φωτογραφία 1: Μάριος Μακράς, φωτογραφία 4: Γιάννης Σούλης
Πώς ξεκίνησε το όλο εγχείρημα της Συγκατοίκησης; Ποιος είχε την καθοριστική ιδέα και πώς βρεθήκατε να επικοινωνείτε με τον Κ.ΒΗΤΑ;
Η Συγκατοίκηση αποτέλεσε κατ' αρχήν ιδέα του Θοδωρή Βαζάκα και του Σπύρου Τζέκου, με τους οποίους είμαστε φίλοι από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Ο Τζέκος μου μίλησε, το φθινόπωρο του 2004, για τη μουσική των Στέρεο Νόβα και του Κ.ΒΗΤΑ, όπως και για την εργασία των Alarm Will Sound πάνω στον Aphex Twin. Η αντιστροφή/ μετατροπή/μεταγραφή/επανεφεύρεση μου φάνηκε τρομερά ελκυστική ως διαδικασία. Τότε είπαμε πως κάποια στιγμή πρέπει να βρούμε τον τρόπο να πραγματοποιήσουμε το εγχείρημα. Επτά χρόνια αργότερα, το 2011, οι συνθήκες ωρίμασαν: οι ARTéfacts είχαν πλέον αναπτυχθεί και είχαν τη μέθοδό τους να παίζουν και να ηχούν. Επεξεργάστηκα 2 κομμάτια, μπήκαμε και τα ηχογραφήσαμε στο στούντιο και, πολύ ευγενικά, τα στείλαμε στον Κ.ΒΗΤΑ με την ελπίδα να τον ενδιαφέρουν. Τον ενδιέφεραν και αρχίσαμε να συζητάμε.
Στην πραγματική ζωή, οι συγκατοικήσεις δεν έχουν πάντα αίσιο τέλος. Με δεδομένη λοιπόν και τη συναυλιακή συνθήκη του εγχειρήματος, τι ακριβώς απαιτούσε ο ρόλος του ενορχηστρωτή ώστε να πετύχει η συγκατοίκηση του Κ.ΒΗΤΑ με τους ARTéfacts Ensemble;
Πρέπει να πω ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η συνθήκη της Συγκατοίκησης ήταν πολύ ευνοϊκή. Οι οιωνοί ήσαν εξ αρχής άριστοι. Είχαμε πολύ νωρίς συμφωνήσει με όλες τις πλευρές στα σημεία τριβής που πιθανώς να προέκυπταν και τα σεβαστήκαμε όλοι μέχρι τέλους. Για παράδειγμα, είχαμε συνεννοηθεί πως ο ήχος θα ήταν ενισχυμένος από μικρόφωνα στη συναυλία –πράγμα καθοριστικό για τον τρόπο με τον οποίον έγραψα– είχαμε συμφωνήσει στο ότι η επιλογή των κομματιών έπρεπε να μας εμπλέκει όλους ή στον τρόπο που ιεραρχήσαμε τις προτεραιότητες στην προετοιμασία. Ο δε Κωνσταντίνος συμμετείχε στη διαδικασία με τρομερή συνέπεια κι εργατικότητα. Δεν παρενέβη ποτέ και δεν ζήτησε τίποτα. Δούλεψε ως το τέλος ισότιμα με όλους. Ως εκ τούτων, μάλλον η εργασία μου ήταν τελείως ελεύθερη από δεσμεύσεις καλλιτεχνικές ή πρακτικές. Ήταν μία από τις λίγες φορές που αισθάνθηκα τόσο ελεύθερος να γράψω όπως νομίζω.
Δεν χρειάστηκε επομένως να συμβιβαστείτε ή ίσως και να υποχωρήσετε σε κάποια πράγματα;
Όπως σας είπα και παραπάνω, φάνηκα πολύ τυχερός με τη συγκεκριμένη συνεργασία. Δεν υπήρξε κανένα σημείο στο οποίο να έπρεπε να περιοριστώ ή να υποχωρήσω. Το Ensemble αυτό είναι άλλωστε πάντα πρόθυμο να διακινδυνεύσει με πολύ απαιτητικά μέρη. Ως προς την παρουσία του Κ.ΒΗΤΑ, χωρίς να το γνωρίζω εξ αρχής, είχα απέναντί μου έναν συνάδελφο με πολύ ανοιχτούς ορίζοντες. Όταν μάλιστα μία φορά τον συμβουλεύτηκα σε ένα κομμάτι που αισθανόμουν αδύναμη τη δουλειά μου, με προέτρεψε να απομακρυνθώ όσο χρειάζομαι από το αρχικό, ώστε να βρω εκείνο που ζητούσα. Ήταν ομολογώ ένα πολύ ουσιαστικό μάθημα σύνθεσης.
Τι δυσκολίες, αλλά και τι καλλιτεχνικές προκλήσεις είχε για σας –στην πράξη– η αντικατάσταση των γνώριμων υπολογιστών του Κ.ΒΗΤΑ από φυσικά όργανα;
Δεν υπήρχε κατά τη διάρκεια της εργασίας κάποια εγγενής δυσκολία στο εγχείρημα, καθώς υπήρχαν δύο στρατηγικές που μπορούσα να ακολουθήσω και να ελιχθώ τελικώς. Αφ’ ενός μπορούσα να δημιουργήσω εκ νέου ένα φυσικό ηχόχρωμα αναμιγνύοντας όργανα σε δοσολογίες, αφ’ ετέρου όπου αυτή η στρατηγική θα απαιτούσε ένα μεγαλύτερο σχήμα –καθώς θα εξαντλούσε τα διαθέσιμα όργανα– μπορούσα να θέσω το κομμάτι σε μια πολύ πιο επικίνδυνη «εγχείρηση» και να το δω ως ένα είδος αφορμής για ένα νέο έργο. Η καλλιτεχνική πρόκληση που περιείχε η διαδικασία για μένα, ήταν να υπάρχει μία διακριτή πρόθεση: μια κεντρική ιδέα μουσικής χρήσης πίσω από κάθε κομμάτι, ανεξάρτητα από την επαναληπτικότητα του υλικού ή από το εύρος και το βάθος των επεμβάσεων που έκανα.
Είχατε κατά νου τη δουλειά του Κ.ΒΗΤΑ πάνω στον Μάνο Χατζιδάκι (Transformations, 2003); Λειτούργησε για σας ως κάποιο θετικό ή αρνητικό σημείο εκκίνησης;
Γνώριζα καλά αυτή τη δουλειά του Κωνσταντίνου. Με ενδιέφερε αυτό που είχε κατά τη γνώμη μου πετύχει, δηλαδή να επιζωγραφίσει το αρχικό υλικό με τρόπο που να το δείξει καινούριο. Στην περίπτωση της Συγκατοίκησης πρέπει να πω ότι, εξαιτίας των Transformations, θεωρούσα –δικαίως, όπως φάνηκε τελικά– πως ο Κωνσταντίνος θα είναι θετικός στη μεταμόρφωση του δικού του σύμπαντος.
Ο δίσκος που κυκλοφορεί περιέχει τη συναυλία που δόθηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στις 28 Σεπτεμβρίου 2013, ένα όμως κομμάτι (το "Δωμάτιο") μας παρουσιάζεται ηχογραφημένο στο στούντιο. Γιατί αυτή η εξαίρεση; Υπάρχουν αλήθεια κι άλλες στούντιο ηχογραφήσεις;
Αυτή η εξαίρεση προέκυψε επειδή ηχογραφήσαμε στο στούντιο το "Δωμάτιο" μήνες πριν, ώστε να υπάρξει ηχητικό υλικό για την προώθηση της ζωντανής εμφάνισης. Η ηχογράφηση αυτή έτυχε να είναι πιο εκφραστική από την ηχογράφηση της βραδιάς της συναυλίας, κι έτσι την κρατήσαμε.
Σε προηγούμενη συνέντευξή σας στο Avopolis, είχατε δηλώσει ότι απευθύνεστε σε ένα μικρό και ανένταχτο κοινό, σε ανθρώπους που «μπορούν να διαβάσουν Anne Carson και να ακούσουν ένα έργο του Salvatore Sciarrino και να το δουν συνολικά». Μια συνεργασία όμως με ένα όνομα σαν τον Κ.ΒΗΤΑ –ειδικά δε μια δισκογραφημένη πλέον συνεργασία– δεν την ανακατεύει αυτήν την τράπουλα, φέρνοντας εγγύτερα ένα ευρύτερο κοινό;
Υποθέτω πως ναι. Υπάρχει μία προσέγγιση εκατέρωθεν στην περίπτωση αυτού του δίσκου. Έχω την αίσθηση πως και στην περίπτωση της Συγκατοίκησης, πέρα από τη βασική ραχοκοκαλιά που ανοίγεται προς ένα ευρύτερο ακροατήριο, ενυπάρχει ικανοποιητική δόση τροφής για το μικρό και ανένταχτο κοινό που επικαλούμαι ή στο οποίο ιδεατά αναφέρομαι. Έτσι, ο ακροατής που προτίθεται, ίσως να ανακαλύψει –αν φυσικά υπάρχουν– άλλα επίπεδα ανάγνωσης που σχετίζονται όχι μόνο με την κυριολεξία αυτής της μουσικής, μα και με τη φιλοσοφία της γραφής ή με την αφήγηση του ήχου ή με τη χρήση της επανάληψης ως δομικού εργαλείου. Από την άλλη, πιθανώς τέτοια αιτήματα να είναι ουτοπικά και η πραγματικότητα της ακρόασης να σχετίζεται αποκλειστικά με τον εγγενή δυναμισμό του εγχειρήματος (μεγάλο σύνολο, έντονα ρυθμικά σχήματα, ύπαρξη ευδιάκριτων τραγουδιών κλπ). Θα το ανακαλύψουμε συν τω χρόνω.
Σας έχουμε συνδυάσει με τις Τρίτες Παράλληλες του θεάτρου Πόρτα, που πλέον όμως γίνονται Άλλες Παράλληλες και μετακομίζουν στις Πέμπτες. Σκοπεύετε να δοκιμάσετε κι εκεί «συγκατοικήσεις»; Θα δούμε στο φετινό πρόγραμμα απρόσμενες εμφανίσεις από δημοφιλή ονόματα;
Στις Τρίτες προσπαθήσαμε να έχουμε όσο περισσότερες συγκατοικήσεις μπορούσαμε, πράγμα που τελικώς κατέδειξε και τους κινδύνους στη συνύπαρξη ετερόκλητων προσώπων και αισθητικών αντιλήψεων. Στις Άλλες Παράλληλες ομολογώ πως ξεκινάω προσωπικά με κάποιες βασικές ερωτήσεις: Με τί είδους ακρόαμα ταυτίζεται ο ακροατής σήμερα; Σε μία πόλη χωρίς καθόλου πολιτισμό ακρόασης ή με πολύ μονοδιάστατες αντιλήψεις για τη μουσική, πώς μπορώ να προτάξω την πραγματική ηδονή της ακρόασης; Πώς μπορώ μετατρέψω τη συναυλία σε ζήτημα βιωματικό από ζήτημα ταυτοποίησης με το οικείο; Έτσι, οι Άλλες Παράλληλες θα αντλήσουν ανήθικα από οπουδήποτε μπορούν ερεθίσματα, ώστε οι συναυλίες να γίνουν πραγματικά συναρπαστικές για τον ακροατή που θα βρεθεί εκεί.
Ως προς το ζήτημα των επομένων συγκατοικήσεων στην Πόρτα είμαστε σε ποικίλες μάλλον πολύ αιρετικές συνεννοήσεις, των οποίων το αποτέλεσμα θα μάθετε σύντομα!
{youtube}gHst38U2-ko{/youtube}