Βαγγέλης Πούλιος

Έρχεται σε λίγο καιρό ο νέος σας δίσκος. Καταρχάς, σε τι στάδιο βρίσκεται αυτή τη στιγμή και πότε αναμένεται να κυκλοφορήσει;

Αυτές τις μέρες τελειώνει η μίξη και μετά τις τελευταίες διορθώσεις θα φύγει για χάραξη. Φαντάζομαι στα μέσα του Μάρτη θα είναι έτοιμος.

Πρόκειται φυσικά για τραγούδια από τους «Αμερικάνους» του ρεμπέτικου. Εκτός από την παρόμοια μοίρα των ανθρώπων που τα ηχογράφησαν (και φυσικά το ότι ανήκουνε όλα στην ευρύτερη οικογένεια του ρεμπέτικου/λαϊκού τραγουδιού), υπάρχει κάποια πιο ειδική μουσικολογική συνάφεια την οποία θέλατε να αναδείξετε;

Τα περισσότερα από τα τραγούδια που επέλεξα έχουν ηχογραφηθεί με κιθάρες στην Αμερική, με μια ιδιαίτερη τεχνική που τα τελευταία χρόνια ονομάζουμε «τσιμπητή». Χρησιμοποιεί πολλά και διαφορετικά κουρδίσματα για να εξυπηρετηθεί η «αυτονομία» του κιθαρίστα, παίζεται με τα δάχτυλα χωρίς τη χρήση πένας και έχει σαφείς επιρροές από την τεχνική των Αφροαμερικανών μουσικών που έπαιζαν μπλουζ.

Εκτός αυτού, τα συγκεκριμένα ρεμπέτικα έχουν παρόμοιες θεματικές και παρόμοια στιχουργική μεθοδολογία με τα μπλουζ. Και στα δύο είδη χρησιμοποιούσαν πολύ τη μέθοδο της συρραφής δίστιχων, μια τεχνική την οποία εφάρμοσα κι εγώ σε έναν βαθμό στον δίσκο που ετοιμάζω. Επιπλέον, προκειμένου να περιγράψω την ιστορία της μετανάστευσης και των όσων περνούσαν οι άνθρωποι για να φτάσουν εκεί και να προσαρμοστούν στη νέα τους ζωή, έβαλα και άλλα κομμάτια, τα οποία διασκεύασα γι' αυτήν την τεχνική. Όλος ο δίσκος είναι μόνο με μία κιθάρα και μία φωνή.

014yMystak_2.jpg

Εκτός των άλλων, λοιπόν, φέρνετε στην επιφάνεια και μια πτυχή της πλούσιας ιστορίας της ελληνικής μετανάστευσης. Θα θεωρούσατε, ίσως, την επιλογή σας να ασχοληθείτε με αυτή τη θεματική ως ένα σχόλιο απέναντι σε φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού που παρατηρούνται σήμερα στην Ελλάδα;

Φυσικά. Δεν μπορώ να μείνω αμέτοχος στον παραλογισμό που βλέπω να συμβαίνει. Μας ενοχλεί που οι ξένοι μάς αντιμετωπίζουν ρατσιστικά, όταν πηγαίνουμε στις χώρες τους σαν μετανάστες και κάνουμε κι εμείς τα ίδια και χειρότερα σε όσους ανθρώπους βρίσκουν καταφύγιο, έστω και προσωρινό, στη δική μας χώρα. Το θεωρώ τουλάχιστον υποκριτικό.

Για μένα πάνω από όλα είναι ο άνθρωπος. Παντού και πάντα. Καμιά οικονομική ή πολιτική συγκυρία δεν μπορεί και δεν πρέπει να αλλάξει αυτή την προτεραιότητα. Οπότε, ναι. Η τέχνη μου είναι ένα απ’ τα όπλα μου ενάντια στον ρατσισμό και στην ξενοφοβία. Φοβία ενάντια στο διαφορετικό, θα την έλεγα.

Παίζοντας τραγούδια τα οποία φέρουν ήδη ένα βαρύ φορτίο από (συναισθηματικά ή άλλα) νοήματα, πόσο δύσκολο είναι να τους προσδώσετε τα δικά σας; Ή δεν τίθεται έτσι το ζήτημα;

Δεν προσπαθώ να δώσω δικό μου νόημα στα συγκεκριμένα τραγούδια. Όπως είπατε κι εσείς, κουβαλούν από μόνα τους ισχυρά νοήματα. Κι αυτό γιατί μιλάνε αληθινά κι ευθύβολα. Μπορεί με μια πρόχειρη ματιά οι στίχοι να φαίνονται απλοϊκοί, είναι όμως ο ορισμός της λαϊκής έκφρασης. Το λέω συνεχώς και το πιστεύω απόλυτα: απλά λόγια, σταράτα και τίμια. Εγώ απ' τη μεριά μου επιχειρώ να τα φέρω μουσικά στο σήμερα, ώστε να επικοινωνήσουν με τον σύγχρονο άνθρωπο πιο άμεσα. Και μακάρι η δουλειά μου να είναι για τους αμύητους η αφορμή να ανατρέξουν στις πρώτες εκτελέσεις.

014yMystak_3.jpg

Θα λέγατε, λοιπόν, ότι η δουλειά σας είναι περισσότερο αυτή ενός ιστορικού της αστικής λαϊκής μουσικής; Γιατί ενώ είστε καταξιωμένος κιθαρίστας, δεν έχετε κυκλοφορήσει δίσκο με δικές σας συνθέσεις. Βλέπετε τον εαυτό σας περισσότερο ως ενός είδους ιστορικό, παρά ως συνθέτη; 

Τίποτα απ’ τα δύο. Είμαι καταρχήν μουσικός. Με ενδιαφέρει να συνυπάρχω και να παίζω μουσική με άλλους μουσικούς και αυτό να το μοιράζομαι με τον κόσμο. Επειδή όμως δεν μ’ αρέσει η στασιμότητα σε κανένα πεδίο, κάθε φορά επαναπροσδιορίζομαι και προσπαθώ να κάνω κάτι καινούργιο. Όσο μπορώ, σε ό,τι μπορώ. Η σύνθεση, πάντως, είναι κάτι που με απασχόλησε πρόσφατα. Μπορεί κάποια στιγμή η επιθυμία να γίνει ανάγκη.

Για να γυρίσω λίγο στα προηγούμενα και στη σύνδεση που αναφέρατε μεταξύ των μπλουζ και των «αμερικάνικων» ρεμπέτικων. Διότι, συν τοις άλλοις υπάρχει και ο γνωστός αστικός μύθος, ότι τα ρεμπέτικα είναι τα «ελληνικά μπλουζ». Προσωπικά, βρίσκω μια πειστική επιχειρηματολογία περί αυτού στα κείμενα π.χ. του κοινωνιολόγου Στάθη Δαμιανάκου, ο οποίος ενέταξε και τα δύο (μαζί με τα φάντο και το τάγκο) στη «διεθνή του απόκληρου και περιθωριακού τραγουδιού». Ποια είναι η γνώμη σας;

Σαφώς στα τέσσερα είδη που αναφέρατε η αφετηρία ήταν κοινή: δημιουργήθηκαν από φτωχούς, περιφρονημένους, κυνηγημένους, αμόρφωτους και κάποιες φορές παράνομους ανθρώπους για να καταλήξουν να γίνουν κάτι σαν οι εθνικές μουσικές των χωρών από τις οποίες προήλθαν. Αυτό δείχνει για μένα τη μεγάλη τους αξία, την καθαρή αλήθεια που κουβαλούν. Γι’ αυτό κατάφεραν στην εποχή τους να διεισδύσουν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και να γίνουν οι λαϊκές μουσικές τους.

014yMystak_4.jpg

Τι διεργασίες έγιναν ώστε τα ρεμπέτικα από τραγούδια του περιθωρίου, να αρχίσουν σιγά-σιγα μετά τον Πόλεμο να δεξιώνονται από τη «mainstream» κουλτούρα; Ή, όπως θέτει το ερώτημα –και πάλι– ο Δαμιανάκος: «πώς η ετερότητα μετατρέπεται σε ταυτότητα» στο συγκεκριμένο ζήτημα της εξέλιξης της αστικής λαϊκής μουσικής; Είναι, εκτός των άλλων, και πολιτικό το ζήτημα, έτσι δεν είναι;

Και στην περίπτωση του ρεμπέτικου νομίζω πως ακολουθήθηκε η διαδικασία που ακολουθείται για όλα τα «προϊόντα»: όταν οι επαγγελματίες της εποχής αντιλήφθηκαν πως αυτή η μουσική έχει λαϊκή απήχηση και αποδοχή, ανέλαβαν να κάνουν τη δουλειά «σωστά». Μπήκαν μετά οι δισκογραφικές στη μέση κι έβαλαν μπρος όλον τον μηχανισμό προώθησής της.

Η μαζική κατανάλωση δεν είναι κάτι κακό, από μόνη της. Σημασία έχει αν αυτό που καταναλώνεται μαζικά έχει ισχυρά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Και το ρεμπέτικο ευτυχώς έχει.       

Στην εμφάνισή σας σ’ ένα πρόσφατο TEDx, αναφέρατε ότι ενώ το ελληνικό κράτος προσφέρει αναγνωρισμένες και διαβαθμισμένες σπουδές σε όργανα όπως το τσέλο ή το βιολί, δεν συμβαίνει το ίδιο με τα όργανα της λαϊκής μας παράδοσης. Πώς εξηγείται αυτό;

Μετά από τόσα χρόνια που ασχολούμαι μ’ αυτό το πρόβλημα, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως δεν εξηγείται –τουλάχιστον με την κοινή λογική. Το μόνο που θα μπορούσε να το εξηγήσει, είναι ο συνδυασμός άγνοιας και βλακείας. Αυτό είναι το καλό σενάριο.

Γιατί υπάρχει και το κακό, που λέει ότι γίνεται επίτηδες γιατί γνωρίζουν ότι η λαϊκή μουσική ενισχύει τις αντισυστημικές σκέψεις, κάνει το πνεύμα του ανθρώπου πιο «ατίθασο». Κι αυτό είναι σίγουρα κάτι που δεν θέλουν.

014yMystak_5.jpg

Εσείς από την εμπειρία σας στο τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής στο ΤΕΙ Ηπείρου, τι γνώμη έχετε για το ζήτημα «μουσική εκπαίδευση και κράτος»; Και κατά πόσο έχει διαφοροποιηθεί αυτή η σχέση μέσα στα χρόνια της κρίσης;

Δυστυχώς τα πράγματα έχουν γίνει πολύ χειρότερα απ’ ό,τι ήταν. Το πρώτο πράγμα που κόβουν για «εξοικονόμηση πόρων» είναι εκείνο που θεωρούν περιττό. Ταυτόχρονα προφυλάσσονται και από τον κίνδυνο που σας προανέφερα. Και τον πολιτισμό δυστυχώς τον θεωρούν και περιττό και επικίνδυνο. Νομίζω ότι η μουσική εκπαίδευση είναι το τελευταίο πράγμα που απασχολεί, εάν απασχολεί καθόλου, τους «αρμόδιους».

Αν δεν κάνω λάθος, έχετε πει ότι επί της ουσίας μάθατε κιθάρα παίζοντας με διάφορους όποτε βρίσκατε την ευκαιρία. Σκέφτομαι και έναν φορέα που υπάρχει στη Βενεζουέλα, το El Sistema (υπάρχει και ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ του Εξάντα επ’ αυτού), όπου δεν υπάρχει η έννοια της εξατομικευμένης διδασκαλίας· οι μαθητές εντάσσονται εξαρχής σε μία ορχήστρα και μαθαίνουν παίζοντας με τους υπολοίπους. Θα λέγατε ίσως ότι ένας τέτοιος τρόπος μάθησης ταιριάζει περισσότερο με το αντικείμενό σας της λαϊκής κιθάρας;

Όχι, δεν το νομίζω. Με την εξατομικευμένη διδασκαλία κερδίζεις πολύ χρόνο, ειδικά σε ένα όργανο όπως είναι η λαϊκή κιθάρα, η οποία είναι η βάση για να στηριχθεί όλο το οικοδόμημα μιας λαϊκής ορχήστρας. Χρειάζεται μια καλή προετοιμασία για να ενταχθεί κάποιος σε ένα σύνολο. Αυτό ισχύει και για όλα τα άλλα όργανα, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό.

Φυσικά αυτό που αναφέρατε είναι σίγουρα ένας τρόπος. Για να λειτουργήσει όμως ένα τέτοιο πλαίσιο, θα πρέπει να υπάρχει χρόνος προσαρμογής και να μην υπάρχει καμιά ανάγκη για άμεσο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Στην εποχή μας, δυστυχώς ο χρόνος είναι ίσως το πιο δυσεύρετο πράγμα... Θα βοηθούσε όμως σε δεύτερο χρόνο μαθητείας. 

014yMystak_6.jpg

Στο προαναφερθέν βίντεο από το TEDx, μου είχε επίσης προξενήσει εντύπωση η σφήνα του “Stairway Τo Heaven” των Led Zeppelin μέσα στην “Πριγκηπέσα” του Τούντα. Ήτανε κάποια δήλωση από μεριάς σας για το πόσο διαπερατά είναι τελικά τα μουσικά σύνορα ή απλώς κάτι που ταίριαξε στη στιγμή;

Σίγουρα δεν ήταν τυχαίο. Ήταν δήλωση της σπουδαίας καλλιτεχνικής αξίας που θεωρώ ότι έχει το ρεμπέτικο. Πιστεύω ότι μπορεί να σταθεί ισάξια δίπλα σε οποιαδήποτε μουσική του κόσμου. Η καλή μουσική δεν έχει σύνορα. 

Έχετε άλλη μία εμφάνιση στο Γυάλινο Upstage· τι υπάρχει στο λάιβ πρόγραμμα σας αυτόν τον καιρό; Επίσης, ποια είναι τα πλάνα σας για το άμεσο μέλλον;

Συνολικά στήνουμε μια παράσταση που έχει τραγούδια από όλες τις περιόδους του ρεμπέτικου. Εν όψει και του νέου δίσκου, τη διαφοροποίησα λίγο βάζοντας στο δεύτερο μέρος αρκετά τραγούδια που έχουν να κάνουν με την Αμερική. Για πρώτη φορά αφηγούμαστε και μερικές ιστορίες με τη βοήθεια κάποιων βίντεο, έχοντας πάντα ως γνώμονα την ψυχαγωγία του κόσμου που έρχεται να μας ακούσει.

Στα πλάνα μου για το άμεσο μέλλον υπάρχει μια επόμενη δισκογραφική δουλειά, η οποία θα περιέχει και πάλι διασκευές ρεμπέτικων αλλά με τελείως διαφορετικό τρόπο από ό,τι μέχρι τώρα –με ορχήστρα και όχι μόνο με κιθάρες. Επίσης θα εκδώσω μια σειρά βιβλίων που θα περιλαμβάνουν τις παρτιτούρες από ό,τι έχω παίξει στις δισκογραφικές μου δουλειές.

{youtube}2XOggrmXpU8{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured