Αν μπορεί το '19 να καυχιέται για κάτι, προς το παρόν, είναι ότι έχει μηδενικές τάσεις να αναδείξει συγκεκριμένο μουσικό ύφος. Κι αυτό μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα:
1. Η ποικιλομορφία των ασταμάτητων νέων κυκλοφοριών έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας, οπότε ο καθένας, κλεισμένος στις προτιμήσεις του, απολαμβάνει σιωπηλά τη μουσική του.
2. Οι μεγάλες μηχανές επτυχιών ή περνάνε κρίση ή έχουν αρχίσει να στερεύουν ή κρατάνε τα χιτς για το δεύτερο εξάμηνο και το καλοκαίρι.
Θα σας φανεί περίεργο, αλλά οι μαγαζάτορες και ο κόσμος που διασκεδάζει στα μπαρ της χώρας, όπως και οι ραδιοφωνατζήδες, πληρώνουν την πολυφωνία ή την περίοδο ξηρασίας των pop hitmakers. Και εξηγούμαι.
Δεν είναι το καλύτερό μου και έχω βάλει κι εγώ το χέρι μου στη σχεδόν 20ετή DJing πορεία, ώστε το ύφος των μπαρ ανά την Ελλάδα (όσων προτιμούν να παίζουν διεθνή πράγματα) να μην έχει –πλην σπάνιων εξαιρέσεων– μουσική ταυτότητα. Σε οποιαδήποτε δηλαδή στιγμή του Σαββατοκύριακου, αν κανείς μπει σε κάποιο από τα κεντρικά μπαρ της πόλης, έχει αρκετές πιθανότητες να ακούσει από το “Milkshake” της Kelis και το “Cheap Thrils” της Sia, μέχρι το “Βuggin’” του Hot Since 82. Επαναλαμβάνω, δεν προκρίνω αυτούς τους συνδυασμούς (παρότι ενίοτε τους κάνω) και έχω κρατήσει ως ένα από τα καλύτερα βράδια μου την τελευταία πενταετία εκείνο σε ένα μπαρ του East Village, με τον Nick Zinner των Yeah Yeah Yeahs να παίζει από dub μέχρι Talking Heads, με άψογο στυλ και αισθητική. Αλλά δεν μπορώ να απαιτήσω ξαφνικά από την Αθήνα να έχει τη μουσική παιδεία της Νέας Υόρκης.
Για όσους είχαν άγνωστες λέξεις στις προηγούμενες 5 σειρές, αυτό σημαίνει ότι τα Σ/Κ, τα μπαρ της πόλης συνηθίζουν να αγνοούν βασικούς κανόνες μουσικής αισθητικής, παίζοντας από rap μέχρι pop hits και deep house στο τσακίρ κέφι. Ναι, ξέρω, υπάρχουν διαθέσιμα εκεί έξω από τον ναό της goth κουλτούρας μέχρι τον ναό της indie και της techno αντεργκραουντίλας, άμα θες να «νιώσεις»· αλλά εγώ μιλάω για το πού συχνάζει ο μέσος όρος, όχι οι εστέτ πολιτιστικές μειονότητες (ανακατεύομαι). Και αν πρέπει να μεγαλώσω το χαρακτηριστικό δείγμα, μπροστά στα μάτια και στα αυτιά μου το Σαββατοκύριακο πίσω από το DJ booth, γύρω στις 3 το πρωί, το δίλημμα είναι ένα: «Πάμε Dybbuk (deep house club) ή Κωνσταντίνο Αργυρό να προλάβουμε το "Ξημερώματα"»; Σε μια όχι και τόσο σχετική με τον καταναλωτή/θαμώνα πραγματικότητα, επομένως, το επίπεδο επανάληψης των ίδιων hits μπορεί να φθείρει το κοινό ενός μαγαζιού ή ενός σταθμού. Πόσες φορές έχεις σκεφτεί ότι ένας DJ παίζει τα ίδια; Και για πόσους σταθμούς κυρίως στο αμάξι έχεις να λες το ίδιο; Μοιραία λοιπόν οι μαγαζάτορες είναι αυτοί που μακροπρόθεσμα θα χάσουν, ακόμα και αν σε κράτησαν συγκυριακά για 5 λεπτά μαζί τους, όταν ο DJ έπαιξε Depeche Mode.
Από την άλλη, εσείς που επισκέπτεστε το avopolis.gr για τα νέα των Tame Impala και των Rotting Christ, ήδη δικαιούστε να θεωρείται αδιάφορο το παραπάνω κείμενο. Στην καθημερινότητά σας έχετε φροντίσει τις playlists και τις μουσικές των προτιμήσεών σας και πιθανόν –αν δεν σας σέρνουν οι φίλοι σας σε μαζικές μπαρ συγκεντώσεις τα Σ/Κ– το θέμα των trends δεν σας απασχολεί ιδαιτέρως.
Νομίζετε.
Αν μετράτε τουλάχιστον 20 χρόνια ηλικίας, θα θυμάστε τους γονείς σας ή και εσάς τους ίδιους να αστειεύεστε με τη φιγούρα του Βασίλη Λεβέντη σε νυχτερινά trash TV shows, σε κανάλια τα οποία άνοιγαν ανά τριετία. Κι όμως, ο κύριος Λεβέντης έχει τώρα επίσημα φωνή στη Βουλή, χάρη στη βοήθεια αυτών των μεταμεσονύχτιων σόου και της ευρύτερης υποκουλτούρας. Κατά αντιστοιχία, όταν το δίλημμα είναι μπουζούκια ή κλαμπάκι, η πόλωση μεγαλώνει λόγω της χαρακτηριστικά μεσογειακής ελαφρότητας που μας διακρίνει –και η όποια εναπομείνασα εναλλακτική κουλτούρα, θα εξαφανιστεί. Περιέργως, πάντως, αυτή την εποχή δεν φταίει μόνο ο καταναλωτής: κάτι έχει αρχίζει και αλλοιώνεται στην παγκόσμια μουσική αλυσίδα. Η Beyoncé, δηλαδή, σαν να το παρατράβηξε με όλους τους εναλλακτικούς singer/songwriters τύπου James Blake να της γράφουν τραγούδια· η Lady Gaga το μέτρησε λάθος όταν την ψώνισε με την ηθοποιία (και ας τους ανάγκασε να τη γεμίσουν αγαλματάκια) και ο Enrique Iglesias θα μπορούσε να βρει άλλη εποχή να πειραματιστεί με το trap.
Μέχρι τώρα, λοιπόν, το 2019 έχει αναγκάσει όλους τους μεσόκοπους DJs που πιθανόν να έχουν γνώσεις μα τις ανταλλάσσουν για τη διασκέδαση του απλού πολίτη (και, κατά συνέπεια, για το μεροκάματο) να παίζουν κάθε Σαββατοκύριακο το προαναφερόμενο "Milkshake", το "Uptown Funk", τους Daft Punk του Random Access Memories (που πια έχουν κλείσει πενταετία) ή το τελευταίο (τ)ραπ της διετίας, με ό,τι στο ενδιάμεσο έχει ξεχωρίσει από "Ιn My Mind" deep house και techno anthems. Και είναι θέμα χρόνου μέχρι τα "Ξημερώματα" του Aργυρού και η "Παράνοια" του Νίνο να μεγαλώσουν μια νέα γενιά DJs, των οποίων το ένστικτο και η αισθητική δεν θα έχει τον παραμικρό φραγμό να περάσει από το μπουζούκι στο beat –αν αυτό δεν συμβαίνει ήδη στα μαγαζιά που γεμίζουν κάθε Σαββατόβραδο στο Γκάζι.
Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που γράφω, φανταστείτε τη μουσική που θα μας περιβάλλει, αν τα trash parties μετατραπούν από θεματικές ενότητες του καρναβαλιού σε εβδομαδιαίες ή και καθημερινές συνήθειες διασκέδασης. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα μείνουμε να απορούμε αν έφταιξε το ίδιο η αδυναμία του Kanye West να γράψει το νέο “Gold Digger” ή της MIA και του Diplo να στήσουν ένα ακόμα “Paper Planes”, με την αδυναμία του Έλληνα φοιτητή, όποιου παλεύει με το ξέπλυμα του εγκεφάλου του για το αν θα ακούσει μπιτάκια, ραπ ή σκυλάδικα (υποβαθμίζοντας και τα τρία με αυτή την ορολογία). Ακριβώς όπως πιθανόν παλεύει και με τη συνείδησή του, για το αν θα ψηφίσει ακραία ή νεοφιλελέ στις επερχόμενες εκλογές, τώρα που τα media και η κοινωνική πολυφωνία έχουν κρίνει ότι η όποια εκδοχή της Αριστεράς δεν φάνηκε να ανταποκρίνεται στα στάνταρ της καθημερινότητας.
