Στο παρόν κείμενο θα αρκεστώ σε αναφορές ξένων δίσκων, καθώς στα Ελληνικά έγινε εκτενέστατη αναφορά στα άρθρα μας με τον αγαπημένο Επίτροπο. Καλό είναι να σημειωθεί όμως πως όπως και εδώ, έτσι και στην αντίστοιχη λίστα κάθε είδους, θα υπήρχαν πολύ μεγάλες διαφορές αν προστίθεντο και ντόπιο πράγμα. Η σκηνή ανθίζει τρομακτικά γρήγορα και η σούπα "...για τα ελληνικά δεδομένα" ήρθε η ώρα να πεθάνει σιγά σιγά. Rant τέλος. Βουρ!
An Axis Of Perdition - Apertures
Δεν κρυβόταν ο ενθουσιασμός μου όταν άκουσα για την επιστροφή των The Axis Of Perdition, και δη σε αυτόν τον ήχο μετά από πάνω από 10 χρόνια απουσίας. Οι (πλέον) An Axis Of Perdition δεν είναι πρωτάρηδες στους ηχητικούς πειραματισμούς. Στο Urfe μας έδωσαν έναν δίσκο παντελώς ambient με αφήγηση στη θέση των φωνητικών. Στο Tenements από την άλλη ένα Avant Garde black metal με περάσματα από Dodheimsgard και industrial αισθητική. Ακούγοντας το για πρώτη φορά πριν σχεδόν μια δεκαετία δεν ήξερα τι να λάβω από αυτό. Είχα ακόμα στο μυαλό μου το Deleted Scenes From Transition Hospital και τον τρόμο που μου είχε μεταδώσει, οπότε οτιδήποτε άλλο μου φαινόταν playground music. Το Apertures από την άλλη μοιάζει να υπερπηδά τους δύο προηγούμενους και pulling an Exorcist III move λειτουργεί σαν ηχητικό direct sequel του Deleted Scenes. Η πρώτη ακρόαση ομολογώ πως πάλι δεν ήταν μια απόλυτα απορροφητική εμπειρία, και για αυτό το φταίξιμο βαραίνει εμένα αποκλειστικά. Έπιανα τον εαυτό μου να αναζητά να καταδείξει τα στοιχεία που κάνουν τον δίσκο να διαφέρει, παρά να γιορτάσω αυτά που τον τοποθετούν στην ίδια στρατόσφαιρα. Δίνοντας λίγο χώρο στις συνθέσεις και ακούγοντας με καθαρό και ανοιχτό μυαλό όμως όλα άλλαξαν μέσα μου. Αποτέλεσμα να μπορώ με σιγουριά να πω πως ο δίσκος είναι από τους αγαπημένους μου για φέτος. Το Apertures ανοίγει με ήχους από στατικό ηλεκτρισμό, σαν καλώδια που σκίζονται και ξερνούν την περίσσια τους ενέργεια. Στο context του δίσκου δύο είναι τα σενάρια που επικρατούν στο κεφάλι μου. Η πρώτη μου ανάγνωση, εμφανώς επηρεασμένος από τις προηγούμενες δουλειές της μπάντας είναι να έχεις ξυπνήσει στα μέσα της αφήγησης ενός παιχνιδιού/ταινίας τρόμου. Το μυαλό μου πήγε στο Silent Hill/Outlast απευθείας. Τα φώτα είναι κλειστά και το σκότος έχει τυλίξει τα πάντα. Ακολουθείς το static μήπως και σε οδηγήσει στο power room, στο φως και στην απελευθέρωση. Το intro του The Truth Is There To Tear Apart ακούγεται σαν έναν μανιακό σαδιστή που ακονίζει τις λεπίδες του και σέρνει αλυσίδες όσο έρχεται αργά και βασανιστικά προς το μέρος σου. Όλα τα ενδιάμεσα κομμάτια λειτουργούν ως ιντερλούδια και μοιάζουν σαν κομμάτια αυτού του παζλ τρόμου, εγκλωβισμού και απομόνωσης. Η δεύτερη ανάγνωση ήταν η ηλεκτρική καρέκλα. Το Corrupted Pulse εκτελεί σε πρώτο πρόσωπο τον ακροατή και ο υπόλοιπος δίσκος αποτελεί το ταξίδι στον άλλο κόσμο. Αυτή η οπτική ενισχύεται από τους τίτλους των κομματιών. Το αμέσως επόμενο τραγούδι ονομάζεται Metempsychosis. Το "Undercity" στο The Undercity Awaits μπορεί να συμβολίζει τον "κάτω κόσμο". Το Sewer Of Lethe με σαφείς αναφορές στη λήθη και το Flesh Underfoot στην ταφή. Σε κάθε περίπτωση και σε κάθε ανάγνωση, ο δίσκος δείχνει να είναι βαθύτατα συμβολικός, και αυτή είναι η μαγεία της abstract τέχνης. Ο ήχος του Apertures ξεκινά σιγά-σιγά, σαν ένας θρόισμα από παραμορφωμένες σκέψεις, που διαφεύγουν από το μυαλό ενός ασθενή. Κάθε νότα είναι ένα βήμα σε ένα διάδρομο χωρίς τέλος, γεμάτο από τη σκιά των παλιών τοίχων και την υγρασία που συσσωρεύτηκε με το πέρασμα του χρόνου. Δεν υπάρχει φως εδώ, μόνο η στατική που γεμίζει τον αέρα, σαν να το φιλτράρει κάτι απόκοσμο και αδύνατο να περιγραφεί. Σε καμία περίπτωση δεν θα μπω στη διαδικασία να προτείνω τραγούδια και να τα ξεχωρίσω. Ο δίσκος είναι ένα, και ακούγεται αποκλειστικά ολόκληρος. Η μουσική γίνεται προοδευτικά πιο σκοτεινή και βουβή, με τα αργά, συνεχώς εξελισσόμενα ηχητικά στρώματα να σε απορροφούν σε έναν κόσμο παράνοιας και αλλοίωσης. Η ατμόσφαιρα είναι παγερή και σχεδόν κινηματογραφική, απλά η ταινία που παίζει είναι μια remastered εκδοχή του Begotten του Merhige. Η αμοντάριστη και ασουλούπωτη εκδοχή θα ήταν οι δύο πρώτοι τους δίσκοι. Αυτό συνεχίζει να ισχύει μέχρι λίγο πριν το τέλος. Το I Am Odium είναι το λιγότερο "Axis Of Perdition" κομμάτι του δίσκου. Είναι μια τολμηρή επιλογή για κλείσιμο. Είναι μελωδικό και απόλυτα κιθαριστικό. Το σκοτάδι που με έπνιγε σε όλο το δίσκο μοιάζει να διαλύεται. Το κομμάτι και ο δίσκος κλείνει πολύ απότομα, και δεν νιώθω να λαμβάνω καμία θεματική κορύφωση. Η σιωπή ξαφνικά κατακτά τα πάντα, αλλά η αίσθηση του ατέρμονου παραμένει. Κανείς δεν ξέρει πότε θα έρθει η επόμενη κραυγή, η επόμενη παραμόρφωση, ή αν ο πρωταγωνιστής είναι ακόμη παγιδευμένος μέσα στους τοίχους ενός στοιχειωμένου ασύλου. Όπως συμβαίνει με το Apertures, το ταξίδι του ακροατή μέσα σε αυτόν τον χαοτικό κόσμο δεν έχει αρχή ούτε τέλος.
Sun Worship - Upon The Hills Of Divination
Υπάρχει καλύτερο συναίσθημα από το να κυκλοφορεί δίσκος μπάντας που αγαπάς, να πηγαίνει καρφί στα τοπ 5 της χρονιάς, και ΕΝΑ ΜΗΝΑ ΜΕΤΑ ΝΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΥΝ LIVE ΕΛΛΑΔΑ; Ρητορική ερώτηση. Στο Upon The Hills Of Divination με έξι κομμάτια που διαρκούν σχεδόν 42 λεπτά, η μπάντα δημιουργεί ένα ενιαίο αφήγημα που παντρεύει το black metal με σχεδόν ατμοσφαιρικές death metal πινελιές. Από το πρώτο demo και το Surpass Eclipse μέχρι και σήμερα οι Γερμανοί Sun Worship ήταν από τις σταθερότερες ποιοτικά μπάντες στο Black Metal. Κατάφεραν όμως εδώ να ξεπεράσουν κάθε προηγούμενο. Η παραγωγή είναι αρκετά πιο γυαλισμένη από το Emanations Of Desolation, βέβαια όλα συνεχίζουν να ακούγονται οργανικά. Μπορεί θεματικά ο δίσκος να είναι μια κοσμική μυσταγωγία όμως δεν μοιάζει να αντηχεί το απέραντο όπως πολλοί Atmospheric Black Metal συνάδελφοι τους συνηθίζουν. Αντιθέτως μοιάζει σαν κάτι πολύ πιο ωμό και εγκόσμια δοσμένο. Κάθε κομμάτι είναι ουράνιο σώμα, και το σύνολο είναι ένας αστερισμός φτιαγμένος από σκοτάδι, ενέργεια και φωτιά. Δεν αφήνουν χώρο για αναζήτηση, η επίθεση είναι συνεχής και αδυσώπητη. Βέβαια εδώ που τα λέμε, εγώ πάντα θα σκέφτομαι Dark Souls ακούγοντας τους. Praise The Sun και ο θάνατος να κρύβεται πίσω από κάθε σκοτεινή γωνία. Ο ήχος είναι απόλυτα βίαιος, δεν συγχωρεί και δεν αφήνει περιθώρια να χάσεις την προσοχή σου δευτερόλεπτο. Οι κιθάρες είναι μανιασμένες, με τα riffs να εναλλάσονται πιο γρήγορα και από δεσμούς του Απόστολου Γκλέτσου. Τα drums, από την άλλη, σφυροκοπούν σαν τους παλμούς ενός pulsar, ασταμάτητα και ανελέητα. Μπορεί να χρειάστηκε να Googleάρω το όνομα του Bastian Hagedorn, είναι όμως ένας από τους καλύτερους drummers αυτή τη στιγμή, και εδώ το αποδεικνύει περίτρανα. Το Serpent Nebula είναι σίγουρα το πιο συμβατικά black metal κομμάτι του δίσκου. Ένας ασταμάτητος χορός με εναλλαγές από tremolo picking και gallops. Από την άλλη στο Fractal Entity παίζουν σχεδόν death metal. Αργό και βασανιστικό. Ειδικά το δεύτερο μισό αποπνέει υπέρτατη Σουηδίλα. Το intro του Covenant είναι τόσο εθιστικό που ο Macaulay Culkin θα έκανε βουτιά nose-first πάνω του. Χριστούγεννα είναι, τι αναφορά περιμένατε δηλαδή; Το ομώνυμο κομμάτι είναι η καρδιά του δίσκου. Με πιο σύντομη διάρκεια, αλλά εξίσου εντυπωσιακή σύνθεση, συνδυάζει όλα τα στοιχεία του άλμπουμ σε έναν συμπυκνωμένο πυρήνα. Οι μελωδίες θυμίζουν ύμνους στον Gwyn, Lord of Cinder, ενώ τα φωνητικά είναι καταστροφικά σαν βροντές. Το τέλος αφήνει μια αίσθηση αναμονής πριν το επικό φινάλε. Το Stormbringer ξεκινά με μια από τις σκόρπιες ambient στιγμές του δίσκου (τα μπλιμπλίκια τα τοποθετούν στρατηγικά στα intro, δεν αφαιρούν καθόλου από τη δυναμική των συνθέσεων), η οποία λειτουργεί σαν calm before the storm (pun intended). Και τι storm είναι αυτό... το απόλυτο πανδαιμόνιο, σαν να ξεσπά μια κοσμική καταιγίδα. Ότι βαρύτερο έχουν γράψει, με το ένα riff να διαδέχεται το επόμενο και το ένα να είναι καλύτερο από το άλλο. Κάπου στα 5 λεπτά έχουμε και το (νομίζω) μοναδικό breakdown του δίσκου, το οποίο αν ακούσω ζωντανά θα γίνω live action Executioner Smough όταν χτυπιέται πάνω κάτω. Το Upon the Hills of Divination είναι ένας δίσκος που απευθύνεται σε όσους κοιτάζουν τα άστρα με δέος το βράδυ, ψάχνοντας ευλαβικά και μάταια τον Ήλιο. Είναι η τέλεια σύμπτυξη της κοσμικής τάξης και του ανθρώπινου χάους, ένας μουσικός γαλαξίας που εκρήγνυται κάθε φορά που πατάω το play. Αν τα άστρα μπορούσαν να τραγουδήσουν, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν μελωδίες, αγάπες και τιτιβίσματα αλλά εκρήξεις φωτιά και βρυχηθμοί.
Convulsing - Perdurance
Από που να αρχίσω και που να τελειώσω με αυτόν τον δίσκο. Αρχικά είναι πραγματικά κρίμα που ακόμα αναφερόμαστε στους Convulsing ως project και όχι ως μπάντα. Όταν είχε βγει το Errata το 2016 ο κόσμος παραμιλούσε. Τότε η προσέγγιση στο black metal των Convulsing ήταν αρκετά πιο... death metal, σαν ένα πολύ πιο σκοτεινό Ulcerateοειδές αμάλγαμα. Ο Αυστραλός Brendan Sloan, ο mainman της μπάντας, έδειξε ήδη την τάση του να κινείται σε εδάφη μακριά από τα συνηθισμένα death metal μονοπάτια, έχοντας στραμμένα τα μάτια του στο black και τις δυσαρμονίες, χωρίς όμως να πέφτει στην παγίδα του μονότονου Dissodeath που μπορεί τότε να μην ήταν σύνηθες τότε, αλλά μαστίζει πλέον. Δυο χρόνια μετά, το Grievous έμοιαζε να είναι ένα παντελώς dissodeath album. Έξι χρόνια μετά, στο σήμερα, ο Sloan ο οποίος παρέμεινε ενεργός με τους Altars, αποφάσισε να διοχετεύσει τις μουσικές του ανησυχίες σε ακόμα έναν Convulsing δίσκο. Έτσι γεννήθηκε το Perdurance, ίσως ο πιο black metal δίσκος του ως τώρα και με διαφορά ο πιο εκκωφαντικός. Όταν κυκλοφόρησε μια μέρα του Μαρτίου χωρίς επίσημη ανακοίνωση, δεν ξέραμε τι μας βρήκε. Ακόμα και τώρα δηλαδή δεν είμαι σίγουρος αν έχω χωνέψει εντελώς το τι ακούω. Όπως καταλαβαίνετε κανένας από τους τρεις δίσκους ως τώρα δεν είναι το στερεοτυπικό κασέτα-τρέμολο-μπλαστίδι black metal που όλοι ξέρουμε (και αγαπάμε!;!;). Όπως όλες, έτσι και αυτή η σκηνή έχει αποκτήσει τόσες διακλαδώσεις που δεν μπορείς πλέον να προβλέψεις με τίποτα αυτό που σε περιμένει πατώντας το play σε έναν νέο δίσκο. Αν αυτό δεν είναι μαγικό και θρίαμβος τότε δεν ξέρω τι είναι. Το άλμπουμ ανοίγει με το "Pentarch", ένα κομμάτι που σε εισάγει με την πρώτη ακρόαση αμέσως στον χαοτικό κόσμο των Convulsing. Το Flayed θα μπορούσε να βγει μέσα από το From Wisdom To Hate, και δεν νομίζω να υπάρχει μεγαλύτερο κοπλιμέντο. Στο Inner Oceans, όπου στιγμές ατμοσφαιρικής ηρεμίας που διακόπτονται από βίαιες εκρήξεις και θα μπορούσα να παντρευτώ το solo του Gossamer Pall. Το Shattered Temples είναι ίσως το πιο επιθετικό κομμάτι του δίσκου, με ένα βίαιο σχεδόν Emperor-ικό εναρκτήριο λάκτισμα, συνεχείς αλλαγές και έντονο riffing που θυμίζει μπάντες όπως οι Ulcerate και οι Gorguts, φέρνοντας όμως από την πίσω πόρτα και το χαρακτηριστικό ύφος του Sloan. Το Endurance αποτελεί το αποκορύφωμα του δίσκου. Με τη μεγαλύτερη διάρκεια, σχεδόν 13 λεπτά, ξετυλίγει ένα μνημειώδες έπος που συνοψίζει όλα τα θεματικά και μουσικά στοιχεία του άλμπουμ. Η σύνθεση ξεκινά αργά και σταδιακά εξελίσσεται, με το payoff να έρχεται θριαμβευτικά οδηγώντας σε ένα χαοτικό φινάλε. Ολόκληρος ο δίσκος είναι σαν έναν πύργο Jenga, όπου κανένα κομμάτι δεν είναι βαλμένο στη σωστή θέση, παρ όλα αυτά ισορροπεί τέλεια και με στιβαρότητα. Το bonus track του δίσκου είναι άλλη μια εκπληκτική διασκευή Porcupine Tree στο "A Smart Kid". Μετά το No Dreaming (Sleep Of No Dreaming) μέσα από το Grievous και το The Sky Moves Sideways στο Errata. Αν και προέρχεται από έναν εντελώς διαφορετικό μουσικό χώρο, η προσέγγιση των Convulsing δίνει στο κομμάτι μια νέα, πιο σκοτεινή διάσταση. Εκτός αυτού είναι και εξαιρετική ευκαιρία για να μας δείξει ο Sloan τις φωνητικές του δυνατότητες. Σαν να σου λέει πως “Μπορώ να παίξω και μουσική για ευαισθητούλικες καταστάσεις, αλλά προτιμώ να σε πατήσω κάτω πρώτα.” Συνολικά το Perdurance είναι ένα αριστούργημα του σύγχρονου extreme metal. Είναι εκπληκτικό το πώς η προσωπική έκφραση ενός μονάχα ανθρώπου μπορεί να ωθήσει τα όρια ενός ολόκληρου είδους. Συχνά δίσκοι που βγαίνουν νωρίς μέσα στη χρονιά χάνονται προς το τέλος. Η εξαίρεση εδώ είναι φωτεινή.
Ίσως αυτή η ολέθρια τριάς να είναι λίγο μακάβριος τρόπος να κλείσει η χρονιά, όμως δεν πειράζει καθόλου. Εξάλλου, τι άλλο είναι η αλλαγή του χρόνου και το πνεύμα των Χριστουγέννων, αν όχι μια υπενθύμιση ότι το κρύο, το σκοτάδι και οι αιώνιοι χειμώνες είναι προ των πυλών; Scary Christmas and a Happy New Fear αγαπημένοι αναγνώστες!