Νίκος Σβέρκος

Το τι διαβάσαμε και το τι ακούσαμε για αυτή τη διαφήμιση, δεν περιγράφεται. Μιλάω βέβαια για την πασχαλινή καμπάνια πασίγνωστης αλυσίδας καταστημάτων παιχνιδιών, η οποία επέλεξε την Κατερίνα Στανίση για πρωταγωνίστρια. Πού εδράζονται όμως όλα αυτά τα πικρόχολα σχόλια; Σε παρεξήγηση και άγνοια ή σε σνομπισμό λόγω ενός αδιόρατου φόβου ενσωμάτωσης;

{youtube width="480" height="300"}uKtKpIn2Sk8{/youtube}

Πριν αποπειραθούμε να απαντήσουμε, ας δώσουμε πρώτα τα συγχαρητήριά μας στους διαφημιστές της συγκεκριμένης εταιρίας. Γιατί οι άνθρωποι έχουν καταφέρει να κατασκευάζουν cult στιγμές και δεν είναι εύκολο κάτι τέτοιο –συνήθως οδηγεί σε παταγώδη αποτυχία. Όσο πάντως βλακώδη κι αν φαίνονται τα αστεία της εν λόγω τακτικής μάρκετινγκ, δεν μπορεί να παραγνωρίσει κανείς ότι δημιουργούν μια αίσθηση γλυκιάς πολιτιστικής παρακμής.

Υπό άλλες συνθήκες, μια εταιρία που επενδύει στην εικόνα της παρακμής, θα κατέρρεε εν μια νυκτί. Διότι απαράβατος κανόνας της διαφήμισης είναι η εμπέδωση –από την πλευρά του λήπτη του μηνύματος– μιας αίσθησης ασφάλειας, αναμονής ή πληρότητας. Το πώς αυτό συνδυάζεται τώρα με τις σακούλες που καλύπτουν σπασμένα τζάμια, τα λεμόνια στα μπούτια του αρνιού ή με το κατακόκκινο φόρεμα της Στανίση σε ένα πλαστικό τραπέζι γεμάτο με μεζέδες κι έναν τριχωτό τύπο με λευκή φανέλα ακριβώς δίπλα, είναι αξιοσημείωτο.

Streamingstan_2

Μια εξήγηση πιθανόν να είναι ότι δεν πρόκειται για κατασκευασμένο cult σκηνικό, απλά και μόνο για το «σοκ» ή για την επίδειξη. Και αρκεί να αποστασιοποιηθεί κανείς από την εμπειρία του ώστε να δει ότι το σκηνικό της εν λόγω διαφήμισης δείχνει ονειρικό για μια μεγάλη μερίδα του κόσμου στην Ελλάδα: αραλίκι, φαΐ και μια βαριά λαϊκή φωνή να παρομοιάζει την πληγωμένη της καρδιά με το αρνί στη σούβλα. Έπος.

Πριν από δυο-τρία χρόνια είχα βρεθεί στο μαγαζί όπου τραγουδούσε τότε η Στανίση. Βγαίνει στη σκηνή, κόλαση από κάτω. Όπως ήταν αναμενόμενο, το "Σ' Έχω Κάνει Θεό" ακούστηκε πρώτο-πρώτο στη σειρά. Για την ακρίβεια, ακούστηκε κάτι σαν «Σ' έχω κάνει θεό / ια ορα να σε ω / να ουπω σ ααπω / υρα ισω». Δεν πρόκειται περί φάρσας. Έτσι όπως τραγουδούσε η γυναίκα, δεν καταλάβαινες ούτε λέξη, πέραν αυτών που μάντευες. Αλλά από κάτω, στα πόδια της, σφάζονταν παλικάρια. Τι λουλούδι ποτισμένο από το φτηνό ουίσκι, τι ανεβάσματα στα τραπέζια, τι τσιφτετέλια. Σωστός πόλεμος.

Εκεί λοιπόν θαύμαζες την απόλυτη απουσία λεκτικού νοήματος. Αρκεί το συναίσθημα να ήταν σωστό. Και οι κώδικες μετάδοσης, βέβαια. Σε εκείνη τη σκηνή δεν μπορούσε να σταθεί κανείς φιρφιρίκος να τραγουδήσει λαϊκοπόπ –τα υποτιμητικά βλέμματα και μόνο θα τον έκαναν να χλομιάσει. Αυτή λοιπόν η συντονισμένη μετατροπή του ακροατηρίου σε μια ομογενή μάζα η οποία ακούει την «τραγουδίστρια» να βγάζει άναρθρες κραυγές και εκστασιάζεται, υποδηλώνει μιαν άλλη ταυτότητα, πλήρη συναισθημάτων.

Όσοι λοιπόν έσπευσαν να χλευάσουν τη διαφήμιση, ίσως διακατέχονται από μια μπλαζέ αίσθηση ανωτερότητας, ίσως όμως και να φοβούνται το τρέκλισμα στα πόδια τους, θεωρώντας ότι, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να βρεθούν να τσιμπάνε την πετσούλα από το αρνί. Βλέπετε –για αυτούς– η αναγνώριση μιας υποβόσκουσας ταυτότητας συνιστά ξεπεσμό.

Ας πάνε ωστόσο αλλού, να τρώνε κοτοπουλάκι με ρύζι το Πάσχα. Η Στανίση είμαστε εμείς.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured