Οι Skull & Dawn είναι η «ευχάριστη παραφωνία» του φετινού Defcon: ως η μοναδική μπάντα που δεν ρέπει προς rock και heavy rock ηχοχρώματα, θα ρίξουν με τους americana/country/folk ήχους τους την αυλαία του τριήμερου φεστιβάλ στο An Club. Ταυτόχρονα, κλείνουν και τον πρώτο συναυλιακό κύκλο γύρω από το πρόσφατο άλμπουμ Zombie Horses, ενώ θα εκτελέσουν για πρώτη φορά –όπως μας λένε και παρακάτω– και κάποια νέα τραγούδια.
Ο mainman Manos Six μας μίλησε με ευφράδεια για όλα αυτά, φροντίζοντας να μας ενημερώσει για όσα αφορούν στη μπάντα και τη θέση της στη σύγχρονη μουσική πραγματικότητα. Σαρκαστικός και ευδιάθετος, με μικρές παρεμβολές από τους bandmates του, φρόντισε να έχουμε μια όμορφη και εποικοδομητική συζήτηση, λίγο πριν το σχήμα φωτογραφηθεί έξω από την Εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων, στο Θησείο...
Φωτογραφίες μπάντας: Αναστασία Παπαδάκη
«Βλέπω πως εσύ είσαι ο ομιλητικός της υπόθεσης, αλλά μπορούν να παρέμβουν και οι υπόλοιποι όπου θέλουν, ακόμη κι ο Αλέξανδρος όταν έρθει», του είπα, αναφερόμενος στον ντράμερ του σχήματος που ακόμη δεν είχε έρθει –και πάτησα το record.
«Ο Αλέξανδρος είναι γενικά παρεμβατικός!», μου λέει χασκογελώντας.
Οι ρίζες των Skull & Dawn βρίσκονται στους Defile Des Ames, ένα συγκρότημα που όσοι παρακολουθούσαν την εγχώρια neofolk σκηνή των early 00s γνωρίζουν καλά. Η καλλιτεχνική μετάβαση του σχήματος «στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού» –όπως και οι ίδιοι την αποκαλούν– μας έφερε στο σήμερα και ο Μάνος μας εξηγεί τους λόγους και τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη αυτό.
«Ήταν ανάγκη έκφρασης, αλλά υπήρχε κι ένας τεχνικός λόγος πίσω από όλο αυτό: οι δύο πνευστοί του σχήματος έφυγαν σχεδόν ταυτόχρονα στο εξωτερικό για μεταπτυχιακά στη μουσική. Οι υπόλοιποι 4 που μείναμε πίσω συνεχίσαμε να προβάρουμε χωρίς εκείνους· κι έχοντας μόλις ανακαλύψει την αμερικάνικη μουσική, καταλάβαμε πως, εν ελλείψει αυτού του χαρακτηριστικού γνωρίσματος της προηγούμενης κατάστασης, ηχούσαμε πλέον πολύ πιο κοντά στα αμερικάνικα folk/country ακούσματα που είχαμε εκείνη την περίοδο, παρά στον ευρωπαϊκό και σαφέστατα πιο μελωδικό ήχο των Defile. Ωστόσο οι Skull & Dawn δεν είναι αυτό που κάποιος θα έλεγε «Οι Defile Des Ames χωρίς τα πνευστά». Το attitude είναι κάπως κοινό, αλλά η μουσική δεν έχει ιδιαίτερη σχέση. Όταν οι πνευστοί επέστρεψαν εν τω μεταξύ, βρήκαν μια νέα κατάσταση και συνέχισαν να έρχονται και να παίζουν στα live, πλέον «κουμπώνοντας» πάνω στον νέο, αλλαγμένο μας ήχο. Η αποχώρηση της τσελίστριάς μας για την Αγγλία επισφράγισε και οριστικά την αλλαγή».
Μέσα στη μουσική τους ακούω προσωπικά κι άλλες επιρροές εκτός από τον τυποποιημένο americana, country, Johnny Cash-ικό ήχο που ο Μάνος μου περιγράφει. Εκείνος, βάζοντας τις επιρροές και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μπάντας σε ένα «κουτάκι», μου λέει τι να περιμένω:
«Η βάση της μουσικής μας είναι σκοτεινή. Προσπαθούμε να μην ξεφεύγουμε από αυτό, γιατί αισθανόμαστε άβολα μακριά του. Όταν απομακρυνόμαστε από το σκοτάδι, είναι σαν να φεύγουμε από τη ζώνη ασφαλείας μας. Φαντάσου να πίνεις ποτό σε ένα μαγαζί που δεν σου αρέσει και να μην περνάς καλά –τόσο άβολη μπορεί να αισθανθούμε αυτήν την κατάσταση. Γενικά κρατάμε ό,τι σκοτεινό υπάρχει γύρω μας και το πετάμε μέσα στη μουσική μας. Ο καθένας φέρνει λοιπόν ό,τι σκοτεινό έχει μέσα του κι έτσι προκύπτει όλο αυτό που ακούς. Όλοι εν τω μεταξύ συνεισφέρουμε στο κομμάτι της μουσικής εξίσου, δεν λειτουργούμε καθόλου συγκεντρωτικά. Όταν κάποιος με ρωτήσει λοιπόν τι μουσική παίζω, η πρώτη απάντηση που μπορώ να σκεφτώ είναι «σκοτεινή μουσική». Είμαστε κοντά ακόμη και στη νορβηγική black metal σκηνή υπό μια τέτοια έννοια, μιας που ακούω τον συγκεκριμένο ήχο πολύ, ακόμη κι αν δεν έχει ηχητική συναφεία με αυτό που κάνουμε».
Βλέποντας το tattoo Johnny Cash στο αριστερό του χέρι, αποφασίζω να τον ρωτήσω τι κάνει αυτόν τον καλλιτέχνη να είναι τόσο βαθιά ριζωμένος μέσα του:
«Τον ανακάλυψα σχετικά μεγάλος τον Johnny Cash, στα American Recordings, όπου έπαιζε διασκευές. Με εντυπωσίασε αυτό που συνέβαινε εκεί μέσα, αλλά οι διασκευές δεν μου ήταν αρκετές. Άρχισα λοιπόν να ψάχνομαι σε περισσότερο βάθος και κάποια στιγμή ...απλά έγινα groupie! Άκουγα μόνο Johnny Cash, αγόραζα μόνο Johnny Cash, έπαιζα μόνο Johnny Cash... Σαν τους Cure-άδες παλιά στη Rebound, που ντύνονταν και μιλούσαν σαν τον Robert Smith».
Η 3 Shades Οf Black κυκλοφόρησε το Zombie Horses, αλλά εκτός από δισκογραφική εταιρεία των Skull & Dawn, η συγκεκριμένη προσπάθεια αποτελεί εν μέρει και έργο κάποιων εκ των μελών του σχήματος. Ο Μάνος μου εξηγεί ποιο ακριβώς είναι το πλαίσιο αυτής της κίνησης:
«Αυτήν την εταιρεία την έχουμε κάνει εγώ κι ο Στάμος (μπάσο), μαζί με τον καλό μας φίλο τον Ευστάθιο. Και προσπαθούμε να διοργανώνουμε ποιοτικές συναυλίες με καλλιτέχνες τους οποίους θαυμάζουμε. Και είναι πολύ ενδιαφέρον το πώς ξεκίνησε αυτό! Ένα βράδυ είμασταν οι τρεις μας σπίτι του Στάθη και ακούγοντας King Dude αποφασίσαμε να τον φέρουμε στην Ελλάδα για συναυλία, μιας που τον εκτιμούσαμε και σεβόμασταν πολύ. Για όνομα της εταιρείας χρησιμοποιήσαμε έναν τίτλο από ένα τραγούδι του Hank Williams III που μας άρεσε πολύ –και ιδού! Ο King Dude φταίει για όλα βασικά! Εν τω μεταξύ βρήκαμε και πολλά κοινά αργότερα μαζί του. Αφενώς με τη μουσική του, που όπως και η δική μας είναι αμερικανοτραφής, με κάποιες υποβόσκουσες neofolk επιρροές (που αν τις ψάξεις –πίστεψέ με– τις βρίσκεις), αφετέρου με τον χαρακτήρα του ως ανθρώπου, μιας και ως παρέα επίσης κολλήσαμε πολύ. Αν ζούσε στην Ελλάδα ή εμείς στην Αμερική, αναμφίβολα θα είμασταν κολλητοί!».
{youtube}KknvpNGgTs4{/youtube}
Με τη συζήτηση να έχει περάσει πολλές φορές από τη neofolk, αποφασίζω να εξερευνήσω σκοτεινές πτυχές κι έτσι ρωτάω τον Μάνο για τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα του εν λόγω κινήματος.
«Η neofolk μουσική έχει μια πολιτική παράμετρο, η οποία την έχει επηρεάσει πάρα πολύ. Εκείνη την εποχή που αυτός ο ήχος μεσουρανούσε, οι καλλιτέχνες που εντάσσονταν σε αυτόν προκαλούσαν, με αναφορές σε πράγματα που ο πολύς κόσμος φοβόταν να αγγίξει. Κατέληξαν έτσι να φέρουν τον χαρακτηρισμό του αμφιλεγόμενου. Πλέον όλα αυτά δεν έχουν και πολύ νόημα και η όλη συζήτηση τείνει να καταντήσει λίγο βαρετή. Το neofolk παρεξηγήθηκε –σε κάποιες περιπτώσεις αδίκως –όπως άλλωστε συνέβη και με ένα μέρος του black metal κινήματος. Στην πλειονότητα των neofolk καλλιτεχνών, ο μιλιταρισμός χρησιμοποιείται με έναν τρόπο θεατρικό. Κάτι σαν αναπαράσταση περισσότερο, που πολύ λίγες φορές υιοθετήθηκε και από ανθρώπους οι οποίοι ασπάζονται το ιδεολογικό κατασκεύασμα που λέγεται νεοναζισμός».
«Εσείς έχετε σχέση με την πολιτική;», τον ρωτάω.
«Καμία σχέση απολύτως. Δεν ασχολούμαστε καθόλου με την πολιτική. Αν ο καθένας μας ασχολείται ξεχωριστά, κάτι τέτοιο δεν έχει να κάνει με τη μπάντα, τη συνύπαρξή μας μέσα σε αυτήν όπως και την έκφρασή μας. Η πολιτική έχει πολύ σκοτάδι βέβαια, είναι όμως ένα σκοτάδι που δεν μας ενδιαφέρει».
Οι στίχοι των Skull & Dawn είναι γεμάτοι σκοτεινές ιστορίες και βρίθουν σαρκασμού. Μερικά λεπτά ακρόασης αρκούν για να το καταλάβει κανείς...
«Ναι, έχει πολύ χιούμορ και σαρκασμό ο στίχος μας. Τα θέματα που καταπιανόμαστε μπορεί να είναι για άλλους φυσιολογικά και για άλλους σοκαριστικά. Ασχολούμαστε πολύ με τη σκοτεινή πλευρά του ανθρώπου στις ακραίες του στιγμές, όπως π.χ. τη στιγμή που πρέπει να κάνει έναν φόνο ή κάτι άλλο πολύ ακραίο! Είναι ο τρόπος με τον οποίον βλέπουμε τα πράγματα, το ότι χρησιμοποιούμε όμως τον σαρκασμό σαν όχημα, δεν πάει να πει πως κοροϊδεύουμε αυτές τις καταστάσεις. Έχουμε βέβαια και τραγούδια με πολύ σοβαρό στίχο, τα οποία και προσπαθούμε να αποδίδουμε με τη δέουσα σοβαρότητα. Γενικά, αν και μας αρέσουν οι ακραίες ιστορίες, αποφεύγουμε να εκφραζόμαστε με τρόπους ακραίους. Φυσικά και ο Διάβολος έχει τη θέση του στους στίχους μας κι αυτό είναι κάτι που ταιριάζει και με τη μουσική μας, η οποία διαβάλλει, υπό την έννοια ότι σε βάζει να κάνεις και να σκέφτεσαι κακά πράγματα –όπως να χωρίσεις τη γκόμενά σου χτυπώντας την, ας πούμε (γέλια). Αστειεύομαι φυσικά! Μακριά από μας ο σεξισμός!».
Αποφασίζω πως μια αφελής ερώτηση θα δώσει φτερά στη συζήτηση, μιας που βλέπω πως ο Μάνος έχει πολλά να πει: «Πιστεύεις στον Διάβολο;», τον ρωτάω –και ανοίγω τον ασκό του Αιόλου...
«Πιστεύω στον Διάβολο σαν ιδέα. Σε ό,τι αντιπροσωπεύει η έννοιά του από την αρχαιότητα και την εβραϊκή μυθολογία, αλλά και στην έννοια που έχει πάρει σε πιο σύγχρονες θρησκείες. Με εκφράζει το εωσφορικό “Non Serviam”, όπως με εκφράζει κι ο Απόλλωνας κι ο Διόνυσος κι ο Πάνας. Ωστόσο δεν έχω καμία πίστη στον Διάβολο ως οντότητα ή φυσική παρουσία. Είμαι άθεος, αυτή είναι η αλήθεια. Για την ακρίβεια είμαι Λαβεϊκός: είναι μια αντίληψη που κουβαλάω από μικρός, όταν ακόμα δεν γνώριζα τη διδασκαλία του Anton LaVey –στο μέλλον ανακάλυψα ότι με εκφράζει απόλυτα. Πιστεύω στον άνθρωπο, πιστεύω πως δεν υπάρχει τίποτα πριν και μετά και όλα γίνονται εδώ, πιστεύω στο εγώ, στην ατομικότητα. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πιστεύω πως στο τέλος όλων αυτών θα βρίσκομαι δίπλα σε Εκείνον στον θρόνο της Κoλάσεως και θα βράζω εσένα σε ένα καζάνι. Για την ακρίβεια, δεν πιστεύω καν στην ύπαρξη της Κολάσεως ούτε και στο Κακό ως συμπυκνωμένη ενέργεια. Κάθε άνθρωπος έχει το κακό μέσα του και μπορεί να κάνει το κακό. Δεν πιστεύω λοιπόν στη σκεπτομορφή του κακού».
Η επόμενη ερώτηση έρχεται σχεδόν αβίαστα: Ασκείτε εσωτερικά ή αποκρυφιστικά συστήματα;
«Εγώ προσωπικά ναι. Παλιότερα ασχολούμουν πιο πολύ βέβαια, αλλά τώρα με ενδιαφέρουν πιο πολύ άλλα πράγματα. Ήμουν γραμμένος και σε τάγματα μια περίοδο, έχω περάσει κι από στοές... Είμαι επαγγελματίας ταγματάρχης!», λέει και γελάει σαν τρελός –σε βαθμό που δυσκολεύομαι να καταλάβω αν σοβαρολογεί ή αστειεύεται.
{youtube}vv1i-_AHk5c{/youtube}
Αποφασίζω έτσι να περάσω σε πιο μουσικές ερωτήσεις πριν με τρελάνει! Είστε μπάντα της σκηνής ή του στούντιο; Πού εκφράζεστε πιο ολοκληρωμένα;
«Θα ακουστεί λίγο τετριμένο, και μου θυμίζει λίγο απάντηση καλεσμένου σε πρωινάδικο, αλλά είμαστε φίλοι πολλά χρόνια!», ξεκινάει, πριν τον διακόψει ο άρτι αφιχθείς Αλέξανδρος: «Κι αυτό περνάει στον κόσμο», λέει εκείνος και όλοι ξεσπούν στα γέλια.
Ο Μάνος συνεχίζει: «Να είδες; Αυτό φοβόμουν! Παντού περνάμε ωραία πάντως και στο στούντιο και στην πρόβα και στο live. Μας αρέσει πολύ να παίζουμε live, γι' αυτό και το κάνουμε ασταμάτητα εδώ και χρόνια. Δημιουργήσαμε τη μπάντα με σκοπό να παίζουμε live κι από την αρχή μας ενδιέφερε περισσότερο από το να γράψουμε έναν δίσκο λ.χ. Γι’ αυτό άλλωστε έχουμε παίξει 7.000 συναυλίες και έχουμε γράψει μόνο 2 δίσκους. Γενικά, όπως ξεκίνησα να σου λέω, επειδή είμαστε φιλαράκια, ακόμη κι εδώ να μας αφήσεις με μια κιθάρα, καλά θα περάσουμε. Θα είμαι μεγάλος ψεύτης ωστόσο αν σου πω πως μας ενδιαφέρει να παίζουμε για εμάς. «Τέχνη για την τέχνη» my ass! Όσο περισσότερο κόσμο έχει σε μια συναυλία κι όσο καλύτερα περνάει αυτός ο κόσμος, τόσο καλύτερα περνάμε κι εμείς. Γι' αυτό γίνονται συναυλίες. Γιατί να παίξω, ειδάλλως; Το κάνω για να με δεις εσύ και να χοροπηδήσεις σαν το κατσίκι ή να κλάψεις σαν γυναικούλα».
Μια ματιά στο βιογραφικό των Skull & Dawn είναι αρκετή για να σε εντυπωσιάσει. Θα χρειαζόμασταν μισή σελίδα κειμένου για να αναφέρουμε μόνο τις φορές που έχουν συμμετάσχει ως opening act σε συναυλία κάποιου διεθνούς ονόματος...
«Είμασταν πάντα πολύ δεκτικοί σε όλες τις συναυλιακές προτάσεις και ίσως βοήθησε κι αυτό λίγο στο να μας καλούν συνέχεια να παίζουμε παντού. Όντως παίζαμε σε κάθε συναυλία για την οποία είχαμε πρόσκληση, ανεξαρτήτως του είδους μουσικής. Είναι μεγάλη και πολύ σημαντική εμπειρία να μπορείς να το κάνεις αυτό, ειδικότερα με μια μεγαλύτερη μπάντα. Να βλέπεις πώς λειτουργούν οι επαγγελματίες μουσικοί πάνω και κάτω από τη σκηνή. Είναι μύθος ωστόσο το «στο εξωτερικό τα κάνουν όλα καλύτερα». Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που έχουμε δει Έλληνες καλλιτέχνες να αντιμετωπίζουν το όλο πράγμα πολύ σοβαρότερα από καταξιωμένους του εξωτερικού. Όπως και να έχει, πάντως, είναι μεγάλη εμπειρία να μοιράζεσαι τη σκηνή με άλλες μπάντες, ξένες ή εγχώριες. Πάντα έχεις να κερδίσεις κάτι».
Υπάρχει σκηνή για τον ήχο σας στην Ελλάδα;
«Υπάρχουν κάποιες μπάντες στον ήχο μας, αλλά το συγκεκριμένο σινάφι δεν λειτουργεί ομαδικά ή με αλληλεγγύη, οπότε θα πω όχι. Λειτουργεί κλικαδόρικα, όπως λειτουργεί ο Έλληνας σε ό,τι κάνει».
«Μουσική σκηνή στην Αθήνα δεν υπάρχει δηλαδή;», επιμένω...
«Είναι για πρώτη φορά πάρα πολύ έντονη η παρουσία μουσικής σκηνής εδώ. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με την Κρίση και τις τωρινές συνθήκες, αλλά όντως γνωρίζει άνθιση όλο αυτό. Πάντα είχαμε καλή μουσική βέβαια, κακά τα ψέματα».
Βλέποντας τον Μάνο δεκτικό αλλά ταυτόχρονα επιφυλακτικό στο συγκεκριμένο ζήτημα, αποφασίζω να επιμείνω κι άλλο: «Υπάρχει underground;»
«Υπάρχει μια φωλιά γεμάτη ανθρώπους που το παίζουν φίρμες. Ντίβες, πώς το λένε. Ντιβοφωλιά! Ο τρόπος με τον οποίον λειτουργεί το underground στην Ελλάδα, είναι κακός. Θα έπρεπε όλοι να έχουν λιγότερη έπαρση. Ακόμη και οι μπάντες που προτείνουν ελιτισμό, θα έπρεπε να το κάνουν χωρίς έπαρση αν θέλουν όλο αυτό που συμβαίνει να πάει ένα βήμα παραπέρα».
Ο Αλέξανδρος παρεμβαίνει για δεύτερη και τελευταία φορά στην κουβέντα: «Θα έπρεπε να γίνονται περισσότερα πράγματα για τη μουσική και με σκοπό τη μουσική. Κι αν κάτι καλο προκύψει, είναι ευπρόσδεκτο».
Ο Μάνος συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο: «Η σαπίλα που υπάρχει εδώ λειτουργεί σαν μύκητας: όσο και να ξύσεις την επιφάνεια, θα τη βρεις. Επειδή είμαι φύσιν αισιόδοξος όμως, μου αρέσει να βλέπω τον κόσμο να είναι κινητικός και δραστήριος μέσα σε αυτήν την κοινότητα. Δεν μου αρέσει η γκρίνια και η μουρμούρα. Θα γκρινιάξω μόνο σε δικούς μου ανθρώπους και για πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Γενκά προτιμώ να βλέπω τον κόσμο να πηγαίνει σε ένα live ακόμη και μιας κακής μπάντας, παρά να πηγαίνει να κλείνεται σε ένα club. Θεωρώ πως ένα live είναι η ανώτερη μορφή διασκέδασης. Χωρίς τη «σκηνή» που λες, δεν θα υπήρχαν τόσα live, οπότε... γιατί όχι;».
Οι Skull & Dawn θα εμφανιστούν την Κυριακή 2 Οκτωβρίου στο 8ο Defcon Fest, στο An Club κι έτσι ζητάω να μάθω τι θα μας παρουσιάσουν εκεί:
«Στο Defcon θα παίξουμε για πρώτη φορά αρκετά καινούρια τραγούδια, όπως και μερικά από το Zombie Horses. Τα καινούρια έχουν την ίδια αμερικάνικη ατμόσφαιρα, αλλά είναι πιο επιθετικά, πιο πρωτόγονα, με περισσότερο γκάζι. Άνθρωποι που ακούν τη μουσική μας θα μας βρουν εκεί. Το Defcon θα λειτουργήσει τρόπον τινά σαν μια δοκιμασία, αφού θα εμφανιστούμε μπροστά σε αμιγώς rock κοινό, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά».
«Για την οργανωμένη θρησκεία τι πιστεύεις;», λέω, θέλοντας να δώσω λίγη ίντριγκα ακόμη στη συζήτηση, η οποία όμως μοιάζει να τελειώνει. Δεν έχουμε πει άλλωστε και λίγα...
«Και γαμώ! Είμαι υπέρ της οργάνωσης γενικά!» (γέλια)
Ζητάω τέλος από τον Μάνο να δώσει μια ευχή για τη μπάντα και μια ευχή για την Ελλάδα του σήμερα και εισπράττω το απόλυτα αποστομωτικό:
«Θα ήθελα να ταξιδέψουμε πολύ με τη μπάντα. Για την Ελλάδα δεν υπάρχει ελπίδα».
{youtube}0Fupn0q3dgs{/youtube}