Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1964, στη σελίδα κόμικ του αργεντίνικου περιοδικού Primera Plana έκανε την πρώτη εμφάνισή του ένα μικρό κορίτσι με φουντωτά μαύρα μαλλιά και φιόγκο, ονόματι Μαφάλντα. Περιστοιχισμένο από τον μεσοαστικό του κύκλο, κριτίκαρε με ευφάνταστη καυστικότητα και έναν πρωτοφανή, ιδιότυπο πεσιμισμό πολλαπλού βάθους, τον πολιτικοκοινωνικό του περίγυρο. Ο δημιουργός του νέου αυτού comic strip ήταν ο Joaquin Lavado -μετέπειτα παγκοίνως γνωστός με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο “Quino”. Δεν θα μπορούσε τότε να διανοηθεί την εθνική και παγκόσμια επιτυχία που έμελλε να έχει η Μαφάλντα και τις ποπ διαστάσεις που της επιφύλασσε το μέλλον.
Η πρώτη έκδοση του βιβλίου κόμικ της Μαφάλντα που κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα, το 1966, ξεπούλησε μέσα σε μια ημέρα, ενώ μέσα σε επτά χρόνια πούλησε πάνω από μισό εκατομμύριο αντίτυπα και είχε δρομολογηθεί και η προσαρμογή του σε σειρά κινουμένων σχεδίων. Η Μαφάλντα συνέχισε να γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία μέχρι και σήμερα -ακόμη κι αν το 1973 ο Quino απέσυρε την πένα του από τα comic strips της, αδυνατώντας να συμβιβάσει πια την ιδιαίτερη ποιότητα του συμβόλου της με τους νέους καιρούς που ξημέρωναν για τη Λατινική Αμερική. Πέντε ημέρες πριν το τελευταίο strip στο περιοδικό Siete Dias, μια μεγάλη διαδήλωση υποδοχής του Προέδρου Χουάν Περόν από την εξορία, είχε καταλήξει σε λουτρό αίματος, επισημαίνοντας το τέλος της περιόδου ενότητας των λαϊκών τάξεων της Αργεντινής και προοικονομώντας το ακροδεξιό πραξικόπημα του 1976.
«Αν συνέχιζα με τη Μαφάλντα, θα με είχαν σκοτώσει»...
...αυτό δήλωσε χαρακτηριστικά ο Quino αφότου είχε μεταναστεύσει στο Μιλάνο μετά το πραξικόπημα του 1976. Έκτοτε μπορεί να μην σκίτσαρε ξανά κάποια νέα περιπέτεια του τρομερού αυτού κοριτσιού, την χρησιμοποίησε ωστόσο για να επικοινωνήσει κοινωνικά μηνύματα που θεωρούσε σημαντικά: από την καμπάνια της UNICEF για τα δικαιώματα των παιδιών το 1977 μέχρι την εκστρατεία για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της διασποράς της Covid-19 μόλις λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, που ήρθε στις 30 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 88 ετών.
Τι ήταν αυτό όμως που έκανε τόσο επικίνδυνο ένα πεντάχρονο κορίτσι για τη δεξιά και ακροδεξιά πτέρυγα του πολιτικού σκηνικού της Αργεντινής; Το ότι η Μαφάλντα μισεί θανάσιμα τον φασισμό, τον στρατό και τη σούπα μπορεί να αποτελέσει μια απάντηση και ένα δείγμα της ιδιοφυούς σάτιρας του Quino, που κατάφερε με ανεπανάληπτο τρόπο να φιλτράρει την ενηλικίωση και την πολιτική μέσα από τα μάτια ενός οξύμωρα έξυπνου παιδιού. Ένα πιτσιρίκι που αγαπάει όλη η χώρα της και σχεδόν όλη η Λατινική Αμερική και βάλλει μέσα από τις σελίδες ενός υπερδημοφιλούς κόμικ με αδιάσειστη αθωότητα κατά της δικτατορίας και της λογοκρισίας, ακούγωντας Beatles στη διαπασών, δεν μπορεί να παραμείνει για πολύ στο πολιτικό απυρόβλητο, σε ένα κράτος που εύθραυστες προεδρικές δημοκρατίες εναλλάσσονται με διδακτορικά καθεστώτα, στο φόντο ανάδυσης μιας νέας μεσοαστικής τάξης.
«Υποτίθεται ότι πρέπει να μας αρέσει που είμαστε μεσαία τάξη;»
Ένα από τα πιο ισχυρά κοινωνικοπολιτικά ατού της Μαφάλντα ήταν ο τρόπος που ενσάρκωνε εκείνη και οι συμπρωταγωνιστές της τη μεσαία τάξη της Αργεντινής, η οποία -όπως συχνά συμβαίνει στις μεσαίες τάξεις της ανθρώπινης ιστορίας- προσπαθεί να συμβιβάσει εγγενείς κοινωνικές αντιθέσεις. Μέσα από τις πρώιμες σελίδες της Μαφάλντα παρουσιάστηκε μια μεσαία τάξη τρομοκρατημένη από τον κομμουνισμό και γι’ αυτό, σχετικά θετικά διακείμενη σε συντηρητικά καθεστώτα, η οποία με την πάροδο των χρόνων ανέπτυξε την αναμενόμενη ετερογένεια: προοδευτικοί διανοούμενοι και βιοπαλαιστές που κάνουν καπιταλιστικά όνειρα, νεόπλουτοι και μπουρζουάδες, μπακάληδες και στελέχη βιομηχανιών, όλοι προσπαθούσαν να βρουν ή να διατηρήσουν το σκαλί τους στην περίφημη μεσαία τάξη, ισορροπώντας πάνω στο σκοινί που συνέδεε πολιτική και καθημερινότητα στη Λατινική Αμερική των 60s και των 70s.
«Υποτίθεται ότι πρέπει να μας αρέσει που είμαστε μεσαία τάξη;», ρωτάει η Μαφάλντα τον πατέρα της όταν εκείνος της εξηγεί την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν, εκφράζοντας μια ειρωνική και θυμωμένη σκωπτικότητα για τη ρευστή κατάσταση μεταξύ του διπόλου πλούσιος–φτωχός. Ο Quino, όμως, φρόντισε μέσα από όλη αυτήν την αμφισβήτηση της πλεονεκτημάτων της μεσαίας τάξης να αφήνει ορθάνοιχτα και τα παράθυρα των αρετών της –ένας ακόμα συγκερασμός αντιθέσεων που έκανε αυτήν την περίφημη μεσαία τάξη να λατρέψει τη Μαφάλντα.
Αμφισβητώντας τα στερεότυπα – Η φεμινιστική διάσταση της Μαφάλντα
Μια μεγάλη ακόμα συνεισφορά της Μαφάλντα ήταν η άμεση κριτική της στα στερεότυπα του φύλου. Οι ανδρόγυνες νύξεις της περσόνας της σε συνδυασμό με τις υψηλές διανοητικές της ικανότητες και τον ανορθόδοξο τρόπο που επέλεξε να υιοθετήσει κάποια από τα στερεότυπα του φύλου της (η ψυχανάλυση στην οποία επιβάλλει τις κούκλες της αντί να παίξει ένα από τα κλασσικά μαμά–παιδί ή φίλες–τσάι παιχνίδια, είναι κάτι περισσότερο από χαρακτηριστική) συμπυκνώνουν μια γενναία και ριζοσπαστική κριτική στους ρόλους των φύλων, όπως αυτοί ήταν βαθιά διαμορφωμένοι στη συνείδηση της κοινωνίας του ’60.
Ο Quino έπιασε για τα καλά και πανέξυπνα το πνεύμα αλλαγής της δεκαετίας, αντιπαραθέτοντας το «υβριδικό» του κορίτσι με την ίδια της τη μητέρα, μια συμπαθέστατη νοικοκυρά πλήρους απασχόλησης, που όμως, πολύ συχνά αδυνατούσε να τα βγάλει πέρα με τα διανοητικά άλματα της Μαφάλντα. Η φεμινιστική διάσταση της Μαφάλντα και ο πρωτότυπος ακτιβισμός της, ήταν ένας ακόμα εξαιρετικά ισχυρός λόγος για τη διαχρονική αίγλη και μαζική αποδοχή της εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια.
Συγχαρητήρια στους αισιόδοξους
Η αμφισβήτηση της καθεστηκυίας τάξης και της αισιοδοξίας από ένα πεντάχρονο κορίτσι με κοφτερό μυαλό και γλώσσα, σε συνδυασμό με το ανεπανάληπτο χιούμορ και όραμα του δημιουργού της, χάρισαν στην Αργεντινή κάτι πολύ περισσότερο από απλά ένα κόμικ ή ένα brand. Η Μαφάλντα είναι ένα ορόσημο της ποπ κουλτούρας που από την κεντρική πλατεία του Μπουένος Αϊρες κατάφερε να στείλει μηνύματα κοινωνικοπολιτικής αφύπνισης σε ολόκληρο τον κόσμο, μέσα από τις δεκάδες μεταφράσεις που γνώρισε, ψυχαγωγώντας παράλληλα χιλιάδες ανθρώπους. Ο κύριος Quino μπορεί να κοιμηθεί ήσυχος ότι το διττό μήνυμά του μάλλον θα ζήσει για πάντα.