Είναι μία από τις καλύτερες γυναικείες φωνές εν ζωή, μία από τις πιο εμπορικά επιτυχημένες μουσικούς από καταβολής της δισκογραφίας, αλλά –κυρίως– μια σπάνια περίπτωση mainstream ονόματος που συστηματικά (ιδιαίτερα από ένα σημείο της καριέρας της και μετά) συγκεράζει την καθολική προσβασιμότητα με την καλλιτεχνική ουσία.
Η Beyoncé έχει ήδη εξασφαλισμένη μια θέση στο πάνθεον των σημαντικότερων καλλιτεχνών της σύγχρονης μουσικής ιστορίας χωρίς να δείχνει καν τα πρώτα σημάδια φθοράς, παρά τα 42 της χρόνια. Αντ’ αυτού συνεχίζει ασταμάτητη το σερί των εκπληκτικών κυκλοφοριών που πλέον κρατά πάνω από μια δεκαετία, με πιο πρόσφατο κρούσμα το Cowboy Carter της περασμένης Παρασκευής, έναν δίσκο που τη βρήκε να καταπιάνεται με την country και να τη φέρνει στα δικά της μέτρα.
Η διαχείριση της καριέρας της Beyoncé θα έπρεπε να αποτελεί σεμιναριακό case study. Έχει την καλλιτεχνική φιλοδοξία του Kanye West, χωρίς την άμετρη εγωπάθεια που στην πορεία τού στέρησε τη νηφαλιότητα. Έχει την εργατικότητα και την πειθαρχία της Taylor Swift, με όραμα και αισθητήριο, όμως, που την έχει προστατέψει από τα ποιοτικά στραβοπατήματα της τελευταίας. Έχει το φωνητικό χάρισμα της Whitney Houston, πλην όμως με μια εσωτερική ισορροπία που την κρατά μακριά από αυτοκαταστροφικές προσωπικές επιλογές που θα την έκαναν να το χαραμίσει.
Με αφορμή την κυκλοφορία του Cowboy Carter, η στήλη σήμερα ιεραρχεί τη solo δισκογραφία της αμερικανής σταρ από τον χειρότερο μέχρι τον καλύτερο δίσκο, εξαιρώντας live albums, deluxe editions και soundtracks.
8. I Am… Sasha Fierce (2008)
Το περίφημο «διχασμένο» διπλό άλμπουμ της Beyoncé (ο πρώτος δίσκος αποτελείται αποκλειστικά από μπαλάντες, ενώ ο δεύτερος από bops και bangers) αποτελεί εύκολη επιλογή για τον πάτο αυτής της λίστας. Παρά τις 6 πλατίνες και το γεγονός ότι παραπάνω από τα μισά κομμάτια της tracklist έγιναν singles (με ορισμένα από αυτά να ανήκουν στα πλέον αναγνωρίσιμά της), η έλλειψη συνοχής του και η προσκόλλησή του στην επιφάνεια στο μεγαλύτερο μέρος του έχουν στερήσει στο I Am… Sasha Fierce την υστεροφημία που θα ήθελε, τουλάχιστον αν ειδωθεί ως ολοκληρωμένος δίσκος.
7. Dangerously In Love (2003)
Το φιλόδοξο solo ντεμπούτο, η έξοδος από τον αστερισμό των Destiny’s Child, τα πρώτα mega hits. To Dangerously In Love ήταν εκκωφαντικό, πληθωρικό και -σε σημεία του- ακαταμάχητο: πώς να μην υποβάλλεις τα σέβη σου μπροστά στην ευφυΐα του “Crazy In Love” και τη δημιουργική διαύγεια όσων το συνέλαβαν; Υπέφερε όμως από φαιδρούς στίχους, πολλά fillers (περισσότερα από όσα μπορεί να ανεχτεί κάποιος εκτός… Beyhive), αλλά και από μια ευρύτερη έλλειψη οράματος, η οποία θα ερχόταν σε πολύ μεταγενέστερη φάση στην καριέρα της Beyoncé.
6. B’Day (2006)
To B’Day αρχικά να εκλήφθηκε ως «βήμα πίσω» σε σχέση με τον προκάτοχό του εξαιτίας των ελαφρώς χαμηλότερων πωλήσεων, αλλά και του γεγονότος ότι δεν γέννησε κανένα single των κυβικών του “Crazy in Love”. Παρόλα αυτά ο χρόνος του έχει φερθεί αρκετά καλύτερα, μιας και αποτέλεσε μια προσπάθεια για έναν δίσκο πιο «δεμένο», με μεγαλύτερη έμφαση στη μουσικότητα (ιδιαίτερα οι ρυθμικές του φόρμες ήταν το κάτι άλλο) και αναβαθμισμένη αισθητική εν τω συνόλω. Παρά το σχετικά χαμηλό του ταβάνι, πρόκειται αναμφίβολα για ό,τι πιο εκλεπτυσμένο παρέδωσε η Beyoncé στα 2000s.
5. 4 (2011)
Ο διάδοχος του I Am… Sasha Fierce ήταν μια (αριστερή) στροφή 180 μοιρών: με εξαίρεση το κάπως χαζοβιόλικο single-κράχτη “Run The World (Girls)” και μια-δυο ακόμα στιγμές, ο δίσκος δεν είχε τίποτα το επιτηδευμένα πιασάρικο ή κραυγαλέα εμπορικό. Ήταν ο πιο «δύσκολος» δίσκος της αμερικανής, με αρκετή εσωτερικότητα, λοξές ματιές στο μουσικό παρελθόν, συνθέσεις πολλαπλών επιπέδων και μια γενικότερη διάθεση για ουσία, η οποία θα την έβαζε στη σωστή τροχιά και θα έδινε τον τόνο για την συνέχεια της δισκογραφίας της. Ειδική μνεία βέβαια αξίζει η εξωπραγματική ερμηνεία στο “Love on Top”, με τις 4 αλλαγές κλίμακας μετά τη μέση του.
4. Cowboy Carter (2024)
Σε αυτό το σημείο της λίστας εισερχόμαστε στην κατηγορία των σπουδαίων κυκλοφοριών. Το δεύτερο μέρος της τριλογίας που αποτέλεσε προϊόν έμπνευσης της περιόδου της πανδημίας είναι ένα μουσικό ταξίδι στην αμερικανική επαρχία, με country βάσεις και pop λεξιλόγιο. Ένας δίσκος οργανικής υπεροχής και τραγουδοποιίας παλαιάς κοπής, με σύγχρονη παρουσίαση και σποραδικούς εκμοντερνισμούς που τον φέρνουν στο σήμερα. Μέσα από 27 εκλεκτά τραγούδια η Beyoncé αποτίει φόρο τιμής στην ιδιαίτερη πατρίδα της (Houston, Texas), αλλά και στις μαύρες ρίζες ενός κατά κόρον λευκού ιδιώματος και καταφέρνει το ακατόρθωτο: να νοηματοδοτήσει κάθε ένα από τα 78 λεπτά της μαραθώνιας διάρκειας του δίσκου γεμίζοντάς τον μόνο με καλό υλικό, χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση. Πώς να μην της βγάλεις το (καουμπόικο) καπέλο;
3. Lemonade (2016)
Στο Lemonade η Beyoncé δοκίμασε πολλά διαφορετικά ηχοχρώματα και αρίστευσε σε όλα, παραδίδοντας συγχρόνως μια δουλειά που ήταν η επιτομή της σύγχρονης λογικής δίσκου. Η δομή του, η νοηματική του αλληλουχία, η οπτική του υπόσταση, οι αναφορές του (μουσικές και στιχουργικές), τα πάντα μέσα στον δίσκο έσπρωχναν τα όρια της εμπορικής pop προς κάθε κατεύθυνση. Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του δίσκου στην ποπ κουλτούρα, όμως, ήταν η εκλαΐκευση του (μαύρου) φεμινισμού με όρους 2010s μέσω του μετασχηματισμού του σε κάτι το οποίο μπορούσε να «περάσει» μαζικά σε νεότερες γενιές, στρώνοντας το έδαφος για το #MeToo που θα γιγαντωνόταν έναν χρόνο αργότερα.
2. Beyoncé (2013)
Πατώντας στις βάσεις του 4, το ομώνυμο άλμπουμ της Beyoncé ήταν ένα καλλιτεχνικό άλμα που αποτέλεσε χρονικά το πρώτο πραγματικό διαμάντι στη δισκογραφία της. Με μια παραγωγή κόσμημα, υποδειγματική ροή, κυριολεκτικά καυτό στιχουργικό περιεχόμενο, τάσεις για ηχητικούς πειραματισμούς και ένα σωρό πρωτοκλασάτες pop συνθέσεις που γεφύρωναν το οικείο με το φουτουριστικό, το άλμπουμ αυτό έσκασε σαν βόμβα στην εκπνοή του 2013 (τότε που τα surprise releases ήταν ακόμα μια ασυνήθιστη πρακτική) και έθεσε νέα standards για το είδος του. Ένας υποδειγματικός mainstream pop δίσκος.
1. Renaissance (2022)
Πόσους μουσικούς ή μπάντες γνωρίζετε που να παρέδωσαν το magnum opus στην τέταρτη (ημερολογιακά έστω) δεκαετία της δισκογραφικής τους δραστηριότητας; Το Renaissance είναι ένα πανηγυρικό σάρωμα στην ιστορία της χορευτικής μουσικής με έμφαση στις σκοπιές της μαύρης και της queer κουλτούρας, από την disco και την house, μέχρι το afrobeat και το dancehall. Ο δίσκος είναι φωτιά από την αρχή μέχρι το τέλος, με παραγωγή από άλλον πλανήτη, πυκνότητα ιδεών/μοτίβων που ζαλίζει και μεταβάσεις που προκαλούν ηλεκτροσόκ αδρεναλίνης. Εάν δεν είχαμε να κάνουμε με την περίπτωση της Beyoncé, το καταληκτικό σχόλιο θα ήταν ότι τέτοιοι θρίαμβοι δύσκολα επαναλαμβάνονται.