωστε πολλά χρόνια να σχοληθείτε ουσιαστικά με τα hit parade...

Η διαφορά του σήμερα με την εποχή που η εκπομπή ξεκινούσε, όταν τα charts με αφορούσαν, είναι τεράστια. Στη δεκαετία του 1970 και του 1980, τα charts ήταν γεμάτα με καλή μουσική όλων των ειδών. Στις πρώτες θέσεις συναντούσες τους Fleetwood Mac και τον Michael Jackson, τους U2 και τον Rick James. Εδώ και χρόνια έχουν εξαφανιστεί εντελώς τα ποιοτικά πράγματα και έχουν απομείνει μόνο τα προϊόντα της βιομηχανίας. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με το ξεκίνημα της ποπ, όταν ονόματα σαν τους Beatles μονοπωλούσαν το Billboard. Η σπουδαία μουσική που ανέβαινε στα charts, ήταν η καλή ποπ της κάθε εποχής. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και μετά ήρθαν τα πρώτα καθαρόαιμα ροκ ονόματα –όπως οι Cream, οι Iron Butterfly και οι Led Zeppelin– και κυριαρχούσαν στα charts. Αν ανοίξω μια οποιαδήποτε τυχαία σελίδα με τα βιβλία των καταλόγων από τη δεκαετία του 1970 ή του 1980, θα δεις ότι είναι γεμάτα από σπουδαία τραγούδια. Αυτό σήμερα δεν ισχύει. Όπως γνωρίζεις, έχω πάψει να παρουσιάζω ουσιαστικά το Billboard από τις αρχές του 2000, όταν κατάλαβα πού οδηγούνται τα πράγματα. Έκτοτε το ανέφερα πολύ αποσπασματικά.

Ίσως αυτό είναι και μια απάντηση στην κριτική που είχατε δεχθεί για την παρουσίαση των charts...

Όσοι ασκούσαν κριτική, ας δοκιμάσουν να ρωτήσουν τον Thom Yorke για το αν τον ενδιαφέρει να πάει ο δίσκος του στο Νο 1 ή όχι. Μήπως νομίζουν κάποιοι ότι οι Smiths δεν έχουν πάει στα charts; Σχεδόν όλα τα πρώτα τους άλμπουμ είχαν σταματήσει στο νo. 2 στη Μεγάλη Βρετανία, γιατί έπεφταν πάνω στις συλλογές Now!, που τύχαινε να πιάνουν κάθε φορά την κορυφή. Χρόνια αργότερα, όταν ανέβηκαν στο νο. 1 με το Best... I, δήλωσαν χαρούμενοι που επιτέλους τα κατάφεραν και δεν τους είχε ανακόψει ξανά μια συλλογή την πορεία. Μήπως νομίζουν ότι οι Siouxsie & The Banshees δεν έχουν ανέβει στις πρώτες θέσεις; Οι Cure ανέβαιναν στα top σε Αγγλία και Αμερική. Το ίδιο δεν έχει πετύχει η Björk; Το ζήτημα είναι να το πετύχεις με τους δικούς σου όρους, χωρίς να συμβιβαστείς με όσα επιβάλλει η βιομηχανία και χωρίς να τυποποιηθείς προκειμένου να πουλήσεις. Τα ρεκόρ τα έχουν οι Beatles, οι Rolling Stones, οι U2 και ανάλογης αξίας ονόματα. Επίσης ποτέ δεν χρησιμοποίησα την περιγραφή «τα 10 καλύτερα». Όταν αναφερόμαστε στα charts, μιλάμε για «τα 10 δημοφιλέστερα».

Πολλοί εκπρόσωποι της εγχώριας hipster –ας την πούμε έτσι– κοινότητας περιορίζονται στο να αναζητούν περισσότερο τις ανεξάρτητες κυκλοφορίες, όσες ανακαλύπτουν στα blogs και στο indie κύκλωμα που δρα εκτός εταιρειών...

Μα και αυτά που ανακαλύπτουν εκεί, είναι πράγματα των εταιρειών. Δεν υπάρχει συγκρότημα που να μην έχει μια μικρή ή μεγάλη εταιρεία από πίσω. Αυτήν την εποχή, υπάρχουν εκπομπές όπως του Χρήστου Δασκαλόπουλου –ο οποίος κάνει κάλη δουλειά στο 105,5 Στο Κόκκινο– αφοσιωμένες στην ανεξάρτητη σκηνή. Εγώ θεωρώ ότι, όπως ακριβώς είναι μέτριες οι σύγχρονες εμπορικές ηχογραφήσεις, το ίδιο μέτριες είναι και οι ανεξάρτητες κυκλοφορίες, σε σχέση με όσα έβγαζε η σκηνή παλιότερα. Αν είναι τόσο καλά τα σημερινά εναλλακτικά πράγματα, γιατί δεν δημιουργούνται πια δίσκοι με το εκτόπισμα εκείνων των Smiths στην ανεξάρτητη Rough Trade ή των Bad Seeds στη Mute; Γιατί δεν ξεπετιούνται νέοι XTC, που ήταν της Virgin, ή οι νέοι Cocteau Twins ή οι νέοι Dead Can Dance, οι οποίοι γεννήθηκαν από μια φοβερή εταιρεία όπως η 4AD; Αφού υπάρχουν τόσο ταλαντούχες νέες τραγουδίστριες, γιατί δεν γεννιέται μία της κλάσης της PJ Harvey;

Αυτά τα στεγανά, πρέπει να ξεπεραστούν. Ιδανικό παράδειγμα είναι ο Nick Cave, ο οποίος σημειώνει μεγάλη εμπορική επιτυχία από ένα σημείο και μετά. Ο Cave λοιπόν είχε συνεργαστεί με την Kylie Minogue, την οποία δεν είχα σε υπόληψη εξαιτίας της συνεργασίας της με τους Stock, Aitken & Waterman, το τρίο παραγωγών που έβγαζαν εφήμερα τραγουδάκια. Την Kylie, όμως, δεν τη διάλεξε επειδή ήταν ωραία γκόμενα, αλλά γιατί κάτι είδε σε εκείνη. Θα μπορούσε κάλλιστα να επιλέξει μία από τις εκατοντάδες «ανεξάρτητες» για το ντουέτο του.

77yPetrd_5.jpg

Κυρίως η εκπομπή σας, όμως, ήταν αυτή που προώθησε όλα τα ανεξάρτητα ρεύματα στην Ελλάδα. Σωστά;

Έτσι είναι. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ήθελα να προωθήσω την έκρηξη του punk, που αποτελούσε την καρδιά της ανεξάρτητης βρετανικής σκηνής. Στο μεταξύ στην Ελλάδα, περιοδικά όπως ο Ήχος βρίζανε το punk. Τα συγκροτήματα εκείνης της σκηνής είχαν τσαγανό. Το ίδιο και οι μπάντες του new wave στα 1980s, τα παιδιά του αμερικάνικου grunge αργότερα, αλλά και οι Massive Attack και τόσοι ακόμα μετά. Μπορεί να μην ξαναβγούν, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αξιόλογα νέα πράγματα, που μπορεί να βρει κάποιος και να ταιριάξει μαζί τους. Εγώ όμως δεν μπορώ να αναλωθώ σε συγκροτήματα που τα θέλουν μόνο 10 άνθρωποι εδώ. Το πιο εύκολο για εμένα θα ήταν να κάνω μια εκπομπή γεμάτη με άγνωστα ονόματα, μόνο και μόνο για να δείξω ότι τα ξέρω. Όμως δεν μου πάει. Προτιμώ λοιπόν να παίξω τους Sundays από το παρελθόν, παρά το σημερινό, πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα που τους αντιγράφει.

Ποιο είναι το πιο ενδιαφέρον πράγμα που συμβαίνει στη μουσική σήμερα;

Το μόνο ρεύμα που δείχνει ότι έχει να δώσει ακόμα, είναι η μαύρη σκηνή του hip hop και του R’n’B. Σε ονόματα όπως ο Frank Ocean και ο Kendrick Lamar φαίνεται μια ποιότητα. Όχι πως πρόκειται για επανάσταση: αυτό είχε γίνει στη δεκαετία του 1980, όταν και εμφανίστηκαν τα πρώτα rap ονόματα. Όμως σε αυτή τη σκηνή χωράει ακόμα κι άλλο ψάξιμο. Βέβαια το κοινό εδώ έχει μια δική του κρίση στα πράγματα, φερειπείν (σχεδόν) σε κάνεναν εδώ δεν αρέσει ο Kanye West, ο οποίος υπήρξε φοβερός. Αναρωτιέμαι, ήταν μαλάκας ο Lou Reed που πριν πεθάνει είπε πως ο West είναι το συγκλονιστικό πράγμα που είχε ακούσει την περασμένη δεκαετία; Ο Lou Reed, εντωμεταξύ, είναι ο ήρωας όσων βρίζουν τον Kanye West στη χώρα μας. Και δεν είναι μόνο αυτός, όλοι τον έχουν παραδεχτεί ως κορυφαίο. Εμένα δεν με ενδιαφέρει για όσα κοσμικά κάνει και ξεφτιλίζεται με τις Καρντάσιανς, αλλά για τα αριστουργήματα που έβγαλε στο ξεκίνημά του.

77yPetrd_6.JPG

Πώς αξιολογείτε μουσικά το πρώτο μισό του 2017; Υπάρχει κάτι που σας συγκίνησε ή που ξεχωρίσατε πραγματικά;

Από τον Ιανουάριο που σταμάτησα στο Βήμα FM, μέχρι σήμερα, τα καινούρια στοιβάζονται σε μια μεριά για να έρθει η στιγμή να τα παίξω. Έχουν μαζευτεί λοιπόν γύρω στα 200 CD του πρώτου εξαμήνου: τους XX, τους Spoon, την Aimee Mann, τον Sufjan Stevens, τους Algiers, τους Gorillaz και τους Future Islands μεταξύ άλλων. Όμως, οι ακροατές να είναι έτοιμοι να ακούσουν και κάποια ονόματα που περιφρονούνται στην Ελλάδα από τους εμπορικούς σταθμούς, αλλά και από τους λεγόμενους εναλλακτικούς, όπως τους Imagine Dragons, τον DJ Khaled, τον Calvin Harris και τη SZA.

Έχω βέβαια μια ιδιοτροπία: δεν μπορώ να ακούσω και παίξω στην εκπομπή κομμάτια, αν δεν είναι σε βινύλιο ή σε CD, ακόμα και αν προέρχονται από συγκρότημα που αγαπώ. Μπορεί να ακούσω κάτι στο Spotify για να ενημερωθώ, αλλά θα περιμένω να βγει σε βινύλιο ή σε CD για να το απολαύσω. Αρνούμε δηλαδή να ακούσω το υπέροχο πενταπλό κουτί που έβγαλαν οι Magnetic Fields σε mp3. Δεν μπορώ να συνδεθώ μαζί του αν δεν κρατάω το κουτί. Γι’ αυτό λοιπόν στο studio της ΕΡΤ βάλανε ξανά πικάπ (τα οποία είχαν βγει), ειδικά για την εκπομπή. Μόνο κάποιες εξαιρέσεις θα παίξω πριν αποκτήσω το φυσικό προϊόν, όπως το καταπληκτικό νέο τραγούδι των National.

Μέσα στα χρόνια, η εκπομπή σας δημιούργησε σχέση ζωής με τους ακροατές της. Πιστεύετε ότι θα μαζευτούν σιγά-σιγά όλοι και πως θα ξαναφουντώσει αυτή η καθημερινή επικοινωνία με mail και μηνύματα;

Ένας από τους λόγους που πάντα ήθελα να επιστρέψω στην ΕΡΤ, ήταν γιατί έχασα το δυνατό κοινό της επαρχίας. Δεν μπορώ να σου περιγράψω την επικοινωνία με χιλιάδες γράμματα, τηλέφωνα και μηνύματα που έχω δεχθεί από την περιφέρεια. Νομίζω ότι θα μαζευτούν ξανά, μαζί με αρκετούς καινούριους, κυρίως γιατί αυτό που κάνω δεν είναι εκπομπή νοσταλγίας, αλλά ένα παιχνίδι μεταξύ του παλιού και του καινούριου. Οι παλιοί δίσκοι λειτουργούν σαν σημεία αναφοράς για κάποιον που ζει στο παρόν και θέλει να ανοίξει το μυαλό του σε σχέση με την ιστορία.

Θα σου πω ένα παράδειγμα: όταν εγώ μεγάλωνα στη δεκαετία του 1960, δεν μπορούσα να παραδεχτώ τους crooners, γιατί μου ακούγονταν πολύ ξεπερασμένοι. Ούτε καν τρελαινόμουν για τον Elvis Presley. Με τα χρόνια όμως κατάλαβα τι ήταν ο Elvis, αλλά και την αξία των crooners όπως ο Cole Porter και ο Frank Sinatra. Βλέπουμε λοιπόν ότι το 2017, ο απόλυτος rock καλλιτέχνης που βγήκε μετά το 1960 –και αυτός που συνέβαλε τα μέγιστα στο να θεωρηθούν ντεμοντέ οι crooners– ο Bob Dylan, κυκλοφορεί ένα τριπλό άλμπουμ με διασκευές σε τραγούδια του Sinatra. Αυτοί είναι οι κύκλοι που κάνει η ιστορία της μουσικής.

{youtube}K29t_L3CO6A{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured