Τραγουδοποιός, εξαιρετική ερμηνεύτρια, ικανή κιθαρίστρια, μαθήτρια του Σπύρου Σακκά και μόνιμη πια συνεργάτιδα της Αγγελικής Ιονάτος, η Κατερίνα Φωτεινάκη διαμένει εδώ και 6 χρόνια στο Παρίσι. Από τότε που την είχα δει στο YouTube να συνεργάζεται με την Ιονάτος αλλά και να ερμηνεύει τη “Μάγισσα Σκουποξυλάνθη” των Άγγελου Αγγέλου και Έμης Σίνη, μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να έρθω σε επαφή μαζί της. Εντελώς τυχαία, η τηλεφωνική μας συνέντευξη συνέπεσε με την πρόσφατη πρωτιά της στους αγώνες δημιουργίας τραγουδιού του Iδρύματος Ωνάση. Για μένα, όμως, θα παραμένει πάντοτε αυτό το ρομαντικό και εσωστρεφές κορίτσι που ερχόταν στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών πάντοτε με την κιθάρα της...
Πώς σου φαίνεται το Παρίσι;
Τι να σου πω… Συμπτωματικά, άργησε πριν λίγο η μαθήτριά μου γιατί έγινε ένα ατύχημα στο μετρό. Πάλι κάποιος αυτοκτόνησε... Να σκεφτείς ότι βάζουν παραπετάσματα στους σταθμούς, για να μην μπορεί κάποιος να πηδήξει στις γραμμές. Ιδίως σε κάποιες γραμμές όπου τα τρένα κινούνται αυτόματα, χωρίς οδηγούς.
Δεν είναι η Πόλη του Φωτός;
Για τους τουρίστες, μπορεί. Οι ρυθμοί της πόλης, πάντως, είναι τρελοί. Στο μετρό, στους δρόμους, διαρκώς οι άνθρωποι τρέχουν και κοιτάζουν το ρολόι τους...
Περνάς καλά;
Προσπαθώ! Δεν είναι αυτονόητο. Επαγγελματικά νιώθω σε πολύ ευνοϊκή θέση: εδώ υπάρχει οργάνωση, γίνεσαι σχετικά εύκολα αποδεκτός και επίσης δεν έχω αισθανθεί τόσο έντονη την παρουσία της καλλιτεχνικής κλίκας, όπως τη νιώθουμε στην Ελλάδα. Από την άλλη, η ζωή είναι δύσκολη και ακριβή.
Δηλαδή θα προτιμούσες να βρισκόσουν στην Αθήνα της κρίσης;
Η Αθήνα, όπως τη θυμάμαι πριν από 6 χρόνια –όταν έφυγα– μου έχει λείψει πολύ. Στην Ελλάδα γενικά μου αρέσει που, μια οποιαδήποτε μέρα, χωρίς να το έχεις προγραμματίσει, μπορείς να βρεθείς ξαφνικά σε ένα ταβερνάκι με φίλους ή και άγνωστους και να κάνεις μια φιλοσοφική συζήτηση μέχρι πρωίας! Εδώ βρίσκεσαι με συναδέλφους, συνομηλίκους σου και αν τους προτείνεις να πάτε για έναν καφέ, βγάζουν την ατζέντα και σου λένε ότι υπάρχει ένα κενό την άλλη Πέμπτη, στις 7 το απόγευμα... Αυτό με έχει οδηγήσει στο να κάνω παρέα με Ιταλούς, Ισπανούς, Αργεντινούς. Δεν παραπονιέμαι, φυσικά. Ήμουν πολύ τυχερή που έφυγα από την Ελλάδα, πριν ξεσπάσει η κρίση. Βέβαια, η κρίση στους μουσικούς ήταν μόνιμη, από καταβολής του ελληνικού κράτους!
Τι είναι αυτό που ακόμα σε συνδέει με την Ελλάδα;
Η γλώσσα μας κρατάει από τα μαλλιά. Ως φιλόλογοι και οι δύο, κατανοούμε ότι είναι ένα σημαντικό πρόβλημα. Από την άλλη στην Ελλάδα σε κρατάει και το κλίμα της. Επαναλαμβάνω ότι ούτε είχα ταξιδέψει ποτέ, ούτε είχα καμιά σκορδοκαΐλα να φύγω. Αναγκάστηκα, γιατί στην Ελλάδα δεν μπορούσα να δουλέψω. Θα μπορούσες να με αποκαλέσεις μετανάστρια.
Με ποιος είδος μουσικής θα έλεγες ότι καταπιάνεσαι;
Με δύο είδη. Από τη μια, με τη σύγχρονη μουσική, από την άλλη με το τραγούδι. Σπουδάζω σύνθεση στο Conservatoire de Gennevilliers με δάσκαλο τον Bernard Cavanna. Οι μουσικές σπουδές εδώ γίνονται πολύ περισσότερο με γνώμονα την αυτενέργεια, παρά με τις τεχνικές γνώσεις και τα διπλώματα. Και οι σπουδαστές μαθαίνουν πολύ καλύτερα, όταν προωθούνται σε δουλειές. Πέρυσι για παράδειγμα ο δάσκαλός μου με πρότεινε για το project Musique à l' Encre Fraîche ενός οργανισμού (ARIAM) που καλεί κάθε χρόνο 5 νέους συνθέτες από όλη τη Γαλλία για να γράψουν ένα δεκάλεπτο έργο. Όντας η ίδια χορτοφάγος, αποφάσισα να συμμετάσχω για να εκδηλώσω τη διαμαρτυρία μου ενάντια στο λεγόμενο «απαρτχάιντ των ζώων». Έτσι έγραψα το "Délire Du Canard Gras" για ορχήστρα νυκτών εγχόρδων, πάνω σε ένα κείμενο του Baudelaire, κάνοντας ένα έμμεσο σχόλιο για την απαράδεκτη βιομηχανία του φουά-γκρα. Θέλω πολύ να γράψω μουσική και για το θέατρο. Είναι όμως δύσκολο, γιατί για τους Γάλλους είναι πολύ δαπανηρό. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι, για να παιχτεί η μουσική σου στο θέατρο, πρέπει υποχρεωτικά –βάσει νόμου– να πληρώσουν για τα δικαιώματα του συνθέτη. Είναι πολύ τυπικοί με τα πνευματικά δικαιώματα οι Γάλλοι. Στην Ελλάδα είναι αυτονόητο ότι δεν θα πληρωθείς σε μια αντίστοιχη δουλειά, ακόμη κι αν γράψεις μουσική κατά παραγγελία για μια παράσταση.
Ποια η εμπειρία σου με τον διαγωνισμό δημιουργίας τραγουδιού που οργάνωσε το Ίδρυμα Ωνάση, στον οποίον κέρδισες και το πρώτο βραβείο;
Κατά πρώτον, διαφώνησα με τη λέξη «σύνθεση». Ήταν διαγωνισμός τραγουδοποιίας και όχι σύνθεσης. Από την άλλη, μου έδωσε την ευκαιρία να διαγωνιστώ πάνω σε αυτό με το οποίο ασχολούμαι μια ζωή, τη μελοποίηση της ελληνικής ποίησης. Και μάλιστα της έμμετρης ποίησης, καθώς έχω εμμονή με τον ρυθμό.
Ποιοι είναι αλήθεια οι αγαπημένοι σου ποιητές;
Λατρεύω Τα Ρω Του Έρωτα του Ελύτη, μου αρέσει πάρα πολύ να προσεγγίζω την εξόχως λυρική και αθώα πλευρά του Καρυωτάκη, μου αρέσουν επίσης οι Τέλλος Άγρας, Χατζόπουλος και Σολωμός. Μου αρέσει περισσότερο ο ρυθμός και όχι το νόημα. Θα διάβαζα, άνετα, τον Ερωτόκριτο φωναχτά από την αρχή μέχρι το τέλος. Από τους νέους ποιητές μού αρέσουν ο Διονύσης Καψάλης και ο Γιώργος Κοροπούλης. Ειδικά τον τελευταίο, ελπίζω κάποια στιγμή να τον καταλάβουν. Και το έργο του και τις εκπομπές του στο Τρίτο.
Συμφωνώ απολύτως για τους Καψάλη και Κοροπούλη. Στο Παρίσι, λοιπόν, συνεργάζεσαι με την Αγγελική Ιονάτος. Βλέποντάς σας στη σκηνή θαυμάζω αυτή την οπτική σύμπνοια την οποία χαρίζετε στο κοινό...
Η Αγγελική υπήρξε για τη ζωή μου κάτι απίστευτα καλό. Βρίσκεται στη Γαλλία από τα 14 της χρόνια, χωρίς να έχει από τότε, συστηματικά, κάποιους φίλους Έλληνες. Παρ’ όλα αυτά αρθρώνει πάρα πολύ καθαρά τον ελληνικό της λόγο, εν αντιθέσει με άλλους Έλληνες που μένουν μόλις για 2 χρόνια στη Γαλλία και αποκτούν αμέσως ξενίζουσα προφορά. Το ότι μπορώ και εργάζομαι πλάι σε έναν τόσο γενναιόδωρο άνθρωπο, με τόση εμπειρία και έργο πίσω του, είναι μια μεγάλη τύχη. Και μάλιστα σε τόσο μεγάλα Φεστιβάλ και με τόσο καλή οργάνωση. Συχνά σκέφτομαι ότι είναι πολυτέλεια να πληρώνομαι κιόλας! Και με αφορμή την Αγγελική, θα μιλήσω για τα καλά της Γαλλίας. Η Γαλλία σου δίνει ελευθερία για το πώς συνθέτεις, αλλά και ευκαιρία να παρουσιάσεις το έργο σου. Στην Ελλάδα κάναμε παραστάσεις, δεν βγάζαμε λεφτά, συγχρόνως τραγουδούσα, δούλευα ως σερβιτόρα, έκανα ιδιαίτερα. Ήρθα στο Παρίσι, σχεδόν τυχοδιωκτικά και χωρίς κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο. Η μόνη μου επαφή με τη Γαλλία ήταν ο δάσκαλός μου στη φωνητική, ο Σπύρος Σακκάς. Πήρα λοιπόν μέρος σε μια οντισιόν ως μαθήτρια και αυτοί με πήραν για δασκάλα, μετά έγραψα μουσική για ένα τσίρκο, γνωρίστηκα με την Ιονάτος και με κάλεσε να τραγουδήσω σε μια συναυλία της. Έκτοτε έχουμε εμφανιστεί ως ντουέτο σε πάρα πολλά φεστιβάλ (συμπεριλαμβανομένου και της Αβινιόν φέτος), σε όλη τη γαλλόφωνη Ευρώπη.
Σε θυμάμαι ως φοιτήτρια της ελληνικής φιλολογίας στη Φιλοσοφική Αθηνών, πάντοτε με μια κιθάρα και με ονειροπόλα διάθεση. Παραμένεις τόσο ρομαντική στα 32;
Ρομαντική, δεν θα το έλεγα. Παραμένω όμως ιδεολόγος. Όχι μόνο στα πολιτικά θέματα αλλά και στα της μουσικής, των ποιητών, της διατροφής, τα των μαθητών μου. Νομίζω ότι η ενασχόληση με την τέχνη είναι ένα είδος πνευματικής ασχολίας που θα μπορούσα να την παραλληλίσω με τη σχέση την οποία έχει κανείς με το θείο: αν δεν είσαι απόλυτα δοσμένος σε ό,τι κάνεις, θα συντριβείς. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Αυτό που κάνω, είναι μεν «επιλογή», από την άλλη όμως είναι και ο μόνος τρόπος που έχω και ξέρω. Δηλαδή, αν με έβαζες σε μια πίστα, δεν θα μπορούσα να ανταποκριθώ. Με έναν τρόπο είμαι μονόπαντη. Είμαι αρκετά μοναχική και μου αρέσει να καταφεύγω στη φύση. Από το 2002 ένιωθα προσβεβλημένη από την τηλεόραση και έτσι την κατήργησα. Δεν βάζω εύκολα ανθρώπους στη ζωή μου –σαν από ένστικτο. Όταν γνωρίζω κάποιον άνθρωπο και πιστεύω ότι μου κάνει, το καταλαβαίνω από την πρώτη στιγμή. Όταν, για παράδειγμα, άκουσα για πρώτη φορά τον Σακκά να τραγουδά στη Λιλιπούπολη, είπα ότι θέλω να τον γνωρίσω και να μου κάνει μάθημα. Τολμώ να πω ότι είναι ο πνευματικός μου πατέρας.
Διδάσκεις απ’ ό,τι μου είπες στο Παρίσι...
Συνεργάζομαι με μια σχολή τραγουδιού, η οποία συνήθως μου στέλνει ηθοποιούς. Ξέρεις ποιο είναι το βασικό τους πρόβλημα; Η ρυθμική αγωγή.
Γιατί;
Με έχει απασχολήσει το ζήτημα. Μάλλον γιατί τους λείπει η παραδοσιακή μουσική. Έχουν συνηθίσει σε τετράγωνους ρυθμούς. Δεν καταλαβαίνουν επομένως τους αντιχρονισμούς και τα σύνθετα μέτρα. Έτσι, ακόμα κι αν καταλάβουν κάτι γραμμένο στο χαρτί, τους λείπει η ελευθερία του σώματος.
Δεν υπάρχει όμως στη Γαλλία μια πολύ σημαντική σκηνή τζαζ; Δεν θα μπορούσε αυτό να τους «διδάξει» ρυθμό;
Δεν είμαι βέβαιη ότι συνολικά υπάρχει στη σημερινή τζαζ κάποια πραγματική ρυθμική ρίζα. Πολυπλοκότητα ναι, αλλά τεχνητή και εγκεφαλική. Νομίζω ότι το έχει πει και ο Messiaen: η τζαζ δεν έχει ρυθμό. Αντιθέτως, εκλεπτυσμένο ρυθμό έχουμε στην Ανατολή. Και αρχέγονη έκφραση του ρυθμού και ροή της ενέργειας, στην Αφρική.
Θα σε φέρει πάλι κάτι στην Ελλάδα;
Μέσω του διαγωνισμού κέρδισα την ευκαιρία να κάνω ένα CD στη Universal! Οπότε θα έρχομαι στην Αθήνα. Άλλωστε παρατήρησα ότι υπάρχει ένα ενδιαφέρον για τη δουλειά μου. Για να δούμε…
{youtube}qVB4H6ioFq8{/youtube}