Αν υπήρχε μια καμπύλη που κατέγραφε την επίδραση της μουσικής του J Dilla στη hip hop σκηνή, αφενός αυτή θα έπρεπε να φτάνει πλέον στον ουρανό, αφετέρου, θα παρατηρούσαμε ότι ο Jay Dee δεν είχε πάντα αυτή την μαζική επιρροή και την -δίπλα στον Θεό- εκτίμηση της οποίας χαίρει τώρα. Μπορεί μέχρι τα μέσα των 00s που υπήρξε ενεργός, δεκάδες σπουδαίοι μουσικοί να είχαν γευτεί το «άγγιγμα του Μίδα» σε παραγωγικό επίπεδο, αλλά οι θαυμαστές της τέχνης του περιορίζονταν σε μερικές χιλιάδες, κυρίως στις σκηνές του L.A. όπου ζούσε τελευταία, του Ντιτρόιτ από όπου καταγόταν και της Νέας Υόρκης όπου μεγαλούργησε τόσο σαν μέλος των Soulqarians, όσο και σαν παραγωγός σε άλμπουμ σημαντικών ονομάτων της Δυτικής Ακτής -βλέπε D’Angelo, Roots, A Tribe Called Quest, De La Soul, Mos Def, Talib Kweli, Common.
Αυτή την εβδομάδα, συμπληρώνονται 15 χρόνια από το θάνατό του και μαζί, 15 χρόνια από την κυκλοφορία του magnum opus του Donuts, ενός άλμπουμ που ο ίδιος είδε να κυκλοφορεί από το κρεβάτι του πόνου. Στις 10 Φεβρουαρίου του 2006, ο James Dewitt Yancey, μόλις στα 32 του, έφυγε από τη ζωή, 3 μέρες μετά την επίσημη κυκλοφορία του άλμπουμ και κατόπιν χρόνιας μάχης με την σπάνια ασθένεια του αίματος που ονομάζεται «λύκος» και που μπορεί σήμερα η επιστήμη να αντιμετωπίζει σε επίπεδο θεραπείας, αλλά τότε στέρησε από τον Jay Dee την ευκαιρία να δοξαστεί σε πραγματικό χρόνο.
Μετά το Donuts, η τέχνη του beat making και o ρόλος της στο σύγχρονο hip hop άλλαξε ριζικά. Ο θάνατος του J Dilla και η γέννηση του Donuts σημάδεψαν όσο τίποτα άλλο τη μουσική κοινότητα και άφησαν ένα μεγάλο ερώτημα να πλανάται για πάντα: Πώς θα ήταν ο κόσμος της rap μουσικής σήμερα αν ζούσε ο Jay Dee; Η κληρονομιά του γέννησε μερικά από τα σπουδαιότερα σύγχρονα μουσικά κινήματα των ημερών μας, όπως η νέα beat σκηνή του Λος Άντζελες και της ετικέτας Brainfeeder, τα future beats του Flying Lotus ή του Kutmah με την ετικέτα IZWID στο Λονδίνο, καθώς και όλες τις εκφάνσεις του hip hop αλλά και της γεμάτης μπάσο ηλεκτρονικής μουσικής που υιοθέτησαν το χαρακτηριστικό «μεθυσμένο», σχεδόν ασύγχρονο βαρύ beat του. Αυτό που κάθε ντράμερ και beat maker θα προσπαθούσε να αντιγράψει αλλά θα «σκόνταφτε» στη μικρή χρονική καθυστέρηση που επίτηδες είχε αφήσει να υπάρχει ο δημιουργός του και που τελικά δημιούργησε τη δική του, νέα, ιδιαίτερα ατμοσφαιρική σχολή παραγωγής. Ο τρόπος που άφηνε να πέσουν πάνω στον χρόνο τα τύμπανα ή οι λούπες, καθώς και ο τρόπος που διάλεγε και χρησιμοποιούσε τα samples, για πολλούς μπορεί να υπήρξε αρχικά σπαζοκεφαλιά, αλλά έπειτα μετατράπηκε σε επανάσταση για τα δεδομένα της σύγχρονης αστικής μουσικής δημιουργίας.
Ίσως, ήταν η πιο σημαντική επανάσταση στις δομές της hip hop, oρχηστρικής και μη, των τελευταίων 30 ετών. Και μάλιστα, στήθηκε με τον πιο απλό τρόπο. Ο μύθος λέει πως ο Dilla, με τη χαρακτηριστική του άνεση, μάζεψε μια στοίβα από πολύτιμους soul / jazz/ disco δίσκους του παρελθόντος και αρνούμενος το sequencing του Αkai MPC sampler, άρχισε να τους πετσοκόβει, βάζοντας ασυγχρόνιστα claps και μπότες του ΑΚΑΙ MPC sampler του, επάνω τους. Αυτό που τώρα είναι η νόρμα και πλέον φαίνεται απλό, ο Jay Dee το έκανε πρώτος, όταν όλοι οι υπόλοιποι προσπαθούσαν για τα καλογυαλισμένα εμπορικά beats. Και καθόλου τυχαία, οι πιο σημαντικές hip hop/rap «γάτες» των 90s αλλά και των 00s φρόντισαν να του εξασφαλίζουν μια θέση στο στούντιο.
Μέχρι τις αρχές της νέας χιλιετίας, τα Dilla beats ήταν παντού. Από το “The Healer” της Erykah Badu μέχρι το “The Drop” των Pharcyde κι από το “You Can’t Hold The Torch” του Βusta Rhymes μέχρι το “Feel Like Makin’ Love” του D’Angelo από το μνημειώδες Voodoo του 2000. Ο Dilla με συμπαραστάτη τον Questlove πάντρεψε την ευαισθησία του οργανικού hip hop που δίδαξε η σχολή των A Tribe Called Quest και των De La Soul με το εύρος σπάνιων ερμηνειών από αισθαντικές φωνές όπως αυτές των Erykah Badu, D'Angelo, Common και δημιούργησε στην ουσία μια ελιτιστική μορφή μαύρης pop.
Ο κατά κόσμον James Dewitt Yancey, σε εποχές που η ανθρωπότητα έδειχνε να χρειάζεται τον χρόνο της για να κατανοήσει το όραμά του, συνέχιζε απτόητος να δημιουργεί κομμάτια που πάγωναν τον χρόνο και είχαν το χάρισμα να στέκονται το ίδιο άνετα σε πλατινένια άλμπουμ, όσο και να ηγούνται μελλοντικών underground κινημάτων, όπως αυτό της Stones Throw, του label που τον φρόντισε περισσότερο από όλα και που στέγασε τη βγαλμένη απ’ τον παράδεισο των beats συνεργασία του με τον ομοϊδεάτη (και αρχικά προστατευόμενό) του Madlib (βλέπε το αψεγάδιαστο Jaylib project τους, μεταξύ άλλων).
Για τον άνθρωπο που έβαλε ξανά το Ντιτρόιτ στο χάρτη (χαρίζοντάς του το περίφημο “Whαt up Doe?” μόττο), σήμαινε πολλά η κίνησή του να αφήσει τη βάση του, λίγα χρόνια πριν το τέλος της σύντομης ζωής του, για να βρίσκεται κοντά στην οικογένεια της Stones Throw στο L.A. και δίπλα στον μοναδικό άνθρωπο που μπορούσε να μοιραστεί τη μουσική του διάνοια, τον Madlib.
Κάπως έτσι, οι πιουρίστες του hip hop ήχου, έχοντας βιώσει δύο δεκαετίες πρώιμου φλερτ του είδους με τα charts, είδαν κάποιον με αγνές προθέσεις αλλά συνάμα αλήτικο ήχο, ικανό να τραβήξει πάνω του ράπερ άλλης κλάσης (βλέπε Talib Kweli, Mos Def) και να δημιουργήσει τη δική του αξία στο χρηματιστήριο της μουσικής. Οι ελάχιστοι αρνητές του ταλέντου του, μπορεί να εκλάμβαναν τις παραγωγικές μεθόδους του σαν κινήσεις εντυπωσιασμού, αλλά ο ίδιος προφανώς και μπορούσε να προβλέψει την επίδραση του έργου του στις επόμενες γενιές.
Ακόμα και σε μία χώρα σαν την Ελλάδα, στα τέλη των 00s ένας «τρελαμένος» Larry Gus, με επιροές από το Donuts, έφτασε να κυνηγάει τον συνεργάτη του Dilla στη Stones Throw, Εgon, ενώ στα τέλη των 10s ένα τίμιο πνευματικό παιδί του Dilla, o κερκυραίος beat maker Jesvs Lo5t, βρέθηκε να κυκλοφορεί beats στην IZWID του Kutmah. Όσοι μάλιστα περπάτησαν στα εκλεκτικά μονοπάτια που άνοιξε ο J Dilla με τη σπάνια συλλογή δίσκων του, θα πρέπει να νιώθουν δικαιωμένοι από τα βινύλια που ανακάλυψαν, ακολουθώντας τα samples που χρησιμοποιούσε. Soul, rock, jazz, new wave, bossa nova και άπειρα άλλα. Εκατό και βάλε μουσικά είδη σε ένα ατελείωτο κολάζ. Αυτός ήταν ο Dilla και αυτό ήταν το όραμα που υπηρέτησε με το Donuts. Μια πρώτης τάξεως αφορμή για να μάθει ο κόσμος τον όρο πολυσυλλεκτικότητα αλλά και να επαναπροσδιορίσει την πιθανώς μονόπλευρη αισθητική της δισκοθήκης του.
Καθόλα άδικα, κάθε Φλεβάρη όσοι αγαπούν τo hip hop, τιμούν και υπενθυμίζουν σε όλους τους υπόλοιπους, την αξία του J. Dilla. Του παραγωγού που, όχι απλά άλλαξε τον αστικό ήχο και την τέχνη του beatmaking με τις μεθόδους του, αλλά και που μέσα από την sample aισθητική του κατάφερε να αλλάξει και να καθορίσει τις ζωές όσων μυήθηκαν στον ήχο του. Μαζί και τη δική μου.
#JDillachangedmylife