Θα θέλατε να ξεκινήσουμε με δυο λόγια για τη σύσταση και το ιστορικό του κουαρτέτου σας;
Στο κουαρτέτο συμμετέχουν ακόμα ο Γιάννης Κυριμκυρίδης στο πιάνο, ο Δημήτρης Τσεκούρας στο μπάσο και ο Δημήτρης Εμμανουήλ στα τύμπανα. Παρ' όλο που το σχήμα υπάρχει εδώ και 5 χρόνια, είναι λίγες οι φορές που παίξαμε σε συναυλίες και όλες σχεδόν εκτός Ελλάδας: Ολλανδία, Ιταλία, Βέλγιο και Κύπρο. Ξεκινήσαμε παίζοντας διασκευές ελληνικών σκοπών και τραγουδιών, όμως εδώ και 2 χρόνια επικεντρωθήκαμε σε κάποια δικά μου μουσικά θέματα, τα οποία και εν τέλει ηχογραφήσαμε σε αυτό το πρώτο μας άλμπουμ.
Στο δελτίο τύπου του άλμπουμ αναφέρετε ρητώς: «δεν κάνουμε μουσική fusion». Πότε τελικά ένας μουσικός σταματάει απλώς να αναμειγνύει τυπολογίες και πότε αρχίζει να ψάχνει για βαθύτερες συνδέσεις;
Ίσως και να ακούγομαι λίγο απόλυτος σε αυτή τη «δήλωση». Είναι μάλλον επειδή βλέπω κάποιες φορές το fusion να γίνεται αυτοσκοπός. Η αναζήτηση πάντως για οτιδήποτε βαθύτερο, είναι νομίζω θέμα που σχετίζεται γενικότερα με την ωριμότητα. Συνεπώς, μπορεί να προκύψει ως ανάγκη σε κάποιον σε πολύ μικρή ηλικία και σε κάποιον άλλο να μην προκύψει ποτέ.
Εσάς τι σας έκανε να αφήσετε την κιθάρα και να ασχοληθείτε με την πολίτικη λύρα και την παράδοση;
Άκουσα για πρώτη φορά λύρα όταν ήμουν 14 χρονών. Άκουσα τον Ross Daly, ο οποίος λίγο αργότερα έγινε και δάσκαλός μου και τον Ihsan Özgen, τον σημαντικότερο Τούρκο λυράρη του τέλους του 20ού αιώνα. Ναι, την άφησα την κιθάρα τότε, γιατί παθιάστηκα έντονα με τη λύρα· όμως κράτησα ένα σημαντικό κομμάτι της μουσικής μου παιδείας που σχετίζεται με την κιθάρα.
Ο ήχος της λύρας φέρει έντονα ορισμένες συνδηλώσεις, αρκετά συγκεκριμένες από γεωγραφικής ή ιστορικής άποψης. Σκέφτομαι πως έχουμε, γενικώς, συνηθίσει να μεταχειριζόμαστε την παράδοση σαν κάτι το στατικό, σαν κάτι που δεν επιδέχεται αλλαγής. Θεωρείτε τη δική σας προσέγγιση μια απόπειρα να αναδειχθεί το δυναμικό στοιχείο που έφτιαξε κάποτε αυτές τις μουσικές; Αισθάνεστε κατά κάποιον τρόπο συνεχιστής της παράδοσης;
Ακριβώς έτσι είναι, έχουμε παρεξηγήσει την ουσία της παράδοσης και την συνδέουμε με κάτι το στατικό. Αλλά, ευτυχώς, κάτι αλλάζει τα τελευταία χρόνια και αντιλαμβανόμαστε όλοι σιγά-σιγά τη δυναμική που έχει η παράδοση ως κάτι το διαρκώς εξελισσόμενο. Και έχει ήδη διαμορφωθεί ένα ισχυρό και πολύ δυναμικό κίνημα με επίκεντρο τις μουσικές παραδόσεις του τόπου, το οποίο ταυτόχρονα φιλτράρει και ενσωματώνει συγγενείς παραδόσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα τοποθετούσα και τη δική μας δουλειά και, υπό αυτή την έννοια, ναι, αισθάνομαι ότι συνεχίζω κάτι.
Ο αυτοσχεδιασμός, πώς επεμβαίνει στο όλο θέμα; Πώς συνδυάζεται στον δίσκο λ.χ. με τις δικές σας σεταρισμένες συνθέσεις;
Ο αυτοσχεδιασμός ούτως ή άλλως είναι το σημαντικότερο χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των μουσικών παραδόσεων. Ειδικότερα αυτών που χαρακτηρίζονται από ιστορικότητα, αλλά και λαϊκότητα. Ακριβώς όπως και οι δικές μας παραδόσεις ή η τζαζ. Οπότε μάλλον δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα και στο Eight Winds: οι αυτοσχεδιασμοί καλύπτουν ένα ευρύ και σημαντικό μέρος του. Και τα ίδια τα κομμάτια άλλωστε έχουν δημιουργηθεί με τρόπο που όχι απλά επιδέχονται, αλλά επιζητούν την αυτοσχεδιαστική προσέγγιση.
Τι γνώμη έχετε για ό,τι στη Δύση έχουμε ονομάσει world music; Πώς θεωρείτε ότι λειτουργεί στην παραδοσιακή μουσική: της δίνει βήμα να συστηθεί στην παγκοσμιότητα και να αναμειχθεί με αυτή ή λειαίνει, «κανονικοποιεί» την πολιτισμική της ιδιαιτερότητα;
Παλαιότερα ήταν το ethnic, τώρα το world και για το μέλλον φαίνεται να κερδίζει έδαφος ο όρος global. Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να το παρακολουθήσω όλο αυτό. Τελικά όμως νομίζω ότι δεν διαμορφώνουν πάντα οι ταμπέλες τη μουσική. Ο σύγχρονος όρος «world music» δείχνει πάντως να χωράει ένα αρκετά μεγάλο εύρος μουσικών τεχνοτροπιών και επιπλέον μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως. Για παράδειγμα, η δική μας δουλειά έχει περάσει σε κάποια μέσα στο εξωτερικό ως world music, κάτι για το οποίο δεν έχω αντίρρηση.
Πέραν της ιδιότητάς σας ως μουσικός, είστε και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας· πώς βλέπετε λοιπόν και τι θεωρείτε ότι μπορεί να προσφέρει η μουσική εκπαίδευση σε καιρούς κρίσης;
Η μουσική θα έπρεπε να έχει κεντρική θέση στην εκπαίδευση ούτως ή άλλως, ανεξάρτητα από το οικονομικό περιβάλλον. Ασφαλώς η κρίση την έχει επηρεάσει, όπως έχει επηρεάσει τα πάντα. Στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης & Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας προσπαθούμε να ανταπεξέλθουμε στην υποχρηματοδότηση, προσφέροντας όλοι μας όσα αποθέματα ενέργειας και διάθεσης έχουμε. Αυτό που είναι αξιοσημείωτο για το τμήμα αυτό είναι η ύπαρξη της κατεύθυνσης σπουδών παραδοσιακής μουσικής, όπου καθηγητές και φοιτητές συμβάλλουν με το έργο τους σε αυτό το δυναμικό κίνημα γύρω από την παραδοσιακή μουσική που ανέφερα προηγουμένως.
Θεωρείτε σημαντικότερη για την εξέλιξη ενός μουσικού την ένταξή του σ’ ένα σταθερό σχήμα ή τις εμπειρίες που μπορεί να αποκομίσει από συνεργασίες με ήδη φτασμένους και καταξιωμένους μουσικούς (όπως τη δική σας λ.χ. με τον Charles Lloyd);
Νομίζω δεν υπάρχει κανόνας σε αυτό. Κάποιοι προτιμούν το σταθερό σχήμα και κάποιοι τις διαφορετικές συνεργασίες. Ή απλώς τους προκύπτει. Όπως και στη δική μου περίπτωση, οι διάφορες συνεργασίες προέκυψαν, η μία έφερε την άλλη. Πριν τον Charles Lloyd υπήρξαν ο Ross Daly, η Δόμνα Σαμίου, η Ελένη Καραΐνδρου ο Ara Dinkjian και πολλοί-πολλοί άλλοι, εμπειρίες γενικά που με διαμόρφωσαν ως μουσικό.
Έχετε προσεχώς την εμφάνιση στην κεντρική σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών, όπου και θα παρουσιάσετε το Eight Winds. Υπάρχουν άλλα σχέδια για το μέλλον;
Όχι κάτι συγκεκριμένο ακόμα. Το επόμενο καλοκαίρι θα κάνουμε συναυλίες σε επιλεγμένους χώρους στην Ελλάδα και θα επιδιώξουμε και εμφανίσεις σε φεστιβάλ στο εξωτερικό, κάτι που μας ενδιαφέρει πολύ.
{youtube}2xmxeDn9XK4{/youtube}