Το Άσε Τη Σκέψη Εδώ συστήνει δισκογραφικά έναν νέο τραγουδοποιό από τη Θεσσαλονίκη, μέσω 12 συνθέσεων με χαρακτηριστική ευαισθησία, οι οποίες παντρεύουν όμορφα το παραδοσιακό με το ηλεκτρικό και μετατρέπουν μερικούς ποιητικούς στίχους σε επικοινωνιακές εικόνες. Διαβάστε τι έχει να μοιραστεί μαζί σας ο δημιουργός Κώστας Τζιαγκούλας…
Ποια ήταν η πρόθεση για την πρώτη σου δουλειά και σε ποιο βαθμό πιστεύεις ότι το τελικό αποτέλεσμα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες σου; Είχες θέσει αλήθεια κάποιο σημείο κάτω από το οποίο δεν ήθελες να πέσεις;
«Ήθελα να επικοινωνήσω τα τραγούδια μου. Είναι μια ανησυχία την οποία είχα από την πρώτη στιγμή που έγραψα την πρώτη μου μελωδία. Την μοιράστηκα αμέσως με τους γονείς μου και ζήτησα να μου πουν τη γνώμη τους. Το τελικό αποτέλεσμα με ικανοποιεί αρκετά διότι είχα την τύχη να παίξουν πολύ καλοί μουσικοί και βέβαια το σημαντικότερο είναι ότι νιώθω την αγάπη τους μέσα στα τραγούδια. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τους δυο φίλους μουσικούς που συνέβαλαν και στην ενορχήστρωση των τραγουδιών – τον Ματί Παλαιολόγο και τον Rispa (Πάρη Βασιλειάδη). Δεν ήθελα να βγάλω σε κυκλοφορία τα τραγούδια μόνο και μόνο για την κυκλοφορία. Συνεπώς το σημείο στο οποίο αναφέρεσαι είναι ακριβώς εκείνο στο οποίο αισθάνθηκα ότι είναι έτοιμα, μαζί με εκείνα και εγώ βέβαια. Άλλωστε η δουλειά ξεκίνησε πριν από έξι χρόνια στη Θεσσαλονίκη και θεωρώ ότι είναι πολύς ο χρόνος για να εξελιχθούν τα τραγούδια και να αποφευχθούν οι «εκπτώσεις» στις προσπάθειες βελτίωσης».
Μίλησε μας για τη μουσική σου πορεία πριν το Άσε Τη Σκέψη Εδώ.
«Όταν ήμουν στα 9, ο πατέρας μου μού αγόρασε την πρώτη κιθάρα. Οι γονείς μου αγαπάνε πολύ τη μουσική και συνεπώς επηρεάστηκα από ακούσματα ευτυχώς πολυποίκιλα: Νέο Κύμα, λαϊκά, rock, δημοτικά, ρεμπέτικα, κυρίως ελληνικά είδη μουσικής. Εμφανίστηκα στη rock σκηνή της Θεσσαλονίκης αμέσως μετά τη στρατιωτική μου θητεία σπουδάζοντας ταυτόχρονα ανώτερα θεωρητικά στο Μακεδονικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, με καθηγητή τον κ. Γκρούνη. Λίγο αργότερα συνάντησα τον Γιώργο Σταυριανό και συνεργαστήκαμε για περίπου δυο χρόνια. Παράλληλα είχα την τύχη να εμφανίζομαι σ’ έναν εξαιρετικό χώρο, με άποψη και ιδιαίτερη συμβολή στα μουσικά δρώμενα της πόλης, τη μουσική σκηνή Πλατώ. Εκεί έμαθα πολλά γιατί συνεργαζόμουν συνεχώς με μουσικούς πολύ καλούς, αλλά και γνωστούς τραγουδοποιούς και ερμηνευτές τους οποίους φιλοξενούσε ο χώρος αυτός. Εκεί συνεργάστηκα επίσης για πρώτη φορά με τον Γιάννη Σπανό με τον οποίο από τον επόμενο χρόνο και μέχρι και το περασμένο καλοκαίρι εμφανιζόμαστε ακόμη μαζί».
Από πού εμπνέεσαι για να γράφεις μουσική και στίχους;
«Εμπνέομαι κυρίως από την καθημερινότητα, αλλά όχι μόνο. Υπάρχουν σκέψεις και ανησυχίες που «παρεμβάλλονται» στην πορεία της ημέρας ή της ζωής γενικότερα, αλλά βέβαια είναι πιο δύσκολο να τις εκφράσεις, να τις εκθέσεις και να τις μοιραστείς με τον κόσμο. Κατά βάση με απασχολεί πάντως ο δρόμος της ζωής και οι ψυχικές καταστάσεις τις οποίες γνωρίζει ο άνθρωπος μέσα σ΄ αυτή. Υπαρξιακά ζητήματα δηλαδή. Φυσικά δεν είναι τυχαίο που το ερωτικό στοιχείο έχει τόσο περίοπτη θέση στη δημιουργία τέχνης γενικότερα, εφόσον ο άνθρωπος ανέκαθεν αντλούσε ενέργεια και έντονες συγκινήσεις απ’ τον έρωτα. Νομίζω ότι αυτή είναι και η μεγαλύτερη κινητήριος δύναμη για δημιουργία. Η συγκίνηση».
Ποιο θεωρείς ως το βασικό διακύβευμα της τραγουδοποιΐας και ποιοι καλλιτέχνες σε έχουν επηρεάσει;
«Η σύγχυση που επικρατεί στον λόγο, στο στίχο δηλαδή, αλλά και η παγίδα της ταμπέλας. Του να πρέπει δηλαδή οπωσδήποτε να ανήκεις σε μια κατηγορία μουσικής και να νιώθεις κάποιο «κίνδυνο» για χαρακτηρισμούς, π.χ. ελαφρύ, βαρύ, έντεχνο, άτεχνο κλπ. Πιστεύω ότι ο κόσμος λίγο-πολύ μπορεί να διακρίνει καποιο τραγούδι σε τι κατηγορία μουσικής ανήκει, αλλά νομίζω ότι δεν πρέπει να μας απασχολεί τόσο αυτό, γιατί έτσι αποδυναμώνεται το τραγούδι. Καλό θα είναι κατά τη γνώμη μου να δίνουμε περισσότερη σημασία στο τραγούδι κι όχι στο «περιβάλλον» του τραγουδιού. Από παιδί μεγάλωσα ακούγοντας και μαθαίνοντας μουσική, κυρίως με τους Γιάννη Σπανό, Μίκη Θεοδωράκη, Μάνο Χατζιδάκι, Κώστα Χατζή, Γιώργο Νταλάρα, Δημήτρη Μητροπάνο, Στέλιο Καζαντζίδη, Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τους αδερφούς Κατσιμίχα. Μεγαλώνοντας όμως με στιγμάτισε ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο Σωκράτης Μάλαμας και βέβαια άρχισα να ακούω και ξένες παραγωγές, όπως Jeff Buckley, Sade, Sting κ.α.».
Στον δίσκο σου βλέπουμε ονόματα μουσικών όπως αυτό του Γιάννη Σπανού, καθώς και να αποδίδεις ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη και Αθανάσιου Κυριαζή. Ποια ήταν η πρόκληση για σένα να έχεις αυτό το βάρος στη πρώτη σου δισκογραφική δουλειά;
«Δεν θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «πρόκληση». Μάλλον τύχη και ευκαιρία θα το έλεγα. Τον Ιάκωβο Καμπανέλλη τον γνώρισα από τα βιβλία του Δημοτικού και δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι θα ερχόταν η στιγμή που θα δισκογραφούσα κάποιον στίχο του. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τον Γιάννη Σπανό που «σπούδασα» με τα τραγούδια του. Τον Αθανάσιο Κυριαζή βέβαια τον ανάγνωσα-βρήκα τελείως τυχαία σε μια ποιητική ανθολογία κάπου στα 17 μου χρόνια, στην οποία βέβαια υπήρχε και “Ο Λαουτιέρης” τον οποίο μελοποίησα αμέσως μόλις διάβασα το ποίημα».
Στο Άσε Τη Σκέψη Εδώ διακρίνουμε στοιχεία της ελληνικής μουσικής παράδοσης αλλά και ηλεκτρικές εξάρσεις. Τι πιστεύεις σηματοδοτεί μια τέτοια μίξη;
«Ζούμε σε μια χώρα με δική της ιστορική οντότητα και ταυτότητα στο βάθος των αιώνων. Ωστόσο η γεωγραφική της θέση αλλά και η εξελικτική πορεία της επικοινωνίας των εθνών συνέβαλε πολύ στην ποικιλία και πολυχρωμία της τέχνης. Η ταυτότητα είναι πολύ σημαντικό πράγμα και πρέπει όλοι να το ερευνούμε, χωρίς όμως να κλείνουμε τα αυτιά και τα μάτια μας σε ό,τι ξενόφερτο πλην όμως όμορφο κυκλοφορεί δίπλα μας».
Κλείνοντας, μίλησέ μας για τα επερχόμενα σχέδιά σου. Με ποιους μουσικούς θα ήθελες να συνεργαστείς; Υπάρχει κάποια σκέψη που αφήνεις πίσω ή «εδώ» με το τελευταίο να σηματοδοτεί το «προσωπικό σου μουσικό χώρο»;
«Ετοιμάζομαι για ζωντανές εμφανίσεις σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Λάρισα, Πάτρα, Καβάλα και όπου αλλού προκύψει. Επίσης ετοιμάζω το υλικό για την επόμενη δουλειά. Πολλοί καλλιτέχνες είναι αυτοί που θαυμάζω και θα ήθελα να συνεργαστώ μαζί τους. Δεν θα ήθελα να κατονομάσω γιατί σίγουρα κάποιους θ΄ αφήσω απ΄ έξω και δεν το θέλω. Αφήνω πίσω σκέψεις για τη ζωή μου αλλά μάλλον θα τις ξανασυναντώ, εφόσον τα τραγούδια πάντα θα είναι αφορμή γι’ αυτό. «Εδώ’» δεν έχω ν’ αφήσω τίποτε άλλο εκτός από την αίσθηση την οποία δίνει ο κύκλος (ζωής) που κλείνει για ν’ ανοίξει ένας καινούργιος».