Δεν τα βγάζουν πάντως ούτε τόσο μαζικά, ούτε και τόσο ραδιοφωνικά όπως παλιά, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Αλλά, με την άνεση που έδωσε στην ανεξάρτητη μουσική τo digital streaming aka the internet, δεν είναι και εύκολο να συνεχίσει ο κύκλος στον οποίον είχαμε συνηθίσει. Τα χιτάκια θα δημιουργούνται ανά τόπους, σιγά-σιγά και πραγματικά θα μιλάμε για 10 μόλις παγκόσμια κομμάτια τον χρόνο: το "Juice" της Lizzo είναι το μοναδικό 2019 κομμάτι το οποίο κουνάει τους πάντες μέχρι τώρα. Από την άλλη, θα είναι εγκληματικό για τη μουσική η παραπάνω δικαιολογία να γίνει ο λόγος που τα μαγαζάκια τόσο των ραδιοφώνων, όσο και των μπαρ, θα πρέπει να παίζουν σε λούπα τη Madonna των 1980s ή τον Μaceo Plex και τον προ πενταετίας Nicolas Jaar.
Yπάρχει καλύτερη Ελλάδα από τη DJ μίξη Νίνο με "Dance With The Devil". Όμως δεν είμαι σίγουρος αν τη θέλουμε οι περισσότεροι Έλληνες.
Κόντρα σε όλα τα παραπάνω, ακολουθούν 4 κυκλοφορίες που αλλάζουν έστω ένα κλικ την ποιότητα της καθημερινότητας, όταν πατήσεις το play...
1. HVOB - ROCCO LP (PIAS)
To δίδυμο των HVOB από τη Βιέννη, που μόλις ανακοινώθηκε και για το Sónar Athens Festival (τον Οκτώβρη), κυκλοφορεί το 4ο του άλμπουμ για λογαριασμό της PIAS.
To Rocco μετράει 13 νέα κομμάτια, ο σκοτεινός χαρακτήρας της μπάντας είναι πανταχού παρών και με μαεστρία ισορροπεί στην εύθραυστη και αιθέρια ποπ, αλλά και στα επιβλητικά, βιομηχανικής υφής, beats. Το κοντράστ των εναρκτήριων "2nd World" και "Eraser" αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της διπλής ταυτότητας του δίσκου. Σχεδόν συνεχίζεται μάλιστα καθόλη την υπόλοιπη διάρκειά του, με αποτέλεσμα ο cold wave συναισθηματισμός κομματιών όπως το "Bloom" να θρυμματίζεται στην techno συνέχεια στιγμών σαν το "Butter".
To δελτίο Τύπου μας πληροφορεί ότι πρόκειται για συνειδητή πάλη του soft ηλεκτρονικού κόσμου με τις πιο αιχμηρές και club friendly παραγωγές. Σαν κάθε καλά σχεδιασμένο concept album, το Rocco επιτυγχάνει τη δημιουργία μιας ξεχωριστής –με την προοπτική της απομονωμένης, για όποιον το επιθυμεί– εμπειρίας ακρόασης. Από τα πιο ενδιαφέροντα ονόματα που θα δούμε μέσα στο ’19 στη χώρα μας.
2. Detroit’s Filthiest - Deep Love (MCEC)
Μιλώντας για deep house λίγο παραπάνω, εύχεσαι όλες οι σχετικές club house playlists να ενημερώνονταν με νέα μουσική από το θρυλικό όνομα του Julian Shamou aka DJ Nasty aka Detroit’s Filthiest. Ο οποίος στο νέο single "Deep Love" φλερτάρει με τη βαθιά αγάπη και τον house ρομαντισμό, με τη βοήθεια και της εκφραστικής φωνής της Yoland Sargeant. Soulful & funky.
3. Brainstory - Dead End (Big Crown)
H νέα ανακάλυψη του Leon Michels των El Michel’s Affair ακούει στο όνομα Βrainstory και έχει στη βάση της τα αφέρφια Kevin & Tony Martin από το Rialto της Καλιφόρνια. Στο single “Dead End” ακούγονται μόνο soul rock προεκτάσεις του μιξ που αναμένεται να έχει επιπλέον jazz, funk και ψυχεδελικές επιρροές από τα 1960s, όταν με το καλό κυκλοφορήσει το άλμπουμ. Το οποίο θα φέρει βέβαια τη σφραγίδα του Michels στην παραγωγή.
4. Spider Harrison - Beautiful Day (Athens Of The North)
Ένα ακόμα εξαιρετικό digging από την AON στο σύνηθες funk/soul επτάιντσο πνεύμα της. Ο Harrison, έχοντας υπάρξει ο πρώτος soul DJ στα τέλη των 1960s (στην Ιντιανάπολη), ξεκίνησε στα 1970s να ηχογραφεί δικά του jams. Το "Beautiful Day" καταγράφει απόλυτα την ανεξάρτητη μαύρη ψυχή της Αμερικής, με σοβαρό groove. Επανακυκλοφορεί αυτές τις μέρες σε 500 περιορισμένα επτάιντσα.