φωτογραφίες 2,3: Bob Gruen
Στα τέλη του 1975, ο Elton John έχει ανέβει στην κορυφή. Ήταν ο απόλυτος super star τραγουδοποιός, πουλούσε εκατομμύρια δίσκους και η περιουσία του είχε εκτοξευτεί. Το 10ο προσωπικό του άλμπουμ Rock Of The Westies, έχει μόλις κυκλοφορήσει. Ο Elton John μαζεύει τους συνεργάτες, τους φίλους του και την οικογένειά του σε ένα πάρτι στο σπίτι του. Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά σε όλους και είπε: «Μόλις κατάπια 60 ταμπλέτες Βάλιουμ. Θα έχω πεθάνει μέσα σε 1 ώρα». Και έπεσε μέσα στην πισίνα του.
Έναν χρόνο πριν, τον Νοέμβριο του 1974, μια λιμουζίνα διέσχιζε το Μανχάταν για να φτάσει στο Madison Square Garden. Μέσα, επέβαιναν ο Elton John και ο John Lennon. Το πρώην Σκαθάρι είχε τρομερό άγχος, καθώς θα εμφανιζόταν μπροστά σε ζωντανό κοινό για πρώτη φορά μετά από καιρό. Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Οι δυο μουσικοί είχαν γνωριστεί όταν ο Elton John επισκέφθηκε το στούντιο στις ηχογραφήσεις του Lennon για τον δίσκο Rock 'Ν' Roll (1975), βρίσκοντας τόσο εκείνον, όσο και το συγκρότημά του να καταναλώνουν άφθονες ποσότητες κοκαΐνης, με τον Phil Spector στην κονσόλα να είναι εκτός ελέγχου και συχνά να πυροβολάει στην οροφή. Ο John τρόμαξε από την ατμόσφαιρα και απομακρύνθηκε, όμως μέσα στους επόμενους μήνες η φιλία του με τον Lennon θα δυνάμωνε· μαζί θα ηχογραφούσαν μάλιστα το "Whatever Gets You Τhru Τhe Night" (μπήκε στον δίσκο του Lennon Walls And Bridges, 1974) –ένα τραγούδι που χαρακτηρίστηκε σαν επίθεση του πρώην Beatle προς τον Paul McCartney, σε μια εποχή κατά την οποία οι σχέσεις τους ήταν τεταμένες.
Οι δυο τους περνούσαν λοιπόν χρόνο μαζί σε μια σουίτα ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη, βιώνοντας τα ψυχεδελικά ναρκωτικά. Χαρακτηριστικά, είχαν γίνει τόσο παρανοϊκοί, ώστε όταν μια μέρα είδαν από το ματάκι της πόρτας κάποιον κύριο να τους φωνάζει, κρύφτηκαν: νόμιζαν ότι κάποιος πράκτορας ήθελε να τους συλλάβει. Ο συγκεκριμένος κύριος στην πόρτα δεν ήταν βέβαια παρά ο Andy Warhol. Όσο για την προαναφερόμενη συναυλία στο Madison Square Garden, ήταν κι αυτή αποτέλεσμα ενός μεταξύ τους στοιχήματος. Ο Elton John είχε πει δηλαδή στον John Lennon ότι αν το "Whatever Gets You Τhru Τhe Night" φτάσει στο νούμερο 1 της Αμερικής, τότε θα έδιναν μια συναυλία παρέα. Ο Lennon, ο οποίος είχε να γνωρίσει επιτυχία από το "Imagine" (1971), το θεώρησε απίθανο· και δέχτηκε. Αλλά το τραγούδι έφτασε πράγματι στην κορυφή, οπότε όφειλε να τιμήσει τη συμφωνία του.
Ο Elton John βγήκε στη σκηνή με τα χαρακτηριστικά μεγάλα γυαλιά του, φορώντας φτερά και γούνες, σαν κοτόπουλο που βούτηξε στο ουράνιο τόξο. Μέχρι την τελευταία στιγμή κανείς δεν ήξερε αν ο Lennon θα τα κατάφερνε, καθώς έπαθε κρίση πανικού στο καμαρίνι. Στην πρώτη σειρά, εντωμεταξύ –σε κρατημένη θέση– καθόταν η Yoko Ono, με την οποία βρισκόταν σε διάσταση. Η συναυλία αποδείχθηκε μια αποθέωση. Και ο Elton έγινε ο λόγος που το είδωλό του επανασυνδέθηκε με την Ono· λίγο μετά, θα γεννιόταν ο γιος τους.
Πέντε χρόνια νωρίτερα, στην αυγή της δεκαετίας του 1970, ο Elton John –ένα φιλόδοξο αλλά εσωστρεφές παιδί 22 χρονών– δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα ήταν υπεύθυνος για τη διάσωση του πιο διάσημου ζευγαριού στη μουσική. Πάντοτε άλλωστε ζούσε στον δικό του κόσμο. Παθιαζόταν με τους δίσκους της Laura Nyro, του Leonard Cohen και του Frank Zappa. Ήθελε διακαώς να γίνει pop star και διάσημος, όμως το παρουσιαστικό του δεν βοηθούσε. Έμοιαζε σχεδόν αστείος, σαν ήρωας κωμωδίας, όταν όλοι οι καλλιτέχνες γύρω του ήταν αινιγματικοί και σέξι. Έχανε τα μαλλιά του, είχε παραπανίσια κιλά και καθόταν εγκλωβισμένος στο πιάνο του, όταν οι ανταγωνιστές του είχαν υπέροχα μαλλιά και χρησιμοποιούσαν ερωτικά το σώμα τους πάνω στη σκηνή. Τα γυαλιά του έπεφταν επίσης άτσαλα στη μύτη, ενώ τα δάχτυλά του δεν έμοιαζαν να ανήκουν σε καταρτισμένο πιανίστα. Κι όμως. Στη δεκαετία του 1970 ο Elton John έζησε μια δημιουργική έκρηξη: μέχρι το 1976 κυκλοφόρησε 7 δίσκους που πήγαν στο νoύμερο 1, αλλά και 14 top-10 singles.
Ο δεύτερος δίσκος του Elton John (Απρίλιος 1970) ήταν και ο πρώτος για τη δεκαετία. Και κατάφερε να ικανοποιήσει μια κυρίαρχη τάση για ντελικάτες μπαλάντες με συνοδεία πιάνου, σαν το "Ladies Of The Canyon" της Joni Mitchell ή το "Bridge Over Troubled Water" των Simon & Garfunkel. Η αφηγηματική του δύναμη και οι εξελιγμένες δυνατότητες του high fidelity ήχου δημιούργησαν μια φρέσκια καλλιτεχνική πρόταση. Όταν ο παραγωγός Rush Reagan της Uni Records άκουσε το άλμπουμ, εκστασιάστηκε. Τον κάλεσε λοιπόν στην Καλιφόρνια και έτσι το Elton John βρέθηκε να κυκλοφορεί και στις Η.Π.Α., όπου πλασαρίστηκε ως ντεμπούτο (η Αμερική είχε χάσει το Empty Sky του 1969).
Στα μέσα του 1970, το Λος Άντζελες ήταν ένα παράξενο μέρος για να λανσάρει ένας Βρετανός την καριέρα του. Ο Richard Nixon βρισκόταν στη δεύτερη (καταστροφική) θητεία του ως Πρόεδρος των Η.Π.Α., η δίκη του Charles Manson ήταν σε εξέλιξη και το χίπικο κίνημα άρχισε να μπαίνει σε φάση παρακμής. Ήταν πάντως και η εποχή στην οποία ο Elton John θα έκανε την ιστορική εμφάνισή του στο Troubadour της Σάντα Μόνικα, για 6 συνεχόμενες νύχτες. Επρόκειτο για το θρυλικό στέκι όπου ξεκίνησε την καριέρα του ο Neil Young και οι Byrds, ενώ εκεί είχαν συλλάβει και τον κωμικό Lenny Bruce για χυδαιολογία. Ήταν το σημείο μηδέν για τον 23χρονο τραγουδοποιό. Από το “Your Song” μέχρι το “Sixty Years On” κατάφερε να συγκλονίσει το κοινό αλλά και τους μουσικούς που βρέθηκαν εκεί, όπως τον Neal Diamond, τον Leon Russell και τον Quincy Jones. Το άστρο του είχε λάμψει για πρώτη φορά. Και δεν θα έσβηνε για πολύ καιρό.
H σχέση του Elton John με την Αμερική γινόταν σχεδόν ερωτική. Ο ήχος των Crosby, Stills, Nash & Young και κυρίως των The Band τον είχε γοητεύσει. Ο εξαιρετικός δίσκος Tumbleweed Connection (Οκτώβριος 1970) υπογράμμισε τον έρωτα με τραγούδια σε στίχους Bernie Taupin όπως το "Ballad Οf Α Well-Known Gun" και το "My Father's Gun". Ήταν ένα άλμπουμ γεμάτο ζουμερές, πιανιστικές μελωδίες και γλυκιά soul, βουτηγμένο στη Δυτική παράδοση. Αναδείχθηκε δε άριστη η χημεία των δύο αγαπημένων συνεργατών σε ενορχήστρωση και στίχους. Άλλωστε η μουσική ιστορία κάτι ανάλογο καταδεικνύει για συνθετικές δυάδες όπως τους Lennon & McCartney ή τον Burt Bacharach με τον Hal David. Σύντομα, η λίστα αυτή θα είχε και τους Elton John & Bernie Taupin.
Οι πωλήσεις εκτοξεύτηκαν και το single "Take Me To The Pilot" (με το "Your Song" από το Elton John στη δεύτερη πλευρά), ακουγόταν από όλους τους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Αλλά και οι συναυλίες της περιόδου, άφηναν τρομερό αντίκτυπο. Σαν opening act, ο Βρετανός τραγουδοποιός έβαζε ψηλά τον πήχη με αποτέλεσμα να επισκιάσει τους καλλιτέχνες που ακολουθούσαν, είτε μιλάμε για τους Derek & Τhe Dominoes, είτε για τους Kinks. Μια καλή γεύση του τι έκανε στη σκηνή ο Elton John μπορεί να πάρει κανείς από το ζωντανά ηχογραφημένο σε ραδιοφωνικό σταθμό "10/11/70". Τα τραγούδια ξέφευγαν σε ορμή και πάθος, ενώ συχνά διαρκούσαν πάνω από 10 λεπτά. Οι ασταμάτητες, σχεδόν καθημερινές εμφανίσεις έκαναν το όνομά του γνωστό παντού· ακόμη και ο Bob Dylan ήρθε να του δώσει προσωπικά συγχαρητήρια στα παρασκήνια ενός σόου –κάτι που δεν κάνει εύκολα.
Αλλά, ενώ στην Αμερική άφηνε κάθε βράδυ αίμα στα πλήκτρα, πίσω στη Βρετανία τα πράγματα ήταν δύσκολα· κανείς δεν τον αναγνώριζε και η επιτυχία αργούσε. Απ' την άλλη, οι αχανείς πολιτείες των Η.Π.Α. και οι αυξημένες απαιτήσεις τον έκαναν να χάνει την προοπτική του. Οι συνεχόμενες αλλαγές στο στυλ και η έλλειψη στρατηγικής μπέρδευαν τον κόσμο, αλλά και τον μουσικό Τύπο: αλλού διαφαινόταν ότι θα έφερνε την αυγή του glam, αλλού στεκόταν δίπλα στους δεξιοτέχνες του progressive και αλλού έκλεβε το αγοραστικό κοινό του Marc Bolan. Επιπλέον η πίεση του συμβολαίου να παραδίδει 2 άλμπουμ τον χρόνο, δεν βοηθούσε. Όμως η επαγγελματική και ερωτική του σχέση με τον μάνατζερ John Reid τον απελευθέρωσε και τον έβαλε προσωρινά σε μια προοπτική.
