Υπάρχει μια ατάκα που με ενοχλεί αφόρητα όταν γίνεται λόγος για την ποιότητα μιας ταινίας. «Το βιβλίο ήταν καλύτερο». Αυτή την εξοργιστική τοποθέτηση, που δεν σημαίνει τίποτα απολύτως, έκανα, όμως, για πρώτη φορά πρόσφατα, αφού παρακολούθησα το Beastie Boys Story.
Πριν από 2-3 χρόνια, ο Mike Diamond (Mike D) και ο Adam Horovitz (Ad-Rock) ανέλαβαν να καταγράψουν την ιστορία των Beastie Boys σε ένα χορταστικό βιβλίο. Στις 600 σχεδόν σελίδες του Beastie Boys Book χώρεσαν πολλές αφηγήσεις, με διαφορετικό ύφος και οπτική στα γεγονότα μιας αλησμόνητης εποχής, που ξεκινάει από τα πρώτα βήματα των τριών φίλων στη Νέα Υόρκη στα τέλη των 70s και καταλήγει στον τραγικό χαμό του Adam Yauch (MCA) από καρκίνο το 2012. Το βιβλίο ήταν ένα αντισυμβατικό κολάζ από σκόρπιες αναμνήσεις και έξυπνους σχολιασμούς που έμπλεκαν με tracklists, συνταγές, email, οδικούς χάρτες και συμβουλές για την χαμένη τέχνη του mixtape, δοσμένα με τρυφερό και άμεσο τρόπο. Αυτή η freestyle προσέγγιση το έκανε γενναιόδωρο και γεμάτο «αγκιστράκια» ανάμεσα στις αφηγήσεις.
Στο Beastie Boys Story, τώρα, οι δυο εναπομείναντες Beasties, ο Mike D και ο Ad-Rock, παρουσίασαν μπροστά σε κοινό στο Kings Theatre του Μπρούκλιν, ένα μέρος από αυτή την ιστορία και ο Spike Jonze ανέλαβε να καταγράψει το γεγονός στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Παλιός γνώριμος της παρέας άλλωστε ο Jonze, καθώς, έχει σκηνοθετήσει το εμβληματικό πλέον βίντεο του "Sabotage", όπως και άλλα βίντεο του γκρουπ (“Sure Shot”, “Time For Livin’”). Δεν χωράει αμφιβολία για την τιμιότητα των μελών, οι οποίοι δεν έχουν προδώσει την ιστορία τους. Ούτε για το δέσιμό τους με τον Spike Jonze και την αγνότητα των προθέσεων του project. Οι σωστοί άνθρωποι είναι στις σωστές θέσεις -σαν να κάνει ο Julien Temple ταινία για τους Sex Pistols, ο Cameron Crowe για τους Pearl Jam ή ο Martin Scorsese για τους Band.
Όμως η προσέγγιση στο υλικό βρίσκεται πολύ μακριά από το πνεύμα του βιβλίου. Οι δυο αφηγητές, όσο γλυκά και να τα λένε, δεν εμβαθύνουν στην ιστορία τους και ο προφορικός λόγος τους είναι στεγνός, προβαρισμένος στην ακρίβεια. Επιπλέον ακούγονται «σωστοί», με μάλλον άβολο τρόπο. Η ομιλία τους μοιάζει με εμψυχωτικό TEDx talk, όπως σχολιάστηκε από πολλούς. Με «αμερικάνικο» τηλεοπτικό στυλ και παύσεις για χειροκρότημα σε κάτι που έχει «ειδικό βάρος» ή διδακτική αξία. Νομίζω ότι ο Adam Ηorovitz και ο Mike Diamond, ακόμη και σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στην Oprah Winfrey, θα είχαν πιο πολλά να πουν από ό,τι σε αυτή την αφήγηση με prime time αισθητική, που δεν ξεφεύγει από τα ρυθμισμένα teleprompter. Ακόμη και τα αυθόρμητα γελάκια τους ήταν προβαρισμένα. Μέχρι και ο Spike Jonze έχει διεκπαιρεωτικό ρόλο -περισσότερο πάθος και αμεσότητα έβαλε στο περσινό stand-up special του Aziz Ansari. Σαν να μην έχει συναισθηματική εμπλοκή με όσα ακούγονται.
Ακόμα κι έτσι, πάντως, κάποιες ιστορίες των Beastie Boys βρίσκουν το στόχο τους και καταλαβαίνεις γιατί οι τρεις πιτσιρικάδες που στα 16 τους ήθελαν μόνο να κάνουν πάρτι και να τα σπάνε, έφτιαξαν λίγα χρόνια μετά το Paul's Boutique, που στέκεται δίπλα σε ιστορικούς rap δίσκους των De La Soul, του Big Daddy Kane, των Run DMC, αλλά και των Eric B. & Rakim. Θυμάσαι ξανά τις εποχές που δίσκοι όπως το Check Your Head, το Ill Communication και το Hello Nasty έσκαγαν στα μούτρα σου γάργαρα, γεμάτα πυκνές μουσικές απολαύσεις. Και ότι, φυσικά, οι Beastie Boys έδωσαν άλλο βάθος στο μοντέρνο hip-hop και επαναπροσδιόρισαν το χιούμορ (χωρίς χάχανα), την ευρηματικότητα (χωρίς εξυπνάδες), την περιπέτεια (ποτέ δεν έτρωγαν από τα έτοιμα) και κυρίως το coolness (χωρίς macho μαγκιές).