Ανδρέας Κύρκος

H περίπτωση του ντεμπούτου των Cypress Hill δεν ήταν απλή υπόθεση. Το γκρουπ έμοιαζε ουρανοκατέβατο και δεν ήταν καθόλου εύκολο να το κατατάξουν οι ακροατές, τόσο ως προς τον ήχο όσο και ως προς την αισθητική.

cypressalbumΑυτός ο δίσκος ακύρωσε κάθε εκτίμηση των δισκογραφικών γύρω από το «τι είναι mainstream» στον χώρο του hip hop. Οι Cypress Hill όρισαν από την πρώτη μέρα τον δείκτη αισθητικής και την ιδεολογία τους, προσφέροντας στο υποψιασμένο κοινό του hip hop των αρχών της δεκαετίας του '90 ένα υπολογίσιμο brand name με πρωτότυπο ήχο. Οι Cypress Hill απευθύνονταν περισσότερο στο κοινό που προτιμούσε να χορεύει με τα ψαγμένα samples των De La Soul παρά με τα επιθετικά τραγούδια των N.W.A. οι οποίοι επικοινωνούσαν μια κατάσταση πώρωσης και συναγερμού. Μιλούσαν περισσότερο στο κοινό που ήξερε τι ακριβώς τι έλεγαν στους στίχους τους οι Public Enemy και γοητεύονταν από την αγορίστικη «γκρούβα» των Beastie Boys παρά στο κοινό που αργότερα θα φανατιστεί με την αιματοβαμμένη κόντρα της Death Row με την Bad Boy και που προτιμούσε την εξυπνάδα του Rakim από τη βαρβατίλα του Schoolly D - και όλα αυτά χωρίς να χάνουν ποτέ το λαϊκό έρεισμά τους.

cypresshill2

Τα φαντάσματα στις λατινόφωνες γειτονιές πλέον δικαιούνται να ξεσπαθώσουν

Οι Cypress Hill προέρχονταν από τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, ωστόσο δεν ταυτίζονταν πουθενά με την ηλιόλουστη rap τον συμπατριωτών τους. Ο DJ Muggs, στην κονσόλα, ανακάτευε τα βρώμικα beats με τα σκουριασμένα samples, σαν να βρίσκεται σε ένα ημιφωτισμένο υπόγειο του Brooklyn. Τα ζουμερά φωνητικά του B Real και η ρυθμική οργή του Sen Dog στο μικρόφωνο, έφερναν στο νου τα συστατικά της κοινωνικής αφύπνισης και τη don’t-give-a-fuck συμπεριφορά από το «περιθώριο» των γκέτο του ‘70. Τα φαντάσματα στις λατινόφωνες γειτονιές πλέον δικαιούνται να ξεσπαθώσουν και να φυσήξουν τον καπνό ενός τεράστιου «μπάφου» στη μούρη του mainstream.


Ένα πραγματικό μπαράζ εκπλήξεων

Ποτέ δεν πρόδωσαν τις αρχές που οι ίδιοι έθεσαν στον πρώτο τους δίσκο οι Cypress Hill. Το αυτάρκες σύνολο δεν περιέχει περιττές συνεργασίες για τη μαρκίζα, ούτε άστοχα ιντερλούδια για εντυπωσιασμό, ούτε υπερβολική διάρκεια, ώστε να πλαδαρέψει.

Κατάφεραν μάλιστα να κομίσουν την ώριμη επιθετικότητα απέναντι στις κατασταλτικές μηχανές ("Pigs"), να επικοινωνήσουν την αγάπη για το αυθεντικό groove ("Hand On The Pump"), να αναδείξουν την αξία της δεξιοτεχνίας στις street-smart ρίμες ("Real Estate"), να προβάλλουν το κουβανέζικο machismo ("Latin Lingo") και να ξεδώσουν με το διασκεδαστικό τους κήρυγμα το κήρυγμα για την ιεροσύνη της μαριχουάνας ("Stoned Is the Way of the Walk"). Ένα πραγματικό μπαράζ εκπλήξεων.


Δεν τους ενδιαφέρει να παίξουν με τις ευκολίες της macho συμπεριφοράς των ομογάλακτών τους στο μικρόφωνο, αλλά νοιάζονται μόνο να μιλήσουν με αυθεντική φωνή, δίχως την άσφαιρη έπαρση που κουβαλάνε όσοι παριστάνουν απλά τους σκληρούς της συμμορίας τους.


Πίσω από τις ευφάνταστες προτροπές να μαστουρώσουμε ("Light Another"), τις άφθονες ιστορίες βίας και αίματος ("Hole in the Head"), τη θεοσκότεινη ατμόσφαιρα και την υγρασία στα beat, οι Cypress Hill δεν λησμονούν την αξία του λικνίσματος και της ψυχαγωγίας: το  “How I Could Just Kill a Man” δεν έχει χάσει καθόλου τη δύναμή του, τριάντα χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του στα ραδιόφωνα. Ολόκληρος ο δίσκος παραμένει τρομερά sexy, περιπετειώδης, πρωτότυπος, με hooks και στιχάκια που σου ανεβάζουν την αδρεναλίνη χωρίς να σου τσιτώνουν τα νεύρα.


Η hip hop κοινότητα και στις δυο ακτές αγκάλιασε το άλμπουμ, ανέδειξε τον Muggs σε σπουδαίο παραγωγό και αναγνώρισε τον B Real ως τεράστιο ταλέντο. Πραγματικά ο χαρισματικός MC χτίζει μια οικεία αίσθηση στο flow του, κάτι που τον κάνει να ακούγεται μυθικός στα αυτιά του ορκισμένου κοινού που τον ακολουθεί φανατικά ακόμη και μέχρι σήμερα.

Ένα ντεμπούτο που γίνεται καλύτερο ακόμη και μετά τη νιοστή ακρόαση

Οι Cypress Hill, ακόμη και με πρησμένα τα μάτια από τη φούντα, δεν ακούγονται στιγμή να χάνουν τη νηφαλιότητά τους στο studio. Δεν τους ενδιαφέρει να παίξουν με τις ευκολίες της macho συμπεριφοράς των ομογάλακτών τους στο μικρόφωνο, αλλά νοιάζονται μόνο να μιλήσουν με αυθεντική φωνή, δίχως την άσφαιρη έπαρση που κουβαλάνε όσοι παριστάνουν απλά τους σκληρούς της συμμορίας τους.

Οι Cypress Hill δεν ήρθαν στο προσκήνιο το 1991 για να δώσουν απλώς στον κόσμο αυτό που ήθελε. Δεν το έπαιξαν crowd-pleasers και κέρδισαν από νωρίς το στοίχημα με ένα ντεμπούτο που γίνεται καλύτερο ακόμη και μετά τη νιοστή ακρόαση

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured