Για το μεγαλύτερο μέρος του 2003 η Θεσσαλονίκη θα ξυπνούσε ή απλά θα είχε στο repeat σε καθημερινή βάση την "Blue Monday" εκδοχή των Flunk. Δεν αστειεύομαι καθόλου, ολόκληρο βινύλιο με τα “Treat Me Like You Do” remixes των Flunk θα κατέληγε στην Lilis Bros DJ συλλογή και ο λόγος δεν ήταν άλλος από το heavy rotation (δηλαδή τις συχνές επαναλήψεις και την κορυφαία θέση στο playlist) που του επεφύλασσε ο τρομερός τότε 88,5 ή 88μισό στα ερτζιανά της συμπρωτεύουσας. Ναι, ήταν ακόμα η εποχή που τα ραδιόφωνα «έσπαγαν» νέα μουσική και ναι, ο 88μισο στις αρχές των 00s είχε φήμη ανάλογη με αυτή του Ρόδον στα 90s. Η ανάμνηση ανασύρθηκε κάθως έχει παγκόσμια καθιερωθεί να θεωρούμε την τρίτη Δευτέρα κάθε νέας χρονιάς ως Blue Monday, δηλαδή ως τη πιο μελαγχολική ημέρα του χρόνου, που όμως στ’αλήθεια σε Σκανδιναβικές χώρες που τίμησαν τον λεγόμενο chill out ήχο (οι Flunk είναι Νορβηγοί) τι να τους πει κανείς για μελαγχολικές Δευτέρες όταν περνάνε διαστήματα μηνών κατά τα οποία κοιμούνται και ξυπνάνε χωρίς το φως του ήλιου.

Και η αλήθεια είναι ότι το κομμάτι είχε ήδη κερδίσει τις εντυπώσεις στο “Τhe Blue Room” mix που είχαν επιμεληθεί τον Αύγουστο του 2022 οι Chris Coco και Rob Da Bank για τη special έκδοση του περιοδικού Muzik. Το δίδυμο των Coco και Da Bank θεωρούνταν ήδη οι άρχοντες του chill out στη Μεγάλη Βρετανία καθώς το Radio 1 του BBC τους είχε αναθέσει το δίωρο 05:00 - 07:00 τα ξημερώματα κάθε Σαββάτου προς Κυριακή για να φροντίζουν με τις επιλογές τους να καλμάρουν τις club τσίτες των Άγγλων που θα τηλεφωνούσαν στην εκπομπή ή θα έστελναν μεθυσμένα μηνύματα. Μέχρι το 2004 θα κέρδιζαν μία μέρα ακόμη (αυτή της Κυριακής) για να παρουσιάζον το “Blue Room” όπως ονόμαζαν την εκπομπή σε μία εποχή, το πρώτο μισό των 00s όπου κάθε club που σεβόταν τον εαυτό του διατηρούσε ένα chill out room, την ίδια στιγμή που μπάντες όπως οι Kings Of Convenience θα ηγούνταν του “Quiet Is The New Loud” κινήματος και ο μουσικός εκλεκτισμός που θα κάλυπτε η ομπρέλα chill out (με καθιερωμένες στήλες για κριτικές δίσκων ανάλογου ύφους σε κάθε περιοδικό) θα έπιανε τη δική του κορυφή στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα.

«To Chill out είμαι μια χαλαρή (duh) εκδοχή ποπ μουσικής που χαρακτηρίζεται από αργή ρυθμολογία και χαλαρωτική διάθεση» θα ξεκαθαρίσει στα γρήγορα η Wikipedia, αλλά όπως σωστά θα συνεχίσει, ο ορισμός του τι θεωρεί chill out κάθε γενιά που καταναλώνει ή κατανάλωσε μουσική σε αυτόν τον πλανήτη είναι μάλλον μια τόσο μεγάλη κουβέντα που είναι αδύνατο να την ανοίξεις στην πιο μελαγχολική, blue ή απλά τεμπέλικη για κάποιους Δευτέρα του χρόνου. Ας κρατήσουμε απλά πως "chill out” κατά καιρούς ορίζουμε οτιδήποτε καταλαβαίνει ο καθένας σαν easy listening άκουσμα. Και αυτό μάλλον είναι το κλειδί για μια ιδανική μουσική χαλάρωση. Πρακτικά chill out μπορεί να θεωρείται για κάποιον από το “Nothing Else Matters” των Metallica και ολόκληρο το ασύλληπτο Perdition City των Ulver μέχρι τα ambient αριστουργήματα τύπου Music For Airports του Brian Eno ή σχεδόν κάθε σετ που άφησε πίσω του ο πιονέρος του balearic και βασιλιάς του Ibiza ηλιοβασιλέματος Jose Padillia (R.I.P.).

Για τις ανάγκες αυτού του αφιερώματος, ή καλύτερα αυτής της Μπλε Δευτέρας που έχουμε χρέος να σας παρέχουμε το ιδανικό μουσικό background, είναι ίσως ενδιαφέρον να εστιάσουμε στην πιο δημιουργική και δημοφιλή εποχή τους είδους. Γιατί πριν αποκτήσουν το δικό τους show στο Radio 1 οι Coco και Da Bank (το κοινό residency τους έληξε τον Σεπτέμβριο του 2006, αλλά ο Rob Da Bank που αρκετοί στην Μεγάλη Βρετανία θεώρησαν ιδανικό για αντικαταστάτη του John Peel το 2004, συνέχισε στο BBC μέχρι και το 2016) είχαν προηγηθεί ουκ ολίγα μουσικά γεγονότα που είχαν προετοιμάσει το έδαφος. Αρχικά ήταν το Balaeric καλοκαίρι που έζησαν οι Danny Rampling και Paul Oakenfold το 1987 στην Ibiza, λαμβάνοντας το πρώτο chill out «φως» από τα χέρια επιδραστικών selectors όπως ο Dj Alfredo. Επέστρεψαν στο Λονδίνο με τα Balearic Beats που έπαιζαν στο clubnight τους Funhouse και από εκεί μέχρι το πρώτο βρετανικό acid καλοκαίρι αγάπης όλα έγιναν και με τις ευλογίες του αξιότιμου κύριου Andrew Weatherall και μιας θρυλικής μπάντας ονόματι KLF. Για την ακρίβεια, η φινέτσα που πρόσθεσε ο μακαρίτης θείος Andrew τόσο με τους Sabres Of Paradise όσο και με την παραγωγή στο “Loaded” των Primal Scream (o ορισμός της chill out στιγμής είναι το “Higher Than The Sun” ρεμιξ των Orb, προφανώς μετά τα "Blue Room” και "Fluffy Clouds” της Βρετανικού ηλεκτρονικής δυάδας) έδωσε την απαραίτητη ώθηση αφενός για να εκμεταλευτεί τον όρο το Cafe Del Mar της Ibiza με τις σούπερ εμπορικές συλλογές του και αφετέρου για να επέλθει όχι μόνο η trip hop επέλαση του Bristol στα 90s αλλά και μια σειρά από χαλαρωτικές ηχογραφήσεις με την σφαγίδα σπουδαίων παραγωγών όπως οι Aphex Twin (Selected Ambient Works era), Nightmares On Wax, Borads Of Canada, Howie B, David Holmes, Morcheeba, Kid Loco και Thievery Corporation, προκειμένου να μπει ο όρος chill out για τα καλά στο λεξιλόγιο των μουσικόφιλων, αποκτώντας τα δικά του ράφια στα δισκάδικα και την ανάλογη κατηγορία δισκοκριτικών στα περιοδικά.

Το δεύτερο και πιο εμπορικό κύμα του ήχου ήρθε στις αρχές των 00s. Albums όπως το Vertigo των Groove Armada, το Melody AM των Royksopp, το Zero Things των Zero 7, το Programmed To Love των Bent, το παραγνωρισμένο Jump Leads των Filla Brazilia και σχεδόν οτιδήποτε ηχογράφησαν οι Γάλλοι AIR από το 1998 μέχρι το 2004 θα σφράγιζαν την κυριαρχία του ήχου ακόμα και στην πλατφόρμα του ραδιοφώνου που μοιραία θα λάτρευε εύκολες μελωδίες πάνω σε easy listening electronica ενορχηστρώσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν την σχετική χαλάρωση των ακροατών τους. Υπενθυμίζω ότι πρόκειται για την εποχή κατά την οποία ο δυτικός πολιτισμός που πέραν από το stress της άφιξης της νέας χιλιετίας σύντομα, θα βρισκόταν αντιμέτωπος με όλα τα άγχη αλλά και την εγρήγορση που εγκυμονούσε η άναπτυξη του διαδικτίου, οπότε ξεκάθαρα έβγαζε νόημα να chillάρει κανείς όχι μόνο με τις δημιουργίες των ειδικών αυτού του ήχου, αλλά και με υβριδικά ψεύτο chill out πυροτεχνήματα όπως ήταν οι Nouvelle Vague.

Παράλληλα, στην ίδια εποχή που οι DJs είχαν κυριολεκτικά χαωθεί σχετικά με το μέσο με το οποίο θα αναπαράγουν την μουσική τους στα clubs, έχοντας διαθέσιμα ακόμα, το βινύλιο (που όμως τότε ξεκινούσε να «παγώνει» τις παραγωγές του μέχρι να αναβιώσει 10 χρόνια μετά) το CD που είχε κουράσει και έδειχνε λιγότερο αυθεντικό από το βινύλιο αλλά και τη νέα MP3 τάση, έμπαιναν ξανά (μετά το disco 70s boom και τη 90s καταναλωτική μανία) στη λογική να επενδύσουν στην ατμόσφαιρα του sound design και στη δημιουργία συγκεκριμένου ο καθένας ήχου. Μοιραία, μετά και από την μαζική αποδοχή των Cafe Del Mar συλλογών, προέκυψαν ανάλογες κυκλοφορίες με τη μουσική επιμέλεια να υπογράφουν σημαντικά για τον χώρο ονόματα, παραδίδοντας mix ή επιλογές που στόχευαν στη διεύρυνση (ή καλύτερα την ένωση) της chill out τάσης με ανάλογους ήχους του παρελθόντος.

Πρώτη και καλύτερη η περίφημη Back To Mine σειρά που ξεκίνησε το 1999 με ένα mix του τότε superstar DJ Nick Warren να διαλέγει τα ιδανικά κομμάτια που θα έπαιζε στο σπίτι του για να χαλαρώσει μετά από ένα ακόμα long weekend. Η Back To Mine συνεχίζει ακόμα τα mix της, με την Λονδρέζικη τριάδα των Horse Meat Disco να είναι οι τελευταίοι που έχουν συνδράμει με το περσινό μιξ τους. Χαρακτηριστική είναι η artwork επιμέλεια του Tommy Penton με το πάντα ενδιαφέρον illustration ενώ μερικά από τα πιο επιδραστικά μιξ που έχουν κυκλφοφορήσει είναι αυτά των Death In Vegas (2004), του breakbeat θρύλου Adam Freeland το 2005 και του Nightmares On Wax στα 20α γενέθλια της σειράς.

Death In Vegas - Back To Mine (Soundcloud)

Από κοντά και η πρώην Another Late Night, νυν Late Night Tales σειρά που παράλληλα διατηρεί και το ανάλογου ύφους δισκογραφικό label που το 2015 μας σύστησε τους Khruangbin. Με τις ευλογίες του dance label Azuli Records αρχικά, η τέταρτη ever κυκλοφορία, αυτή δηλαδή των Zero 7 είναι από τα must για να ξεκινήσει κανείς. Τόσο στα Another Late Night mixes όσο και στα Late Night Tales το μεγάλο όπλο κάθε παραγωγής είναι άλλωτε τα αποκλειστικά νέα κομμάτια ή οι διασκευές που θα ηχογραφήσουν αποκλειστικά για το μιξ που επιμελούνται οι μουσικοί στους οποίους έχουν αναθέσει το κάθε επεισόδιο. Για παράδειγμα το 2003 στο μιξ που παρέδωσε το επιδραστικό dub δίδυμο των Sly & Robbie απολαύσαμε την διασκευή τους στο "La Isla Bonnita" της Madonna ενώ όταν (καθυστερημένα) το 2016 ήρθε η σειρά του David Holmes, o μάστορας παρέδωσε την δική του εκδοχή στο “I’m Not In Love” των 10cc.

Trust The Dj συλλογές δεν είχαν μεγάλη διάρκεια, ήταν κυρίως εσωτερικής κατανάλωσης με βασικό στόχο την Βρετανική αγορά και καθόλου τυχαία εκεί βρίσκεται μία από τις πρώτες συλλογές που επιμελήθηκε ο Rob Da Bank πίσω στο 2002. Το "Passing By" του Ulrich Snauss θα κάνει εδώ την πρώτη του εμφάνιση, ενώ η επίδραση του μιξ ήταν τέτοια που με ώθησε στο να μπουκάρω για πρώτη μου φορά ever DJ του εξωτερικού στο Bios της Πειραιώς. Πριν καν εφευρεθούν τα social media, μια σχεδόν 50αδα από DIY CDs με τις καλύτερες στιγμές από τον κατάλογο του label του Sunday Best, μοιράστηκαν στα Αθηναϊκά media, για να τα ενημερώσουν για την άφιξη του Rob Da Bank κάπου το 2008 ίσως και ευτυχώς έκτοτε ραδιόφωνα όπως ο Best 92,6 συνδέθηκαν -έστω για λίγο- με κομμάτια όπως το υπέροχο "Western Skies" του Lazyboy ή το “Happy” του Max Sedgley. Aπό την βραχύβια Trust The Dj σειρά, κάθε έκδοση που επιμελήθηκε ο Gilles Peterson ή ο φίλος του, Patrick Forge, είναι άξιες αναφοράς.

Το τεράστιο κεφάλαιο Dj Kicks δεν είναι τίμιο να ανοίξει σε ένα chill out αφιέρωμα, όμως το επεισόδιο που επιμελήθηκε ο Dj Cam, μία επίσης παραγνωρισμένη φιγούρα της Γαλλικής electronica είναι αφενός για σεμινάριο και αφετέρου δίνει τις καλύτερες πάσες για rap freestyle πάνω σε jazzy urban beats.

Επίλογος με ένα DJ όνομα και ένα club night αποκλειστικά για γνώστες του βρετανικού clubbing στις αρχές των 00s. Οι Electric Chair βραδιές που έτρεχαν στο Μάντσεστερ ο Justin και ο Luke Unabomber ευτυχώς σε κάποιο σημείο έγιναν συλλογές με τον τίτλο Electric Soul προσθέτοντας το φανερά ταιριαστό soulful - R'n'B κομμάτι των 00s στον chill out ήχο της εποχής. Αμφότερα τα 3 πρώτα επεισόδια των Electric Soul συλλογών είναι τόσο επιδραστικά για την chill out, home listening κουλτούρα, όσο και το Bugged In mix που παρέδωσε ο electroclash θρύλος Erol Alkan στην Bugged Out το 2005.

Στο σημερινό Internet διασώζεται μόλις αυτό το μιξ των Unabombers ακόμα και αν η jockey slut αναβίωση που συμβαίνει μέσω του Disco Pogo περιοδικού τελευταία δικαιώνει -χρόνια μετά- τον eclectic χαρακτήρα των Unabombers.

 

*Στις μέρες μας το chill out κίνημα (ακόμα κι αν ο ίδιος απεχθάνεται τον όρο) αναβιώνει από τα έμπειρα underground χέρια ενός φοβερού τύπου από την Βιρτζίνια. Ο Tim Humphrey και το εξαιρετικό re:discovery label του, σχεδόν με κάθε κυκλοφορία του μας υπενθυμίζει πόσο λυτρωτικές είναι κάποιες ακροάσεις δίσκων με ατμόσφαιρα σε μία εποχή που όλα στροφάρουν με ασύλληπτες ταχύτητες. Στο τελευταίο link και το mix που επιμελήθηκε αποκλειστικά για τα Mypodcasts του Avopolis σχεδόν ένα χρόνο πριν:

 

Bonus: The Blue Monday - Chill Out Mixtape (πατήστε play)

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στις 16 Ιανουαρίου του 2023.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured