Πίσω από τα views, τα κανάλια και τα pixels κρύβεται πάντα η τάση για δημιουργία, για έκφραση, για πράξη. Και μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή έρχονται οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι αλήθειες του καθενός. Κάθε δύο Πέμπτες, ο Νίκος Σβέρκος παίρνει αφορμή από ένα βίντεο αναρτημένο στο ίντερνετ και καταθέτει τη δικιά του οπτική, αφού οι κόρες των ματιών συσταλούν και το μυαλό ηρεμήσει...
Κοίτα που μέσα σε έναν μήνα ακόμα ένα θανατικό επιβάλλει στη στήλη να κάνει αποτίμηση μιας ολόκληρης εποχής. Κι αυτή τη φορά το πρόσωπο προέρχεται ακριβώς από την αντίπαλη πλευρά του Ούγκο Τσάβες: πρόκειται για τη «Σιδηρά Κυρία», τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
Οι Mogwai το είχαν προβλέψει το μέλλον. Οι Σκοτσέζοι θα έστηναν ένα μεγάλο «πανηγύρι» στην Πλατεία Γεωργίου (sic) της Γλασκόβης και θα γιόρταζαν τον θάνατο της μισητής πρωθυπουργού της Βρετανίας. Και οι λόγοι για τους οποίους πολλοί μισούσαν τη Θάτσερ είναι πολλοί και διάφοροι.
{youtube width="480" height="300"}xbp3k3rYMs4{/youtube}
Αν πιάσουμε τη γειτονιά της, θα καταλάβουμε πολλά.
Οι βιομηχανικοί εργάτες, οι εργάτες ορυχείων και οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες, που στην εποχή της παντοκρατορίας της συμμετείχαν μαζικά στα συνδικάτα τους, τη μισούσαν επειδή έχαναν κατά κράτος τον ένα αγώνα μετά τον άλλον –παρά τις μνημειώδεις απεργίες, οι οποίες ακόμα τρομάζουν. Βλέπετε, ο συνδικαλισμός ήταν πλέον πασέ σύμφωνα με το δόγμα TINA (There Is No Alternative): το άτομο κρινόταν ως σπουδαιότερο από το σύνολο. Μεγάλη νίκη του νεοφιλελευθερισμού.
Οι Ιρλανδοί πάλι –και συγκεκριμένα όσοι ήταν φιλικά διακείμενοι προς τον αναγεννημένο IRA– μισούσαν τη Θάτσερ γιατί δεν έκανε βήμα πίσω μπροστά στην ανθρώπινη ζωή, ανοίγοντας έτσι πεδίον δόξης λαμπρό για τους απανταχού «μαχητές κατά της τρομοκρατίας». Ο Μπόμπι Σαντς και άλλα εννιά μέλη του IRA πέθαναν κατά τη διάρκεια απεργίας πείνας τον Μάιο του 1981, επειδή η Θάτσερ εγκαινίασε την πολιτική «μηδενικής ανοχής» εκ μέρους μιας κυβέρνησης. Και μετά βρήκε και στη χώρα μας πλείστους θαυμαστές.
Όσον αφορά στους Σκοτσέζους, ποτέ δεν έγινε απολύτως σαφές γιατί εύχονταν τον θάνατό της. Οι συντηρητικοί Τόρις ακόμα θεωρούν ότι επρόκειτο βασικά για μια παραδοσιακή απόρριψη εκ μέρους των γκρινιάρηδων Σκοτσέζων –κάτι σαν τους Κρητικούς που ψήφιζαν πάντα ΠΑ.ΣΟ.Κ. Και οι ίδιοι άλλωστε οι κάτοικοι της χώρας των πρασινισμένων από τη μούχλα βουνών, λένε απλά ότι την αντιπαθούσαν «όχι για το τι άκουγαν, αλλά για το τι έβλεπαν» να προκαλείται από την πολιτική της.
Οι Εργατικοί, οι πιο παραδοσιακοί, δεν κατάλαβαν ποτέ γιατί βούτηξαν στην ανυποληψία στα χρόνια της διακυβέρνησής της (1979-1990). Κάποιοι με αυτοκριτική διάθεση είπαν ότι «έχασαν το τρένο» των διεθνών εξελίξεων, ενώ άλλοι τρώγονταν να καταλάβουν τη θέση του επικεφαλής του κόμματος. Και στο τέλος βγήκε μια άλλη, Τρίτη πλευρά, και τα σάρωσε όλα: αρχές, ιδεώδη, χώρες στη Μέση Ανατολή. Ζήτω ο Μπλερ και τα λεφτά που βγάζει μετά την πρωθυπουργία του!
Η λίστα θα μπορούσε να είναι ατελείωτη. Θα μπορούσε λ.χ. να περιλαμβάνει τους Χιλιανούς αντικαθεστωτικούς, για την «εκτίμηση» που έτρεφε η Σιδηρά Κυρία προς τον δικτάτορα-κανίβαλο Πινοτσέτ και τον οικονομικό κανίβαλο, τον Μίλτον Φρίντμαν. Ή την τότε γαλλική κυβέρνηση, την οποία απείλησε με πόλεμο αν δεν σταματούσε να δίνει όπλα στους Αργεντίνους κατά τη διάρκεια των βρετανικών επιχειρήσεων στα Φόκλαντ. Η λίστα θα μπορούσε επίσης να έχει τους Βρετανούς χούλιγκαν, που εκδιώχθηκαν από τα γήπεδα επί των ημερών της. Αλλά τουλάχιστον αυτοί δεν δυσαρεστήθηκαν τελικά και πολύ: μπορούσαν πλέον να σκοτώνονται στους δρόμους γύρω από τα γήπεδα.
Χρειάζεται όμως κάποιος να μισεί τη Θάτσερ; Ορισμένες φορές, αυτά τα αισθήματα είναι πηγαία και ανεξέλεγκτα. Απαιτείται πάντως περισυλλογή: γιατί, ακόμα και σήμερα, που η κρίση έχει και πάλι σκοτώσει τους «από κάτω», εξακολουθεί να κυριαρχεί η αντίληψη της απόλυτης ελευθερίας της επιχειρηματικότητας και της απόλυτης σκλαβιάς της επιθυμίας; Γιατί ακόμα «χαϊδεύουμε» την οικονομική κάστα των golden boys, που γεννήθηκαν από τον νεοφιλελευθερισμό της Θάτσερ;
Καλά ερωτήματα• ακόμα πιο καλό θα ήταν βέβαια να τα απαντήσουμε...