Οι κατά καιρούς λίστες όσων pop/rock περιοδικών και sites αρέσκονται σε μια πιο ευρεία παλέτα αναφορών τα έχουν φέρει έτσι ώστε, όταν πέφτει στο τραπέζι η free jazz, οι περισσότεροι να σκέφτονται τον John Coltrane. Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο τελευταίος δεν είναι παρά η κατάληξη πολλών και ποικίλλου ενδιαφέροντος ζυμώσεων, οι οποίες είχαν ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του 1940, όπως μπορούμε να κρίνουμε σήμερα, έχοντας την πολυτέλεια του χρόνου και τη σφαιρικότητα για να αποτιμήσουμε ορισμένες συνθέσεις π.χ. του Lenny Tristano. Οπωσδήποτε, πάντως, καταλύτης της όλης υπόθεσης στάθηκε ο Ornette Coleman και δουλειές της δεκαετίας του 1950 σαν το Tomorrow Is Τhe Question! και (λίγο πιο μετά) το The Shape Οf Jazz Τo Come –μια ηχογράφηση πραγματικά επαναστατική.
Σύγχρονος του Coltrane ήταν και ο Cecil Taylor, κλασικοσπουδαγμένος πιανίστας αυτός, ο οποίος από τη δεκαετία του 1950 αναζητούσε μη συμβατικές χρήσεις του πιάνου καθώς, παρά την εκπαίδευσή του, ήταν η τζαζ του Thelonious Monk και του Horace Silver που του είχε πάρει τα μυαλά. Το ντεμπούτο του Jazz Advance (1956) αποδείχθηκε βέβαια συντηρητική δουλειά και, στην πράξη, θα του έπαιρνε μια δεκαετία για να θέσει τα πράγματα σε κίνηση όπως τα ήθελε. Έκτοτε, όμως, ξετυλίχθηκε μια μεγάλη περιπέτεια, η οποία τον κατέστησε κολώνα του free jazz οικοδομήματος.
Ο σπουδαίος αυτός μουσικός πέθανε μέσα στις μέρες του φετινού Πάσχα, στα 89 του χρόνια. Ως μικρό φόρο τιμής, λοιπόν, παρουσιάζουμε σε χρονολογική σειρά 10 επιλογές με τις οποίες μπορεί κανείς να έρθει σε επαφή μαζί του –κάποιες κάνουν και για «αρχάριους», ενώ γι' άλλες θα πρέπει να περάσετε στους «προχωρημένους»...
NEFERTITI, THE BEAUTIFUL ONE HAS COME -live at the Café Montmartre, Copenhagen 1962 [Revenant, 1997]
Προτιμήστε την έκδοση του 1997, καθώς αυτή έχει τις πλήρεις ηχογραφήσεις από εκείνη τη συναυλία του 1962 στη Δανία. Συνεπικουρούμενος από το άλτο σαξόφωνο του Jimmy Lyons και τα ντραμς του Sunny Murray, ο Cecil Taylor χρησιμοποιεί το ζωντανό της περίστασης ώστε να γίνει πιο τολμηρός (και πιο ατονικός) από όσο τον ήξεραν οι ακροατές ως τότε, χαράσσοντας –έστω και αδρά– το περίγραμμα των ημερών που έρχονταν. Ο Lyons είναι ακόμα μπλεγμένος με τον Charlie Parker στο παίξιμό του, ο Murray όμως άνετα καταγράφεται εδώ ως ο πρώτος πλήρως free ντράμερ.
UNIT STRUCTURES [Blue Note, 1966]
Η ολοκλήρωση της μετάβασης του Taylor στη free jazz έγινε με τον Jimmy Lyons στο άλτο σαξόφωνο και τον Andrew Cyrille στα τύμπανα. Ο δίσκος αυτός δείχνει πάντως ότι δεν ακολουθούσε απλά ένα ρεύμα, μα είχε το εκτόπισμα να το συνδιαμορφώσει. Παραμένει ως σήμερα ένα αξιοθαύμαστο άλμπουμ, πολυσύνθετο σαν μαθηματική εξίσωση για τους μουσικούς, μα την ίδια στιγμή πλούσιο και θελκτικό ακόμα και σε όσους δεν έχουν ιδέα από νότες –ποιότητα που πολλοί αυτοσχεδιαστές των δικών μας ημερών εύκολα δυστυχώς παρακάμπτουν.
SILENT TONGUES -live at the Montreux Jazz Festival 1974 [Freedom/Arista, 1975]
Μόνος, λυρικός μα δύστροπος, με το πιάνο να σου δίνει την εντύπωση μερικές φορές ότι παίζεται σαν ...κρουστό. Διαδρομή δύσβατη σε διάφορα σημεία της, μα θρίαμβος για τον κόσμο των μουσικών ιδεών και μάλιστα σε ένα πλαίσιο που θυμίζει πιο πολύ κλασικό κονσέρτο, παρά βασίζεται στο «μαζί» του τζαζ αυτοσχεδιασμού.
DARK TO THEMSELVES - live at the Ljubljana Jazz Festival 1976 [Enja, 1977]
Οργανωμένο χάος σε ζωντανή εκδοχή, με τον τρομπετίστα Raphé Malik, τον Lyons ως συνήθως στο άλτο σαξόφωνο, τον νεαρό David S. Ware στο τενόρο σαξόφωνο και τον Marc Edwards στα ντραμς. Προτιμήστε την επανέκδοση του 1990, που περιέχει το πλήρες live.
AIR ABOVE MOUNTAINS (BUILDINGS WITHIN) -live at Moosham Castle Open Air Festival, Langau 1976 [Enja, 1978]
Δύο μήνες μετά το live στη Γιουγκοσλαβία, η άλλη όψη του νομίσματος: ο Taylor μόνος με το πιάνο του, σε ένα κάστρο της επαρχιακής Αυστρίας. Κι όμως, δεν θα σας λείψει κανένα άλλο όργανο. Δεν συστήνεται πάντως για πρώτη επαφή.
THE CECIL TAYLOR UNIT [New World, 1978]
Με Jimmy Lyons (σαξόφωνο), Raphé Malik (τρομπέτα), Ramsey Ameen (βιολί), Sirone (μπάσο) και Ronald Shannon Jackson (ντραμς). Ή, αλλιώς, την για πολλούς καλύτερη σύνθεση γκρουπ που είχε ο Taylor στην καριέρα του. Πυκνοί ήχοι, δυσθεόρατη δεξιοτεχνία, η ομορφιά της μουσικής εντροπίας σε περίπου 60 λεπτά.
ONE TOO MANY SALTY SWIFT AND NOT GOODBYE -live at Liederhalle/Mozartsaal, Stuttgart 1978 [hat Hut, 1980]
Βαθύς αυτοσχεδιασμός, στα όρια της πρόκλησης όσον αφορά τους ήχους που αξιώνουν να θεωρηθούν «μουσική», βίαιο και ενοχλητικό σαν death metal, ειδικά στα στιγμιότυπα εκείνα όπου ο Taylor δεν το παίζει το πιάνο του, μα συνειδητά το κακοποιεί. Με Jimmy Lyons στο άλτο σαξόφωνο, Raphé Malik στην τρομπέτα, Ramsey Amee στο βιολί, Sirone στο μπάσο και Ronald Shannon Jackson στα ντραμς –την ίδια δηλαδή σύνθεση που είχε φτιάξει και το The Cecil Taylor Unit μόλις λίγους μήνες πριν.
FOR OLIM –live at the "Workshop Freie Music 1986", Akademie Der Künste, Berlin [Soul Note, 1987]
Ακόμα μία υπέροχη σόλο ηχογράφηση, από κάθε άποψη ικανοποιητική, έστω κι αν ξέρεις πια τι λίγο-πολύ να περιμένεις από τον Cecil Taylor όταν βρίσκεται μόνος με το πιάνο του.
LEAF PALM HAND -live at "Improvised Music II/1988" Kongresshalle, Berlin [FMP, 1989]
Ο Taylor και το πιάνο του, o Tony Oxley και τα κρουστά του. Δύο μουσικοί σε εμφανές κοντράστ, που όμως ψάχνουν φιλότιμα ρόλους, κοινό βηματισμό και, εν τέλει, επικοινωνία. Και τη βρίσκουν, προσφέροντας μας ιδανικούς συνδυασμούς στα πιο λυρικά ειδικά μέρη. Τόσο, ώστε κάποιοι έγραψαν περί «μελωδικού αυτοσχεδιασμού».
NAILED -live at the Bechstein Concert Hall, Berlin 1990 [FMP, 2000]
Στην ίσως καλύτερη από τις ύστερες ηχογραφήσεις του, ο Taylor βρίσκεται μέλος σε ένα τζαζ σούπερ γκρουπ, με τον Evan Parker στο σαξόφωνο, τον Barry Guy στο μπάσο και τον Tony Oxley στα κρουστά. Ο «ανταγωνισμός» Parker και Taylor, είναι όλα τα λεφτά.
{youtube}kve5a66hp80{/youtube}\