Η αγαπημένη μπάντα της Princess Di. Ο αποδιοπομπαίος τράγος των κριτικών. Μια παρέα εξαιρετικών και εξαιρετικά ευφάνταστων ποπ μουσικών από το Birmingham της Αγγλίας που απλά έτυχε να είναι πολύ όμορφοι και στυλάτοι, οδηγώντας πολύ κόσμος στο συμπέρασμα του ότι αποτελούν “boy band”. Ο σάκος του box για “true” post-punkάδες που τους έβλεπαν με μισό μάτι ξερνώντας άφθονη χλεύη απάνω τους, μόνο και μόνο για να αναθεωρήσουν άπαντες λίγες δεκαετίες αργότερα. Και το για πολλούς καλύτερο (ή έστω πιο iconic) κομμάτι James Bond που δεν είχε τη φωνή της Shirley Bassey. Κυρίες και κύριοι, οι Duran Duran και η ολόκληρη η πορεία τους αποδομημένη σε ταληράκια.
1978 – 1985
«Η Χρυσή Εποχή»
Η πεντάδα των Simon LeBon, Nick Rhodes, John, Andy και Roger Taylor (ουδεμία καταγεγραμμένη συγγένεια μεταξύ των τελευταίων τριών) βρίσκουν ευθύς αμέσως διέξοδο από την industrial ζοχάδα της μουσικομάνας πόλης αλλιώς γνωστής ως “Brum”, από τα art schools στα οποία φοιτούσαν αλλά και από τη λογική που είχε (μάλλον) επιβάλλει η κυριαρχία της Factory Records στην Αγγλία, τουτέστιν την νοοτροπία του «ό,τι και να κάνεις μουσικά θα πρέπει με κάποιον τρόπο να φοράει την ταμπέλα post-punk» - μια νοοτροπία την οποία περήφανα αφόδευσε πρώτος κατά κύριο λόγο ο Vince Clarke διά του βραχύβιου πλην σημαντικότατου περάσματός του από τους εξίσου παρδαλούς (τότε) Depeche Mode. Ο ομότιτλος πρώτος δίσκος του 1981 δείχνει δυνατά σημάδια κυρίως μέσω των singles “Planet Earth” και “Girls on Film”, μα το “Rio” ένα χρόνο μετά αποτελεί (ίσως μέχρι και σήμερα) το καθοριστικό statement που έκανε η πεντάδα αναφορικά με το ευρύτερο ύφος τους. “Rio”, “Hungry Like the Wolf”, “Save A Prayer” και “The Chauffeur” ξεχωρίζουν τόσο πολύ που οδήγησαν τον επόμενο δίσκο, Seven and the Ragged Tiger (έως τώρα το μοναδικό τους Νο1 στα βρετανικά charts), στο να προκαλέσει διαπεραστική αμηχανία στην απανταχού (δισκο)κριτική – που, ας είμαστε ειλικρινείς, ποτέ δεν τους συμπάθησε ιδιαίτερα ούτως ή άλλως. Κι ας δώσανε εμβληματικά tracks όπως τα “Reflex” και “Union of the Snake”. Ο επίλογος – ενδεχομένως και το επιστέγασμα – αυτής της εποχής ήρθε με το “A View to a Kill”, το theme song της ομότιτλης ταινίας James Bond, όπου παρέα με τον τεράστιο John Barry στη σύνθεση και ενορχήστρωση αλλά και τον Bernie “Mr. Groove” Edwards των disco θρύλων Chic, σμίλεψαν την ίσως πιο αξιομνημόνευτη one-off στιγμή τους. Ο δεύτερος, κατά την κοινή λογική, τους σύστησε και στον έτερο διόσκουρο των Chic, Nile Rodgers. Το λες και win-win.
1986 – 1988
«Πρώτα Πειράματα»
Παρέα με τον Nile Rodgers, οι Duran Duran ως τρίο πλέον (αφότου οι Roger και Andy Taylor κούνησαν μαντήλι) εντάσσουν για τα καλά το funk στο ηχόχρωμά τους και, διάολε, τους πάει πολύ. Ο Simon παθαίνει Prince και ερμηνεύει το “Skin Trade” με ένα χαριτωμένο falsetto που μνημονεύεται έως και σήμερα και η κριτική αρχίζει να τους συμπεριφέρεται κάπως καλύτερα – δίσκος που αντέχει πολύ παραπάνω από τα αναμενόμενα δεδομένης της τετραετίας-φωτιά που είχε η μπάντα σαν πεντάδα στα early-to-mid 80s – όλα αυτά ενώ ο φευγάτος Andy Taylor παραδίδει εκείνη την εποχή το κομμάτι-ορόσημο του glam metal, “I Might Lie”, αγκαζέ με τον Steve Jones των Sex Pistols, κατά συνέπεια και τον ανάλογου ύφους προσωπικό δίσκο του, Thunder. Το 1988 έρχεται το Big Thing η πρώτη συμμετοχή του πρώην κιθαρίστα του Frank Zappa, Warren Cuccurullo (και μετέπειτα βασικό και αναπόσπαστο μέλος τους για μια δεκαετία τουλάχιστον), οι DD ωστόσο βρίσκονται σε αμηχανία: προσπαθώντας να καβαλήσουν με το δικό τους τρόπο το κύμα του Madchester, σκαρφίζονται δίσκο πειραματικό, με φοβερές στιγμές, αλλά κάπως ανίκανο να αποφασίσει αν θα κάτσει στο ραδιόφωνο σαν alt-rock (λέμε τώρα) standard ή αν θα εισβάλλει διακριτικά στα raves της εποχής. Σίγουρα καλύτερος απ’ όσο θυμόμαστε βέβαια.
1990 – 1993
«Η Alternative Rock Era»
Έχει το Liberty του 1990 κομματάρες; Σαφώς. Το θυμάται κανεις; Ουδόλως. Πέτυχε το transition σε μια πιο “rock” κατάσταση; Κατά κάποιον τρόπο. Με δείγματα όπως το ομότιτλο και το “Serious”, η μπάντα ενσωματώνει πλήρως τα καινούρια μέλη που δεν έχουν το “Taylor” σαν επίθετο και οδηγούνται στο ανεπίσημα γνωστό ως Wedding Album του 1993, όπου και συναντάμε τα δύο πλέον γνωστά (ειδικά για τις επόμενες γενιές) κομμάτια τους, τα μπαλαντοειδή megahits “Come Undone” και “Ordinary World”. ‘Nuff said, already.
1995 – 2000
«Pop Trash, κυριολεκτικά (;)»
Οι συνεχείς (προσθ)αφαιρέσεις στο lineup συνεχίζονται, δείχνοντας τη σύγχυση που επικρατούσε τότε στο στρατόπεδό τους. Αποκορύφωμα – ή μάλλον, ναδίρ – το Thank You του 1995, ένας ολοκληρωτικά αμήχανος δίσκος διασκευών/φόρων τιμής που πάτωσε εμφατικά παρά τις αδιαμφισβήτητα ευγενείς προθέσεις. Δύο χρόνια μετά, το Medazzaland αποτελεί μερικό comeback με tracks όπως “Electric Barbarella”, ενώ το (σαρκαστικά;) τιτλοφορημένο Pop Trash του 2000 αποτελεί με διαφορά την πιο “rock” στιγμή τους ενορχηστρωτικά, τολμώντας να χαϊδέψει ακόμα και τις παρυφές του metal. Δίσκος αδικημένος και πολύ καλύτερος απ’ όσο επιτάσσει η συλλογική μνήμη, που ξεκάθαρα έπεσε θύμα της γελοιότητας που φέρει το δεύτερο σκέλος της προηγούμενης πρότασης.
2004 - 2007
«Το (διακριτικό μα σαφέστατο) comeback»
Οι Andy και Roger Taylor επιστρέφουν, συμπληρώνοντας την πεντάδα που αγαπήθηκε τρελά μέχρι το 1985, για να βοηθήσουν τους υπόλοιπους τρεις να κατασκευάσουν το Astronaut, έναν πολύ καλό δίσκο που αξιοποιεί τα καλύτερα στοιχεία από τις δυνατές τους εποχές, μπλέκοντας το new wave με τα rock στοιχεία που επιδείκνυαν κατά καιρούς. Ναι, αν δεν είχε προηγηθεί το Pop Trash δεν θα είχαμε ποτέ ένα “What Happens Tomorrow”. Η βραχύβια επανένωση της πεντάδας έδωσε στη θέση του στο “Red Carpet Massacre” και σε μια «κουλή» (στα χαρτιά) συνεργασία με τον Timbaland. Ο τελευταίος δικαιολογεί το γεγονός ότι τη δεκαετία 1999-2009 είχε πραγματικά το Άγγιγμα το Μίδα, παντρεύοντας την αισθητική του εκπληκτικά καλά με αυτή των DD, με βασικούς αρωγούς το ανέκαθεν δεξί του χέρι Danja και έναν τύπο με το όνομα Justin Timberlake. Sexy (was) back.
2010
«Mark Ronson»
Δεν χρειάζεται άλλον τίτλο αυτό το κεφάλαιο, δύο λέξεις τα λένε όλα. Οι DD σηκώνουν μανίκια, ως τετράδα πλέον (λείπει ο Andy Taylor), μπαίνουν στο studio με τον Ronson και παραδίδουν τον καλύτερό τους δίσκο, τόσο συνθετικά όσο και από άποψη παραγωγής – ακόμα και κομμάτια όπως το “Mediterranea” που δεν κατάφεραν καν να ενταχθούν στη βασική tracklist σου κολλάνε σαν τσιχλόφουσκα στο μυαλό και σε εκπλήσσουν με το αβίαστο catchiness που τα διακατέχει. Τότε μάλιστα γυρίζουν και το concert film “Duran Duran: Unstaged”, σε σκηνοθεσία David Lynch.
2015 – σήμερα
«Αναγνώριση και Σταθερότητα»
Συνεχίζουν να συνεργάζονται με Ronson και Nile Rodgers, δίνουν το Paper Gods με μίνι ποπ αριστουργήματα όπως το “Pressure Off”, συνεργάζονται με Steve Jones, John Frusciante, Lindsay Lohan (τι;), ακολουθεί το Future Past που, αν εξαιρέσεις το πρώτο single-φωτιά “Invisible”, δεν φτάνει ποτέ τα ύψη του AYNIN – κι ας έχει στη φαρέτρα του ονόματα-κράχτες όπως ο Giorgio Moroder και ο Erol Alkan. Δικαίωση και δικαιότατη ένταξη στο Rock and Roll Hall of Fame το 2022, άλλη μία (μικρή) επανένωση με τον χτυπημένο από καρκίνο αλλά μαχητικότατο Andy Taylor και το Danse Macabre του 2023, ένας (υβριδικός) δίσκος διασκευών που αυτή τη φορά έγινε σωστά, έχοντας ωστόσο κάμποσο καινούριο υλικό για κατανάλωση. Ακάθεκτο touring, περίσσεια όρεξη και καύλα η μαγιά που τους κάνει να συνεχίζουν με τέτοιους ρυθμούς.
Οι Duran Duran εμφανίζονται στην Πλατεία Νερού την Πέμπτη 18 Ιουλίου 2024, στο πλαίσιο του Release Athens Festival. Περισσότερα εδώ.