Το άλμπουμ Madman Across Τhe Water (Νοέμβριος 1971) ολοκληρώθηκε πολύ δύσκολα, μετά από εξαντλητικές τουρνέ. Τα τραγούδια είχαν γραφτεί σε ξενοδοχεία, σε λιμουζίνες και σε αεροδρόμια κατά τη διάρκεια των περιοδειών στις μεσοδυτικές πολιτείες με συγκροτήματα του κλασικού ροκ. Πλέον, ακόμα και η προφορά του είχε αρχίσει να ακούγεται σχεδόν αμερικάνικη, κάνοντας το "Tiny Dancer" ένα αξιοπερίεργο άκουσμα. Το τραγούδι ξεχώρισε όμως αμέσως στα ραδιόφωνα. Πολλοί υποστηρίζουν επίσης ότι το "Το All The Nasties" αποκάλυπτε με τρόπο το μυστικό της ομοφυλοφιλίας του. Ήταν η εποχή κατά την οποία έβαφε τα μαλλιά του πορτοκαλί με πράσινες ανταύγειες –ένα look που έμοιαζε περισσότερο προγονικό του punk, παρά glam.
Την επόμενη χρονιά ο Elton John βρήκε σανατόριο στο Château d' Hérouville, ένα πολυτελές κάστρο κοντά στο Παρίσι όπου είχαν ηχογραφήσει οι Pink Floyd, αλλά και ο David Bowie. Το άλμπουμ Honky Château (Μάιος 1972) προέκυψε λοιπόν εκεί, με την ίδια μέθοδο και φιλοσοφία απομόνωσης που υιοθέτησαν και οι Rolling Stones για το δικό τους Exile Οn Main Street (1972). Ο δίσκος είχε επιρροές από το παραδοσιακό αμερικάνικο μιούζικαλ μέχρι το glam rock που έπαιζε τότε στην κόψη του gender bender. Περιείχε δε το αριστουργηματικό τραγούδι "Rocket Man (I Think It's Going Τo Be Α Long, Long Time)": μια διαστημική μπαλάντα που αντηχούσε βέβαια το "Space Oddity" του Bowie (1969). Μάλιστα, ο τελευταίος ενοχλήθηκε που ο Elton John τραγούδησε κι αυτός για ένα ταξίδι στο διάστημα καταφέρνοντας να μπει στο #6 των Η.Π.Α., ενώ εκείνος είχε μείνει στο #15. Επιπλέον, οι στίχοι «high as a kite» και «burning out his fuse up» πυροδότησαν τη θεωρία πως επρόκειτο για μια εξομολόγηση της εξάρτησής του από τα ναρκωτικά.
{youtube}DtVBCG6ThDk{/youtube}
Σε εκείνο το σημείο, η γκαρνταρόμπα του Elton John είχε πλέον εξελιχθεί σε πιο υπερβολική από ποτέ, με τα κίτρινα υπερμεγέθη γυαλιά και τα πολύχρωμα φτερά να γίνονται σήμα κατατεθέν. Η δε πίεση της επιτυχίας και η υπερκόπωση άφησαν αποτύπωμα στα τραγούδια του Don't Shoot Me I'm Only The Piano Player (Οκτώβριος 1972). Η εμπορική αποδοχή υπήρξε εντούτοις τεράστια· κι έτσι, παρά την ψυχική και σωματική φθορά, ο τραγουδοποιός υπέγραψε μερικά από τα πιο up-tempo κομμάτια του. Είχε πάντως μετατραπεί σε ανθρώπινο jukebox, είτε μιμούνταν τους Rolling Stones ("Midnight Creeper"), είτε τον Pat Boone ("Crocodile Rock"). Ο Bernie Taupin, επίσης, είχε ενστάσεις για την κυκλοφορία του "Daniel" σε single, φοβούμενος ότι θα παρεξηγηθεί ως gay μπαλάντα. Τελικά πήγε στο #4 της Βρετανίας και στο #5 των Η.Π.Α. και ο Elton John δικαιώθηκε, όμως η μεταξύ τους σχέση ράγισε.
Την ίδια περίοδο, ο τραγουδοποιός απέκτησε τη συνήθεια που θα τον χαρακτήριζε για τα επόμενα χρόνια: άρχισε να ξοδεύει πολλά, να ξοδεύει περισσότερα και τέλος να ξοδεύει αλόγιστα. Με μια απίστευτη μανία, θα φόρτωνε δεκάδες βαλίτσες (στην αρχή) και φορτηγά ολόκληρα (μετά) με ρούχα, δίσκους, πίνακες, κοσμήματα και συλλεκτικά αντικείμενα. Είχε άλλωστε τον πλήρη έλεγχο της καριέρας του και των εισοδημάτων του χάρη σε ευνοϊκά συμβόλαια, ακριβώς στο απόγειο της επιτυχίας του. Ίδρυσε μάλιστα και την δική του δισκογραφική, τη Rocket Record Company, αν και το καταστροφικό πείραμα των Beatles με τη δική τους Apple ήταν ακόμη νωπό στη μνήμη όλων.
Η ανάγκη απόδρασης από τη δίνη της βιομηχανίας έγινε ξανά έντονη και ο Elton John απομονώθηκε στην Τζαμάικα. Εκεί βέβαια αισθάνθηκε μεγάλη ανασφάλεια λόγω της εγκληματικότητας και έπαθε μια φοβία να κυκλοφορήσει έξω. Τοποθέτησε έτσι ένα πιάνο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του και μέσα σε 3 μέρες έγραψε περίπου 20 τραγούδια. Όλα αυτά βρήκαν τον δρόμο τους στο 7ο του άλμπουμ, το εμβληματικό Goodbye Yellow Brick Road (Οκτώβριος 1973). Το "Bennie And The Jets" ήταν ένα από τα πιο λαμπρά δείγματα λευκής, γαλανομάτας soul και έχει μείνει στην ιστορία ως ειρωνικό σχόλιο στη δισκογραφική βιομηχανία. Ο Elton John μπήκε στον ρόλο του fan ενός συγκροτήματος, ενώ τα εμβόλιμα χειροκροτήματα ακροατηρίου έδιναν την αίσθηση της συναυλίας. Ο δίσκος ήταν γεμάτος μελωδικά ψυχοδράματα, μύθους, φαντασιώσεις, υγρά όνειρα και υπερφιλόδοξες πιανιστικές μελωδίες. Αν οι Spiders From Mars δημιουργούσαν φουτουριστικό δέος, οι Bennie And The Jets προκαλούσαν χαμόγελα ειρωνείας και χαράς.
Πλέον, ο Βρετανός τραγουδοποιός συναναστρεφόταν την ελίτ του Χόλιγουντ, από την Κάθριν Χέμπορν μέχρι τη Λιζ Τέιλορ. Τις μετακινήσεις του τις έκανε με ιδιωτικό, υπερπολυτελές τζετ εξοπλισμένο με βελούδινους καναπέδες, όπου το τζιν έρεε άφθονο και στους πριβέ χώρους γίνονταν προβολές ταινιών –από κωμωδίες των αδερφών Μαρξ μέχρι πορνό. Το ίδιο τζετ χρησιμοποιούσαν πριν απ’ αυτόν οι Led Zeppelin, όμως ο Elton John δεν είχε τις δικές τους, ακόρεστες ορέξεις για ακρότητες. Στο μεταξύ, οι εντάσεις στη συμπεριφορά, οι εκρήξεις θυμού και οι ζωντανές εξτραβαγκάντζες που κέρδιζαν το κοινό, άγγιζαν την υπερβολή. Επιπλέον, τα παραπανίσια ναρκωτικά τον έκαναν να νιώθει κοινωνικά επικίνδυνος και τον βοηθούσαν να αποτινάξει το στυλ του «τρυφερού αρκουδιού» που είχε σε όσους τον ήξεραν καλά. Αυτή την περίοδο ύβρης και καταχρήσεων ακολούθησε το μέτριο άλμπουμ Caribou (Ιούνιος 1974), το οποίο γράφτηκε και ηχογραφήθηκε σχεδόν στον αυτόματο πιλότο, καθαρά εξαιτίας υποχρέωσης συμβολαίου.
Έπρεπε να κυκλοφορήσει το αυτοβιογραφικό, γεμάτο νοσταλγία Captain Fantastic Αnd Τhe Brown Dirt Cowboy (Μάιος 1975) για να ξαναβρούν τον καλό τους εαυτό ο Elton John και ο Bernie Taupin, εκφραζόμενοι μέσα από δύο φανταστικά alter ego. Αυτός ο δίσκος τους πήγε πίσω στις αθώες μέρες, στα βρωμερά σοκάκια που οδηγούσαν στα ξενυχτάδικα του Λονδίνου και στα φτηνά καφέ απ’ όπου έβλεπαν του μέθυσους και τις πόρνες να εγκαταλείπουν τις pub αγκαλιά. Στις προσωπικές αποτυχίες και στα πρώτα εφηβικά όνειρα της εποχής που προηγήθηκε των ανεξέλεγκτων ημερών –όταν όλα ακόμη έμοιαζαν κανονικά. Το άλμπουμ που προέκυψε ήταν αληθινά συγκλονιστικό. Ήταν άλλωστε η τελευταία φορά που το κοινό τους άστρο θα έλαμπε τόσο, καθώς σύντομα ο Taupin θα βυθιζόταν σε βαθιά παρακμή. Λίγο αργότερα η αναμενόμενη καλλιτεχνική απομάκρυνση πότισε συναισθηματικά το διπλό Blue Moves (Οκτώβριος 1976), το οποίο ακούγεται και σαν άλμπουμ χωρισμού. Στα τραγούδια του ο Elton John χώρεσε όλο τον πόνο και τον θυμό που τον βασάνιζε σιωπηρά τα προηγούμενα χρόνια.
Πέρα από την άνιση, συναρπαστική και ταραχώδη καριέρα του, o Elton John είχε να αντιμετωπίσει και την ανάγκη του κόσμου να τον κατανοήσει σαν άνθρωπο και όχι μόνο σαν βιρτουόζο performer με διαστημική συλλογή ρούχων. Ο δημοσιογράφος Κλιφ Ζαρ του Rolling Stone ήταν αυτός που έστρεψε το μαγνητόφωνο στο μέρος του, ρωτώντας για κάτι που αποτελούσε κοινό μυστικό στη μουσική βιομηχανία. Ο Elton John ήξερε ασφαλώς ότι κάποτε θα αντιμετώπιζε την ερώτηση σχετικά με την προσωπική του ζωή. Απάντησε λοιπόν λέγοντας ότι δεν είναι κακό να βρίσκεσαι στο κρεβάτι με άτομα του ίδιου φύλου και πως όλοι σε έναν βαθμό είναι bisexual από τη φύση τους.
Δεν ήταν μια ευθεία απάντηση· νωρίτερα μάλιστα στην ίδια συνέντευξη είχε πει ψέμματα για τη φύση της σχέσης του με τον Reid. Έναν δε μήνα πριν δημοσιευτεί το τεύχος, ο Bowie είχε μιλήσει στο Playboy κατηγορώντας ουσιαστικά τον Elton John ως μπροστάρη μιας στρατιάς καλλιτεχνών που δεν έβγαιναν από τη ντουλάπα –σε μια συνέντευξη που κάθε άλλο παρά βοήθησε τις μεταξύ τους σχέσεις, αφού νωρίτερα ο Bowie είχε χαρακτηρίσει τον Elton John ως «Token Queen» και αυτός είχε ανταποδώσει, αποκαλώντας τον «ψευτοδιανοούμενο». Όμως, εκεί που το bisexuality έκανε τον Bowie cool και αινιγματικό στα μάτια του hip, αστικού ακροατηρίου, οι περισσότεροι φανατικοί του Elton John βρίσκονταν στη Μέση Αμερική και ήταν βαθιά συντηρητικοί. Ένα outing, θα ήταν ολέθριο για την καριέρα του.
Δεν ήταν παρά μία μόνο από τις πολλές κόντρες του με ανταγωνιστικά icons. Τον Ιούλιο του 1975 εμφανίστηκε ως special quest σε μια συναυλία των Rolling Stones στο Κολοράντο, στην οποία προσγειώθηκε μπροστά στα μάτια των θεατών με ελικόπτερο (κάτι που εκνεύρισε και τον Mick Jagger, αλλά και τον Keith Richards). Στη σκηνή κατόπιν ο Jagger προσπάθησε να μειώσει την παρουσία του, με εκείνον να κάνει ό,τι μπορούσε για να κρατάει τα βλέμματα του κοινού πάνω του. Χρόνια αργότερα ο Jagger θα παραδεχόταν ότι ήθελε να τον πετάξει έξω. Στο τραγούδι "Get Some Funk Οf Your Own" (1975) είναι φανερό ότι ο Elton John ακούγεται σαν τους Stones, ενώ το "Street Kids" (1975) αποτελεί ξεκάθαρη αναφορά στο "Sympathy For The Devil". Ήταν μια δημόσια δήλωση προς τους Jagger & Richards, σε ύφος «να ξέρετε ότι εγώ μπορώ να το κάνω καλύτερα». Τις κόντρες του με τα μεγάλα ονόματα της δεκαετίας του 1970 τις χώρεσε μάλλον άτσαλα στο single "Ego". Ήταν μια επίθεση προς κάθε σούπερ σταρ με τεράστιο ego που του γύρισε μπούμερανγκ, μέσα από το απελπιστικά κακό άλμπουμ Victim Οf Love (Οκτώβριος 1979). Μια πλήρως αποτυχημένη απόπειρα να πιάσει τον χορευτικό παλμό της μετα-ντίσκο εποχής. Ήταν ακόμη νωρίς.
Μετά την απόπειρα αυτοκτονίας μπροστά σε συγγενείς και φίλους, ο τραγουδοποιός έπρεπε να αφήσει τη σκόνη γύρω του να καθίσει, και έπρεπε να πάρει αποφάσεις για τις σχέσεις του, για την υγεία του και για το μέλλον του σαν τραγουδοποιός. Το 1977 ήταν πια 30 ετών. Βλέποντας τους Sex Pistols στην τηλεόραση, ένιωθε πιο γερασμένος και κουρασμένος από ποτέ. Στο άλμπουμ A Single Man (Οκτώβριος 1978) ήταν και αισθανόταν όπως περιέγραφε ο τίτλος, χωρίς πια τον συνεργάτη του Bernie Taupin.
Η σκληρή δουλειά, το αίμα απ' τα δάχτυλα πάνω στα πλήκτρα του πιάνου, ο όγκος της δισκογραφίας, το δέος του κοινού, οι μπαλάντες που έκαναν κάθε αρένα να σείεται, η οργή στο μικρόφωνο, η υπεροψία, η αφέλεια, το αλκοόλ, η υπερκόπωση, η δημόσια κλειδαρότρυπα στην κρεβατοκάμαρά του, το τζετ σετ που άνοιγε σαμπάνιες, οι σπατάλες, η ανασφάλεια με την εμφάνισή του, η ξεχασμένη ασφάλεια της οικογένειας και η δεκαετία του 1980 που θα ξημέρωνε –δείχνοντας το δόντια της στους «δεινόσαυρους που ανδρώθηκαν στη δεκαετία του 1960»– έφεραν τον Elton John σε ένα σταυροδρόμι. Και αυτός το ατένιζε εξαντλημένος, ζάμπλουτος, μόνος, απογοητευμένος, αλλά με πείσμα και με πολλές ακόμη μελωδίες στο μυαλό του.
{youtube}wo1OwRTRKRk{/youtube}