Ήρθε και αυτή η στιγμή, μετά από σχεδόν 100 Παρατηρητήρια, να γράψουμε επιτέλους για τους Μάνογουορ. Δηλαδή χρειάστηκαν περισσότερα από 2 χρόνια, ώστε η Επιτροπή να κάνει ένα ολόκληρο άρθρο για το group με το οποίο έχει ασχοληθεί περισσότερο στην social media εκδοχή της. Και θα με ρωτήσετε: “γιατί αργήσατε ρε μάγκες;”. Και σας απαντώ, πότε δώσαμε μέσα από αυτές τις γραμμές το εύκολο, το προφανές, το αναμενόμενο; Ποτέ, είναι η απάντηση. Ακόμα και σήμερα, σκεφτήκαμε πάρα πολύ το τι θα γράψουμε, για να τιμήσουμε την συνεργασία του Avopolis με το Release Festival. Δλδ το κείμενο υποτίθεται πρέπει να είναι αβανταδόρικο, μπας και ξεκουνήσετε και κατηφορίσετε προς Πλατεία Νερού. Και επειδή δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να απευθυνθώ στους ορκισμένους φανς του γκρουπ, αφού ήδη έχουν εξοπλιστεί για το live, θα επικοινωνήσω με όλους τους υπόλοιπους, τους μάνογουορ άνιωθους, που τους σηκώνεται η τρίχα ακούγοντας και βλέποντας τους θρυλικούς epic metallers. Πάμε να δούμε τι έχουμε για εσάς.
Οι Manowar είναι για το metal, ό,τι είναι ο Φλωρινιώτης για το ελληνικό τραγούδι.
Σέβομαι και αγαπάω τον Γιάννη Φλωρινιώτη σαν καλλιτέχνη όσο και τους Μάνογουορ, και αυτοί που θεωρούν ως επιθετικό τον παραλληλισμό, ας συνεχίσουν το διάβασμα για να βγάλουν τα συμπεράσματα τους. Ο Γιάννης Φλωρινιώτης για όσους δεν γνωρίζουν την ιστορία του, ξεκίνησε την καριέρα του δίπλα σε μεγάλους ρεμπέτες της εποχής, όπως ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ερμηνεύοντας λαϊκό τραγούδι και ποντιακά. Αργότερα, την περίοδο της μεγάλης επιτυχίας του στην Αθήνα, το έριξε στο ντίσκο ελαφρολαϊκό με τα τρελά κοστούμια και το glam, όπου και πήρε τον τίτλο "Βασιλιάς της Νύχτας". Αργότερα και μεγαλώνοντας, ο ποιοτικός πήχυς των δουλειών του έπεφτε σταδιακά, όμως οι ζωντανές εμφανίσεις του συνέχιζαν να κάνουν πάταγο, όπου μάλιστα συμμετείχαν και τα παιδιά του. Πριν γίνουν Βασιλιάδες του Μέταλ, οι Αμερικανοί ξεκίνησαν πολύ δυνατά στο συνθετικό κομμάτι, τιμώντας τις επιρροές τους. Κάπως έτσι και οι Μάνογουορ βάσισαν την «συναυλιακή» επιτυχία τους στην υπερβολή των show που παρουσίαζαν, χωρίς να καταφύγουν σε φωτιές, μπαμ μπουμ κτλ. Περίεργα ντυσίματα κάτι γκαζωμένες Harley, κάποιες γυμνόστηθες κοπέλες πάνω στην σκηνή και τιγκαρισμένος στα όρια ήχος ήταν η φάση τους. Τώρα που όλα αυτά δεν προκαλούν καμία έκπληξη ή δέος σε κανέναν, η παραγωγή τους γέμισε με πυροτεχνήματα, μεγάλες πλατφόρμες, πολλά άτομα επί σκηνής κτλ. Πέρα από όλες αυτές τις ομοιότητες, Μάνογουορ και Φλωρινιώτης χαρακτηρίστηκαν από την τρομερή ροπή στην αυτοαναφορικότητα και κυρίως από την αυτοαναγόρευση ως “ανώτατοι άρχοντες” των σκηνών που εκπροσωπούσαν. Ίσως να έχουν και δίκιο, ρε μάγκες. Ποιοι είμαστε εμείς να τους χαλάσουμε την χαρά;
Οι Μάνογουορ είναι για τους μεταλλάδες ό,τι είναι o Conan για τους αναγνώστες κόμικ.
Σε σχέση με τον παραπάνω παραλληλισμό, αυτό ίσως σας κάθεται πιο καλά, αφού μπορείτε να βρείτε τους κοινούς κώδικες που χρησιμοποιούν και οι δύο περιπτώσεις. Όμως όντως οι comic readers εκτιμούν τον Conan, όσο οι μεταλλάδες τους Μάνογουορ;;; Χμ, το σκέφτηκα αρκετά. Εάν θεωρήσουμε μεταλλάδες μόνο αυτούς που οι Μάνογουορ δίνουν πιστοποιητικό αυθεντικότητας, ίσως όχι. Σε αυτή την περίπτωση η αναλογία είναι ακριβώς 1 προς 1, μιας και εισέρχεται ο παράγοντας “τρου”. Όμως ας μην γελιόμαστε, το metal απλώθηκε αρκετά σε ύφος από τα ‘90s και μετά, με συνέπεια οι Manowar να αφορούν ένα σχετικό υποσύνολο των metal ακροατών. Αντίστοιχα και οι nerds που έχουν τόνους από κόμικ, προφανώς και προτιμούν σε μεγαλύτερους αριθμούς την φάση με τους υπερήρωες της Marvel και της DC παρά το fantasy ιστορικό lore του Conan που βασικά κινείται σε μια λούπα από ξεκοιλιάσματα λαών και τεράτων, ενώ πηδάει ό,τι κινείται. Όμως ο γλυκός Conan έχει κάποιες από τις πιο δυνατές cult ταινίες των ‘80s και ο ενσαρκωτής του, o Σβατζενέγκερ παρέμεινε ένας τεράστιος super cool αστέρας (παρά την ενσωμάτωση του στους Συντηρητικούς), με αυτό να έχει συνέπεια, ο κόσμος να τον ακολουθήσει μέχρι σήμερα και στην κόμικ εκδοχή του. Προφανώς και τα μπράτσα δεν κάνουν τον παπά, ούτε καν τα ράσα, οπότε οι βαρυσήμαντες αξίες που εσωκλείουν εξίσου ο Κόναν και οι Μάνογουρ, όπως το θάρρος και η λίπανση του δέρματος πριν από κάθε δραστηριότητα, έρχονται μέχρι τις μέρες μας αυτούσιες ώστε οι επόμενες γενιές να μην δειλιάζουν μπροστά στην κατσαρίδα, τα καλοκαίρια.
Οι Μάνογουορ έχουν τουλάχιστον 10 κομματάρες που με κάνουν και λυγίζω.
Υπάρχουν κάποιες κρίσεις ειλικρίνειας που πιθανότατα σχετίζονται με τον τύπο πίσω από τον Επίτροπο, ο οποίος ίσως κάποτε να ήταν χτζμτλς. Δεν κρίνω. Σημασία έχει ότι σε καίριες εκφάνσεις της ζωής του Επιτρόπου, έρχεται στο προσκήνιο αυτή η βαρετή προσωπικότητα που ακόμα ζει καταπιεσμένη, κάπου εκεί πίσω. Ας παραδεχτούμε μαζί ότι κάποτε οι Manowar μπορούσαν και έγραφαν καλά κομμάτια, αντάξια αυτών που θεωρούν πως “βασιλεύουν”. Για να μην ξεφύγουμε στις προτάσεις μας, ας πούμε δέκα μόνο από αυτά, με σχετική αξιολογική σειρά.
10) Οι Manowar μας καλωσόρισαν στο καυτό ατσαλωμένο cringe με το Dark Avenger: Ο Orson Welles λέει τα δικά του τα επιστημονικά κάπου εκεί στην μέση, όμως αν με ρωτάτε όλα τα λεφτά είναι το δίστιχο “Burning, death, destruction raping the daughters and wives. In blood I take my payment in full with their lives”.
9) Η καλύτερη έναρξη τραγουδιού Μάνογουορ, είναι ο ρυθμός του Each Dawn I Die, με την εξέλιξη του να μας προσφέρει τα γνωστά κοκοράκια του Eric Adams. Διασκεδαστικότατο άσμα που απορώ γιατί δεν το παίζουν, γουστάρω κάθε νότα εκεί μέσα.
8) Εάν υπάρχει μια ultra-American στιγμή των Μάνογουορ, αυτή είναι το The Demon’s Whip και οι κιθάρες του. Μπορεί να προέρχεται από έναν δίσκο που ψιλοβαριέμαι αλλά αυτό το κομματάκι έχει μια ινταστριαλιά που έδειξε ότι μπορούν να κάνουν και άλλα πράγματα.
7) Εάν δεν τον έχεις παίξει με Guyana (Cult of the Damned), δεν μπορείς να λέγεσαι μανογουεράς. Ευτυχώς μέχρι σήμερα, δεν μου έχει συμβεί. Τα ανεβοκατεβάσματα στις μπασογραμμές του Ντε-Μάιο και η αυθεντική επική ατμόσφαιρα που στήνουν σιγά σιγά οι γλυκούληδες, έρχονται και σκάνε σε ένα λυτρωτικό ΓΚΑΓΙΑΝΑΑΑΑΑΑΑΑΑ και όλοι δηλώνουν ΧΥΝΝΝΝΝ και ίσως έχουν δίκιο τώρα που το ξανακούω.
6) Το Into Glory Ride είναι στη καρδιά πολλών. Δικαιολογημένα αφού ο δίσκος στάζει ατσαλχαχαχαχαχα. Εντάξει κόβω την πλάκα, έχει κομματάρες και αν είχε λίγο καλύτερο ήχο, θα το αγαπούσα περισσότερο. Στο Gates of Valhalla οι Μάνογουορ παίζουν μπάλα με την Βίκινγκ θεματολογία και ο Adams προσπαθεί να ακουστεί ίσως για πρώτη φορά πιο λυρικοτσαχπίνης. Και τα πάει περίφημα. Όταν σκάνε τα riff δεν υπάρχει επιστροφή. Είσαι στην Βλαχάλα με τα τσαρούχια.
5) Το Blood of My Enemies είναι ένα από τα τραγούδια που η μπάντα παίζει ακόμα στα live της και ένα από αυτά που ακόμα απολαμβάνω. Θρι Σονς Χαβάη, καβάλα στο άλογο να αποκεφαλίζεις με το τσεκούρι τους εχθρούς σου, οι Μάνογουορ στήνουν έναν πανέμορφο σκηνικό βίαιης μουσικής, στην οποία ο Adams καταθέτει την καλύτερη ερμηνεία του ever.
4) Άλλο ένα άσμα σήμα-κατατεθέν για την μπάντα. Το Revelation (Death's Angel) περιλαμβάνει όλες εκείνες τις λέξεις που υπάρχουν σχεδόν σε κάθε κομμάτι τους. Hail, Blood, Fire παίζουν δυνατά σε κάθε απόστροφο αλλά δίχως κανένα δισταγμό, θα ήταν ένα από τα κομμάτια που θα έβαζα σε κάθε setlist τους, γιατί είναι ξεκάθαρο ότι είναι γραμμένο για να παίρνει παιδικές πσυχούλες.
3) Ακόμα μια επικολυρική στιγμή των Manowar που σίγουρα είναι στα highlight της καριέρας τους, είναι τα Mountains. Το κομμάτι είναι πιστό στο δόγμα: “το πάω χαλαρά, πατάω γκάζι κάπου στην μέση με στριγκλιές, υπεργαμάτο ρεφραίν και γκάλοπινγκ στα ριφ και επιστρέφω στα χάδια”. Το έχω ακούσει και σε βουνό και σε θάλασσα, λειτουργεί το ίδιο πορωτικά μάγκες, προσπαθήστε το.
2) Στάζουν τα κλγδ όταν ακούνε το Battle Hymn ή Μπάτλ Χυνν όπως έγινε γνωστό από την Επιτροπή. Εντάξει, είναι μια από τις δύο κορυφές της μπάντας και μάλλον το κομμάτι που τους έδειξε τον δρόμο για το τι θα κάνουν αργότερα. Καθόλου τυχαία η πατέντα του πως έχτισαν και άλλα κομμάτια, στο ίδιο μοτίβο. Και σχεδόν όλα σε αυτό το στυλ μ'αρέσουν μέχρι ένα σημείο βέβαια.
1) Νομίζω ότι εάν ρωτήσεις 10.000 μανογουοράδες, δίπλα δίπλα, ποιο είναι το αγαπημένο τους κομμάτι, η μεγάλη πλειοψηφία θα απαντήσει το Bridge of Death. Αυτό συμβαίνει γιατί: α) ξεκινάει τέλεια β) εκεί στο τέλος του τρίτου λεπτού γίνεται της πτνας γ) ο Ross το Αφεντικό παίζει σολάρα δ) υπάρχει actual μονόλογος του Σατανά, χωρίς να παρεμβαίνει ο Λιακόπουλος με σχολιασμό για την αυθεντικότητα των δηλώσεων.
Έκανα το χρέος μου απέναντι στην μουσική και την σελίδα που με φιλοξενεί. Δυστυχώς για μένα και την σχέση μου με τους Manowar, σοβαροί οικογενειακοί λόγοι θα με υποχρεώσουν να μην παραστώ στην μεγάλη γιορτή της Επιτροπής, οπότε τζάμπα θα ψάξετε να με βρείτε. Μια χαρά θα περάσετε και χωρίς εμένα. Σούπερ θα είναι, όπως πάντα με αυτούς τους γλεντζέδες. Ασπίδες και κράνη να πάρετε, ρε μλκες, σε πόλεμο πάτε.