Στο εξωτερικό είναι γνωστή ως Athena, ως μια αιθέρια folk/pop/jazz δημιουργός που έκανε αίσθηση το 2007 με το ντεμπούτο της, Breathe With Me. Στα μέρη μας, από την άλλη, την ξέρουμε πιο πολύ με το πλήρες όνομά της (Αθηνά Ανδρεάδη) και μάλλον αργήσαμε να την ανακαλύψουμε. Η καλλιτέχνης με τη... διπλή ζωή, με φόρα από την περσινή κυκλοφορία του πρώτου ελληνόφωνου άλμπουμ της, ετοιμάζεται τώρα ν' ανέβει στη σκηνή του Κήπου του Μεγάρου Μουσικής –μεθαύριο Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου. Με αυτήν λοιπόν την αφορμή, μάς μιλάει παρακάτω για τη συγκεκριμένη παράσταση, μάς εξηγεί πώς αντιλαμβάνεται τη δουλειά της και τη σχέση με τους συνεργάτες της, ενώ μάς αφηγείται και μια ιστορία που εμπλέκει τον Bob Geldof κι ένα ταψί... γεμιστά!
Η επικαιρότητα σάς βρίσκει στην τελική ευθεία για μια εμφάνιση στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής, η οποία θα πραγματοποιηθεί μεθαύριο. Τι θα μάς παρουσιάσετε;
Θα παρουσιάσω τραγούδια απο τις τρεις δισκογραφικές δουλειές μου, τις δύο αγγλικές, Breathe With Me και Peeling Apples, καθώς και την πρόσφατη ελληνική, Γήινοι Άγγελοι, αλλά και τραγούδια μεγάλων δημιουργών που με καθόρισαν.
Ο τίτλος της παράστασης είναι «Οι Μύθοι της Athena». Ποιοι είναι αλήθεια αυτοί οι μύθοι;
Κατ' αρχάς είναι οι προσωπικοί μου μύθοι, εκείνοι που θα μου θυμίζουν την καταγωγή και τον προορισμό μου. Το προσωπικό, πολύτιμό μου κεφάλαιο που με έκανε να συγκινούμαι με συγκεκριμένα πράγματα κι όχι με άλλα –να αγαπώ το όμορφο και το διαφορετικό. Κυρίως, όμως, είναι οι μουσικοί μου μύθοι, οι μορφές που έχω ψηλά σε αυτό το «εικονοστάσι» γεμάτο από νότες και φτιαγμένο με στίχους και ήχους του Bob Dylan και του Leonard Cohen, του Μάνου Χατζιδάκι και του Μίκη Θεοδωράκη. Αλλά και νεότερους, οι οποίοι προστέθηκαν στον δικό μου μυθικό κύκλο των τραγουδοποιών, όπως ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. Αν δεν πίστευα ότι μπορούν να συνομιλήσουν ο Leonard Cohen με τον Θεοδωράκη, ίσως να μην επέμενα στο δέσιμο διαφορετικών ακουσμάτων όπως της τζαζ με την κλασική και της φολκ με τις πιο ποπ, μελωδικές αποχρώσεις.
Οι συμμετοχές της Δήμητρας Γαλάνη και του Γιώργου Ανδρέου πώς θα ενταχθούν στο πρόγραμμα; Και τι σημαίνει για εσάς η παρουσία τους στο πλευρό σας;
Ο Γιώργος Ανδρέου είναι ο πολύτιμος συνεργάτης του τελευταίου δίσκου και γενικότερα ο συνοδοιπόρος στα βήματα που πραγματοποιώ στα, άγνωστα για μένα ως τώρα, νερά της ελληνικής δισκογραφίας. Βρέθηκε στο πλευρό μου ως συμπαραστάτης και εμπνευστής και δεν θα μπορούσε επομένως να λείψει από αυτήν τη γιορτή του Μεγάρου. Γενικότερα, ο Ανδρέου για μένα δεν είναι απλώς ένας συμπαραγωγός, αλλά κάτι παραπάνω. Όπως και η Δήμητρα Γαλάνη, ένα από τα μυθικά πρόσωπα –συγκινούμαι πολύ που θα την έχω κοντά μου στην ξεχωριστή βραδιά μεθαύριο. Είναι και η ίδια άλλωστε μια μεγάλη, ολοκληρωμένη δημιουργός, αφού γράφει η ίδια και ερμηνεύει, ενώ έχει δουλέψει και με τους μεγάλους δημιουργούς, όπως ο Χατζιδάκις. Τιμή μεγάλη.
Κάποιοι βλέπουν χώρους όπως το Μέγαρο με καχυποψία, άλλοι τους θεωρούν άβατα στα οποία δεν θα έπρεπε να έχουν θέση εκφάνσεις πέραν της λόγιας μουσικής. Εσείς, που έχετε ξαναπαίξει εκεί αλλά και σε μερικούς σπουδαίους χώρους στο εξωτερικό, φαντάζομαι θα το βλέπετε διαφορετικά...
Για μένα το Μέγαρο είναι δηλωτικό μιας μουσικής ταυτότητας που ενέχει και πολλά δικά μου στοιχεία: μπορεί στις μέσα αίθουσες να αντηχούν οι βαρυσήμαντοι ήχοι από τις μεγάλες ορχήστρες και στους κήπους να συνευρίσκονται αρμονικά εγώ και ο Φοίβος Δεληβοριάς. Η μουσική άλλωστε δεν έχει όρια και –εσείς το ξέρετε καλύτερα από μένα– ποιος μπορεί να είναι πιο παιχνιδιάρης από τον Mozart; Ή ο Gergiev, ο οποίος θα βρεθεί εκεί λίγες μέρες μετά από μένα· δεν έχει τον δαιμόνιο οίστρο που μπορεί να παρασύρει ακόμη και τον πιο αμέριμνο τραγουδοποιό; Η μουσική δεν έχει σύνορα και προκαταλήψεις.
Ο πιο πρόσφατος δίσκος σας, Γήινοι Άγγελοι, περιείχε τα πρώτα ελληνόφωνα τραγούδια σας. Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με την εγχώρια δισκογραφία τη στιγμή που ακούμε πανταχόθεν ότι αυτή έχει καταρρεύσει;
Δεν πιστεύω ότι έχει καταρρεύσει –γιατί κανείς ποτέ δεν θα πάψει να αγαπάει τον ελληνικό ήχο και το ελληνικό τραγούδι, το οποίο εξελίσσεται. Καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολα τα πράγματα από πλευράς εταιριών, παραγωγής, προώθησης, αλλά όταν έχεις όραμα δεν μπορείς να σκεφτείς τα οικονομικά εμπόδια. Η μουσική υπάρχει για να ακούγεται, όχι για να μπαίνει στο μικροσκόπιο λογιστικών υπολογισμών. Επίσης, ήταν ένα όνειρό μου να γράψω έναν δίσκο στη μητρική μου γλώσσα. Πολλές φορές στους δύσκολους καιρούς ανθίζει η τέχνη. Βλέπω πολλά όμορφα πράγματα να γίνονται στην Ελλάδα αυτόν τον καιρό της κρίσης και με χαροποιεί πολύ.
Ένα ακόμα κίνητρο ήταν το να προσφέρω και με έναν άλλο μικρό τρόπο... Έτσι προέκυψε και η συνεργασία με τα Starbucks, όπου μαζεύονται κάποια χρήματα από τις πωλήσεις των δίσκων μου και πηγαίνουν στο φιλανθρωπικό έργο του Κοινωνικού Παντοπωλείου, το οποίο βοηθά ελληνικές οικογένειες με είδη πρώτης ανάγκης.
Σπουδάσατε Διοίκηση Επιχειρήσεων για να κάνετε το χατήρι των γονιών σας. Πιστεύετε πως ήταν χαμένος χρόνος, μιας και καθυστερήσατε έτσι να αφοσιωθείτε στη μουσική; Ποια σχετική συμβουλή θα δίνατε στα παιδιά που λίγες μέρες πριν έμαθαν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων εξετάσεων;
Δεν ξέρω αν σπούδασα για να κάνω το χατήρι των γονιών μου –μάλλον επειδή εγώ πίστευα ότι έτσι θα ήταν πιο σωστό για τη δική μου επαγγελματική συνείδηση. Έπρεπε δηλαδή να αποδείξω ότι μπορώ να το κάνω, ώστε να μπορέσω ελεύθερη να ακολουθήσω αυτό που πραγματικά έλεγε η καρδιά μου. Ίσως πάλι να ήταν και μια δική μου επιβεβαίωση ότι δεν λειτουργώ απερίσκεπτα, όπως κατηγορούν αρκετές φορές τους καλλιτέχνες. Και κέρδισα πολλά από τις σπουδές μου: τον οργανωτικό τρόπο σκέψης και μια πολιτική συνείδηση η οποία είναι άμεσα συνυφασμένη με την οικολογία, τον σεβασμό στον δημόσιο χώρο και στον άλλο. Όσο για τα παιδιά, θα τους έλεγα να επιμείνουν σε αυτό που λέει βαθιά η καρδιά τους· μόνο τότε θα μπορέσουν να είναι πραγματικά καλοί. Και γεμάτοι μέσα τους.
Από το ξεκίνημα της δισκογραφικής σας πορείας φτιάξατε τη δική σας εταιρεία, την Embraceable. Για ποιους λόγους συνέβη; Είχε να κάνει περισσότερο με την καλλιτεχνική ή με την οικονομική σας ελευθερία;
Είχε να κάνει με τον τελικό καλλιτεχνικό έλεγχο του αποτελέσματος. Δεν μπορεί να είσαι πραγματικά ανεξάρτητος ως καλλιτέχνης αν υποκύπτεις στους όρους που σου επιβάλλουν άλλοι, για λόγους οικονομικούς. Συν τοις άλλοις, μπορείς να έχεις μια άποψη των δραστηριοτήτων σου σε δισκογραφικό ή συναυλιακό επίπεδο, να βλέπεις ακριβώς με ποιον τρόπο μπορείς να προχωρήσεις.
Έχετε σπουδάσει μουσική, όμως έχω διαβάσει να δηλώνετε ότι η εποχή που σάς καθόρισε ως καλλιτέχνη ήταν εκείνη των νεανικών σας χρόνων –τότε που ήσασταν αυτοδίδακτη. Σε κάποιον που έχει βρει τους τρόπους να δημιουργεί, τι προσφέρουν λοιπόν οι σπουδές;
Νομίζω ότι το ένστικτο είναι αυτό που καθορίζει τον καθένα –τα πρώτα λιθαράκια που μπαίνουν στο αδιαμόρφωτο παζλ. Παρότι έκανα αρκετές απερισκεψίες, έμαθα να συνθέτω και να γράφω παράλληλα, να ξέρω ποια θα είναι η συνολική εικόνα της δουλειάς μου. Κάτι που με καθόρισε σε μεγάλο βαθμό. Οι σπουδές μού έμαθαν όλο αυτό να το ελέγχω και να το συγκροτώ σε ένα λειτουργικό πλαίσιο, μα και σε ένα επαγγελματικό επίπεδο. Η φωνητική, επίσης, με βοήθησε να διευρύνω την «παλέτα» μου και με έμαθε πώς να προσέχω τη φωνή μου ώστε να μην κουραστεί πρόωρα. Χρειάζεται η παραφορά και η έμπνευση του αυτοσχεδιασμού, αλλά αν κάτι τέτοιο συνδυαστεί και με γνώσεις, τότε μπορείς να καταφέρεις πολλά και σε επίπεδο ερμηνείας και σε επίπεδο σύνθεσης. Σου λύνει όμως και τα χέρια· κάνει κάποια πράγματα πιο γρήγορα, ενώ σου προσφέρει ακόμα και το απλό: να μπορείς να γράψεις μια παρτιτούρα για τους μουσικούς, για να τους «εξηγήσεις» καλύτερα το όραμά σου.
Ποια διαδικασία γραφής ακολουθείτε; Ξεκινάτε από τον στίχο ή από τη μουσική;
Συνήθως ταυτόχρονα ή από τη μουσική, αλλά σχεδόν πάντα έχω στο μυαλό μου και τον στίχο ή τουλάχιστον το αίσθημα του τραγουδιού, το βαθύτερο νόημα που θέλω να εκφράσω ή τον τίτλο.
Την παρουσία σας στα ελληνικά μουσικά πράγματα τη βλέπετε ως μια παράλληλη πορεία σε σχέση με όσα κάνετε στο εξωτερικό; Απαιτούνται διαφορετικά πράγματα από τη μεριά σας σε κάθε περίπτωση;
Ναι, είναι παράλληλες οι πορείες και συνεχίζω έτσι τις δουλειές μου στο Λονδίνο και στο Λος Άντζελες. Νομίζω ότι αυτό που απαιτείται σε κάθε περίπτωση είναι ο επαγγελματισμός. Είναι για μένα το Α και το Ω.
Ευτυχήσατε να έχετε ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση εξ αρχής, τόσο από τους κριτικούς όσο και από το κοινό. Αν τα πράγματα άλλαζαν τροπή πώς θα αντιδρούσατε; Πόσο αναγκαία είναι η θετική ανταπόκριση για τη δική σας δημιουργικότητα;
Είναι απαραίτητη και αναγκαία. Κι αν κάποιος το αρνηθεί λέει ψέματα. Δεν μπορείς να προχωρήσεις απο άποψη καριέρας αν δεν δεις ότι αυτό που κάνεις –στον βαθμό που μιλάμε για ένα καλλιτεχνικό έργο ή για έναν δίσκο, συναυλίες κλπ.– έχει ανταπόκριση σε κάποιους ανθρώπους. Έτσι επικοινωνείς, αντλείς δύναμη αλλά και πόρους ώστε να συνεχίζεις. Κάνουμε μια δουλειά για να επικοινωνήσουμε ψυχικά με τους υπόλοιπους. Από την άλλη, γράφω και τραγουδάω γιατί είναι ψυχική ανάγκη προσωπική, ακόμα και όταν ξέρω πως δεν με ακούει κανείς ή πως ένα τραγούδι δεν θα ηχογραφηθεί ή ένα ποίημά μου δεν θα δημοσιευθεί ποτέ. Άλλο όμως αυτό, αυτό θα το κάνω πάντοτε για μένα. Όπως το έκανα και από μικρή, πριν μπω στον χώρο επαγγελματικά.
Κάπου διάβασα ότι σάς αρέσει να μαγειρεύετε για τους μουσικούς και τους συνεργάτες σας. Μαθαίνω μάλιστα ότι υπάρχει και ένα σχετικό περιστατικό με τον Bob Geldof, το οποίο θα ήθελα να μάς διηγηθείτε...
Δεν μου αρέσει μόνο να μαγειρεύω, μου αρέσει να «κανακεύω» τα μέλη του συγκροτήματός μου και τους συνεργάτες μου στο στούντιο –είναι άλλωστε οι άνθρωποί μου. Λένε πως δεν μπορείς να δεις την ψυχή του άλλου, αν δεν μοιραστείς μαζί του το φαΐ και κάπως έτσι νιώθω κι εγώ με το συγκρότημά μου. Το φαγητό είναι επικοινωνία, κοινωνική σύνδεση, επαφή.
Όσο για το περιστατικό με τον Bob Geldof... Σε μια συναυλία ενός κιθαρίστα/τραγουδοπoιού με τον οποίον έχω συνεργαστεί, είπε στο κοινό την ιστορία του πώς –όταν ήρθε η μπάντα μου στη Θεσσαλονίκη για μια συναυλία– η μητέρα μου είχε φέρει γεμιστά στο αεροδρόμιο. Τότε ο Geldof, που βρισκόταν κι εκείνος στο ακροατήριο, είπε ότι θέλει να γίνει μέλος του συγκροτήματος! Μάλλον μύρισε το ταψί με τα γεμιστά (βασικός λόγος αν το σκεφτείς). Μόνο που σε αυτήν την περίπτωση δεν τα είχα μαγειρέψει εγώ, αλλά η μητέρα μου.
Μετά τη βραδιά στον Κήπο του Μεγάρου τι υπάρχει προγραμματισμένο στην ατζέντα σας; Κι άλλες συναυλίες ή κάνετε σχέδια και για νέο άλμπουμ;
Να πω ότι είμαι πολύ χαρούμενη που θα παίξω στο Μέγαρο με την ίδια υπέροχη μπάντα με την οποία ήμουν και στο Sani Festival –με καταπληκτικούς σολίστ όπως τον Richard Causon (έχει συνεργαστεί με Rufus Wainwright και Alanis Morissette), τον Dave Manington στο κοντραμπάσο (Tim Garland και Tina May), τον Eric Appapoulay στα φωνητικά και την κιθάρα (Plan B, Cat Stevens, Neneh Cherry, Daniel Bedingfield) και φυσικά τον περίφημο Martyn Kaine, ο οποίος είχε συνεργαστεί με την Amy Winehouse στα ντραμς. Είμαι επίσης πολύ χαρούμενη που συνεργάζομαι με τα Starbucks και μαζί ετοιμάζουμε μάλιστα κι ένα event στα τέλη Σεπτέμβρη, για φιλανθρωπικό σκοπό. Αμέσως μετά θα επιστρέψω στο Λος Άντζελες, όπου βρισκόμουν το τελευταίο διάστημα, για να συνεχίσω όσα projects ξεκίνησα τον Μάιο. Και φυσικά για να βάλω τα θεμέλια της προετοιμασίας του επόμενου αγγλόφωνου δίσκου μου.
{youtube}6eXW9RDzTGY{/youtube}